Βέροια Πολιτισμός

Παύλος Πυρινός. Με το πάθος για την ιστορική έρευνα και την προσφορά στην πόλη του, τη Βέροια / συνέντευξη στη Δήμητρα Σμυρνή

Με αφορμή τον θάνατο του Παύλου Πυρινού, η Φαρέτρα αναδημοσιεύει συνέντευξή του, που δόθηκε στη Δήμητρα Σμυρνή στις αρχές του 2024.

Μερικοί άνθρωποι είναι γεννημένοι να ξεκινούν από το μηδέν, να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη ζωή  κι αυτές να τις μετατρέπουν στην πορεία σε δύναμη και πάθος για μάθηση και βελτίωση της προσωπικότητάς τους κι όλον αυτόν τον πλούτο του αγώνα τους να τον αφιερώνουν στην πόλη τους και την κοινωνία της. Ανάμεσά τους και ο Παύλος Πυρινός.

Ο μικρός λούστρος, που στερείται τη μάθηση που πάντα λαχταρούσε και την είχαν με άνεση άλλα παιδιά, γιατί έπρεπε να δουλεύει στηρίζοντας την προσφυγική του οικογένεια… Ο φοιτητής, που εξακολουθεί τα καλοκαίρια να ανεβάζει το ασήκωτο πηλοφόρι στην οικοδομή και να διαβάζει μέρα νύχτα το χειμώνα, για να τελειώσει το Πανεπιστήμιο γρήγορα… Ο καθηγητής, ο Γυμνασιάρχης, ο Λυκειάρχης στη συνέχεια, που όμως δεν εφησυχάζει και διαβάζει συνεχώς, δοσμένος με λατρεία στο βιβλίο, που τόσο στερήθηκε στα παιδικά και εφηβικά του χρόνια…

Ο ερευνητής της Ιστορίας του τόπου του με τα 11 βιβλία του που εκδόθηκαν, δηλώνοντας ο ίδιος “ερασιτέχνης” (!) στο χώρο της Ιστορίας… Ο άνθρωπος που ασχολήθηκε με τον Προσκοπισμό και τον Ερυθρό Σταυρό, τιμηθείς και από τους δύο, από την πόλη της Βέροιας και από την Εταιρεία Μελετών Ιστορίας και Πολιτισμού Ημαθίας για το ερευνητικό του έργο, αλλά και από την Εκκλησία, (Μητρόπολη Βέροιας και Πατριαρχείο), είναι ο Παύλος Πυρινός.

Τίποτα απ’ όσα για άλλους θα δημιουργούσαν έπαρση, δεν επιτρέπει στον εαυτό του να τον χαρακτηρίσει. Στα 89 του χρόνια πια, μιλά στη faretra  με συγκίνηση για τα περασμένα, με σεμνότητα για τις τιμές που του αποδόθηκαν, μιλά για την προσπάθειά του να καταθέσει όσα μπορούσε στην ιστορία και την κοινωνία της πόλης του, για τον αισιόδοξο  στόχο του να φέρει στο φως και το 12ο βιβλίο του.

………………………………………………

……………………………………………….

Το νήμα της ζωής σας ξεκινά το 1935  στη μακρινή Ρωσία, στο Σοχούμ  και έρχεστε στην Ελλάδα στα τέσσερά σας χρόνια. Τι έφεραν οι γονείς σας στην επιστροφή τους από τον μακρινό εκείνο τόπο και πώς αυτά σας προσδιόρισαν αργότερα;

Ήρθαν εδώ μεταφέροντας τη γλώσσα τους την ποντιακή, τις παραδόσεις και τη θρησκευτική τους πίστη, πράγματα βαθιά ριζωμένα μέσα τους, που, όπως και να είναι, σε προσδιορίζουν. Όταν μεγαλώνοντας τους ρώτησα γιατί έφυγαν από εκεί, αρχικά από την Τουρκία, όπου ζούσαν συνεχείς διώξεις και στη συνέχεια από τη Ρωσία, όπου δεν βρήκαν κι εκεί την αντιμετώπιση που περίμεναν, το μόνο που τους  απέμενε, είπαν, ήταν η επιστροφή στην Ελλάδα, πράγμα που ήταν όνειρο και των περισσότερων Ελλήνων εκεί.

