Βίαιη συρρίκνωση των αυτοαπασχολουμένων και μικρομεσαίων επιδιώκουν οι δανειστές.
Το τρίτο μνημόνιο θα ολοκληρώσει αυτό που άφησαν ανολοκλήρωτο τα δύο προηγούμενα: το μεγάλο ξεκαθάρισμα στην ελληνική αγορά. Μετά την ψήφιση του πολυνομοσχεδίου, το οποίο εντός των επόμενων ημερών θα εμπλουτιστεί και με το τρίτο «πακέτο», αυτό με τους έμμεσους φόρους, κάθε μικρομεσαίος, με όποια μορφή και αν δραστηριοποιείται στην αγορά – ως ατομική επιχείρηση, ως προσωπική εταιρεία ή ως νομικό πρόσωπο –, θα έρθει αντιμέτωπος με μια νέα πραγματικότητα.
Σε συνθήκες περιορισμένης ρευστότητας λόγω capital controls, θα κληθεί θα αντιμετωπίσει τα νέα φορολογικά βάρη, το καινούργιο καθεστώς ασφάλισης αλλά και τα κερδοσκοπικά funds που θα αναλάβουν να διαχειριστούν (και να εισπράξουν) τα «κόκκινα» δάνεια.
Αυτή τη φορά φαίνεται ότι ο διακαής πόθος των δανειστών – να συρρικνωθεί μέχρις εξαφανίσεως ο τεράστιος, για τα δεδομένα της ελληνικής αγοράς, αριθμός των μικρομεσαίων και αυτοαπασχολουμένων και η απασχόληση να εστιαστεί πρωτίστως στη μισθωτή (και ελεγχόμενη) εργασία – θα πλησιάσει πολύ στο να γίνει πραγματικότητα.
◆ Πόσους μήνες θα αντέξει ένας επαγγελματίας οφειλέτης της εφορίας αν γνωρίζει ότι με το που θα αφήσει απλήρωτη την παραμικρή οφειλή προς τη ΔΟΥ θα χάσει και τα ευεργετήματα της ρύθμισης των 100 δόσεων;
◆ Πόσους μήνες θα μπορεί να αντισταθεί στις πιέσεις των εταιρειών που θα αγοράσουν το «κόκκινο» επιχειρηματικό δάνειο όταν θα γνωρίζει ότι η επόμενη ημέρα φέρνει κατάσχεση κάθε περιουσιακού στοιχείου (πλην κύριας κατοικίας και αυτό για μόλις 18 μήνες) και πλειστηριασμό με τιμή αφετηρίας την εμπορική αξία;
◆ Πώς θα πληρώνει σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές ακόμη και το 60% του ατομικού εισοδήματος;
◆ Πόσο καιρό θα του «απαγορεύεται», λόγω τεκμηρίων διαβίωσης, τέλους επιτηδεύματος και ελάχιστων ασφαλιστικών εισφορών, να είναι ζημιογόνος; Η τάση που διαφάνηκε τα τελευταία 3-4 χρόνια – συνεχής μείωση στον αριθμό των αυτοαπασχολουμένων – αναμένεται να ενισχυθεί.
◆ Το ερώτημα της επόμενης ημέρας είναι ένα: Τι θα γίνει στην ελληνική αγορά εργασίας; Πόσες θέσεις αυτοαπασχολουμένων θα αντικατασταθούν από θέσεις μισθωτών και για πόσα χρόνια θα πρέπει να ζούμε με ποσοστά ανεργίας άνω του 23-24%;
Το ασφαλιστικό
Το υπουργείο Εργασίας αποφάσισε να υιοθετήσει ένα σύστημα υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών για τους αυτοαπασχολούμενους, το οποίο – πράγματι – εφαρμόζεται ήδη στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Πρόκειται για τη σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με το δηλωθέν εισόδημα.
