Απόψεις Κοινωνία

Γιώργος Ουρσουζίδης: Νομοσχέδιο Ασφαλιστικού – Φορολογικού. Οφειλόμενη ενέργεια στους έλληνες ασφαλισμένους

Το υπόψη νομοσχέδιο, αφορά σε οφειλόμενη ενέργεια απέναντι στους έλληνες ασφαλισμένους, εδώ και πολλά χρόνια.

          Επί σειρά δεκαετιών, την «τρύπα» του ασφαλιστικού την κάλυπταν από τον κρατικό προϋπολογισμό, επί της ουσίας με έμμεση αύξηση των εισφορών, τις οποίες χρέωναν στους ανυποψίαστους πολίτες. Και επειδή τα έσοδα από φορολογία ποτέ δεν ήταν επαρκή στα χρονικά των δημοσίων οικονομικών της χώρας, η «τρύπα» του ασφαλιστικού καλυπτόταν – όπως και οι λοιπές «τρύπες» του δημοσίου – με δανεικά που έτρεφαν επί δεκαετίες το Χρέος.

Το έγκλημα που διέπραξαν, όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών – επιδεικνύοντας πρωτοφανή λαϊκισμό – καλούμαστε σήμερα να αντιμετωπίσουμε.

Από την άλλη, προϋπόθεση για την επιθυμητή ισορροπία του συστήματος, είναι ο περιορισμός των δαπανών, που αφορούν στο λειτουργικό κόστος και στο ύψος των συντάξεων, ώστε να συρρικνωθούν τα ελλείμματα που προκύπτουν από την εκτεταμένη ανεργία, την αδυναμία καταβολής εισφορών και την ανυπαρξία αποθεματικών.

Η απολύτως αναγκαία αναδιάρθρωση του συνταξιοδοτικού συστήματος, που ποτέ δεν ήταν ορθολογικό και δίκαιο και είχε πάψει πολύ πριν από την κρίση να είναι οικονομικά βιώσιμο, επιβάλλεται να γίνει με τρόπο δίκαιο και αποτελεσματικό, ώστε να διασφαλίζει την χορήγηση της δικαιούμενης σύνταξης.

Επειδή λοιπόν το κράτος, δεν δύναται πλέον να βάλει τη διαφορά,  και δεν επιτρέπεται να δανειζόμαστε χρεώνοντας τις επόμενες γενιές, οι λειτουργικές δαπάνες πρέπει να περιοριστούν στο ελάχιστο και η συνταξιοδοτική δαπάνη που αφορά στις υψηλές συντάξεις πρέπει να μειωθεί.

Η ενδεδειγμένη λύση είναι ο εξορθολογισμός του ασφαλιστικού κόβοντας πολλαπλές, τις μη δικαιολογημένες βάσει των εισφορών και δόλιες συντάξεις. Ο προτεινόμενος ασφαλιστικός νόμος, προβλέπει μείωση στις πολλαπλές και στις υπερβολικά υψηλές, θέτοντας πλαφόν τις 3.000 € στις πολλαπλές και 2.000 € στις υψηλές – δεν είναι αρκετό – πρέπει να περιορισθούν οι δαπάνες, ώστε να περιορισθούν αντίστοιχα και οι προβλεπόμενες εισφορές σε ανεκτά επίπεδα.

       Αναντίρρητα, πρέπει να απαλλαγούμε από την απαράδεκτη, την εγκληματικά επικίνδυνη και λαϊκίστικη συμπεριφορά, όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, που με τις πολιτικές τους αποδόμησαν την κοινωνική  ασφάλιση, αναδιανέμοντας το μελλοντικό εισόδημα των επόμενων γενεών. 

       Κάτω από τις σημερινές συνθήκες τις οικονομίας, με την ανεργία  στο 25% την μερική απασχόληση στο 63%,  την  αδήλωτη εργασία να ξεπερνά το 20%, κανένας Έλληνας δεν πιστεύει, ότι μπορεί να γίνουν θαύματα. Είναι βέβαιο όμως, ότι κάτι πρέπει να αλλάξει, ζητούμενο είναι:

Ένα βιώσιμο και προσιτό ασφαλιστικό σύστημα, που να μπορεί να το «σηκώσει» η οικονομία.

      Ένα ασφαλιστικό που να διασφαλίζει μακροπρόθεσμα τις συντάξεις σε ένα ανεκτό επίπεδο για τους πολίτες.