Άλλωστε, την Ελλάδα ένιωθαν για πατρίδα τους. Μιλούσαν πάντα τα ποντιακά, τα ελληνικά της Ποντιακής Διαλέκτου, ξέραν πολύ λίγα ρώσικα και το άγχος τους, βέβαια, όταν ήρθαν εδώ, ήταν το πώς θα ζήσουν τα τέσσερα παιδιά τους. Αγώνας για επιβίωση! Έξι άτομα η οικογένεια, με έναν πατέρα να δουλεύει εργάτης. Δύσκολα χρόνια και για μας αλλά και για όλη την Ελλάδα. Δόξα τω Θεώ, τα καταφέραμε! Από τους γονείς μου έμαθα να αγωνίζομαι…

Μεγαλώνετε. Εγκύκλιες σπουδές στη Βέροια και στη συνέχεια δουλειές κυρίως χειρωνακτικές. Περνάτε από τα επαγγέλματα του λούστρου, του κουλουρά, του φύλακα χοίρων, του αρχιεργάτη σε συνεργείο καταπολέμησης της ελονοσίας… Όλες αυτές οι δουλειές πόσο σφραγίζουν ένα παιδί και αργότερα έναν έφηβο; Πώς λειτουργούν στην ψυχολογία του;

Ήθελα πολύ να σπουδάσω, αλλά οι γονείς μου δεν με άφηναν να το κάνω, γιατί δεν μπορούσαν να  ζήσουν την οικογένεια. Μόλις τέλειωσα το Δημοτικό δε μ’ άφησαν να δώσω εξετάσεις για το Γυμνάσιο. Έτσι, αφού χάθηκε μια χρονιά, αποφάσισα να δουλέψω, για να βοηθήσω την οικογένειά μου και να πάω και στο σχολείο ταυτόχρονα. Τους υποσχέθηκα ότι αν με άφηναν να πάω στο σχολείο, θα εργάζομαι τα απογεύματα.

Στο Γυμνάσιο δεν είχα ούτε μολύβι! Να, ένα παράδειγμα μεγάλης φτώχειας, που πονάει…  Ήθελα ένα τετράδιο. Μου δίνει η μάνα μου ένα αυγό, για να  αγοράσω το τετράδιο από το μπακάλη. Όλος χαρά τρέχω να το αγοράσω, πέφτω και σπάει το αυγό… πάει και το τετράδιο! Δύσκολα, πολύ δύσκολα χρόνια…

Ένιωθα πως σ’ εκείνα τα γυμνασιακά μου χρόνια δεν έμαθα τίποτα. Δεν ήταν δυνατόν να διαβάσω δουλεύοντας τόσες ώρες.

Και συνέχισα να δουλεύω κι όταν αργότερα πήγα στο Πανεπιστήμιο και τα έξοδα ήταν ακόμη περισσότερα.

Πληρώναμε τότε για εγγραφή 700 δραχμές. Για να βγάλω εγώ αυτό το 700άρι έπρεπε να δουλεύω όλο το καλοκαίρι. Ίσως δεν ήθελε τότε η Πολιτεία να μαθαίνει ο κόσμος γράμματα! Εάν είχαμε 6-7-8 μαθήματα στο έτος, έπρεπε να πληρώνουμε και 50 δραχμές παράβολο, για να συμμετέχουμε στις εξετάσεις κάθε μαθήματος! Αναγκαζόμουν να ζητώ από τους καθηγητές να με δεχτούν στις εξετάσεις του μαθήματός τους, υποσχόμενος να δουλέψω το καλοκαίρι και να καταθέσω τα χρήματα. Ορισμένοι το δέχονταν και ορισμένοι δεν έπαιρναν χρήματα.

Κουράστηκα πάρα πολύ δουλεύοντας και περνώντας απ’ όλες αυτές τις δουλειές. Να πω, όμως, πως δεν ένιωθα πως με ταπείνωναν, ένιωθα πως με χαλύβδωναν αυτές οι δουλειές. Ήταν τόση η κούραση, που διάβαζα συνέχεια σε όση ώρα είχα ελεύθερη, ώστε να τελειώσω, όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Έχω ακόμα στους ώμους μου τα σημάδια από τον τενεκέ της λάσπης, που κουβαλούσα πάνω στις οικοδομές.

