Σε προηγούμενο σχόλιό μου με τίτλο «Ο Μαρξ για το έγκλημα των Τεμπών», ίσως, να δόθηκε η εντύπωση ενός collage, με μεταφορά, δηλαδή, μιας άποψης passe–partout του Μαρξ από το «Κεφάλαιο» και συγκεκριμένα από τη θεωρία του κέρδους, που αποτελεί ένα από τα βασικά ένστικτα του καπιταλισμού και ταιριάζει με κάθε έκφανσή του, ακόμα και αυτής του κέρδους του κράτους και των ιδιωτών από την άθλια και τριτοκοσμική εκμετάλλευση των ελληνικών σιδηροδρόμων που οδήγησε στο έγκλημα των Τεμπών.
Τα πράγματα, όμως, είναι διαφορετικά, γιατί ο σιδηρόδρομος για τον Μαρξ ήταν ένα πολιτισμικό πρότυπο στην εδραίωση και εξέλιξη της θεωρίας του για την πολιτική οικονομία.
Πριν δύο, περίπου, μήνες, «ξεφύλλισα» την ηλεκτρονική γαλλική έκδοση (2022) του βιβλίου του Enzo Traverso με τίτλο «Révolution, Une histoire culturelle» σε μετάφραση στη γαλλική γλώσσα του Damien Tissot των εκδόσεων «La Découverte» – Αγγλική έκδοση: «Revolution, An Intellectual History» (2021), Έκδοση «Verso».
Στο πρώτο κεφάλαιο με τίτλο «Les Locomotives de l’histoire» (Οι ατμομηχανές της ιστορίας) αρχίζει με την πασίγνωστη άποψη του Μαρξ ότι «οι επαναστάσεις είναι οι ατμομηχανές της ιστορίας» από το έργο του «Les Luttes de classes en France» (Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία) (1850) που αναφέρεται στην «Άνοιξη των λαών» με τα επαναστατικά κινήματα του 1848 στην Ευρώπη, μέσα από τα οποία ο Μαρξ διέβλεπε μια επιτάχυνση της ιστορίας.
Η άποψη αυτή ότι «οι επαναστάσεις είναι οι ατμομηχανές της ιστορίας», που θεωρήθηκε από πολλούς μια φανταστική μεταφορά, στηρίζεται στην οικονομική και πολιτισμική πραγματικότητα των μέσων του 19ου αιώνα με τη διάδοση του σιδηροδρόμου από την Αγγλία στην Ευρώπη.
Ο σιδηρόδρομος στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν ο Μαρξ έγραφε το βιβλίο του «Les Luttes de classes en France», ήταν ένα προνομιακό αντικείμενο συζήτησης στους οικονομικούς και πνευματικούς κύκλους, αφού συμπύκνωνε ένα οικονομικό στάδιο ανάπτυξης του βιομηχανικού καπιταλισμού και μια πολιτισμική πραγματικότητα της Ευρώπης γύρω από τη δομική και λειτουργική τριάδα: σίδηρος, ατμός και τηλέγραφος, δηλαδή, πρώτη ύλη, ενέργεια και επικοινωνία.
Μέσα στο περιβάλλον αυτό της επιτάχυνσης της βιομηχανικής ανάπτυξης και της ροής της ιστορίας γράφτηκε από τον Μαρξ η ιστορική φράση, ότι «οι επαναστάσεις είναι οι ατμομηχανές της ιστορίας», θεωρώντας τον σιδηρόδρομο, αντίστροφα, ως πρωτοπορία της ιστορίας.
Από τα μέσα, λοιπόν, του 19ου αιώνα, την περίοδο του ρομαντικού παραγωγικού καπιταλισμού, η επικοινωνία ήταν βασικό δομικό στοιχείο του σιδηροδρομικού πολιτισμού, ανεξάρτητα, αν σήμερα, ο τυχοδιωκτικός παρασιτικός χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός που σαπροφυτεί στη χώρα μας με την πνευματική και πολιτική Disneyland και την παιδική χαρά των ΜΜΕ που τον στηρίζουν αμφισβητεί και την πρώτη ύλη και την ενέργεια ως αγαθά της πρωτογενούς παραγωγής του σύγχρονου πολιτισμού και προβάλλει άυλα χρηματοπιστωτικά είδωλα, κοινώς και κατά την καθομιλουμένη, αέρα κοπανιστό, ως μέσον της εκμετάλλευσης, οδηγώντας τον καπιταλισμό από τον φετιχισμό της εικονολατρίας του εμπορεύματος στον φετιχισμό της ειδωλολατρίας του χρήματος.
Όσο για την επικοινωνία, από κοινωνικό αγαθό έχει παραχωρηθεί στη δημογεροντία των συμφερόντων και από μέσον ανάπτυξης του πολιτισμού έγινε μηχανισμός της κρατικής χειραγώγησης και καταστολής, που τόσο χαρακτηριστικά το περιέγραψε ένας τραγικός συγγενής ενός από τα αθώα θύματα του Μολώχ* του καπιταλισμού στο τραίνο των Τεμπών:
«Η ηγεσία σίγουρα δεν παρακολουθούσε τα τρένα μας, αλλά μπορεί να παρακολουθούσε τα παιδιά μας, τα αδέρφια μας, τους γονείς μας και τους φίλους μας που ήταν στο τρένο».
