Πόσο «αιφνιδιαστική» ήταν η επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ; Βία, καταστολή και εξαθλίωση / γράφει η Τζένη Κριθαρά
Από το 2008 μέχρι σήμερα έχουν σκοτωθεί ή τραυματιστεί από ισραηλινά πυρά 150.000 Παλαιστίνιοι – 33.000 εξ αυτών παιδιά – αλλά κανείς δεν αποκαλεί το Ισραήλ τρομοκράτη
Τζένη Κριθαρά
Η επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ χαρακτηρίστηκε «αιφνιδιαστική» από το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών και δυτικών μέσων ενημέρωσης. Η αλήθεια είναι πως το μόνο «αιφνιδιαστικό» στοιχείο σε αυτή την εξέλιξη είναι το γεγονός πως διεξήχθη μία τόσο μαζική, συντονισμένη και καλά προετοιμασμένη επίθεση χωρίς να γίνει αντιληπτό από τις στρατιωτικές δυνάμεις και τα συστήματα παρακολούθησης που έχει εγκαταστήσει το Ισραήλ σε ολόκληρη την περιοχή. Αυτές οι απόπειρες εξουδετερώνονται διαχρονικά και κατά κανόνα εν τη γενέσει τους. Δεν θα έπρεπε να «αιφνιδιάζει», όμως, κανέναν το γεγονός πως οι Παλαιστίνιοι εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον των κατοχικών ισραηλινών δυνάμεων. Οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών στη Λωρίδα της Γάζας περιλαμβάνουν όξυνση της ανθρωπιστικής κρίσης, περαιτέρω ακρωτηριασμό των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων και έκρηξη της βίας από τις ισραηλινές δυνάμεις καταστολής. Στοιχεία, δηλαδή, που έχουν ως φυσική συνέχεια την εξέγερση.
Οι χώρες που σήμερα αναγνωρίζουν το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα είναι οι χώρες που κάνουν καθημερινά τα στραβά μάτια στις αγριότητες εις βάρος των Παλαιστινίων. Οι ίδιες χώρες που σήμερα καταδίκασαν τις ρουκέτες της Χαμάς νομιμοποιούν καθημερινά τους πυραύλους του Ισραήλ. Δεν είναι παράξενο όταν στην μάχη του Δαβίδ με τον Γολιάθ καταδικάζονται μόνο τα χτυπήματα στον γίγαντα; Τόσα χρόνια η Παλαιστίνη μάχεται με λιθάρι και σφεντόνα απέναντι στο ξίφος και την πανοπλία του Ισραήλ, τι περίμεναν οι «Φιλισταίοι»; Ότι δεν θα αμυνθεί ο «Δαβίδ»;
Αν η Δύση και το Ισραήλ επιθυμούσαν την ειρήνη για την περιοχή θα σταματούσαν τους παράνομους -βάσει του διεθνούς δικαίου- εποικισμούς και θα προχωρούσαν σε άρση του αποκλεισμού. Αντ’ αυτού, διαιωνίζουν το απαρτχάιντ και την κρατική τρομοκρατία στην μαρτυρική Γάζα. Αλλά γι αυτά μάλλον δεν ενημερώνονται οι Βρυξέλλες. Η Δύση που με τόση ευκολία και τόση προθυμία αναγνώρισε στο Ισραήλ το δικαίωμα της αυτοάμυνας δεν κάνει το παραμικρό σχόλιο για την ασύμμετρη βία που εξαπολύει τις τελευταίες ώρες το Τελ Αβίβ ως αντίποινα στην εισβολή της Χαμάς. Υιοθετούν το αφήγημα της «αιφνίδιας» επίθεσης σαν να ήρθε από το πουθενά, σαν να μην λαμβάνονται καθημερινά νέες αποφάσεις εξαθλίωσης των Παλαιστινίων. Βέβαια, από τη στιγμή που οι στρατιωτικές, κοινωνικές ή πολιτικές επιθέσεις εις βάρος της Παλαιστίνης αποσιωπώνται από τα διεθνή ΜΜΕ, είναι λογικό να παρουσιάζεις τη σημερινή εξέγερση ως κεραυνό εν αιθρία. Αν έδειχναν για την προβολή των ισραηλινών επιθέσεων τον ίδιο ζήλο που δείχνουν για να τηρήσουν ίσες αποστάσεις στις ανακοινώσεις δήθεν καταδίκης των ισραηλινών βομβαρδισμών, ίσως ο πλανήτης να είχε μία πιο ξεκάθαρη εικόνα για την εθνοκάθαρση που συντελείται στη Λωρίδα της Γάζας.
