«Όταν οι εντατικές γεμίσουν, θα έρθουν τα δύσκολα ηθικά διλήμματα…» γράφει ο Γρηγόρης Λέων
Μέχρι σήμερα στη χώρα μας, δεν χρειάστηκε να αρχίσουμε μία τέτοια συζήτηση καθώς το εθνικό σύστημα υγείας στο πρώτο κύμα της πανδημίας άντεξε. Το δεύτερο κύμα, όμως, είναι, όπως επιστημονικά αναμενόταν, πιο έντονο και ήδη αποτυπώνεται σε όλους τους σχετικούς δείκτες. Αναπόφευκτα, λοιπόν, ειδικά οι μονάδες εντατικής θεραπείας σύντομα δεν θα είναι επαρκείς, οπότε θα αρχίσουν τα δύσκολα ηθικά διλήμματα, αρχικά για τους υγειονομικούς αυτών των μονάδων.
Ένα από τα προαναφερόμενα κριτήρια ήταν το ηλικιακό. Δηλαδή, ο καθορισμός ενός ορίου ηλικίας για την εισαγωγή στη ΜΕΘ. Ένα τέτοιο κριτήριο βέβαια δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό. Σύμφωνα με τον ελληνικό κώδικα ιατρικής δεοντολογίας (3418/2005), το ιατρικό λειτούργημα διέπεται από απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη ζωή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους χωρίς διάκριση φύλου, φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, ηλικίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, κοινωνικής θέσης ή πολιτικής ιδεολογίας. Συνεπώς σε κανένα άνθρωπο δεν θα μπορούσαμε να στερήσουμε την επιβίωση λόγω ηλικίας.
Ένα άλλο κριτήριο ήταν η βαρύτητα της κατάστασης σε συνδυασμό με τις συνοσηρότητες. Δηλαδή, κάποιος που είναι σε ιδιαίτερα βαρεία κλινική κατάσταση και έχει αρκετές σοβαρές συνοσηρότητες δεν θα πρέπει να εισάγεται σε μία ΜΕΘ εάν παράλληλα στην αναμονή είναι ασθενείς που δεν έχουν υποκείμενα νοσήματα. Εδώ εκτιμάται και το γεγονός ότι ένας υγιής για να ανακάμψει από την Covid-19 θα απαιτηθεί μικρότερη παραμονή στη ΜΕΘ από έναν με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα. Συνεπώς, ένα βαρύ περιστατικό πιθανά να στερήσει αρκετές περισσότερες ημερήσιες νοσηλείες από άλλους ασθενείς. Όμως, και αυτό το κριτήριο γεννά σοβαρά ηθικά διλήμματα.
Το βέβαιο είναι ότι αν μπούμε στη λογική «first come, first served», οι ασθενείς που θα έχουν την ανάγκη εντατικής σε ένα μεταγενέστερο χρόνο από αυτό της πληρότητας των κλινών θα είναι «καταδικασμένοι» να μην λάβουν την κατάλληλη θεραπεία και πιθανά να καταλήξουν ακόμα και αν είχαν σοβαρές πιθανότητες ίασης. Ένα σημαντικό δίλημμα είναι εάν οι ασθενείς που είναι αρνητές του κορωνοϊού και που ουσιαστικά διαμέσου της συμπεριφοράς τους βοηθούν στην εξάπλωση της νόσου, θα πρέπει να λάβουν τις κατάλληλες θεραπείες και νοσηλεία στη ΜΕΘ;
Όλα αυτά είναι διλήμματα μέχρι τώρα θεωρητικά για τη χώρα μας αλλά πιθανά σε λίγες ή περισσότερες ημέρες να αποτελούν μία πραγματικότητα. Συνεπώς είναι ανάγκη η επιστημονική κοινότητα να θέσει σαφή επιστημονικά κριτήρια για τη διαλογή στις ΜΕΘ λόγω Covid-19. Τα συγκεκριμένα κριτήρια θα πρέπει να στηρίζονται στον κώδικα ιατρικής δεοντολογίας και στις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες. Ιδεατές απαντήσεις του τύπου να φτιάξουμε ικανό αριθμό εντατικών για να μην έχουμε αυτά τα διλήμματα, σε περιόδους πανδημίας είναι αδύνατες και αποδεικνύεται παγκοσμίως ακόμα και σε συστήματα υγείας που ήταν σε καλύτερη κατάσταση από το ελληνικό. Τέλος ως πολίτες η μόνη επιλογή που έχουμε είναι να τηρήσουμε αυστηρά τα μέτρα που ανακοίνωσε η Κυβέρνηση με την ελπίδα ότι όλα αυτά τα ηθικά διλήμματα θα προκύψουν όσο γίνεται αργότερα.
* Ο Γρηγόρης Λέων είναι πρόεδρος της Ελληνικής ιατροδικαστικής εταιρίας και πρόεδρος του Κέντρου Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων (KYAΔA)