Σε μια ξεχωριστή πνευματική ανασκαφή συμμετείχαν όσοι το Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου παρεβρέθηκαν στο Αρχαίο θέατρο Μιέζας. Αυλαία σε αυτά τα θέατρα δεν υπάρχει και τα πάντα ήταν φανερά από πριν στον θεατή, ο οποίος ταξιδεύει σε ένα σκηνικό που εκτείνεται ως τον ορίζοντα. Ως εκεί όπου τα δέντρα ενώνονται με τον ουρανό, ως εκεί από όπου λίγο αργότερα αναδύθηκε το ολόγιομο φεγγάρι φωτίζοντας την αναπόφευκτη μοίρα του Οιδίποδα.
Ανασκαφή δεύτερη λοιπόν, στη ζωή του Οιδίποδα, και ο Ανδρέας Γεωργιάδης με μαεστρία κατένειμε στην αρχαία σκηνή του θεάτρου πρότυπα ανασκαφικά εργαλεία της Αγγελικής Κοτταρίδη. Οι διακριτικές σκηνογραφικές πινελιές του υποβοηθούσαν την ολοκλήρωση της αίσθησης που γεννούσε η φύση, ενώνοντας, τον κόσμο των θνητών με εκείνον των Θεών. Οι πινελιές του δικαιολογούσαν τον τίτλο, και υποβάσταζαν τα κοστούμια στηρίζοντας τον λόγο του σοφόκλειου κειμένου καθώς ακουγόταν δια στόματος του αφηγητή Θοδωρή Γκόνη η ιστορία του Οιδίποδα.
Η άρθρωση και το παράστημα των ηθοποιών ήταν αντάξια του θεάτρου που υπηρετούν κρατώντας σώμα και λόγο σε αρμονία. Οι μελετημένες αναπνοές και η εν πλήρη συνειδήση κινήσεις του Δημήτρη Σωτηρίου παρέσυραν ακόμα και τον πιο αμέτοχο στο δράμα του Οιδίποδα. Η στάση σώματός του, ο απόλυτος έλεγχος τόνου, χροιάς, ισορροπίας και βλέμματος, πότε τον ανέδυαν ως ηθοποιό και πότε τον κατεύναζαν ως σκηνοθετική πινελιά που κινούνταν αργά μα αποφασιστικά πίσω από τους συμπρωταγωνιστές του ενισχύοντας την δραματικότητα της στιγμής χωρίς όμως να αποσπά την προσοχή από το δικό τους λόγο. Η αυστηρότητα στην απόδοση του στο ρόλο του Τειρεσία και η ισοβαρής τρυφερότητά του στον ρόλο του ως Ιοκάστη, μόνο στο πολυσχιδές εξασκημένο ταλέντο του μπορεί να οφείλεται.
Ταλέντο που λειτουργούσε επί σκηνής σε όσμωση με εκείνο του Θέμη Πάνου (Οιδίποδας). Η εσωτερική αναζήτησή του ήρωα φαινόταν στον τονισμό των λέξεων και στο πώς τέντωνε ή έκαμπτε το κορμί του, τόσο τις στιγμές που έβλεπε όσο και όταν το έργο πρόσταξε να χάσει το φως του. Ο Πάνου, διέσχισε την σκηνή με δυσκολία μα με βασιλική αξιοπρέπεια δικαιολογώντας την αυτοτιμωρία του για το κρίμα που είχε διαπράξει. Λευκά επέλεξε να του φορέσει ο Γεωργιάδης. Λευκά, σαν τους παλιούς αρχαιολόγους που συναντούμε σε φωτογραφίες αρχείου. Λευκά σαν την αθωότητά του που λερώθηκε, την στιγμή που εκείνος έκανε τα πάντα για να τη διατηρήσει… η μοίρα όμως… Αυτή η μοίρα που συναντούμε εκεί που καταφεύγουμε ώστε να την αποφύγουμε
Η κακή μοίρα του όμως αποκαλύφθηκε δια στόματος βοσκών. Ο ένας (Θανάσης Δήμου), θορυβώδης, ανάλαφρος ξέγνοιαστος και ομιλητικός, καθώς γνώριζε μέρος της αλήθειας μα που έμοιαζε καθολική και αυτό του αρκούσε. Και για να την πιστεύει, και για να τη διαδίδει. Από το στόμα του βγήκαν τα λόγια του λάβωσαν τον Οιδίποδα. Ο άλλος (Θοδωρής Γκόνης), ενοχλημένος, εσωστρεφής, λιγομίλητος, με επίγνωση ότι γνωρίζει την βαθειά αλήθεια και δεν πρέπει να τη διαδώσει αλλά να τους προφυλάξει. Ο Απόλλωνας όμως αλλιώς τα πρόσταξε.
Μέσα από τις παρατηρήσεις επί της ερμηνείας των ηθοποιών διαφαίνεται η μελέτη και γνώση της Αρχαίας Τραγωδίας από τον σκηνοθέτη Θοδωρή Γκόνη και τον βοηθό του, Μιχάλη Αγγελίδη. Είναι άραγε τυχαίο που τα βήματα του Τειρεσία ακολουθούσαν τον ρυθμό του Αρχαίου στίχου; Ή να είναι άραγε τυχαίο ότι το φυσικό σκοτάδι συνέπεσε με την τύφλωση του Οιδίποδα και την λάμψη της αλήθειας;
Συμπτώσεις όταν ρέει η δημιουργικότητα δεν υπάρχουν. Πόσο μάλλον στο κοίλον ενός αρχαίου θεάτρου υπό την Πανσέληνο, ως όνειρο θερινής νυκτός….
Η παράσταση εντάσσεται στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Φιλίππων και περιλαμβάνεται στον κατάλογο εκδηλώσεων για την Πανσέληνο της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού. Παρουσιάστηκε στο Αρχαίο θέατρο Μίεζας κατόπιν σχετικής πρόσκλησης από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας και σε συνεργασία με τον Δήμο Η.Π Νάουσας.
Συντελεστές του έργου; Ανδρέας Γεωργιάδης (σκηνογραφική επιμέλεια-κοστούμια), Θοδωρής Γκόνης (σκηνοθέτης, αφηγητής, βοσκός), Δημήτρης Σωτηρίου (Ιοκάστη, Τειρεσίας), Θέμης Πάνου (Οιδίποδας), Θανάσης Δήμου (βοσκός, επικεφαλής χορού), Μιχάλης Αγγελίδης (βοηθός σκηνοθέτη)
Υ.Γ Οι φωτογραφίες που πλαισιώνουν το παρόν κείμενο είναι της Δρ. Αγγελικής Κοτταρίδη.