Life Βέροια Τοπικά

Καφέ-μπαρ McOza. Είκοσι χρόνια στο κέντρο της Βέροιας και στο επίκεντρο της ζωής μας!

 «Δεν είναι επιχείρηση το McOza. Eίναι ένας ζωντανός οργανισμός, που μεγαλώνει μαζί μας και μαζί με τους ανθρώπους μας…»
(Βασίλης & Δήμήτρης Τσιάρας)

 Η Επωνυμία του είναι  McOza  – All Day Coffee Bar, αλλά μέσα σε 20 χρόνια κατόρθωσε – και επάξια – να γίνει… «All Life», αφού, όχι μόνο για τους ιδιοκτήτες του, τους Αδελφούς Τσιάρα, το Βασίλη και το Δημήτρη, αλλά και για πάρα πολύ κόσμο από τη Βέροια, την Ημαθία και όχι μόνο.

Για ανθρώπους διαφορετικών ηλικιών, κοινωνικών ομάδων, πολιτικών ταυτοτήτων και πολιτισμικών καταβολών, επαγγελματικών τάξεων και καλλιτεχνικών τάσεων, αποτελεί κομμάτι μιας ολόκληρης ζωής, όπου έφτιαξαν και συνεχίζουν να «φτιάχνουν ιστορία οι παρέες», όπως λέει και το γνωστό τραγούδι. Μιας ζωής που δεν μετριέται με χρόνια, μήνες και μέρες, αλλά καταγράφεται  μέσα από έντονες στιγμές, ζωντανά συναισθήματα και διαχρονικές αξίες, που «ζύμωσαν» και συνεχίζουν να «ζυμώνουν» αληθινές φιλίες και σχέσεις κάθε είδους.

Είκοσι χρόνια μετά την πρεμιέρα λειτουργίας του McOza, την Πρωτοχρονιά του 2004, όσοι το έζησαν, σε κάθε σταθμό, από τη «σύλληψη» της ιδέας, τη «γέννηση» και τα… «πρώτα του βήματα», μέχρι την «εφηβεία» και την «ενηλικίωσή» του, έχουν την αίσθηση ότι δεν πρόκειται για άλλο ένα καφέ – μπαρ, που άνοιξε στη Βέροια. Δεν άνοιξε απλά, για να σερβίρει ροφήματα και αλκοόλ, αλλά για να γίνει ένα… άλλο κομβικό σημείο συνάντησης της καθημερινής ζωής με την ποιότητα, που καθιερώθηκε, από τότε μέχρι σήμερα, στις συνειδήσεις των θαμώνων του ως …καθημερινή ποιότητα ζωής!

Με αφορμή τη συμπλήρωση 20 ετών λειτουργίας του, οι αδελφοί Τσιάρα μιλούν στη «Φαρέτρα», μέσα από μια φιλική και «ζεστή κουβέντα», για την ιδιαίτερη σχέση και την αγάπη που συνδέει τους ίδιους μεταξύ τους και με το McOza, που δεν το θεωρούν μαγαζί, όπως οι ίδιοι ομολογούν, άλλα έναν ζωντανό οργανισμό, κάτι σαν «παιδί τους», που μεγάλωσε και μεγαλώνει μαζί τους και με τον κόσμο, που το «αγκάλιασε» από την πρώτη στιγμή.
………………………..

  McOza, το όνομα!

«…To McOza ξεκίνησε την πρωτοχρονιά του 2004 και για ένα εξάμηνο περίπου δεν είχε κανένα απολύτως όνομα. Ακούγαμε διάφορες εκφράσεις – σχόλια προσδιορισμού ταυτότητας του μαγαζιού από τους ίδιους τους πελάτες, όταν πλησιάζαμε σε διάφορα τραπέζια που περνούσαμε, για να πάρουμε τις παραγγελίες από τον κόσμο», θυμάται ο Βασίλης.