Η επιτυχής διείσδυση ένοπλων Παλαιστινίων στο νότιο Ισραήλ χαρακτηρίστηκε «απρόκλητη» από την Jerusalem Post, την μεγαλύτερη αγγλόφωνη εφημερίδα της χώρας. Δεν είναι, άραγε, πρόκληση όταν δύο εκατομμύρια άνθρωποι ζουν σε 365 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης; Όταν έχουν υποστεί τέσσερις πολέμους με χιλιάδες νεκρούς από το 2008 έως σήμερα; Όταν είναι αποκλεισμένοι από εδώ και 15 χρόνια; Όταν το νερό, τα τρόφιμα, τα φάρμακα και τα καύσιμα φτάνουν με το σταγονόμετρο; Όταν η ανεργία για τους νέους φτάνει στο 70%; Όταν δεν ξέρουν πόσες ώρες την ημέρα θα έχουν ρεύμα; Όταν ζουν υπό παράνομη κατοχή; Δεν είναι πρόκληση να έχεις διωχθεί εδώ και 56 χρόνια από την πατρογονική σου γη; Από το 2008 μέχρι σήμερα έχουν σκοτωθεί ή τραυματιστεί από ισραηλινά πυρά 150.000 Παλαιστίνιοι – 33.000 εξ αυτών παιδιά – αλλά κανείς δεν αποκαλεί το Ισραήλ τρομοκράτη. Κάθε απόπειρα των Παλαιστινίων, όμως, απέναντι στις κατοχικές δυνάμεις θεωρείται αυτόματα τρομοκρατική.
Εδώ και έναν χρόνο, τα πογκρόμ εναντίον Παλαιστινίων της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης τείνουν να γίνουν καθημερινότητα. Ο σχηματισμός της νέας κυβέρνησης του Μπενιαμίν Νετανιάχου – της πλέον ακροδεξιάς στην ιστορία του Ισραήλ – αποτέλεσε το εναρκτήριο λάκτισμα για έναν νέο κύκλο καταπάτησης των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων. Αυτό που ο ίδιος ο Νετανιάχου ονόμασε «δικαστική μεταρρύθμιση» δεν προκάλεσε πρωτόγνωρες αντιδράσεις μόνο στο εσωτερικό του Ισραήλ (καθώς του δίνει την εξουσία να ελέγχει ακόμα και την Δικαιοσύνη). Προκάλεσε, επίσης, την κατακραυγή των Παλαιστινίων που είδαν την καταπίεση και την εξαθλίωση τους να νομιμοποιούνται.
Συγκεκριμένα, τα πογκρόμ που νομιμοποιήθηκαν από το πνεύμα και το γράμμα του νόμου, που πέρασε η κυβέρνηση από το ισραηλινό κοινοβούλιο, αποτελούν μέρος της πολιτικής των συντονισμένων επιχειρήσεων για την καταστολή των ένοπλων παλαιστινιακών ομάδων αντίστασης. Η «Επιχείρηση Break the Wave» άρχισε τον περασμένο Μάρτιο κυρίως σε πόλεις όπως η Ναμπλούς και η Τζενίν, όμως οι περισσότεροι αναλυτές τη θεωρούν συνέχεια της «Επιχείρησης Law and Order» του 1988, καθώς και της «Επιχείρησης Breaking Dawn» στη Γάζα τον Αύγουστο του 2022. Σε τι μεταφράζονται αυτές οι επιχειρήσεις; Οι παλαιστινιακές κοινότητες καταγγέλλουν την τρομοκράτησή τους από ένοπλους εποίκους σε όλη την έκταση της Δυτικής Όχθης – άλλοτε με την παρουσία του ισραηλινού στρατού και άλλοτε όχι. Καταγγέλλουν, επίσης, εκτεταμένους αποκλεισμούς δρόμων ή ολόκληρων συνοικιών ανάλογα με τους σκοπούς των ισραηλινών αρχών, θανατηφόρα καταστολή των διαδηλώσεών τους, πολιτικές συλλογικής τιμωρίας (ως τέτοια έχει αναγνωριστεί διεθνώς ο αποκλεισμός της Γάζας), επιδρομές (ακόμα και νυχτερινές) σε παλαιστινιακές πόλεις και χωριά, εντατικοποίηση των συλλήψεων και εκτελέσεις Παλαιστινίων (κυρίως μελών της ένοπλης αντίστασης) χωρίς δίκη.
