«Ελάχιστοι μάς διαβάζουν/,ελάχιστοι ξέρουν τη γλώσσα μας,/ μένουμε αδικαίωτοι και αχειροκρότητοι / σ αυτή τη μακρινή γωνιά, /όμως αντισταθμίζει που γράφουμε Ελληνικά».(Κ. Μόντης)
Η ανθρωπότητα στις αρχές του αιώνα μας βρίσκεται μπροστά σε αλλαγές που τείνουν να αλλοιώσουν όχι μόνο την μέχρι τώρα πορεία της , αλλά και την εικόνα που έχουμε σχηματίσει για τον ανθρώπινο πολιτισμό. Κινητήριος μοχλός αυτών των αλλαγών είναι η παγκοσμιοποίηση των προβλημάτων κι ιδιαίτερα των οικονομικών κι η ελεύθερη κυκλοφορία – ανταλλαγή προϊόντων, εμπορευμάτων, ιδεολογιών και πολιτιστικών αγαθών. Η προοπτική της δημιουργίας ενός πλανητικού χωριού είναι ορατή όσο ποτέ άλλοτε.
Ο κόσμος βαδίζει προς μια γεωγραφική και πολιτισμική ενοποίηση με τη βοήθεια των ΜΜΕ. Η έννοια του έθνους, του κράτους και της πατρίδας ολοένα και περισσότερο ξεφτίζουν ως έννοιες και «αναγκαιότητες» παρά την πρόσκαιρη αναβίωση της νέας θρησκείας των ημερών μας, του εθνικισμού. Η δημιουργία του ΚΥΒΕΡΝΟΧΩΡΟΥ συμπαρασύρει τοπικές και εθνικές ιδιαιτερότητες και οδηγεί με ταχύτητα στη διαμόρφωση ενός ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ.
Ο γλωσσικός διεθνισμός
Απέναντι στη νέα πραγματικότητα της εποχής μας άλλοι στέκονται με ενθουσιασμό και ελπίδα κι άλλοι με αισθήματα δυσπιστίας, φόβου και αγωνίας για το καινούριο. Οι δεύτεροι προβληματίζονται για τις συνέπειες που μπορεί να έχει για την ατομική τους ζωή και το έθνος η κυριαρχία ενός υπερ-κρατικού πολιτισμού. Αισθάνονται ίλιγγο στην ιδέα ότι θα αναγκαστούν να σκέφτονται και να ζουν πάνω από τις ιδιαιτερότητες που ως τώρα νόμιζαν πως τους καθόριζαν και τους συνιστούσαν.
Ο πολιτιστικός συγχρωτισμός, προϊόν της διεθνοποιημένης πλέον οικονομίας και των δυνατοτήτων που έφεραν στις ανταλλαγές πολιτιστικών αγαθών τα διεθνή δίκτυα ενημέρωσης, απειλεί τις μικρότερες χώρες μ’ έναν ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΣΟΠΕΔΩΤΙΣΜΟ. Πολλοί είναι εκείνοι που μιλούν για «πολιτιστικό ιμπεριαλισμό», που τείνει να εξαφανίσει το διαφορετικό, το τοπικό, το εθνικό και να επιβάλει ένα ενιαίο πρότυπο πολιτισμού. Θύμα αυτής της πολιτιστικής ομοιομορφίας είναι η συρρίκνωση των εθνικών γλωσσών και η κυριαρχία μιας παγκόσμιας γλώσσας (Αγγλική…). Ο ΓΛΩΣΣΙΚΟΣ ΔΙΕΘΝΙΣΜΟΣ φαντάζει ως η νέα απειλή των εθνικών γλωσσών.
Η κυριαρχία της τεχνολογίας και της επιστήμης επιβάλλει τη μονοκρατορία της μιας παγκόσμιας γλώσσας. Έτσι οι γλώσσες που μιλούνται από τεχνολογικά και επιστημονικά κατώτερες χώρες ή από χώρες με μικρό πληθυσμό κινδυνεύουν να αλλοιωθούν ή να εξαφανιστούν. Η γλωσσική ποικιλομορφία υποχωρεί μπροστά στην επέλαση του γλωσσικού διεθνισμού. Τα διεθνή δίκτυα ενημέρωσης ενοχοποιούνται από πολλούς ως φορείς του γλωσσικού ισοπεδωτισμού. Χώρες πολιτιστικά κατώτερες καταναλώνουν πολιτιστικά προϊόντα που έχουν τη σφραγίδα της παγκόσμιας γλώσσας. Χώρες οικονομικά ασθενέστερες αναγκάζονται να μαθαίνουν ξένες γλώσσες για λόγους οικονομικής επιβίωσης (τουριστικές χώρες…).
Η μονοκρατορία της παγκόσμιας γλώσσας, αν δεν προωθείται από διάφορα παγκόσμια οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, επιβάλλεται από την ίδια τη ζωή και τις ανάγκες που επιβάλλει ο παγκόσμιος πολιτισμός. Απέναντι στο γλωσσικό διεθνισμό και στην απειλή που αυτός εγκυμονεί για τις μητρικές γλώσσες οι ειδικοί κι οι απλοί πολίτες αντιδρούν αμφίθυμα.