       Η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος εξαρτάται άμεσα από τις εισφορές, άρα από τη δυνατότητα του ιδιωτικού τομέα να παράγει θέσεις εργασίας και των αυτοαπασχολούμενων να ανταποκριθούν στις απαιτούμενες εισφορές. Συνεπώς έχουμε ανάγκη από ένα ασφαλιστικό σύστημα, προσιτό στην κοινωνία που παράγει.

        Παρακάτω θα εξηγήσω τα επίμαχα άρθρα που αφορούν, στις αλλαγές στη  φορολογία και στο ασφαλιστικό.

▲      Άρθρο 114  Ρυθμίσεις φορολογίας εισοδήματος

Η παράγραφος 1 του άρθρου 15 του ν.4172/2013 (Α’ 167) αντικαθίσταται ως εξής:  «1. Το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις υποβάλλεται σε φόρο, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα

Εισόδημα (Μισθοί, Συντάξεις, Επιχ. Δραστηριότητα) Φορ. Συντελεστής
0 – 20.000 22%
20.001 – 30.000 29%
30.001 – 40.000 37%
40.001 – 45%
Φορολογητέο εισόδημα (Ευρώ) Φορολογικός συντελεστής (%)
≤ 25.000  22%
25.000,01 έως και 42.000 32%
> 42.000 42%

* Παρατήρηση: Με το νέο νόμο, έχουμε την ίδια κατάσταση περίπου στα μικρά, μικρή ελάφρυνση στα μεσαία εισοδήματα και επιβάρυνση στα μεγαλύτερα.

Το άρθρο 16 του ν.4172/2013 (Α’ 167) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

  1. 1. Ο φόρος που προκύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 μειώνεται κατά το ποσό των δύο χιλιάδων (000) ευρώ, όταν το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις δεν υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Εάν το ποσό του φόρου είναι μικρότερο των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ, το ποσό της μείωσης περιορίζεται στο ποσό του αναλογούντος φόρου.

Παρατήρηση: Δηλαδή στην περίπτωση αυτή, δεν πληρώνεται καθόλου φόρος, ( φυσικά δεν πιστώνεται για την επόμενη χρονιά).

 

  1. Για φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις το οποίο υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, το ποσό της μείωσης μειώνεται κατά δέκα (10) ευρώ ανά χίλια (1.000) ευρώ του φορολογητέου εισοδήματος από μισθούς και συντάξεις.

Παρατήρηση: Σύμφωνα με το ν.4172/2013, το ποσό της μείωσης μειώνονταν κατά εκατό (100) ευρώ ανά χίλια (1.000) ευρώ του φορολογητέου εισοδήματος από μισθούς και συντάξεις  – σημαντική διαφορά.

  1. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του ν. 4172/2013 αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά, για τους ασκούντες ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, στον προσδιορισμό του κέρδους περιλαμβάνονται οι άμεσες ενισχύσεις του πρώτου πυλώνα της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής, με εξαίρεση τις πράσινες και τις συνδεδεμένες, καθώς και οι επιδοτήσεις που υπερβαίνουν τα δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ, οι δε αγροτικές αποζημιώσεις, στο σύνολό τους, δεν συνυπολογίζονται.».

Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται για τα εισοδήματα που αποκτώνται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1η Ιανουαρίου 2016 και μετά.

Παρατήρηση: Διαψεύδονται, ακόμη μία φορά οι «Κασσάνδρες» που υποστήριζαν το αντίθετο, ακριβώς επειδή είχαν συμφωνήσει επί των ημερών τους στη φορολόγηση  επιδοτήσεων και αποζημιώσεων από το πρώτο ευρώ.

  1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 29 του ν.4172/2013 (Α’ 167) αντικαθίσταται ως εξής: «Τα κέρδη από ατομική αγροτική επιχείρηση φορολογούνται αυτοτελώς με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 15.»Ο φόρος που προκύπτει για το εισόδημα από ατομική αγροτική επιχείρηση μειώνεται κατά το ποσό που προβλέπεται στο άρθρο 16.

Στην περίπτωση που αποκτάται εισόδημα από μισθούς και συντάξεις μαζί με εισόδημα ατομικής αγροτικής επιχείρησης, η μείωση φόρου υπολογίζεται μία φορά για το σύνολο των εισοδημάτων. Στην περίπτωση που αποκτάται εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις ή και από ατομική αγροτική επιχείρηση μαζί με εισόδημα από λοιπές κατηγορίες, η μείωση του φόρου θα είναι αυτή που αναλογεί μόνο στο μέρος του εισοδήματος που προέρχεται αποκλειστικά από μισθωτή εργασία και συντάξεις ή και από ατομική αγροτική επιχείρηση

*  Παρατήρηση: Η μείωση του φόρου που προβλέπεται στο άρθρο 16 του ν.4172/2013, αφορούσε μόνο σε μισθωτούς και συνταξιούχους (αφορολόγητο),  με το νέο προς ψήφιση νόμο, θα ισχύει και για την ατομική αγροτική επιχείρηση το αφορολόγητο όριο των 9.100 €.

