Δήμητρα Σμυρνή
Είχα μια όμορφη εικόνα για τον Χάρο, επηρεασμένος από τους αρχαίους μύθους. Παλεύεις για μια στιγμή μαζί του, σαν ίσος με ίσο, και κείνος σε νικά τίμια και μετά σε κουβαλά στον ώμο του, για να σε οδηγήσει στον βασιλιά, τον Άδη, που κυβερνά τον Κάτω Κόσμο. Αν είσαι παλικάρι, όπως ο Χάρος, ο Άδης σε προσκαλεί να καθίσεις στο τραπέζι του. «Πιες μια τσικουδιά», σε προστάζει ευγενικά, «να ζεσταθείς, γιατί εδώ που ήρθες κάνει κρύο και θα μείνεις καιρό…»
Έγραφε πριν τριάντα χρόνια ο Μίκης Θεοδωράκης στην Αυτοβιογραφία του, «Οι δρόμοι του Αρχάγγελου», για το πώς έβλεπε το θάνατο, εικοσιτετράχρονο παλικάρι, στη Μακρόνησο.
Και δεν ήταν μόνο τότε. Από μικρό παιδί, στην Κατοχή, στην Αντίσταση, στον Εμφύλιο, στις εξορίες, στη Δικτατορία του ’67, ο Θεοδωράκης αναμετριόταν μαζί του νιώθοντας ίσος με το Χάρο, κάπως σαν το Διγενή.
Όποιος θέλησε να διαχωρίσει τις δύο εκφάνσεις της προσωπικότητάς του Θεοδωράκη, εκείνη του μουσικού και εκείνη του αγωνιστή, δεν τα κατάφερε, γιατί είναι ένα. Ο μουσικός και ο αγωνιστής Θεοδωράκης είναι ένα πρωτόγνωρο σύνολο, αδιάσπαστο. Μια μορφή παγκόσμιας εμβέλειας, μια μορφή που σφραγίζει με την παρουσία της την Ελλάδα του εικοστού αιώνα, την Ελλάδα των αδικημένων και τους αγώνες της.
Ο μουσικός Θεοδωράκης είναι εκείνος που τραγούδησε τα πάθη, τους καημούς και τις ελπίδες όχι μόνο της πατρίδας του αλλά και των λαών του κόσμου, με μοναδικό τρόπο.
Ο αγωνιστής Θεοδωράκης είναι εκείνος, που μπαίνοντας μέσα στη δίνη των γεγονότων, βίωσε τα πάθη, τους καημούς και τις ελπίδες της δικής του πατρίδας.
Σήμερα, ο Μίκης κλείνει τα ενενήντα δυο χρόνια μιας συναρπαστικής ζωής, εξακολουθώντας να είναι παρών στα γεγονότα της πατρίδας του.
Άλλοτε, σαν το γέρο Νέστορα της Ιλιάδας, παίρνει θέση, έχει φωνή, βιώνοντας την αδικία που ζει σήμερα ο λαός μας.
Άλλοτε, αφήνοντας πίσω του τη σοφία των χρόνων, ντύνεται με το φως μιας αγωνιστικής νιότης, μιας αιώνιας εφηβείας, που ορμά ακάθεκτη ενάντια στον εχθρό.
Αυτός ο Θεοδωράκης, ο ενενηνταδυάχρονος έφηβος, με τα «πάντα ανοιχτά πάντα άγρυπνα μάτια της ψυχής του», ο δικός μας Μίκης, μας θυμίζει πάντα ποιοι ήμασταν, ποιοι είμαστε και ποιοι θα έπρεπε να είμαστε.
Και το έχουμε ανάγκη, να προσφεύγουμε σε τέτοιες μορφές, σήμερα, όσο ποτέ.
Χρόνια πολλά, Μίκη.