Μια και αναφέρθηκα στο βιβλίο του Enzo Traverso, θα ήθελα να επισημάνω και κάποια άλλα σημαντικά θέματά του.
“Ο Μαρξ για το έγκλημα των Τεμπών” / γράφει ο Δημήτρης Αθανασιάδης
Για παράδειγμα:
Την επαναστατική διανόηση ή τους επαναστάτες διανοούμενους από το 1848 ως το 1945, όπως οι Mikhail Bakunin, ο Karl Marx, η Rosa Luxemburg, τους ανθρώπους της δράσης και όχι της διανόησης, όπως ο Giuseppe Garibaldi ή το αντίστροφο τους διανοούμενους χωρίς επαναστατική δράση, όπως ο Theodor Adorno, σύμφωνα με τον ορισμό του Μαρξ, ότι διανοούμενοι επαναστάτες είναι αυτοί που έδρασαν συνειδητά κατά της τάξης που κυριαρχούσε στην πολιτική και κοινωνική ζωή με στόχο την ανατροπή της.
Τα επαναστατικά σώματα, τις έννοιες, τα σύμβολα και τους τόπους της μνήμης, την ελευθερία και την απελευθέρωση, τον κομμουνιστή χαμαιλέοντα ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες και συνθήκες με την επανάσταση ως πηγή ή αποτέλεσμα των πολέμων που διαμόρφωσαν το τοπίο της νεωτερικότητας από το επαναστατικό εργαστήριο της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας (1776) και μέσω της Γαλλικής Επανάστασης (1789) το πέρασμα στην Καραϊβική με το ανεξάρτητο κράτος των εξεγερμένων σκλάβων της Αϊτής (1804) και την επέκταση στη Λατινική Αμερική με τον Simon Bolivar (1819) ή αργότερα τις επαναστάσεις της «Άνοιξης των λαών» στην Ευρώπη (1848), τις εξεγέρσεις των Ταϊπίνγκ στην Αυτοκρατορική Κίνα (1850-1864), των Ινδιάνων (1857), κλπ, κλπ .
Ο συγγραφέας στον επίλογό του βλέπει πίσω από την κατάρρευση του καθεστωτικού κομμουνισμού και την κατάρρευση του επαναστατικού κομμουνισμού που πήραν μαζί τους, όμως, τις μέρες της αποαποικιοκρατίας και του κράτους πρόνοιας, δίνοντας και ορισμένες φορές επιβάλλοντας, κατά την προσωπική μου άποψη, την εντύπωση ότι ο καπιταλισμός έχει γίνει μια «φυσική» μορφή ζωής με μια αριστερά να αναζητεί επαναστατικές παραδόσεις που είχαν εξαλειφθεί ή περιθωριοποιηθεί τον περασμένο αιώνα, όπως πχ ο αναρχισμός, ή να βρίσκει διέξοδο σε επιμέρους ή ευκαιριακά κινήματα, όπως η αντιπαγκοσμιοποίηση, η Αραβική Άνοιξη, Les Gilets Jaunes, The Occupy Wall Street, The Black Lives Matter, το κίνημα 15M στην Ισπανία, το κοινωνικό κίνημα Nuit Debout, ο Φεμινισμός, κλπ.
Το ερώτημα, βέβαια, για μένα είναι, αν αυτά τα κινήματα κρατούν ζωντανή την απαίτηση για την αλλαγή της κοινωνίας ή απλώς κρατούν ζωντανή μια παραπαίουσα αριστερά και λειτουργούν ως βαλβίδες εκτόνωσης και επαναστατικής γυμναστικής για την τελική αφομοίωσή της ή τον συμβιβασμό της στο σύστημα της εξουσίας και της εκμετάλλευσης
————
* Μολώχ είναι το βιβλικό όνομα θεότητας, ενός λαού, των Καναανιτών ή Χαναναίων, κατ’ άλλους, των Αμμωνιτών, που καταγόταν από τον Περσικό κόλπο και μετανάστευσε στη Μέση Ανατολή περί το 2500 πΧ.
Ο Μολώχ συνδεόταν με τη θυσία παιδιών που ρίχνονταν στη φωτιά του πυρωμένου αγάλματός του.
Ο Μολώχ δεν έμεινε απαρατήρητος από τον Μαρξ που χαρακτήριζε το κατά David Ricardo «καθαρό εισόδημα» ως Μολώχ στον οποίο θα έπρεπε να θυσιαστεί όλος ο κόσμος αδιαμαρτύρητα, αλλά ήταν αντίθετος, επίσης, και με την υποχονδριακή φιλανθρωπία του Jean Charles Léonard de Sismondi με τη διατήρηση των απαρχαιωμένων μεθόδων παραγωγής που άφηναν την επιστήμη έξω από τη βιομηχανία, όπως ο Πλάτωνας εξόρισε τους ποιητές από την Πολιτεία του.