  1. Οι παράγραφοι 1 και 4 του άρθρου 40 του ν.4172/2013 (Α’ 167) αντικαθίστανται ως εξής: « 1. Τα μερίσματα φορολογούνται με συντελεστή δέκα πέντε τοις εκατό (15%). 4.Το εισόδημα από ακίνητη περιουσία φορολογείται αυτοτελώς σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:
Εισόδημα από ακίνητη περιουσία (ευρώ) Συντελεστής %
0-12.000 15%
12.001 – 35.000 35%
35.001- 45%

Παρατήρηση: Αύξηση των συντελεστών φορολόγησης, για τα εισοδήματα από ακίνητη περιουσία κατά 3% μεσοσταθμικά.

8. Προστίθεται νέο άρθρο μετά το άρθρο 43 του ΚΦΕ, ως εξής:

«Άρθρο 43 Α

Επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στα φυσικά πρόσωπα

  1. 1. Επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης στα εισοδήματα άνω των δώδεκα χιλιάδων (000) ευρώ των φυσικών προσώπων ή σχολάζουσας κληρονομιάς….3. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα της προηγούμενης παραγράφου, υπολογίζεται με την ακόλουθη κλίμακα:
 Εισόδημα Εισφ. Αλληλεγγύης
0 – 12.000 0%
12.001 – 20.000 2,2%
20.001 – 30.000 5,00%
30.001 – 40.000 6,50%
40.001 – 65.000 7,50%
65.001 – 220.000 9,00%
       >220.000 10,00%

Άρθρο 40

Άρθρο 40 Εισφορές ασφαλισμένων στον ΟΓΑ

 

  1. Οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΓΑ, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, ασφαλίζονταν ως αυτοπασχολούμενοι στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ, καταβάλλουν από 1.1.2017, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, ασφαλιστική εισφορά στον κλάδο κύριας σύνταξης επί του εισοδήματός τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

Στην περίπτωση οικογενειακής αγροτικής εκμετάλλευσης στην οποία απασχολείται ο/η σύζυγος και τα ενήλικα τέκνα ως φορολογητέο εισόδημα καθενός από αυτούς, λαμβάνεται το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 2 περίπτωση β του παρόντος άρθρου, εκτός αν το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα είναι ανώτερο από το γινόμενο των μελών της εκμετάλλευσης επί της ελάχιστης βάσης υπολογισμού της εισφοράς αναγόμενη σε ετήσια βάση. Σε αυτή την περίπτωση η εισφορά ισούται για όλα τα μέλη της εκμετάλλευσης με το πηλίκο της διαίρεσης του εισοδήματος προς τον αριθμό των μελών.

  1. Το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τους ασφαλισμένους της παραγράφου 1 και τους μελλοντικούς ασφαλισμένους της ίδιας κατηγορίας κατ’ επάγγελμα αγρότες, ορίζεται από την 1.1.2022 σε ποσοστό 20%, αυξανόμενο σταδιακά από την 1.7.2015 έως την 1.1.2022 ως εξής:

α. από 1.7.2015 έως 31.12.2016 το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης αυξάνεται κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες και διαμορφώνεται σε ποσοστό 10%, επί των υφισταμένων κατά την δημοσίευση του νόμου ασφαλιστικών κατηγοριών.

β. Από 1.1.2017 και εφεξής οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος, αναγόμενο σε μηνιαία βάση, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1.

Το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα ορίζεται ως το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

Το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το ποσό της παραγράφου 2 του άρθρου 38.

γ. Από 1.1.2017 και έως 31.12.2017 το ποσοστό των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών επί του φορολογητέου εισοδήματος διαμορφώνεται σε 14%.

δ. Για το διάστημα από 1.1.2018 και έως 31.12.2018 το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς διαμορφώνεται σε ποσοστό 16%, από 1.1.2019 και έως 31.12.2019 αυξάνεται σε ποσοστό 18%, από 1.1.2020 και έως 31.12.2020 διαμορφώνεται σε ποσοστό 19%, από 1.1.2021 και έως 31.12.2021 διαμορφώνεται σε ποσοστό 19.5% και από 1.1.2022 και εντεύθεν διαμορφώνεται στο τελικό ποσοστό 20%.