Μπαίνατε χωρίς εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο τότε, όσοι ήρθατε απ’ έξω. Γιατί επιλέξατε τη Θεολογική του Αριστοτελείου, αφού μπορούσατε να επιλέξετε οποιαδήποτε άλλη σχολή;  Είναι ένα ερώτημα.

Είχα επηρεαστεί πάρα πολύ από τον παπά Παύλο Ταϊγανίδη, έναν σπάνιο ιερέα, που ήταν ο προστάτης των φτωχών. Ήταν ο παππούς του Γιάννη Τροχόπουλου, που οδήγησε στις μέρες μας τη Βιβλιοθήκη της Βέροιας στην παγκόσμια βράβευσή της. Τον θαύμαζα απεριόριστα. Επιπλέον, η Μητρόπολη μού έδινε και 100 δραχμές το μήνα, Μ’ αυτές έβγαζα το μήνα στο Πανεπιστήμιο. Πενήντα για το νοίκι και το άλλο πενηντάρικο για φαγητό.

Στη συνέχεια, μετά την αποφοίτηση, και το διορισμό σας ως καθηγητή στη Μέση Εκπαίδευση, παρακολουθείτε πάρα πολλά σεμινάρια. Γιατί; Δεν ήταν συνηθισμένο, τουλάχιστον την εποχή εκείνη.

Επειδή ένιωθα πως δεν είχα υποδομή από το Γυμνάσιο, δουλεύοντας τόσες ώρες και τόσο σκληρά, είχα πέσει με τα μούτρα στο διάβασμα στο Πανεπιστήμιο. Και όχι μόνο θεολογικά βιβλία. Το καλοκαίρι δούλευα, το χειμώνα, όταν δεν τα έβγαζα πέρα, έκανα πάλι κάποιες βδομάδες δουλειάς, (κυρίως στη Γεωργική Σχολή), διάβαζα όμως ασταμάτητα. Είχα πάθος με τη μάθηση, που τόσο μου έλειψε. Έτσι συνέχισα και με τα σεμινάρια. Πόθος και πάθος για μάθηση!

Καθηγητής στη συνέχεια, στην αρχή σε ιδιωτικά και στη συνέχεια σε δημόσια σχολεία. Μετά από χρόνια σε θέση  γυμνασιάρχη και λυκειάρχη. Η επαφή τότε με τα παιδιά και τους νέους της πόλης πόσο σας πλούτισε ως δάσκαλο και ως άνθρωπο; Πώς θυμάστε εκείνα τα χρόνια, που η σχολική εκπαίδευση ήταν τόσο διαφορετική;

Εκείνο που μένει ως απόσταγμα μνήμης είναι πως οι μαθητές της εποχής εκείνης ήταν πάρα πολύ καλοί! Μπορώ να πω πως εμείς οι καθηγητές φταίγαμε! Ενώ είχαμε τόσο καλά παιδιά, δεν τα φερόμασταν, όπως έπρεπε να φερθούμε. Είχαμε παράλογες απαιτήσεις. Πάντα λέω πως τα παιδιά εκείνης της εποχής ήταν καλύτερα από τα σημερινά, χωρίς να φταίνε τα ίδια τα σημερινά παιδιά. Φταίμε ίσως εμείς οι  γονείς, που τα κακομαθαίνουμε, αλλά φταίνε κυρίως εξωγενείς παράγοντες, που διαμορφώνουν σήμερα τη νεολαία μας. Πάντα θυμάμαι με νοσταλγία εκείνους τους μαθητές… Ίσως θα έπρεπε να κρατηθεί ένας μέσος όρος διαπαιδαγώγησης ανάμεσα σ’ εκείνην τη μακρινή εποχή και τη σημερινή. Χάθηκε η ισορροπία…

Διατελέσατε παράλληλα αρχηγός σε κατασκηνώσεις, άμισθος διευθυντής στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Βέροιας, Πρόεδρος του Ερυθρού Σταυρού εδώ, Έφορος Προσκόπων της Βέροιας, Πρόεδρος των Παλαιών Προσκόπων, θέσεις που σας πρόσφεραν τι;

