“Οι γαλλικές εκλογές, η Ακροδεξιά και τα αδιέξοδα της ΕΕ” / γράφει ο Δημήτρης Μηλάκας
Ακόμα κι αν η Ακροδεξιά της Λεπέν δεν καταφέρει να εξασφαλίσει στον δεύτερο γύρο των εκλογών την πλειοψηφία στο γαλλικό κοινοβούλιο, η νίκη της είναι αδιαμφισβήτητη, όπως και οι συνέπειες που αυτή συνεπάγεται τόσο στην γαλλική όσο και στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή.
Η σημαντικότερη συνέπεια της «νεκρανάστασης» των ακροδεξιών βρικολάκων στη Γαλλία, έχει να κάνει με την απενοχοποίησή της. Οι Γάλλοι ψηφοφόροι της, είτε έχουν ξεχάσει είτε αδιαφορούν για το ματωμένο νήμα που συνδέει την «σύγχρονη» ακροδεξιά με την ναζιστική/ φασιστική κοιτίδα του παρελθόντος της.
Το «ξέπλυμα»
Με άλλα λόγια τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα στη Γαλλία (ευρωεκλογές και πρώτο γύρος των κοινοβουλευτικών εκλογών) εμφανίζουν τις ιδεολογικές καταβολές του κόμματος της Λεπέν (ρατσισμός, μισαλλοδοξία κλπ) όχι απλώς «ξεπλυμένες» αλλά κυρίαρχες στο σώμα των ψηφοφόρων της Γαλλίας, μιας χώρας δηλαδή που μαζί με τη Γερμανία, κρατά το τιμόνι και καθορίζει την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ανάλογη, αν και προς το παρόν όχι στο ίδιο ύψος, είναι η άνοδος της γερμανικής ακροδεξιάς (ADF) που εμφανίστηκε στη δεύτερη θέση (πάνω από τη σοσιαλδημοκρατία και πίσω από της δεξιά (χριστιανοδημοκράτες) στην πρόσφατη ευρωεκλογική αναμέτρηση.
Αν λοιπόν στις χώρες «ατμομηχανές» της Ευρώπης έχουμε ευρείες μετακινήσεις ψηφοφόρων προς ακροδεξιά κατεύθυνση, οι συνέπειες για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι προφανείς, όπως προφανή είναι και τα αίτια αυτής της πανευρωπαϊκής ακροδεξιάς στροφής, ειδικά στις ηγεμονεύουσες χώρες- ατμομηχανές της ΕΕ.
Το κόστος της υποτέλειας
Αναζητώντας τις αιτίες της νεκρανάστασης των φαντασμάτων και της εμφάνισης της πολιτικής κληρονομιάς των Ναζί στη Γερμανία και των δωσίλογων της κυβέρνησης του Βισύ στη Γαλλία καταλήγει κανείς σε ένα βασικό συμπέρασμα: οι χώρες – ατμομηχανές της Ευρώπης πληρώνουν την αποτυχία/ αδυναμία τους να οικοδομήσουν την Ευρωπαϊκή Ενωση ως αυτοτελή / αυτόνομη οντότητα ικανή να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην παγκόσμια σκακιέρα προς όφελος των γερμανικών, γαλλικών και γενικότερα των κοινωνιών των χωρών μελών της Ένωσης.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και ο τρόπος με τον οποίον τοποθετούνται σ αυτόν οι χώρες κάθε μια ξεχωριστά και η ΕΕ ως σύνολο ήρθε να επιβεβαιώσει αυτό που οι Αμερικανοί (Μπρζεζίνσκι π.χ.) δεν έκρυβαν στις αναλύσεις τους: η χώρες της Ευρώπης είναι υποτελείς ή φόρου υποτελείς στις ΗΠΑ. Το «μαγαζί» της ΕΕ εξ άλλου, γνωστό είναι, αποτελεί αμερικανικό μεταπολεμικό κατασκεύασμα προκειμένου να εξασφαλιστούν πρώτα και πάνω απ όλα τα αμερικανικά κέρδη και συμφέροντα.
Η χρόνια πρόσδεση της ΕΕ (και των ηγέτιδων δυνάμεών της) στο αμερικανικό άρμα συμφερόντων είχε σαν αποτέλεσμα την αδυναμία της Ένωσης να οργανώσει αξιόπιστους θεσμούς και μηχανισμούς κοινής εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Γεγονός που οδηγεί τα κράτη μέλη και την ΕΕ σαν σύνολο να αναζητούν την αμερικανική προστασία, η οποία κοστίζει ακριβά. Με το κόστος βέβαια να καταλήγει ως βάρος στους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς.