  1. Οι κατά κύριο επάγγελμα, τουλάχιστον για μία πενταετία, αγρότες, όπως ορίζονται από το Μητρώο Αγροτών, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται σε επιδοτούμενα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης νέων γεωργών, που εγκαθιστούν φωτοβολταϊκά συστήματα συνολικής ισχύος μέχρι 100kW υπάγονται στις ρυθμίσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού, αναλογικά εφαρμοζόμενων.

5. Οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι έως την έναρξη ισχύος του παρόντος υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΓΑ ως μισθωτοί – ανειδίκευτοι εργάτες, μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών, καταβάλλουν, από 1.1.2017, μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ως μισθωτοί, εφαρμοζομένων αναλόγως των σχετικών διατάξεων για τους ασφαλισμένους μισθωτούς που προέρχονται από το ΙΚΑ – ΕΤΑΜ. Το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς εργοδότη-ασφαλισμένου για την κατηγορία αυτή των ασφαλισμένων διαμορφώνεται ισόποσα και σταδιακά από 1.1.2017 και έως 31.12.2019 ώστε από την 1.1.2020 να έχει διαμορφωθεί στο ύψος του άρθρου 38 του παρόντος.

6. Οι απασχολούμενοι στην αγροτική οικονομία πρώην ασφαλισμένοι στον ΟΓΑ, που έχουν ενταχθεί στα επενδυτικά προγράμματα για την αγροτική ανάπτυξη, όπως αυτά του αγροτουρισμού και την αγροβιοτεχνίας, στο πλαίσιο των σχετικών Κανονισμών της Ε.Ε. και χρηματοδοτούνται για το σκοπό αυτόν, υπάγονται στις ρυθμίσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού, αναλογικά εφαρμοζόμενων.

7. Οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες − αγρότισσες που είναι παράλληλα και μέλη Αγροτικών Συνεταιρισμών, όπως και οι αγρεργάτες που απασχολούνται σε παραγωγούς αγροτικών προϊόντων και ως λιανοπωλητές σε λαϊκές αγορές υπάγονται στις ρυθμίσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού, αναλογικά εφαρμοζόμενων.

8. Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν έως την έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου, υπάγονταν ή θα υπάγονται στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ και οι οποίοι απασχολούνται εποχικά για χρονικό διάστημα μέχρι 150 ημέρες ετησίως σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, οι οποίες μεταποιούν, τυποποιούν και διακινούν προϊόντα εδάφους, κτηνοτροφίας, αλιείας, δασοπονίας, θηραματοπονίας και κάθε είδους εκτροφών, συνεχίζουν να ασφαλίζονται ως αυτοτελώς απασχολούμενοι αγρότες, εξαιρούμενοι της ασφάλισης ως μισθωτοί για την απασχόλησή τους αυτή. Το συνολικό χρονικό διάστημα των 150 ημερών μπορεί να κατανεμηθεί κατά τη διάρκεια του έτους σύμφωνα με τις ανάγκες τις επιχείρησης ή εκμετάλλευσης. Οι ασφαλισμένοι αυτοί υπάγονται στις ρυθμίσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού, αναλογικά εφαρμοζόμενων.

12. Για τον προσδιορισμό του ασφαλιστέου εισοδήματος και άλλες λεπτομέρειες εφαρμογής του άρθρου αυτού εκδίδεται κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Παρατήρηση: παρατείνεται για πέντε χρόνια, αντί για τρία – που αρχικά προβλέπονταν – η περίοδος προσαρμογής των ασφαλιστικών εισφορών, με ποσοστό 70% αντί 80% του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών και με κλιμακωτούς συντελεστές μέχρι το 2022.

 Άρθρο 42

Άρθρο 42 – Ειδικό παράβολο ασφαλιστικής κάλυψης αγρεργατών

  1. α. Για τους απασχολούμενους ως εργάτες γης σε εργασίες κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 27 του ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α`) εκδίδεται ειδικό παράβολο αγοράς ασφαλιστικών εισφορών αγρεργατών, στο εξής παράβολο, στο οποίο περιλαμβάνεται το ποσό της εισφοράς υπέρ του ΕΦΚΑ. Τα παράβολα διατίθενται στον εργοδότη από τα κατά τόπους Υποκαταστήματα του ΕΦΚΑ, από τις συνεργαζόμενες με τον ΕΦΚΑ τράπεζες και υποκαταστήματα αυτών, από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία και από οποιονδήποτε άλλον φορέα ή δίκτυο έπειτα από απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με καταβολή του οικείου ποσού της ασφαλιστικής εισφοράς.

