“Χριστούγεννα, χαρά μου παιδική – Να τα πούμε;” γράφει η Σοφία Παυλίδου
Σοφία Παυλίδου
Χριστούγεννα, Γέννηση, θύμηση του Καλού, του Ιδεατού εαυτού, που δεν θεωρείται δεδομένος, αλλά ως μία επιλογή της ανθρώπινης ύπαρξης. Επιλογή επίπονη, δύσκολη, με πόνο ψυχής και λογικά ασύμφορη, αφού το Εγώ και ο δεύτερος σε προτεραιότητα μικρόκοσμος του κάθε ατόμου προηγείται.
Η βαθιά ανάγκη του ανθρώπου για ιεροτελεστίες και τελετουργικά στη ζωή του προκύπτει από την αγωνία του να βάλει μία τάξη στην ανάκατη καθημερινότητά του. Κι έτσι τα Χριστούγεννα έγιναν μια οργανωμένη μηχανή, μέρες κατανάλωσης και ατομικής χαράς. Κοντεύει να ξεχαστεί το αποτέλεσμα αυτής της γέννησης, που φώτισε και θεμελίωσε τον κόσμο μας μοναδικά, με μια κατεύθυνση ζωής ελπιδοφόρας και φωτισμένης.
Τα Χριστούγεννα είναι διαφορετικά φέτος. Είναι το αίνιγμα του κακού, το παράλογο, το αδιανόητο κάποτε κακό. Κι έχει τόση ησυχία στο μέσα των ανθρώπων. Άνθρωποι της κρίσης στολίζονται αμήχανα και ζουν την αγιότητα των ημερών σκυθρωπά, άχαρα και κουρασμένα. Ως και τα χριστουγεννιάτικα δέντρα είναι σαν να κρατούν την αναπνοή τους, απορροφώντας αγωνίες και ανυπομονησίες σε χρόνο σκοτωμένο. Αγέλαστα φωτίζουν τη μοναξιά της ψυχής μας. Στο κρεσέντο της λύπης τους θαρρείς πως αναβοσβήνουν συνωμοτικά για το τέλος μιας εποχής, εποχής που τη θλίβουν απολογισμοί.
Και αυτό το προνόμιο του ξαφνικού φωτισμού τις μέρες τούτες δείχνει να είναι μουντό, σκοτεινό. Στις δικές μας σκοτεινές κατηφοριές το φως δεν φτάνει. Νοήματα δε γνωρίζουμε. Δεν ακούμε τη φωνή της έναστρης νύχτας. Κι όμως … χτυπούν νότες απ’ τα κάλαντα και το σκοτάδι αιφνιδιάζεται από τον ήχο του καμπαναριού. Ήχος επιβλητικός, για να υποχωρήσει μπροστά στην ταπεινή αγάπη που γεννιέται μέσα στη φάτνη.
Αν σήμερα τα Χριστούγεννα τα γιορτάζουμε μέσα σε ταραγμένους καιρούς, αν σήμερα ο πληγωμένος κόσμος πηγαινοέρχεται κάνοντας ύστατη προσπάθεια να ξεφύγει, να σωθεί, τώρα, που συνειδητοποιούμε πόσο ευάλωτοι είμαστε όλοι, ας παραστήσουμε τον Ανταίο κι ας σκύψουμε στη γη της μνήμης για να αντλήσουμε δύναμη.
Τώρα που η ανθρωπότητα επαναπροσδιορίζεται. Τώρα που οι κεραίες του συνειδητού συλλαμβάνουν την ουσία των πραγμάτων. Τώρα, που ξυπνάμε και πλαγιάζουμε αγκαλιά με την αίσθηση της υπαρξιακής γύμνιας μας. Τώρα, που η ελπίδα συναντά το ζόφο, ας δούμε τη Γέννησή Του σαν ένα κάλεσμα στην αναγέννηση ενός εκάστου και όλων μαζί.
Η Γέννηση του Χριστού ας αποκτήσει νόημα σαν υπαρξιακό γεγονός του κάθε ανθρώπου, στην ιδιαιτερότητα και την μοναδικότητά του, στο προσωπικό πρόβλημα και στην αγωνία του, στο φόβο του για τον θάνατο και στην ελπίδα του για τη ζωή.
Οι δοκιμασίες που βιώνουμε τους τελευταίους μήνες, ας γίνουν ευκαιρίες για γνώση και αλλαγή.
Αυτά τα άφωνα, σιωπηλά και μοναχικά Χριστούγεννα ας αφήσουν τον Χριστό να μεγαλώσει μέσα μας σαν μια πρόκληση για αντίσταση στην παρακμή του πολιτισμού, στην απαξίωση του ανθρώπου. Μια ευκαιρία για το νομοτελειακό νόημα των Χριστουγέννων. Ας αναλάβουμε τις ευθύνες μας απέναντι στην καλοσύνη, στον αγώνα που δίνει αιώνες τώρα.
Ας μείνουν τα πράγματα μόνο στην αναπόληση και τη νοσταλγία της παιδικής καθαρότητας. Μέσα από μια μεταμορφωτική διαδικασία ας διασώσουμε την αλήθεια του προσώπου μας. Ας νιώσουμε επιτέλους την ουσία της ζωής. Η σιωπηλή τούτη Γέννηση με τους άδειους δρόμους φαντάζει ακόμη πιο ιερή, αθώα και άμεμπτη σαν την παιδική ψυχή.
Φέτος τα παιδιά δεν θα ξεχυθούν στους δρόμους και στις πλατείες. Ο ήχος των τριγώνων θα αντηχεί μόνο στη νοσταλγία μας κι ο γλυκός ήχος της φωνής τους θα ξυπνά στη μνήμη μας εκείνο το αιώνιο κάλεσμα
–Να τα πούμε;
Λείπουν. Λείπουν τα παιδικά βήματα στους δρόμους, τα τραγούδια τους, λείπουν τα αθώα βλέμματα γεμάτα ουρανό πίσω από τις κλειστές πόρτες… Πάντα στα μάτια των παιδιών μια πίστη ζει της λατρείας το όνειρο και μια καρδιά αφουγκράζεται αγγέλους ζωντανούς.
Σιωπηρά τραγουδήστε παιδιά την ελπίδα. Η ελπίδα έρχεται από το αύριο, από μια συνάντηση. Σύντομα θα αρχίσουν όλα πάλι ταυτόχρονα, σαν μια στιγμή που σπάει σε χίλια κομμάτια. Για να συνεχίσουν τα παιδιά να ονειρεύονται.
Ονειροπόληση «ενός κόσμου ιδανικού που θα τον κυβερνάει ο Χριστός και οι Άγιοι του»… Ενός κόσμου με τη γλυκιά ψευδαίσθηση του Άη – Βασίλη να έχει για τον καθένα το δώρο του.
Ενός κόσμου μεγαλύτερου. Μεγαλύτερου, που να χωρά η αγάπη.