Eurostat: Στην πρώτη τετράδα των 27 της Ε.Ε. η Ελλάδα σε φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό / κίνδυνος για πάνω από 2,6 εκατ. Έλληνες
Ακόμα ένας διεθνής οργανισμός έρχεται να επιβεβαιώσει τη δεινή κατάσταση που βιώνει σημαντικό κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού, καθώς κατά τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες και έχει συμβάλλει στο άνοιγμα της ψαλίδας πλουσίων και φτωχών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους πιο αδύναμους.
Σύμφωνα λοιπόν με στοιχεία που δημοσιοποίησε σήμερα η Eurostat (που αναφέρονται στο έτος 2023), η Ελλάδα είναι στην 4 θέση μεταξύ των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Σε χειρότερη θέση από τη χώρα μας είναι μόνο η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Ισπανία.
Μοιραία, η χώρα μας είναι πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, καθώς 1 στους 4 ανθρώπους στην Ελλάδα ζει στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, τη στιγμή που στην Ευρώπη αυτό συμβαίνει για 1 στους 5 ανθρώπους. Σε απόλυτους αριθμούς, κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού αντιμετωπίζουν πάνω από 2,6 εκατ. Έλληνες.
Όπως τονίζεται, οι γυναίκες, οι νέοι ενήλικες ηλικίας 18-24 ετών, τα άτομα με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και οι άνεργοι είχαν, κατά μέσο όρο, περισσότερες πιθανότητες να κινδυνεύσουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό το 2023 σε σχέση με άλλες ομάδες εντός του πληθυσμού της ΕΕ
Σημειώνεται επίσης ότι ο κίνδυνος της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού δεν εξαρτάται αυστηρά από το επίπεδο εισοδήματος ενός νοικοκυριού, καθώς μπορεί επίσης να αντανακλά την ανεργία, τη χαμηλή ένταση εργασίας, την εργασιακή κατάσταση ή μια σειρά από άλλα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά. Για τον υπολογισμό του αριθμού ή του ποσοστού των ατόμων που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού συνδυάζονται τρία ξεχωριστά μέτρα και αυτό καλύπτει τα άτομα που βρίσκονται σε τουλάχιστον μία από αυτές τις τρεις καταστάσεις:
-
άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας , με άλλα λόγια, με ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα που είναι κάτω από το όριο κινδύνου φτώχειας.
-
άτομα που υποφέρουν από σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση , με άλλα λόγια, εκείνοι που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά τουλάχιστον επτά από τα δεκατρία είδη στέρησης (έξι που σχετίζονται με το άτομο και επτά σχετίζονται με το νοικοκυριό) που θεωρούνται από τους περισσότερους ανθρώπους επιθυμητά ή ακόμα και απαραίτητο για την επίτευξη μιας ικανοποιητικής ποιότητας ζωής·
-
άτομα (ηλικίας κάτω των 65 ετών) που ζουν σε νοικοκυριό με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας , με άλλα λόγια, εκείνοι που ζουν σε νοικοκυριά όπου οι ενήλικες εργάζονταν για το 20% ή λιγότερο του συνολικού συνδυασμένου δυναμικού χρόνου εργασίας τους τους προηγούμενους δώδεκα μήνες.
Τα στοιχεία
Συγκεκριμένα, το 2023, 94,6 εκατομμύρια άνθρωποι στην ΕΕ (21% του πληθυσμού) διέτρεχαν τον κίνδυνο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι αυτοί ζούσαν σε νοικοκυριά που αντιμετώπιζαν τουλάχιστον έναν από τους τρεις κινδύνους: φτώχεια, σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση ή/και διαβίωση σε νοικοκυριό με πολύ χαμηλή ένταση εργασίας. Ο αριθμός των ανθρώπων αυτών μειώθηκε ελαφρά το 2023 σε σύγκριση με το 2022 (95,3 εκατομμύρια, 22% του πληθυσμού).
Τα ποσοστά των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό διέφεραν μεταξύ των χωρών της ΕΕ το 2023. Οι υψηλότερες τιμές αναφέρθηκαν στη Ρουμανία (32%), τη Βουλγαρία (30%), την Ισπανία (27%) και την Ελλάδα (26%). Τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στην Τσεχία (12%), τη Σλοβενία (14%), τη Φινλανδία και την Πολωνία (αμφότερες από 16%).
Σύμφωνα με τη Eurostat:
-
Το 2023, 94,6 εκατομμύρια άνθρωποι στην ΕΕ διέτρεχαν κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. αυτό ισοδυναμούσε με το 21,4 % του πληθυσμού της ΕΕ.
-
Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην ΕΕ ήταν, το 2023, υψηλότερος για τις γυναίκες παρά για τους άνδρες (22,3 % έναντι 20,3 %).
-
Πάνω από το ένα πέμπτο (22,4 %) του πληθυσμού της ΕΕ που ζούσε σε νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού το 2023.
-
Το 2023, ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού ήταν μεγαλύτερος σε ολόκληρη την ΕΕ για τις γυναίκες (και όχι για τους άνδρες), τους νέους ενήλικες (και όχι για μεσήλικες ή ηλικιωμένους), τα άτομα με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (αντί για τα άτομα με μεσαίου ή τριτοβάθμιου μορφωτικού επιπέδου) και, ειδικότερα, για ανέργους.