Η Ελλάδα, βέβαια, θα έχει μια «πρωτιά»: θα εφαρμόζει τους υψηλότερους συντελεστές μεταξύ όλων των ευρωπαϊκών χωρών. Μόνο για την κύρια σύνταξη θα παρακρατείται το 20% του φορολογητέου εισοδήματος. Για την επικουρική ασφάλιση (για όσους επαγγελματίες έχουν και επικουρικό) θα κρατείται επιπλέον 7%, ενώ άλλο τόσο απαιτείται και τις δαπάνες υγείας. Αν προστεθεί και το 4% του εφάπαξ, το συνολικό ποσοστό ανέρχεται κοντά στο 38%.
Κάποιοι επαγγελματίες (μηχανικοί, δικηγόροι, γιατροί, οικονομολόγοι, νέοι επαγγελματίες) θα έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν λιγότερα για ένα μεταβατικό διάστημα. Και αυτή η διευκόλυνση όμως (οι εισφορές μειώνονται ακόμη και κατά 50%) δεν είναι… δωρεάν, καθώς η διαφορά των εισφορών θα πρέπει να επιστραφεί.
Αναλυτικά οι κυριότερες αλλαγές για τους αυτοαπασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες που φέρνει το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο είναι:
1 Από 1.1.2017 το ποσοστό της ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης, που καταβάλλουν όλοι οι ασφαλισμένοι στον ΟΑΕΕ και το ΕΤΑΑ, ανέρχεται μηνιαίως σε ποσοστό 20%.
Ειδικά για τους ασφαλισμένους που κάνουν έναρξη επαγγέλματος και είναι εγγεγραμμένοι σε επιμελητήρια, το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης ανέρχεται μηνιαίως σε ποσοστό 14% για τα πρώτα δύο έτη από την πρώτη τους υπαγωγή στην ασφάλιση, σε ποσοστό 17% για τα επόμενα τρία και σε ποσοστό 20% για το διάστημα μετά το πέμπτο έτος της υπαγωγής τους στην ασφάλιση. Προσοχή, όμως, το συνολικό ποσό που υπολείπεται του ποσοστού 20% της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κατά τα πέντε πρώτα έτη ασφάλισης αποτελεί ασφαλιστική οφειλή.
Τα ποσοστά υπολογίζονται επί του μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την ασκούμενη δραστηριότητά τους κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος. Ως ετήσιο εισόδημα των προσώπων που είναι μέλη προσωπικών εταιρειών νοείται το πηλίκο της διαίρεσης του συνολικού μερίσματος της εταιρείας διά του ποσοστού συμμετοχής εκάστοτε μέλους σε αυτή. Σε περίπτωση ζημιών ή μηδενικού μερίσματος τα μέλη των προσωπικών εταιρειών καταβάλλουν την κατώτερη εισφορά (20% επί του κατώτατου μισθού).
2 Υποχρέωση εισφοράς έχουν πλέον και:
◆ Τα μέλη ή μέτοχοι οργανισμών, κοινοπραξιών ή κάθε μορφής εταιρειών, πλην των ανωνύμων και των ιδιωτικών κεφαλαιουχικών, των οποίων ο σκοπός συνιστά δραστηριότητα για την οποία τα ασκούντα αυτή πρόσωπα υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ.
◆ Τα μέλη του Δ.Σ. των Α.Ε. με αντικείμενο επιχειρήσεως επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα σε όλη την επικράτεια, εφόσον αυτά είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 3% τουλάχιστον.
◆ Οι μέτοχοι των Α.Ε. των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων επί κομίστρω με αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης, εφόσον είναι κάτοχοι ονομαστικών μετοχών.
◆ Οι διαχειριστές ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας που ορίστηκαν με το καταστατικό ή με απόφαση των εταίρων.
◆ Ο μοναδικός εταίρος μονοπρόσωπης ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας.