Εμπειρίες! Εμπειρίες, ώστε να αντιμετωπίζω τη ζωή καλύτερα, να γίνομαι καλύτερος και απέναντι στους μαθητές μου και απέναντι στην κοινωνία. Μπορώ να πω ότι η Εκκλησία με χαλύβδωσε με την πίστη, ο Προσκοπισμός ανέπτυξε όλες τις εν δυνάμει ικανότητες που είχα, και η προσφορά μου στον Ερυθρό Σταυρό ευαισθητοποίησε όλες μου τις δυνάμεις απέναντι στον πάσχοντα άνθρωπο εκείνη την εποχή.

Ειδικά για τον Προσκοπισμό: Πίστευα ότι ο Προσκοπισμός προσπαθεί να καλλιεργήσει στο έπακρο τις ικανότητες του ανθρώπου. Και κατάλαβα από την κοινωνική διαστρωμάτωση της Βέροιας πως, όταν ο προσκοπισμός ανθούσε, ανέδειξε αργότερα πολλά άτομα σε θέσεις σημαντικές της πόλης. Αγάπησα πολύ τον Προσκοπισμό και μέχρι σήμερα είμαι δεμένος μαζί του, ακολουθώντας αυτό που λέμε εμείς οι πρόσκοποι: “μια φορά πρόσκοπος, πάντα πρόσκοπος!”.

Όσο για τον Ερυθρό Σταυρό, ο Ύμνος της αγάπης τα λέει όλα. “Αν δεν έχεις αγάπη, δεν είσαι παρά κύμβαλο αλαλάζον!” Κι ο Ερυθρός Σταυρός είναι αλληλεγγύη, είναι αγάπη! Επειδή έζησα τη μεγάλη φτώχεια, προσπαθούσα μέσα από τον Ερυθρό Σταυρό να είμαι κοντά στον συνάνθρωπο, πενήντα ολόκληρα χρόνια.

Τιμηθήκατε από τον Προσκοπισμό και τον Ερυθρό Σταυρό, από την πόλη της Βέροιας, από την Εταιρεία Μελετών Ιστορίας και Πολιτισμού Ημαθίας για το ερευνητικό σας έργο, από τη Μητρόπολη και το Πατριαρχείο για την προσφορά σας στην κοινωνία. Δεν είναι μικρές τιμές! Πώς τις βιώσατε;

Όσο με τιμούσαν όλοι αυτοί οι φορείς για τη συμμετοχή και την προσφορά μου, τόσο μεγάλωνε το αίσθημα ευθύνης μου και  η διάθεση προσφοράς απέναντί τους. Αποτέλεσαν ένα σημαντικό όχημα για την παραπέρα ανάπτυξη της προσωπικότητάς μου.

Οι τιμητικές διακρίσεις που απέκτησα, σε κάποιους που δεν με ήξεραν, ίσως δημιούργησαν την εντύπωση ότι τις επεδίωξα. Δεν ήταν έτσι.Η τιμή που προσφέρεται στους τιμωμένους τελικά επιστρέφει στους τιμήσαντες. Ποτέ δεν με χαρακτήρισε η οίηση. Δεν είναι του χαρακτήρα μου.

Ας σταθούμε για λίγο στο θέμα της Εκκλησίας. Ήσασταν πολύ κοντά στην Εκκλησία και είστε ακόμα, βέβαια. Γιατί πιστεύετε πως αμβλύνεται συνεχώς το θρησκευτικό συναίσθημα, που είναι δυνατός κρίκος συνοχής ενός λαού; Τι φταίει;

Το αποδίδω εν μέρει στον ανθρώπινο παράγοντα, στους εκπροσώπους της Εκκλησίας, όταν δεν στέκονται στο ύψος τους. Έχουν ξεφύγει κάποιοι, ευτυχώς λίγοι, από το πώς θα τους ήθελε ο ιδρυτής της θρησκείας, ο Χριστός. Όλα αυτά αποδυναμώνουν την πίστη.