β. Οι Τράπεζες και λοιποί φορείς αποδίδουν ανά μήνα στον ΕΦΚΑ τα ποσά που εισέπραξαν από την διάθεση του παραβόλου.

γ. Ο Ε.Φ.Κ.Α. στέλνει ετήσια συγκεντρωτική κατάσταση στον εργοδότη, η οποία χρησιμοποιείται για την απόδειξη της σχετικής δαπάνης, μέχρι του ορίου που θα οριστεί με την απόφαση του εδαφίου β της παραγράφου 2.

β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την προσμέτρηση των δαπανών που προκύπτουν από το παράβολο στα έξοδα των αγροτών, για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος τους, και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Παρατήρηση: επιτέλους παύει ο στρουθοκαμηλισμός, απέναντι σε ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα, που αντιμετώπιζαν οι αγρότες και όχι μόνο. Ο έλεγχος της μαύρης εργασίας και της βάναυσης εκμετάλλευσης του ανθρώπινου μόχθου, πλέον περνά στην εποπτεία του κράτους – το κράτος αποκτά πρόσβαση στο έλεγχο.

           Τέλος, με το αφορολόγητο όριο των 9.100 €, δίνεται οριστική λύση στο άδικο και σοβαρό πρόβλημα της τεκμαρτής φορολόγησης, στην περίπτωση που υπάρχει μειωμένο εισόδημα ή  καθόλου εισόδημα, υπό την έννοια της «κακής χρονιάς», πράγμα όχι και τόσο σπάνιο στους αγρότες.

Η χρησιμοποίηση τεκμηρίων διαβίωσης για τον υπολογισμό του φορολογητέου αγροτικού εισοδήματος παραγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες της φύσης του επαγγέλματος αυτού. Είναι γνωστό ότι το εισόδημα των αγροτών είναι ευμετάβλητο και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από παράγοντες ανεξάρτητους από αυτούς, (κλιματικοί, ύπαρξη εχθρών και ασθενειών, παρενιαυτοφορία, διακύμανση τιμής αγορών, κλπ)

Η φορολόγηση με τεκμήρια διαβίωσης, οδηγεί σε υπερβολική και άδικη φορολόγηση, αλλά κυρίως στην πραγματική αδυναμία ανταπόκρισης των πολιτών, για όλους τους πολίτες, που αδυνατούν να δηλώσουν εισόδημα που να δικαιολογεί τη διαβίωσή τους, θα έπρεπε να ισχύσει  το ελάχιστο αφορολόγητο εισόδημα.

Μια τέτοια προοπτική είναι και δίκαιη, είναι και ωφέλιμη, αφού θα προκύψουν πραγματικά έσοδα και όχι λογιστικά.

 Από τη διαφορά τεκμαρτού εισοδήματος και αφορολογήτου ορίου,  προφανώς θα προκύψει ένα εύλογο φορολογητέο ποσό, στο οποίο άμεσα θα μπορέσει να ανταποκριθεί η πλειοψηφία των αγροτών και όχι μόνο, προσφέροντας πραγματικά έσοδα στο σύστημα.

 Αθήνα 26/4/2016

 Ουρσουζίδης Ν. Γιώργος

 Βουλευτής Ημαθίας του ΣΥΡΙΖΑ

Υ.Γ.  1.  Ας θυμηθούνε οι αγρότες πια ήταν τα αιτήματα τους και τι έγινε αποδεκτό από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έγιναν σχεδόν όλα αποδεκτά.

  1. Στο υπολογισμό του «φορολογητέου» εισοδήματος, αφαιρείται το ποσό που αντιστοιχεί στο αφορολόγητο όριο των 9.100€, (ελπίζω να μείνει σε αυτό το ύψος), έτσι μειώνεται σημαντικά – εκτός του φόρου εισοδήματος – και το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών.
  2.    Η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, είχε ήδη συμφωνήσει στη φορολόγηση των κοινοτικών ενισχύσεων και αποζημιώσεων (άμεσες ενισχύσεις, εξισωτικές αποζημιώσεις, ποιοτικά πριμ κ.ά) και φυσικά χωρίς αφορολόγητο όριο. Σήμερα όλα αυτά έγιναν πραγματικότητα, χωρίς διαπραγμάτευση,…που να διαπραγματευόμασταν κιόλας!
banner-article

Ροη ειδήσεων