Προκειμένου να μην δυσαρεστήσει τους κυβερνητικούς του εταίρους, ο Νετανιάχου έκανε το … χατίρι του ακροδεξιού υπουργού Ασφαλείας Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ και έδωσε το πράσινο φως για τη συγκρότηση μιας εθνοφρουράς, η οποία θα τελεί υπό την ηγεσία του υπουργού. Ο ίδιος ο Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ έσπευσε να γνωστοποιήσει πως το σώμα του οποίου θα ηγείται θα έχει ως κύριο μέλημά του τις «επιχειρήσεις σε επεισόδια και αναταραχές που προκαλούνται από Άραβες». Δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο ξεκάθαρη διατύπωση της πολιτικής που ακολουθεί η νέα κυβέρνηση του Ισραήλ. Ακόμα και ο αρχηγός της αστυνομίας της χώρας, ο γενικός επιθεωρητής Γιαακόβ Σαμπτάι, εξέφρασε επιφυλάξεις για τη σύσταση της νέας εθνοφρουράς. Ο Μπεν Γκβιρ, όμως, δεν πρόκειται να κάνει ούτε βήμα πίσω. Δεν είναι ένας τυχαίος υπουργός. Είναι ένας σκληροπυρηνικός Εβραίος έποικος από την κατεχόμενη Δυτική Όχθη, ο οποίος έχει καταδικαστεί στο παρελθόν για υποστήριξη της τρομοκρατίας και υποκίνηση βίας κατά Αράβων, οι οποίοι αποτελούν το 21% του πληθυσμού του Ισραήλ. Εμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο λίγους μήνες πριν τις εκλογές, μετά την κορύφωση της Ιντιφάντα του καλοκαιριού, κατά την οποία οι Παλαιστίνιοι ξεσηκώθηκαν συλλόγικα και κατόπιν τιμωρήθηκαν συλλογικά.
Η Χαμάς ανακοίνωσε πως η σημερινή επίθεση είναι η απάντηση για το μακελειό στο τέμενος Αλ Άκσα τον Απρίλιο. Σε μία άνευ προηγουμένου πρόκληση, η αστυνομία του Ισραήλ εισέβαλε το βράδυ της 5ης Απριλίου στο τέμενος που αποτελεί τον τρίτο πιο ιερό τόπο λατρείας για το Ισλάμ και κατόπιν συγκρούσεων με τους πιστούς, προχώρησε σε περισσότερες από 350 συλλήψεις. Το βίαιο περιστατικό προκάλεσε την αντίδραση και την σύγκληση έκτακτης συνεδρίασης του Αραβικού Συνδέσμου, καθώς σύσσωμος ο ισλαμικός κόσμος εξέφρασε την αποστροφή του για την επίθεση που πραγματοποιήθηκε εν μέσω Ραμαζανίου (που φέτος συνέπεσε με το εβραϊκό Πάσχα).
Καταστρατήγηση της διεθνούς νομιμότητας
Στις 22 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε έφοδος του ισραηλινού στρατού στην παλιά πόλη της Ναμπλούς. Βάσει των συμφωνιών του Όσλο, η Ναμπλούς είναι περιοχή Α, δηλαδή περιοχή υπό παλαιστινιακή δημοτική διοίκηση και ασφάλεια. Μάλιστα, στο σημείο λειτουργεί μία από τις μεγαλύτερες υπαίθριες αγορές. Εκεί επέλεξε, μέρα μεσημέρι, να κάνει έφοδο ο ισραηλινός στρατός και να σκοτώσει έντεκα Παλαιστινίους, επτά από τους οποίους ήταν μέλη μιας νέας αντάρτικης οργάνωσης, της «Φωλιάς των Λιονταριών», που έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική από το Τελ Αβίβ. Καθώς η αγορά ήταν γεμάτη κόσμο, οι Ισραηλινοί στρατιώτες χρησιμοποίησαν ως κρυψώνα το Μεγάλο Τζαμί της Ναμπλούς. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και τέσσερις άμαχοι, δύο εκ των οποίων πυροβολήθηκαν στην πλάτη. Την επόμενη μέρα, το ισραηλινό κοινοβούλιο ενέκρινε δύο από τα νομοσχέδια της προωθούμενης δικαστικής «μεταρρύθμισης».