Οι υποστηρικτές της παγκόσμιας γλώσσας
Οι υπέρμαχοι της παγκόσμιας γλώσσας εδράζουν τα επιχειρήματά τους πάνω στις δυνατότητες που παρέχει αυτός ο παγκόσμιος κώδικας τόσο στον τομέα των πολιτιστικών ανταλλαγών όσο και στον τομέα της συνεργασίας. Η παρακολούθηση και κατανόηση των επιστημονικών επιτευγμάτων, η σωστή χρήση των σύγχρονων τεχνολογικών μηχανημάτων και γενικότερα η συμμετοχή στο παγκόσμιο «πολιτιστικό γίγνεσθαι» μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσα από τη γνώση και εκμάθηση της παγκόσμιας γλώσσας, που τείνει να κυριαρχήσει. Εξάλλου οι οικονομικές και επαγγελματικές υποχρεώσεις επιβάλλουν ως αναγκαία την κυριαρχία μιας διεθνούς γλώσσας.
Επίσης η καθιέρωση ενός παγκόσμιου λεκτικού κώδικα – σύμφωνα πάντα με τους υποστηρικτές αυτού – ευνοεί το διεθνή διάλογο, την αλληλοκατανόηση των λαών, τις πολιτιστικές ανταλλαγές και τέλος την ειρήνη. Ο κάθε λαός μπορεί να γίνει μέτοχος και κοινωνός των παγκόσμιων πολιτιστικών επιτευγμάτων, να γνωρίσει τα προβλήματα και τη σκέψη των άλλων λαών κι έτσι να απελευθερωθεί από τα «δεσμά» που του επιβάλλει η γλώσσα του. Η απουσία αυτού του παγκόσμιου κώδικα, ισχυρίζονται οι υποστηρικτές του, καθήλωσε-νει πολλούς λαούς σ’ έναν πολιτιστικό απομονωτισμό και σε μια πολιτιστική και πνευματική ατροφία.
Η πολυγλωσσία για τους θεωρητικούς αυτής της θέσης αποτελεί εμπόδιο στην επικοινωνία και συνεργασία ανθρώπων και λαών και γι’ αυτό θεωρήθηκε ως θεϊκή τιμωρία. Η γλωσσική βαβελοποίηση εκφράζει γι’ άλλους μεν την αξία της ιδιαιτερότητας κάθε ανθρώπου ή λαού και για άλλους δε τον εγωισμό και τον αντικοινωνικό ατομικισμό καθώς δε και τον άγονο εθνοκεντρισμό.
Φόβοι για τις εθνικές γλώσσες
Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται όσοι εκφράζουν τις φοβίες αλλά και την αγωνία τους για τους κινδύνους που εγκυμονεί ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ για τις εθνικές γλώσσες. Προεξοφλούν μια αφυδάτωση ή ατροφία των εθνικών γλωσσών και την κυριαρχία ενός γλωσσικού ισοπεδωτισμού. Σύμφωνα μ’ αυτούς η συρρίκνωση των εθνικών γλωσσών θα σημάνει την απώλεια της γλωσσικής διαφορετικότητας, στοιχείο καταστροφικό για την ανθρωπότητα. Οι γλωσσολόγοι τονίζουν ότι με «λιγότερες γλώσσες ο κόσμος θα έχει λιγότερο ενδιαφέρον».
Σήμερα μιλιούνται 6.000 περίπου γλώσσες έναντι 10 με 15.000 στους προϊστορικούς χρόνους. Ένας κόσμος με λιγότερες γλώσσες δε θα έχει μόνο λιγότερο ενδιαφέρον αλλά θα είναι και «λιγότερο όμορφος».
Η επιχειρηματολογία των υποστηρικτών και όλων αυτών που αγωνίζονται για τη διατήρηση των εθνικών γλωσσών εδράζεται στην ιστορικά βεβαιωμένη θέση πως «η γλώσσα είναι πυρηνικό συστατικό και βασικό γνώρισμα της εθνικής φυσιογνωμίας. Μέσα στη γλώσσα διασώζονται τα στοιχεία που συνιστούν την εθνική ταυτότητα και πιστοποιούν την ιστορική συνέχεια του λαού και του τόπου». Στη γλώσσα αντανακλάται το πολιτιστικό υπόβαθρο και η ψυχική ιδιοσυστασία κάθε λαού, γι’ αυτό και κατέχει ξεχωριστή θέση στην πολιτιστική και εθνική τους ταυτότητα.
Η μητρική γλώσσα είναι η ύπαρξή μας, η σκέψη μας, η ελευθερία μας, η ταυτότητά μας, ατομική και εθνική. «Η μητρική γλώσσα κάθε ανθρώπου και κάθε λαού δεν είναι απλό εργαλείο συνεννόησης αλλά πολιτισμική, κοινωνική και ατομική αξία, στοιχείο καθοριστικό της ποιοτικής ύπαρξης του ανθρώπου» (Γ. Μπαμπινιώτης).