Από το περιεχόμενο του νόμου καθίσταται προφανές ότι δεν μπορεί να ξεφύγει εύκολα κανείς. Ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρείες, ατομικές, ακόμη και μονοπρόσωπες ΙΚΕ θα πρέπει να υπολογίζουν ότι από το καθαρό τους κέρδος θα αφαιρούν το 20% έως 38% μόνο για τις εισφορές. Μάλιστα η επιβάρυνση έχει ήδη αρχίσει να βαρύνει τον ασφαλισμένο.
Όπως προαναφέρθηκε, βάση υπολογισμού για τις εισφορές του 2017 θα είναι τα εισοδήματα του 2016. Άρα κάθε τιμολόγιο που εκδίδεται φέτος «κουβαλάει» πέρα από τον φόρο και τις νέες ασφαλιστικές εισφορές.
Εδώ έρχεται το δεύτερο χτύπημα, ειδικά για τους ελεύθερους επαγγελματίες που παρουσιάζουν κέρδη άνω των 30.000 ευρώ. Τα κέρδη του επαγγελματία δεν θα φορολογούνται πλέον αυτοτελώς με συντελεστές 26% και 33% όπως ίσχυε μέχρι το 2015. Θα μπαίνουν στην κλίμακα και θα φορολογούνται με συντελεστές από 22% έως 45%.
Από την άλλη, για τις ομόρρυθμες και τις ετερόρρυθμες εταιρείες (τις λεγόμενες προσωπικές), το φορολογικό καθεστώς έχει παραμείνει (προς το παρόν) αμετάβλητο, κάτι που σημαίνει ότι τα κέρδη θα φορολογούνται με συντελεστή 26% (για τα κέρδη μέχρι τα 50.000 ευρώ) και με 33% για τα κέρδη από 50.000 ευρώ και πάνω.
Όσο για τις ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες, τις ΕΠΕ και τις ανώνυμες εταιρείες, η αύξηση του συντελεστή από το 26% στο 29%, σε συνδυασμό με την αύξηση του φόρου στα μερίσματα από το 10% στο 15%, δημιουργεί έναν τελικό συντελεστή της τάξεως του 40%. Στην πραγματικότητα, όποια μορφή και αν διαλέξει ο μικρομεσαίος για να ασκήσει επιχειρηματική δραστηριότητα, θα είναι… χαμένος από χέρι.
Στην ατομική μπορεί ο φόρος να μοιάζει λιγότερος (τουλάχιστον για τα εισοδήματα μέχρι 32.000 ευρώ τον χρόνο ο πραγματικός συντελεστής δεν ξεπερνά το 25% έναντι 26% στις Ο.Ε. και στις Ε.Ε. και έναντι του 39,65% της Α.Ε. και της ΙΚΕ), ωστόσο ο επαγγελματίας έχει να λάβει υπόψη του και τις ασφαλιστικές εισφορές. Στις Ο.Ε. και τις Ε.Ε. το ίδιο (το μέρισμα μοιράζεται σε τόσα μερίδια όσοι και οι εταίροι, ενώ αν δεν επαρκεί τότε ενεργοποιείται η ελάχιστη εισφορά). Στις ΙΚΕ και στις Α.Ε., εισφορές πληρώνει βασικά ο διαχειριστής, αλλά ο φόρος είναι απαγορευτικός ακόμη και από το πρώτο ευρώ.
«Κόκκινα» και ληξιπρόθεσμα
Ακόμη και αν οι μικρομεσαίοι μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στο σκληρό πλαίσιο που περιγράψαμε προηγουμένως, τα προβλήματά τους δεν θα έχουν τελειώσει. Από την 1η Ιουλίου η ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία καθίσταται ακόμη σκληρότερη, καθώς οι τρέχουσες υποχρεώσεις στην εφορία θα πρέπει να πληρώνονται μέσα σε 15 ημέρες για να μην χαθούν τα ευεργετήματα της ρύθμισης.