Εξυπηρετώντας την αμερικανική στρατηγική στην Ευρώπη σε συνάρτηση με την γερμανική βουλιμία για επέκταση του ζωτικού οικονομικού χώρου η ΕΕ επέλεξε από το 90 μια πολιτική διεύρυνσης (αντί εμβάθυνσης θεσμών και μηχανισμών) εντάσσοντας στην Ένωση (και στο ΝΑΤΟ) τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης προβοκάροντας μ αυτόν τον τρόπο την πολεμική απάντηση της Μόσχας στην Ουκρανία.
Είναι η οικονομία…
Οι οικονομικές συνέπειες αυτού του πολέμου είναι τρομακτικές και πολύ βαθύτερες απ όσο δείχνουν τα δισεκατομμύρια ευρώ που προσφέρον στο Κίεβο είτε διμερώς είτε ως σύνολο στο πλαίσιο της ΕΕ οι χώρες μέλη.
Η ενεργειακή απεξάρτηση της ΕΕ (κατά κύριο λόγο της Γερμανίας) από τους ρωσικούς πόρους πέρα από την μεγαλύτερη πρόσδεση στο αμερικανικό άρμα, συνεπάγεται οδυνηρές μακροπρόθεσμες οικονομικές συνέπειες που ήδη καταβάλουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Παράλληλα μ όλα αυτά η νεοφιλελεύθερη ατζέντα που υιοθέτησαν και προώθησαν όλα αυτά τα χρόνια αδιακρίτως τα ευρωπαϊκά «λαϊκά/ δεξιά» και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα όχι μόνο ξήλωσαν τα υπολείμματα του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, αλλά απάλειψαν και τις ιδεολογικές διαφορές οι οποίες έμειναν μόνο στα λόγια, οδηγώντας τις ευρωπαϊκές κοινωνίες στο αδιέξοδο της «μη εναλλακτικής» και εν τέλει στους ακροδεξιούς λαϊκιστές που ξέρουν να ψαρεύουν στα θολά νερά…
Ταυτόχρονα η έξαρση του μεταναστευτικού, η αδυναμία επιμερισμού των βαρών της εγκατάστασης εκατομμυρίων ανθρώπων με διαφορετικές παραστάσεις κουλτούρες και θρησκείες, δημιουργούν στα κράτη της ΕΕ πρωτόγνωρα σε μέγεθος και ένταση προβλήματα τα οποία πολλαπλασιάζουν τα ήδη υπάρχοντα εντείνοντας τη δυσφορία των γηγενών πληθυσμών που γίνονται έρμαια των ακροδεξιών ρητορικών.
Το γεγονός της ραγδαίας ανόδου της γερμανικής ακροδεξιάς είναι ξεκάθαρο πως έχει να κάνει με την αδυναμία του Γερμανικού κράτους να εξασφαλίσει τη συνέχιση της ευημερίας για του Γερμανούς οι οποίοι στρέφουν ολοένα και περισσότερο το μένος τους στους πρόσφυγες και μετανάστες που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της τότε καγκελαρίου Μέρκελ.
Το γεγονός ότι , σύμφωνα με τις δημογραφικές προβολές σε μια γενιά (30 χρόνια) οι Σουηδοί θα είναι μειοψηφία στη χώρα τους περιγράφει την εφιαλτική προβολή των μελλοντικών προβλημάτων. Προβλημάτων σαν αυτά που αντιμετωπίζει σήμερα η Γαλλία που δεν έχει καταφέρει να εξασφαλίσει την γενικότερη ισονομία στους γκετοποιημένους μετανάστες της δεύτερης και τρίτης γενιάς, οι οποίοι ζουν μες τη φτώχεια και ταυτόχρονα αποτελούν τον αποδιοπομπαίο τράγο για τα οικονομικά ζόρια των Γάλλων.
Παρά το εμφανές αδιέξοδο στις πρόσφατες ευρωεκλογές οι δεδομένοι συσχετισμοί, παρά την άνοδο της ακροδεξιάς, παραμένουν στην ΕΕ. Η ευρωπαϊκή δεξιά παραμένει κυρίαρχη δύναμη, με τους σοσιαλδημοκράτες απλώς να παζαρεύουν για τα αξιώματα δίχως να προβάλλουν κάποια εναλλακτική πρόταση
Δεν χρειάζονται ιδιαίτερες αναλυτικές ικανότητες για να δει κανείς το οδυνηρό μέλλον που πλησιάζει με μεγάλη ταχύτητα…