Με τη μητρική του γλώσσα κάθε άτομο ή λαός εξωτερικεύει την εσωτερική πραγματικότητα και ταυτόχρονα τακτοποιεί, κατηγοριοποιεί, αντιλαμβάνεται, ερμηνεύει και εσωτερικεύει την εξωτερική πραγματικότητα. Κάθε λαός μέσα από την εθνική του γλώσσα συλλαμβάνει, οργανώνει και εκφράζει διαφορετικά τον κόσμο της πραγματικότητας, μέσα από τη δική του «ταξινομία του κόσμου» (Saussure). Η γλώσσα είναι το πνεύμα τους και το πνεύμα τους είναι η γλώσσα τους. «Κάθε έθνος μιλάει με τον τρόπο που σκέφτεται και σκέφτεται με τον τρόπο που μιλάει». Η εθνική γλώσσα διασώζει την ιστορική συνέχεια μέσα από την συνεχή τροφοδότηση της ιστορικής μνήμης.
Η γλωσσική ποικιλομορφία
Ένα άλλο επιχείρημα υπέρ της πολυγλωσσίας είναι κι αυτό που επικαλείται την πολυμορφία και πολυπολιτισμικότητα των σύγχρονων κοινωνιών. Η διεκδίκηση του δικαιώματος στη διαφορά περνά μέσα από την γλωσσική ποικιλότητα. Το δικαίωμα στη διαφορετικότητα της σκέψης βαδίζει παράλληλα με τη γλωσσική ποικιλομορφία. Οι αγωνίες, τα άγχη, τα υπαρξιακά ερωτήματα, οι επιθυμίες, τα όνειρα και οι φαντασιώσεις μπορεί να αποτελούν κοινά γνωρίσματα όλων των ανθρώπων, λαμβάνουν, όμως, διαφορετικό χρώμα και περιεχόμενο όταν εκφράζονται με διαφορετικές λέξεις.
Η γλωσσική ποικιλομορφία, λοιπόν, διαφυλάττει την ιδιαιτερότητα κάθε λαού και διασώζει όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να γονιμοποιήσουν τις διαδικασίες ενός παγκόσμιου πολιτισμού. Η πολυχρωμία των εθνικών γλωσσών εξασφαλίζει και την ποιότητα του διεθνούς πολιτισμού. Το «τοπικό» μπορεί να συνυπάρξει με το «παγκόσμιο» σε μία θαυμαστή ισορροπία.
Από τα παραπάνω συνάγεται πως ο αγώνας για την υπεράσπιση των εθνικών γλωσσών δεν αποτελεί προϊόν ενός «γλωσσικού εθνικισμού» αλλά αγώνα για τον πολιτισμό και την αισθητική. Η εξαφάνιση των εθνικών γλωσσών δε θα οδηγήσει τα μικρότερα έθνη μόνο σ’ έναν κακόγουστο γλωσσικό ισοπεδωτισμό – ομοιομορφισμό αλλά και σε μια «γλωσσική αφασία». «Το να κάνεις τη γλώσσα ενός έθνους φτωχότερη κατά μία λέξη είναι σαν να κάνεις το «σκέπτεσθαι» του έθνους φτωχότερο κατά μία έννοια» (Σοπενχάουερ).
Ο σύγχρονος πολιτισμός είναι αποτέλεσμα του συγχρωτισμού σκέψεων, θέσεων και επιτευγμάτων από διαφορετικούς ανθρώπους και λαούς. Θα αποτελούσε εθνική μυωπία, αν αδιαφορούσαμε για την επερχόμενη πραγματικότητα σ’ όλους τους τομείς της εθνικής μας ζωής. Θα αποτελούσε όμως κι εθνική αυτοκτονία αν κάθε τι καινούριο το υιοθετούσαμε ως έθνος άκριτα και πάντα στο όνομα μιας διφορούμενης οικονομικής ανάπτυξης ή ενός αμφίσημου διεθνισμού.
Ο Ελύτης για την ελληνική γλώσσα
Τα λόγια του Ελύτη είναι πάντα επίκαιρα:
«Είμαστε οι μόνοι σ’ ολόκληρη την Ευρώπη που έχουμε το προνόμιο να λέμε τον ουρανό «ουρανό» και τη θάλασσα «θάλασσα» όπως την έλεγαν ο Όμηρος και ο Πλάτωνας πριν δυόμιση χιλιάδες χρόνια. Δεν είναι λίγο αυτό. Η γλώσσα δεν είναι μόνον ένα μέσον επικοινωνίας. Κουβαλάει την ψυχή του λαού μας κι όλη του την ιστορία και όλη του την ευγένεια. Χαίρομαι κι αυτή τη στιγμή που σας μιλάω σ’ αυτή τη γλώσσα και σας χαιρετώ, σας αποχαιρετώ μάλλον, αφού η στιγμή έφτασε να φύγω».
ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ
-
Αφιέρωμα στην Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας
—————————————-
ΙΔΕΟπολις