Όσον αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, για τα επιχειρηματικά δεν φαίνεται να υπάρχει… σωτηρία, με εξαίρεση αυτά που έχουν δοθεί με εγγύηση την κύρια κατοικία (αρκεί η αντικειμενική της αξία να μην ξεπερνά τα 140.000 ευρώ, αλλά και πάλι η προστασία δεν θα ισχύει πέραν του τέλους του 2017). Από την επομένη της ψήφισης του νέου νομικού πλαισίου ο επαγγελματίας θα δει το «κόκκινο» δάνειό του να μεταφέρεται στα χέρια ενός κερδοσκοπικού fund, το οποίο θα ασκήσει τις δικές του πιέσεις για να εισπράξει όσο το δυνατόν περισσότερα.
Εκπρόσωποι των μικρομεσαίων προειδοποιούν ακόμη και δημοσίως ότι αυτό το πλαίσιο που διαμορφώνεται θα οδηγήσει είτε σε έκρηξη της φοροδιαφυγής είτε σε αναστολή λειτουργίας χιλιάδων επαγγελματιών. Ήδη ο ΟΑΕΕ, είτε μέσα από την εκκαθάριση του μητρώου του είτε από τις διαγραφές, βλέπει τον αριθμό των ασφαλισμένων να μειώνεται περίπου κατά 30.000 άτομα σε ετήσια βάση. Όσον αφορά τη φοροδιαφυγή, αρκεί να καταγραφούν τα βάρη που κουβαλάει μια απλή απόδειξη μιας ατομικής επιχείρησης, για παράδειγμα ενός… σουβλατζίδικου:
◆ 23% ΦΠΑ, που θα γίνει 24% πιθανότατα από την 1η Ιουλίου.
◆ 20% εισφορά για την κύρια ασφάλιση.
◆ 7% για ασφάλιση του κλάδου υγείας.
◆ Φόρο εισοδήματος από 22% έως 45%.
◆ Εισφορά αλληλεγγύης από 2,2% (εφόσον τα κέρδη του σουβλατζίδικου ξεπερνούν τα 12.000 ευρώ τον χρόνο) έως και 10%.
Δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι ο μικρομεσαίος ιδιοκτήτης του σουβλατζίδικου θα σκεφτεί ξανά και ξανά πριν πατήσει τα πλήκτρα της ταμειακής;
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο ισχυρίζονται ότι οι αλλαγές στην πολιτική του επιχειρείν λειτουργούν θετικά για τους επαγγελματίες με μικρά κέρδη κάτω των 10.000 – 15.000 ευρώ, καθώς οι εισφορές που θα προκύπτουν με τον νέο τρόπο υπολογισμού θα είναι μικρότερες από αυτές που ζητάει σήμερα ο ΟΑΕΕ.
Αντίστοιχα και ο φόρος θα είναι λιγότερος για ατομικές εταιρείες και ελεύθερους επαγγελματίες με εισόδημα έως 32.000 ευρώ, καθώς ο φόρος θα υπολογίζεται με συντελεστές 22% και 29% αντί για 26% που είναι σήμερα από το πρώτο ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και στα πολύ χαμηλά κλιμάκια εισοδήματος, ο συνολικός συντελεστής κρατήσεων (φόρος και εισφορές) θα ξεπερνά το 50%.
Είναι βιώσιμη μια επιχειρηματική δραστηριότητα των 10.000 ευρώ από τα οποία το κράτος ζητά τα 5.000 ή τα 5.500 ευρώ; Προφανώς ο επαγγελματίας αυτής της κατηγορίας θα αναζητήσει κάποια στιγμή τη «σιγουριά» της μισθωτής απασχόλησης και του «μήνας μπαίνει, μήνας βγαίνει». Αυτό είναι και το ζητούμενο για τους Ευρωπαίους. Μια αγορά εργασίας απολύτως ελεγχόμενη.