Όμως και  εξωγενείς παράγοντες επιδιώκουν και  αυτοί την άμβλυνση του θρησκευτικού συναισθήματος, γιατί έτσι ο κόσμος γίνεται πιο ευάλωτος και χειραγωγήσιμος στην εποχή μας, πράγμα επιθυμητό γι’ αυτούς που το επιδιώκουν.

Το θρησκευτικό συναίσθημα ήταν πάντα ένα καθολικό φαινόμενο. Το τόνισε ακόμη και ο Ηρόδοτος. Όλες οι θρησκείες έχουν ως υπόβαθρο την αγάπη για τον άνθρωπο και διαφοροποιούνται ανά τόπο και λαό. Είναι απαραίτητες από πολλές απόψεις για τη συνοχή ενός λαού, αλλά και γιατί πιστεύω πως κάνουν τους ανθρώπους καλύτερους.

Στη Δημόσια Κεντρική Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βέροιας υπήρξατε για χρόνια Διευθυντής αμισθί και μάλιστα στην πορεία τής αφιερώσατε και το τελευταίο σας βιβλίο. Πώς από μια ασήμαντη επαρχιακή βιβλιοθήκη έφτασε στο σημερινό της ανάστημα της παγκόσμια βραβευμένης βιβλιοθήκης; Τι θυμάστε, αφού ζήσατε αυτήν την πορεία;

Αρχικά στεγαζόταν σ’ ένα μικρό διαμέρισμα που είχε δωρίσει ο Κάπππος, ο δικηγόρος ευεργέτης της Βέροιας. Ήταν μια βιβλιοθήκη σε  ελάχιστα τετραγωνικά μέτρα. Εκεί φυλαγόταν κάπου 900 βιβλία. Εγώ από την παντελή έλλειψη βιβλίου, που είχα στα παιδικά και νεανικά μου χρόνια, οδηγήθηκα στη μεγάλη αγάπη γι’ αυτό που στερήθηκα.

Μπορούσα να διοριστώ διευθυντής της Βιβλιοθήκης, αφού έδωσα εξετάσεις και πέτυχα, αλλά εντωμεταξύ  ήρθε και ο διορισμός μου ως καθηγητή και προτίμησα αυτήν τη θέση. Μετά τον θάνατο του Διευθυντή της, Γυμνασιάρχη Δημήτρη Παπαδόπουλου σε δυστύχημα, έκανα αίτηση για προσωρινός διευθυντής της και το πέτυχα, αφού προηγουμένως είχα μελετήσει και βιβλιοθηκονομία. Διορίστηκα Διευθυντής της παράλληλα με τα καθήκοντά μου στην εκπαίδευση. Φυσικά αμισθί. Έδωσα και δεν είχα κανένα οικονομικό κέρδος, με μεγάλο κέρδος, όμως, το ότι ήμουν μέσα στα βιβλία, που τόσο στερήθηκα.

Έκανα εκθέσεις βιβλίων, (χριστιανικού και παιδικού βιβλίου, εκθέσεις γενικά καλού βιβλίου), που είχαν απήχηση και στον κόσμο και στον τύπο. Μεταφερθήκαμε σε άλλους χώρους, μεγαλύτερους και ελκυστικότερους, με τελευταίο σταθμό τη βιβλιοθήκη απέναντι  από τη Μητρόπολη, στην οδό Τριών Ιεραρχών. Ακολουθώ τη Βιβλιοθήκη από τα σπάργανά της για μια δεκαετία και σ’ αυτό το διάστημα διαβάζω ασταμάτητα και συμπληρώνω, όσο είναι δυνατόν, τα κενά μου.

Καθώς έγινα Λυκειάρχης στο Πολυκλαδικό, αναγκάστηκα λόγω φόρτου εργασίας να μη συνεχίσω στη Βιβλιοθήκη. Ήμουν πάντα όμως κοντά της και χάρισα πολλά πάρα πολλά βιβλία και στη Βιβλιοθήκη αυτήν, αλλά και σε άλλες αργότερα.