Και συνεχίζει για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της έναρξης του McOza : «…Τότε, ένας φίλος μας γραφίστας, ο Κώστας Βάγγος,  ανέλαβε να κάνει τη μακέτα και τα γραφικά της επωνυμίας του καταστήματος.     Στην πορεία προέκυψε ως δική του ιδέα  το McOza από έναν τίτλο τραγουδιού των “Manu Dibango” το  “Soul Makossa”, έναν λαϊκό χορό του Καμερούν. Ο Κώστας, ως γραφίστας με καθαρά διαφημιστικό πνεύμα, θεώρησε σωστό να το παραλλάξει από Makossa σε… McOza!

Έτσι μπορέσαμε να επικοινωνήσουμε την επωνυμία, να επικυρωθεί, να καθιερωθεί πλέον στις συνειδήσεις των συμπολιτών μας. Και έγινε όντως brand name  για τα δεδομένα της πόλης μας…

Ένα  πολυθεματικό café bar – Βήμα έκφρασης  

Tο καφέ μπαρ McOza δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε ως μαγαζί, ούτε τυπικά ως κατάστημα, μόνο, εστίασης και υγειονομικού ενδιαφέροντος. Αντίθετα είναι ένα βήμα έκφρασης, έκθεσης, κουλτούρας και πολιτισμού, ένα κέντρο αναφοράς συναντήσεων, σχέσεων, ζυμώσεων, ένα βήμα επικοινωνίας, ανταλλαγής ιδεών και αλληλεπίδρασης, ίσως ένα  πολυθεματικό café bar, όπως γρήγορα εξελίχθηκε διαμορφώνοντας τη δική του μοναδική ταυτότητα, στη συνέχεια των επόμενων ετών μέχρι και σήμερα.

Έδωσε έμφαση στο διαφορετικό και πέτυχε να λειτουργεί ως μία εστία θεματικών δραστηριοτήτων, που δε σερβίρει απλώς ροφήματα, αλκοόλ και κρύα πιάτα, αλλά «γεύσεις ποιότητας ζωής» και άποψη. Δε θυμίζει σε τίποτα κάτι το κλασικό, ενώ προσδιορίζοντάς το, θα λέγαμε το… κλασικό: «Είναι μια κατηγορία μόνο του»!

Λέει χαρακτηριστικά ο Βασίλης για τις πρώτες μέρες λειτουργίας του: «…Η αλήθεια είναι ότι το ξεκινήσαμε λίγο διαφορετικά, την πρώτη χρονιά που λειτούργησε τον Ιανουάριο του 2004, που έκανε την επίσημη πρεμιέρα, λειτούργησε, από αισθητικής απόψεως, ως ένα γαλλικό μπιστρό. Τα υλικά αλλά και τα χρώματα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν γύρω από το μπεζ, το οποίο δεν υπήρχε ως βασικό χρώμα σε κανένα άλλο μαγαζί. Ήταν το ανοιχτόχρωμο, το οποίο φώτιζε και σε τραβούσε να μπεις, γιατί ήταν κάτι διαφορετικό σε σχέση με τα υπόλοιπα που υπάρχουν στην πόλη μας.

Η αγάπη μας γι’ αυτή τη δουλειά μάς ώθησε στο να κάνουμε και κάποια άλλα πράγματα, όπως  διάφορα events στις Αποκριές με παραδοσιακά χάλκινα, είτε με κάποια πάρτι που διοργανώναμε και ακόμα συνεχίζουμε σε αυτό το μήκος κύματος.  Είχαμε ξεκινήσει με τη φιλοσοφία να διατηρήσουμε την παραδοσιακή ιστορία που είχαν δημιουργήσει οι αδελφοί Δροσινού,  μέσα στη Βέροια, δίνοντας ένα άλλο χρώμα, μιας άλλης εποχής, που άρχισε να εκλείπει και θέλαμε να το διατηρήσουμε ως φορείς και συνεχιστές αυτής της παράδοσης,  με πλατφόρμα το McOza. Οι αδελφοί Δροσινού ήταν δύο αδέλφια, οι οποίοι την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς παίρναν τα όργανα και κάνανε πατινάδα σε διάφορα σοκάκια της πόλης. Όταν φύγαν από τη ζωή δεν υπήρχε πια κάτι ανάλογο και έτσι θελήσαμε να δώσουμε μία ιστορική συνέχεια, μία νότα παράδοσης, ένα διαφορετικό χρώμα στην πόλη μας. ”

