Βέροια Γράμματα & Τέχνες

«Στράτος Τζίτζης, ένας αναρχικός του σινεμά» – Πορτρέτο του από τη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βέροιας

Δήμητρα Σμυρνή

Στη σειρά των podcasts (ηχογραφημένων συνεντεύξεων στο ίντερνετ), με τίτλο «Ο ήχος των βιβλίων», η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βέροιας έκανε σήμερα το πορτρέτο του βεροιώτη σκηνοθέτη – συγγραφέα Στράτου Τζίτζη, που συνομιλεί με την ντοκιμαντερίστρια – μοντέζ  Κατερίνα Μάρθα Κλαρκ.

Ξεκινώντας η συνέντευξη με μια μουσική πινελιά από τον Νικόλα Άσιμο «Εγώ με τις ιδέες μου και σεις με τα λεφτά σας…» –  χαρακτηριστική για τον άνθρωπο και τις θέσεις του –  ο Στράτος Τζίτζης μιλά για τα παιδικά και νεανικά του χρόνια στη Βέροια, πριν ανοίξει τα φτερά του για την Αθήνα και αργότερα για το Βερολίνο.

«Είμαι η γενιά της μετάβασης από τη Βυζαντινή Βέροια στη μοντέρνα – γεννήθηκα το 1959 –  που είδε ένα άλμα που έγινε μέσα σε 20 χρόνια, απότομα» θα πει στην αρχή.

Περιγράφοντας ένα άχαρο σχολείο ψυχαναγκασμού – με φωτεινές εξαιρέσεις φιλόλογους όπως ο Ηλίας Τριανταφυλλίδης –  φωτίζει την κλειστή κοινωνία της πόλης με μοναδικές ανάσες που έδινε η τότε μικρή βιβλιοθήκη της και η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών με την πρωτοποριακή της Κινηματογραφική Λέσχη.

Μπαίνοντας στη γοητεία του κινηματογράφου από τα δεκαπέντε του, καθώς συνεργάζεται με τη Λέσχη και τους ανθρώπους που συμμετέχουν,  γνωρίζεται με τον Παντελή Βούλγαρη που τον φέρνει η Λέσχη στη Βέροια με το «Προξενιό της Άννας».

«Πήγα να πάρω τον Βούλγαρη από το ΚΤΕΛ και τον είδα να κοιμάται στο πίσω κάθισμα του λεωφορείου. Ως τότε νόμιζα ότι οι σκηνοθέτες έχουν οικονομική άνεση και βέβαια δεν θα ταξίδευαν ποτέ με λεωφορεία…!» θα πει.

Το πάθος του να γνωρίσει έναν μεγαλύτερο και πιο ελεύθερο χώρο από τον επαρχιακό της πόλης του τον κάνει να διαβάσει εξαντλητικά και να περάσει τέταρτος και με υποτροφία στην ΑΣΟΕ της Αθήνας, καθώς πιστεύει μάλιστα, σύμφωνα με τη μαρξιστική θεωρία που μελετά εκείνη την εποχή, πως τα πάντα διέπονται από την Οικονομία, άρα πρέπει να την γνωρίζει.

Ανήσυχος και ανικανοποίητος καθώς είναι, εγκαταλείπει στη σχολή και περνά από τη Νεολαία του  «Ρήγα Φεραίου» στον αναρχοαυτόνομο χώρο, όπου γνωρίζει και τον Άσιμο.

Σε κάποια στιγμή ανακαλύπτει ότι εκείνο που τον ενδιαφέρει πραγματικά είναι ο κινηματογράφος και  τελειώνοντας τη Σχολή  Κινηματογράφου του Σταυράκου, αποζητά τη βοήθεια του Παντελή Βούλγαρη και κοντά του γίνεται βοηθός σκηνοθέτη.

Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο «για να μην κλαίει η μάνα μου» , όπως λέει με χιούμορ, αναζητά τον δικό του δρόμο στη δημιουργία.

Προτάσεις για μικρού μήκους ταινίες και αργότερα για μεγάλες δεν βρίσκουν πάντα ανοιχτές πόρτες κι αυτό, «το να επιδοτούνται οι ανάξιοι, γιατί έχουν μέσον», τον κάνει να φύγει για το Βερολίνο,  το 2004. Εξακολουθεί όμως να έρχεται και να δουλεύει κάποιες φορές και στην Ελλάδα.

Το Βερολίνο προσφέρεται στην πνευματική και καλλιτεχνική αναζήτηση τότε και οι οικονομικοί όροι διαβίωσης είναι καλύτεροι.

Ταινίες του όπως το «Η αγάπη είναι ελέφαντας», «Η καύση», «45 τετραγωνικά» ή το ξενόγλωσσο «Night out», βρίσκουν στην Ελλάδα την ανταπόκριση που επιζητούσε.

Έχοντας αποκτήσει παιδιά, βλέπει την ελπίδα μέσα απ’ αυτά. «Ελπίζω στην πολιτική σκέψη των νέων παιδιών» λέει.

Ανήσυχος, όπως πάντα, ασχολείται τώρα με τη γραφή. «Μελετώ τον κόσμο των ιδεών. Ξαναβρίσκω την πολιτική μου στράτευση για το καλό. Σκέφτομαι πώς μπορούμε να χτίσουμε τον κόσμο μας, για να γίνει καλύτερος…» λέει στη συνέντευξη της Βιβλιοθήκης κλείνοντας.

Από την ταινία του Στράτου Τζίτζη “Η καύση”

………………………………………

(Όσοι δεν άκουσαν το σημερινό podcast της Βιβλιοθήκης μπορούν να το ακούσουν ΕΔΩ)

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