Μεγάλη υπήρξε η προσφορά σας στην αποκατάσταση της Παλαιάς Μητρόπολης Βέροιας, που αποτελεί σημαντικό μνημείο της πόλης. Οι “Ενεργοί Πολίτες” των οποίων προμετωπίδα ήσασταν οι τρεις εκλεγμένοι, Θόδωρος Πολυχρονιάδης, Αλέξανδρος Τρομπούκης κι εσείς, παίζετε τεράστιο ρόλο στην αναπαλαίωσή της. Εκτιμήθηκε ο ρόλος σας σ’ εκείνη τη μάχη που δώσατε, για να φτάσουμε στη σημερινή εικόνα του μνημείου;

Οι “Ενεργοί Πολίτες” συγκροτήθηκαν, όταν κάηκε ένα κτήριο δίπλα από την Παλαιά Μητρόπολη και φάνηκε το μέγεθος της καταστροφής της εκκλησίας. Ο Γιάννης ο Αβραμίδης, ο γιατρός, πρότεινε να γίνει μια επιτροπή πολιτών, που θα ενδιαφερόταν για το μοναδικό αυτό μνημείο στα Βαλκάνια, όπως έλεγαν οι ειδικοί.

Γύρω στα 14 άτομα ξεκινήσαμε και εκλέχτηκε η τριμελής επιτροπή, που αναφέρθηκε πριν. Ψυχή της Επιτροπής ήταν ο Θόδωρος ο Πολυχρονιάδης. Άνθρωπος της δράσης, άνθρωπος της προσφοράς, δεν τον σταματούσε κανένα εμπόδιο, μαχητικότατος και σ’ αυτόν οφείλονται πάρα πολλά απ’ όσα έγιναν στον τόπο μας, όχι μόνο στο θέμα της Μητρόπολης αλλά και στον Πολιτισμό γενικότερα.

Σ’ αυτήν την τριμελή επιτροπή, και το λέω ευθαρσώς προς πάσαν κατεύθυνσιν, οφείλεται η αναπαλαίωση της Παλαιάς Μητρόπολης, καθώς δόθηκαν μετά από ενέργειές μας στην Αθήνα τα πρώτα τρεισήμισι εκατομμύρια για την αναπαλαίωση. Η προσφορά μας αυτή παρακάμφθηκε. Αόριστα μόνο αναφέρθηκαν οι “Ενεργοί Πολίτες”. Και είναι πραγματικά κρίμα!

Σίγουρα, όμως, το συγγραφικό σας έργο είναι εκείνο, που σας προσδιορίζει περισσότερο ως άνθρωπο, αφού είναι πλούσιο και σε θεματολογία και σε όγκο βιβλίων. Τι σας ωθεί μέχρι σήμερα στη γραφή; Και αναφέρομαι στο σήμερα, γιατί πριν λίγους μήνες εκδώσατε ένα βιβλίο και τώρα στα 89 σας χρόνια νομίζω πως ετοιμάζετε και ένα… τελευταίο!

Απαντώ  στο ερώτημα μόνο με δυο τρεις λέξεις: Η αγάπη μου για την έρευνα. Και διεξοδικότερα για το πώς ξεκίνησε το πάθος για τη γραφή, έγινε έτσι: Διαβάζοντας τις Πράξεις των Αποστόλων του Ευαγγελίου, στο 20ο κεφάλαιο, στον Απόστολο Παύλο, έγραφε “συνείπετο αυτώ”, τον ακολουθούσε, δηλαδή τον Παύλο, ο Σώπατρος ή σε άλλα κείμενα Σωσίπατρος, ο Βεροιεύς. Μου γεννήθηκε η ανάγκη να ερευνήσω το θέμα. Πήγα  στην Κέρκυρα, κατόπιν Θεσσαλονίκη, ψάχνοντας για στοιχεία.

Ζήτησα και τη βοήθεια του μεγάλου ιστορικού μας, του Γιώργου του Χιονίδη. Να είναι καλά, μου εξήγησε πώς να κινηθώ και τελικά κατάφερα να ολοκληρώσω την έρευνά μου. Εκτιμώ βαθύτατα και σέβομαι τον Γιώργο Χιονίδη, γιατί θεωρώ πως είναι εκείνος που άνοιξε τους δρόμους για την έρευνα της Ιστορίας της Βέροιας και όχι μόνο. Αυτός είναι ο πρόδρομος, αυτόν εγώ θεωρώ για μένα πνευματικό μου δάσκαλο! Πρόσφερε σ’ αυτόν τόπο, όσο κανένας άλλος!