Ο ρόλος της  σοπράνο Ελένης Αναγνώστου στη διαμόρφωση της ταυτότητας του McOza

 «…Στην πορεία,  μας βοήθησε πάρα πολύ η σχέση μας με την Ελένη Αναγνώστου, η οποία είχε δώσει το δικό της στίγμα στο McOza από την αρχή, με τις επισκέψεις που είχε κάνει στο εξωτερικό, στους σταθμούς της καλλιτεχνικής της σταδιοδρομίας, αλλά και σε σχέση με τις γνώσεις της,  όσον αφορά τα μουσικά ακούσματά της πάνω σε διαφορετικά μοτίβα και τα ιδιαίτερα βιώματά της μέσα από την δική της τριβή με την Τέχνη Η Ελένη μάς έχει οδηγήσει σε κάποιες πιο στοχευμένες επιλογές, (με ευρύ προσανατολισμό), στο χώρο της Λογοτεχνίας και της Τέχνης γενικότερα, που πήραν και τη μορφή εκδηλώσεων.»

  Σχέση αδελφική και επαγγελματική

Μιλώντας με έκδηλη αγάπη για την ιδιαίτερη σχέση με τον Δημήτρη, τον αδελφό του, ο Βασίλης λέει χαρακτηριστικά «Τα 20 χρόνια είναι πολλά, για να συνυπάρξεις μέσα στο χώρο. Είναι το οικογενειακό στοιχείο που μας δένει, μας συνέχει, αλλά  και το συντηρούμε, το αναζωογονούμε και το μεταδίδουμε και στον κόσμο που συχνάζει εδώ, και το έχει κάνει ένα πραγματικό του στέκι. Γιατί το μπαρ ή το καφέ είναι φιλοξενία, είναι η εστία…»

“Όταν ανοίξαμε το 2004 ήμασταν το δεύτερο καφέ επί της Μητροπόλεως και επειδή θέλει πάρα πολλή υπομονή και επιμονή, ήμουν αρχικά μόνος μου. Από το Σάββατο το μεσημέρι μέχρι και την Κυριακή το βράδυ ήταν σαν να έκανα σκοπιά. Δεν είχε καθόλου κίνηση. Αργότερα ερχόταν ο Δημήτρης από Θεσσαλονίκη, Πέμπτη – Παρασκευή – Σάββατο κι έμενε εδώ, για να μπορέσει να μου δώσει κάποιες ανάσες και Κυριακή έφευγε πάλι στη Θεσσαλονίκη. Στον πυρήνα αυτής της σχέσης, λοιπόν, που έδωσε σάρκα και οστά στο όλο μας εγχείρημα, ενυπάρχει και μας στηρίζει το στοιχείο της αγάπης αλλά και της θυσίας που νοηματοδοτεί κάθε αγάπη. Και είναι το κεντρικό δομικό, το συνεκτικό υλικό σε αυτό το οικοδόμημα, που ονομάζεται McOza.»

Oι κώδικες επικοινωνίας του McOza

Παίρνοντας το λόγο  αυτήν τη φορά ο Δημήτρης Τσιάρας ξεδιπλώνει τους  κώδικες λειτουργίας του McOza, ενός χώρου που ταυτίστηκε με πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις για 20 ολόκληρα χρόνια στην πόλη μας. «…Τα χρόνια που ακολούθησαν, μετά την έναρξη μας το 2004, έδωσαν στο McOza την ταυτότητα και την ουσία ενός πολυχώρου – στέκι. Καλλιτέχνες κάθε είδους όπως: μουσικοί, ζωγράφοι, φωτογράφοι, σκηνοθέτες, ποιητές, συγγραφείς, ηθοποιοί πολιτικοί, δημοσιογράφοι απλοί ανώνυμοι και επώνυμοι θαμώνες και περαστικοί,  μέσα και έξω από τη Βέροια και την Ημαθία, έδιναν ραντεβού πρωί, μεσημέρι απόγευμα και βράδυ, στο McOza.