Στις 25 Φεβρουαρίου, ο υπουργός Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ, υπέγραψε μία φωτογραφική συμφωνία που εκχωρεί κάποιες από τις κυβερνητικές εξουσίες στη Δυτική Όχθη σε ένα σώμα που θα έχει επικεφαλής τον υπουργό Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριχ. Μέσω αυτής της συμφωνίας, θα επιτρέπεται στον Σμότριχ να ελέγχει σχεδόν όλους τους τομείς της ζωής στην περιοχή. Αυτό σημαίνει πως θα έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στον σχεδιασμό και την κατασκευή υποδομών και θα μπορέσει να εξυπηρετήσει την προσωπική του ατζέντα, η οποία εδώ και χρόνια αφορά στην επέκταση των παράνομων εβραϊκών οικισμών και τον περιορισμό κάθε παλαιστινιακής ανάπτυξης. Οι ειδικοί υπογραμμίζουν πως η συμφωνία αποτελεί παράβαση του διεθνούς δικαίου αφού προσαρτάται ουσιαστικά η Παλαιστινιακή Περιοχή Γ (όπου οι Ισραηλινοί έχουν τη δικαιοδοσία και ελέγχουν την ασφάλεια μιας περιοχής που αντιστοιχεί στο 60% της Δυτικής Όχθης). Παράλληλα, εφαρμόζεται και ένα νέου τύπου απαρτχάιντ, αφού καθιερώνονται δύο διαφορετικά νομικά συστήματα για τους δύο πληθυσμούς που ζουν στην ίδια περιοχή: οι Εβραίοι έποικοι θα υπάγονται στο Υπουργείο Οικονομικών, ενώ οι Παλαιστίνιοι θα βρίσκονται υπό τον έλεγχο της ισραηλινής στρατιωτικής εξουσίας.
Λίγες ώρες μετά την υπογραφή αυτής της συμφωνίας που προκάλεσε αντιδράσεις στον ισλαμικό κόσμο -κατά την εβραϊκή αργία του Σαββάτου- κουκουλοφόροι έποικοι κατέβηκαν στο παλαιστινιακό χωριό Μπουρίν και έκαψαν τα σπίτια, τα αυτοκίνητα και τα καταστήματα Παλαιστινίων. Η ένοπλη ιδιωτική ασφάλεια της περιοχής έσπευσε στο σημείο για να εμποδίσει τυχόν αντίδραση των κατοίκων του χωριού. Την επόμενη μέρα, ένας ένοπλος Παλαιστίνιος σκότωσε δύο νεαρούς εποίκους του οικισμού Har Bracha ως αντίποινα. Μέσα σε λίγες ώρες, ηγέτες των Ισραηλινών εποίκων, όπως ο Νταβίντι Μπεν Ζιόν που είναι αναπληρωτής επικεφαλής του Συμβουλίου της Σαμάρια, κάλεσαν τους εποίκους «να σβήσουν την παλαιστινιακή πόλη από τον χάρτη και να μην δείξουν κανένα έλεος στους Παλαιστίνιους». Ομάδες Ισραηλινών εποίκων εισέβαλαν σχεδόν αμέσως στην περιοχή της Χουγουάρα και άρχισαν να καταστρέφουν ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Οι Παλαιστίνιοι κατήγγειλαν πως ενώ ο ισραηλινός στρατός γνώριζε ώρες πριν τι σχεδίαζαν οι έποικοι, δεν έκαναν ούτε τα τυπικά για να τους προστατεύσουν. Αυτοκίνητα, σπίτια και καταστήματα καίγονταν για ώρες, με αρκετούς ανθρώπους να βρίσκονται μέσα σε αυτά.