Το αποτέλεσμα της έρευνας  μού έδωσε τη χαρά να καθιερωθεί η λειτουργική μνήμη του Αγίου Σωσιπάτρου στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Βέροια. Θα χτιζόταν μάλιστα ναός δίπλα στα εβραίικα μνήματα, αλλά σταμάτησε. Ήταν, λοιπόν, το συγκεκριμένο γεγονός η αφορμή  να αγαπήσω την έρευνα και τη συνέχισα. Από τη μια πίστευα πως κάτι επιπλέον θα πρόσθετε στη μόρφωσή μου κι από την άλλη ότι οι πληροφορίες που  θα έφερνα θα βοηθούσαν τους επόμενους μελετητές. Έτσι έγιναν τα 11 βιβλία που γράφτηκαν.

Και να προσθέσω: Δεν είμαι ούτε μηχανικός, ούτε αρχαιολόγος ούτε νομικός. Η αγάπη μου για την έρευνα έφερε στο φως πράγματα καινούρια, που υπάρχουν στα βιβλία μου “Βεροιώτικα Σημειώματα”, τρεις τόμοι. Είπα κάποτε και το ξαναλέω: εγώ δεν είμαι τίποτα, είμαι ένας απλός ερευνητής της  Βέροιας, μέσα σε παρένθεση ερασιτέχνης, και ανακαλύπτω… κοτρόνες από καλά νταμάρια λατομείου, τις οποίες προσφέρω στον μελλοντικό ερευνητή, τον ειδικό, ο οποίος ξέρει τι θα κάνει. Θα τις πελεκήσει, θα τις λειάνει και θα παρουσιάσει τις πληροφορίες μου, όπως πρέπει να παρουσιαστούν. Αυτή είναι η προσφορά μου, τίποτα περισσότερο απ’ αυτό.

Γι’ αυτό όμως δεν κρύβω πως είμαι περήφανος. Γιατί, για να βρω αυτά που έψαχνα, έχω διαβάσει κώδικες και κώδικες από τη Μητρόπολη, από τον Άγιο Αντώνιο, από τα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Βλέπετε πόσους φακέλους έχω στη βιβλιοθήκη μου γεμάτους από τέτοια θέματα… Είναι επίπονη και χρονοβόρα προσπάθεια, οδηγεί, όμως, σε ένα αίσθημα πληρότητας. Είμαι ικανοποιημένος που έφτασα μέχρις εδώ. Γιατί ξεκίνησα γυμνός από γνώσεις κι έφτασα σ’ ένα σημείο να ψάξω, να βρω, να μάθω και να τα παραδώσω στους επόμενους.

Και, βέβαια, αισιοδοξώ να παραδώσω σύντομα και το 12ο βιβλίο μου.

Αν αγνοούμε το παρελθόν μας ηθελημένα ή αθέλητα, μπορούμε να ζούμε το παρόν σωστά, αλλά και να χαράζουμε το μέλλον μας;

Αν θάψουμε το παρελθόν μας, είπε κάποιος στοχαστής, είναι σαν να θάβουμε το παρόν και το μέλλον μαζί! Το πιστεύω ακράδαντα και το αποδεικνύουν οι στόχοι, που έθεσα στην πορεία μου. Και πιστεύω, ακόμη περισσότερο, πως πρέπει να αγωνιστούμε, για να συνδέσουμε το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον μας, γιατί άνθρωποι και χώρες χωρίς παρελθόν, χωρίς ρίζες, είναι στον αέρα. Έχουμε ανάγκη το παρελθόν μας κι αυτό αποδεικνύεται ολοφάνερα στην εποχή μας, όπου τείνουν να ανατραπούν τα πάντα.

Φωτογραφίες: faretra.info – Αρχείο Παύλου Πυρινού

…………………….