Για να καταλάβουμε εμπειρικά τι εννοούμε, παρέα που γεννήθηκε, αναπτύχθηκε και διευρύνθηκε εδώ, μέσα από έναν καθημερινό πρωινό καφέ, επί σειρά ετών, καθιερώνεται πια ως… θεσμός και κόβει την πίτα της εδώ…»

«…Το McOza, όταν ξεκίνησε, έγινε ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μας, στο οποίο  καταφέραμε να δώσουμε την ψυχή μας. Αυθόρμητα έγιναν όλα αυτά και δεν υπήρχε κανένα σχέδιο, για να πούμε ότι θα πάρουμε και θα κρατήσουμε και θα κλειδώσουμε αυτούς τους πελάτες, ή εκείνους, ή τους άλλους. Από κει και πέρα, λόγω και της δικής μας ιδιοσυγκρασίας ήρθε κόσμος εδώ πού θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο καθένας είχε ένα διαφορετικό ύφος, επίπεδο, προσωπικότητα… Άλλοι περισσότερο ή λιγότερο πολιτικοποιημένοι, με διαφορετικές απόψεις μεταξύ τους πολλές φορές, που μπορούσαν, ωστόσο, να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και μέσα από αυτό έβγαινε κάτι γόνιμα δημιουργικό.  Έβγαινε κάτι καινούργιο, κάτι πρωτοποριακό, κάτι εμπνευσμένο.

Έτσι διαμορφώσαμε όχι ένα ειδικό κοινό, αλλά πολλά και διαφορετικά. Οι άνθρωποι που σύχναζαν και συχνάζουν εδώ, όλα τα χρόνια, βρίσκουν κομμάτια του εαυτού τους που καθρεφτίζονται μέσα στο μαγαζί. Μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι εδώ μέσα πολλοί φλέρταραν, ερωτεύτηκαν, ακόμη και παντρευτήκαν και έκαναν παιδιά, και, όμως, συνεχίζουν να έρχονται όλοι μαζί πια… Προχώρησαν οι ζωές τους παράλληλα με τις δικές μας. Μεγαλώσανε, μεγαλώσαμε μαζί με το McOza!

Και παράλληλα το mcOza έγινε πραγματικά ένα καλλιτεχνικό στέκι. Ειδικά στον δεύτερο όροφό του φιλοξένησε ποικίλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Εκθέσεις ζωγραφικής, φωτογραφίας, μουσικά live,  ποιητικές βραδιές…

 Το McOza αναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες του! 

Μια πραγματικά ζοφερή στιγμή στην ιστορία του McOza ήταν η αποφράδα νύχτα της πυρκαγιάς μιας απρόσμενης, αστάθμητης κακής συγκυρίας, που κατέστρεψε ολοσχερώς το δεύτερο όροφο του οικήματος,  σε μία εποχή που ήταν ένα πραγματικό κέντρο αναφοράς μικρών και μεγάλων events.

«…Στις 4 Φεβρουαρίου του 2018,  προετοιμάζαμε ένα live, στο δεύτερο όροφο με το Βασίλη Πρατσινάκη.  Άρχισε να έρχεται ο κόσμος σιγά-σιγά, αρχίσαμε να σερβίρουμε και όλα ήταν υπό έλεγχο.  Ξαφνικά κάποιος μας λέει ότι είδε μία λάμψη που πέρασε από πάνω και έσκασε στη στέγη. Κάποιος έριξε μία φωτοβολίδα φωσφόρου, που έχει απόλυτη διάρκεια καύσης.  Δε σβήνει, δηλαδή, παρά μόνο, όταν καεί ολόκληρη, και αυτό επέφερε την καταστροφή. Θεωρούμε όμως ότι ήταν ατύχημα και όχι δολιοφθορά. Ήταν ένα πραγματικό θαύμα το γεγονός ότι το μαγαζί αναγεννήθηκε πραγματικά μέσα από τις στάχτες του και έγινε κάτι που εξακολουθεί να είναι αυτό που ήταν, χωρίς όμως το δεύτερο πια όροφο. Το McOza είναι η φωτιά που καίει και μάλιστα πλέον μέσα από μια διαφορετική διακοσμητική ματιά, αυτήν του Δημήτρη Κουκούδη.

…Την επόμενη μέρα το πρωί εισπράξαμε πάρα πολλή αγάπη, πολύ ενδιαφέρον και πολλή αυτοθυσία από κόσμο, που από την πρώτη στιγμή πραγματικά προσφέρθηκε να μας βοηθήσει, με μια συγκινητική κατάθεση ψυχής. Ήταν η ώρα της κρίσεως, η ώρα της αλήθειας, για να δούμε την πραγματική αγάπη των ανθρώπων, που στα δύσκολα πάντα εκδηλώνεται! Κάποιοι άνθρωποι αισθάνθηκαν ότι κάηκε το σπίτι τους! Και θέλω να συμπληρώσω πάνω σ’ αυτό ότι, ναι,  πληρώσαμε ακριβά τα … «δίδακτρα»,  αλλά μάθαμε και την αγάπη του κόσμου.

Βέβαια, δυσκολευτήκαμε αρκετά να ορθοποδήσουμε και λόγω της διετίας του κορωνοϊού που ακολούθησε με τους υποχρεωτικούς εγκλεισμούς, πηγαίνοντας  πίσω κάθε κοινωνική δραστηριότητα,  άρα και η επιχειρηματική.  Ωστόσο, επειδή υπήρχαν στόχοι από την πρώτη στιγμή και ακόμα υπάρχουν, προχωρήσαμε και προχωράμε δημιουργικά και με πολλή όρεξη…».

Ο πατέρας Νίκος Τσιάρας και το «λικεράκι του μπαμπά»

Με αφορμή το συμβάν της πυρκαγιάς οι αδελφοί Τσιάρα αναφέρθηκαν με ιδιαίτερη συγκίνηση στο πρόσωπο του πατέρα τους Νίκου και στο πόσο βαθιά επηρέασε τις ζωές τους σε σχέση και με το μαγαζί.  Έφτιαχνε, μάλιστα,  και το λεγόμενο” λικεράκι του μπαμπά”!

«… Ήτανε ο Νίκος ο Τσιάρας, που κοιτούσε πάντα ποιο μπουκάλι θα αδειάσει και ήξερε καλύτερα από μας ποιο άδειαζε,  για να το πάρει να το γεμίσει και να το δώσει σε κάποιον φίλο.  Ήταν χαρακτηριστική η γενναιοδωρία του, η καλαισθησία του και η ευαισθησία του.  Γι’ αυτό και ποτέ δεν έμαθε ότι το μαγαζί κάηκε.  Δεν το επιτρέψαμε εμείς να το μάθει, μιας και εκείνη την εποχή ήταν στο κρεβάτι, ήταν χειμώνας και δε χρειάστηκε να περάσει από εδώ. Έτσι κι εμείς δεν του είπαμε τίποτα. Όταν σηκώθηκε το Μάη, τον φέραμε με το καροτσάκι και του το παρουσιάσαμε σαν ανακαίνιση» προσθέτει ο Δημήτρης.

To McOza μέλος της Κοινότητας «Greek whisky Association»

«…Στο τέλος θα λέγαμε ότι μέσα από το MacOza επενδύσαμε από την πρώτη στιγμή και συνεχίζουμε να επενδύουμε στο διαφορετικό.  Παράλληλα ασκούμε και κάποιες άλλες δραστηριότητες, που ενισχύουν το brands του MacOza ως bar και πιο συγκεκριμένα αυτό γίνεται μέσα από τη συμμετοχή μας στον Πανελλήνιο Σύλλογο Φίλων Ουίσκι, με την επωνυμία Greek whisky Association.