 βιογραφικό – τιμές – εργογραφία

Ο Παύλος Πυρινός γεννήθηκε στο Σοχούμ της Ρωσίας το 1935. Έζησε τα μαθητικά του χρόνια στη Βέροια. Το 1960 πήρε το πτυχίο της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Μετεκπαιδεύτηκε στη ΣΕΛΜΕ Θεσσαλονίκης. Πήρε Δίπλωμα του τμήματος Μεταπτυχιακών Σπουδών (Κλάδος Ιστορικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης). Υπηρέτησε επί 35 χρόνια ως καθηγητής σε Γυμνάσια και Λύκεια της Βέροιας. Διετέλεσε Γυμνασιάρχης του 1ου Γυμνασίου Βέροιας και Λυκειάρχης του Πολυκλαδικού Λυκείου Βέροιας. Επίσης διετέλεσε: 1) Διευθυντής της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Βέροιας (για πολλά χρόνια αμισθί). 2) Τοπικός Έφορος Προσκόπων Βέροιας και πρόεδρος της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων Βέροιας. 3) Πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού (Περιφερειακό Τμήμα Βέροιας). 4) Διευθυντής των συσσιτίων και αρχηγός κατασκηνώσεων της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας. Συνετέλεσε τα μέγιστα στην ίδρυση βιβλιοθηκών στη Μελίκη, Ριζώματα, Ραχιά και στο συνοικισμό “ΚΥΨΕΛΗ” Βέροιας. Σύζυγός του είναι η Ευφροσύνη Πυρινού – Μπαρμπαργύρη και έχουν δυο γιους, τον Δημήτρη και τον Νίκο.

Τιμήθηκε :

  • Με το μετάλλιο τιμής της πόλεως των Βεροιέων σε αναγνωριση των εξαιρετικών υπηρεσιών που πρόσφερε στην πόλη και την τοπική κοινωνία της πόλεως
  • Με τα μετάλλια Ευδόκιμου υπηρεσίας, Αθανάσιος Λευκαδίτης και Προσκοπικής αξίας του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων και την Ένωση Παλαιών Προσκόπων
  • Από τη Φιλόπτωχο Αδελφότητα Κυριών Βεροίας με την ανακήρυξή του ως ευεργέτη και επίτιμου μέλους
  • Από την Εταιρεία Μελέτης και Πολιτισμού Ημαθίας με την ανακήρυξή του ως επίτιμου μέλους
  • Από την Ιερά Μητρόπολη Βεροίας με το Χρυσό Σταυρό και τον χρυσό μετάλλιο Α’ τάξεως του Αργυρού Ιωβηλλαίου των «ΠΑΥΛΕΙΩΝ».
  • Από τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό με τον τίτλο του επίτιμου προέδρου του περιφερειακού τμήματος Ε.Ε.Ε Βέροιας και
  • Από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως με το οφίκιο του ‘Άρχοντος Διδασκάλου του Ευαγγελίου.

εργογραφία

1) Βίος και ακολουθία του Αγίου Σωσιπάτρου εκ της Μακεδονικής Βεροίας, Θεσσαλονίκη 1973. 2) Ανέκδοτα έγγραφα αφορώντα τας Ιεράς Μονάς Τιμίου Προδρόμου (Σκήτη Βεροίας) και Μουτσιάλης, Θεσσαλονίκη 1975. 3) Η συμβολή της Μητροπόλεως Βεροίας στην Παιδεία κατά τον 19ο αιώνα, Θεσσαλονίκη 1983. 4) Τα σχολεία της Βέροιας (1901-1912) και η Ιερατική Σχολή Τιμίου Προδρόμου Βεροίας (1903-1915), Θεσσαλονίκη 1989. 5) Ιστορία του Προσκοπισμού στη Βέροια (1918-1950), Βέροια 1990. 6) Φιλόπτωχος  Αδελφότης Κυριών Βεροίας, Εκατό χρόνια προσφοράς (1905-2005) 7) Βεροιώτικα Σημειώματα, Βέροια 2009 8) Βεροιώτικα και Ναουσαικά Σημειώματα, τόμος 2ος Βέροια 2014,  9) Βεροιώτικα Σημειώματα Γ’ τόμος, Βέροια 2020, 10) Η Προσκοπική Ζωή στη Βέροια, 1975-1980, Βέροια 2022. 11) Η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας (1953-1987), Βέροια 2023.

…………………….

—-
banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