Ο Σύλλογος έχει κάνει αποκλειστικά 12 εμφιαλώσεις για τα μέλη του, στις οποίες συμμετείχαμε, και μέσα και απ’ αυτό το κομμάτι άρχισε ο κόσμος εδώ στη Βέροια να μαθαίνει κάτι περισσότερο σε επίπεδο γευσιγνωσίας…», αποκαλύπτει ο Δημήτρης και ο Βασίλης με τη σειρά του προσθέτει με έμφαση: «…όταν ανοίξαμε το μαγαζί, μας είπαν ότι το McOza είναι το παιδί μας. Καταφέραμε λοιπόν να κάνουμε μία εμφιάλωση επετειακή για τα 20 χρόνια λειτουργίας μας,  με ένα ρούμι παραγωγής παλαιότητας δεκαετίας. 130 φιάλες εμφιαλώθηκαν για λογαριασμό του McOza στα πλαίσια των 20 χρόνων».


Η αθλητική τους δραστηριότητα ως δρομέων

Ένα σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή του Βασίλη Τσιάρα, αλλά και του αδελφού του Δημήτρη, είναι η αθλητική τους δραστηριότητα ως δρομέων και μάλιστα μαραθωνοδρόμων. Ο Βασίλης  προσθέτει γι’ αυτήν τη χαρακτηριστική δραστηριότητα: «…από άγνοια κινδύνου ξεκίνησα να τρέχω μαραθώνιο! Κατάφερα συνολικά να κάνω 16 μαραθωνίους και μία υπερ-απόσταση. Ο Δημήτρης έχει κάνει 8.

Επιπλέον, έχουμε επιδείξει, ως Σύλλογος Δρομέων Βέροιας, στον οποίο ανήκουμε, ευαισθησία για τα άτομα με ειδικές ανάγκες και κάναμε ήδη μία προσπάθεια να ενταχθούν ισότιμα μέσα στην κοινωνία της πόλη μας και στους αγώνες. Ακόμα βέβαια είναι πάρα πολύ νωρίς για τη συνολική ευαισθητοποίηση του κόσμου. » προσθέτει. 

 Όραμα για το μέλλον

«Σε ό,τι αφορά τα ειδικότερα σχέδια μας, αυτόν τον καιρό ετοιμαζόμαστε για τις Αποκριές.  Πέρα από τα χάλκινα, τα παραδοσιακά που θα έχουμε, όπως κάθε χρόνο,  θα έχουμε σίγουρα και κάποιο live, ενώ παράλληλα θα γίνουν και κάποια πάρτι, μέσα στο 15ήμερο του εορτασμού των Αποκριών. Τα χάλκινα θα είναι από τη Γουμένισσα, όπως το έχουμε καθιερώσει από το 2004, την Παρασκευή πριν από την Καθαρά Δευτέρα, και είναι πλέον θεσμός για μας και για τον κόσμο μας. Αλλά και μία μπάντα, που θα παίξει στη Νάουσα,  θα περάσει και από δω, συνεχίζοντας το έθιμο επάνω στο μπαλκόνι…», αποκαλύπτει ο Βασίλης.

«Σε γενικές γραμμές», συνεχίζει ο Δημήτρης, «θέλουμε  να ενισχύσουμε αυτό που ήδη έχουμε, να κάνουμε και μια διαφήμιση γευσιγνωσίας, να προχωρήσουμε και να πάμε βήμα-βήμα στα επόμενα χρόνια λειτουργίας του MacOza, διατηρώντας και εμπλουτίζοντας τη διαχρονική μας ταυτότητα με όλα όσα αναφέραμε.»

«… Δεν είναι επιχείρηση το McOza. Eίναι ένα ζωντανός οργανισμός,  που μεγαλώνει μαζί μας και μαζί με τους ανθρώπους μας.  Τελικά συνειδητοποιούμε κάθε μέρα ότι η διαφορά ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη είναι το ότι στη θεωρία ξέρουμε τα πάντα, αλλά κάποιες φορές δεν λειτουργεί τίποτα, ενώ  στην πράξη λειτουργούν τα πάντα χωρίς  ίσως να ξέρουμε το γιατί. Αυθόρμητα, αυτό που σκεφτόμαστε πάντα το κάνουμε και στο τέλος λειτουργεί!», καταλήγουν.

far

…………………..

 

banner-article

Ροη ειδήσεων