Τα ιστιοφόρα δεν μπορούν να ταξιδέψουν κατευθείαν για τον προορισμό τους καθώς καθοδηγούνται από τον άνεμο γυρνώντας κάθε φορά τα πανιά τους, ξέρουν όμως πού πηγαίνουν, έχουν ρώτα και πυξίδα και δεν χάνουν τον Βορά. Οι άνεμοι μπορεί να δυσκολεύουν την πορεία τους μα εκείνα άξια προσαρμόζονται στις συνθήκες έχοντας πάντα σταθερό τον προορισμό τους, είτε αυτός είναι το λιμάνι, είτε η ανοικτή θάλασσα.
Ο άνεμος μπορεί να φουσκώνει δημιουργικά τα ιστία, μα περιστρέφει μάταια την ανεμοδούρα. Το ίδιο και οι άνθρωποι: στις ίδιες οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές συγκυρίες και συνθήκες αντιδρούμε διαφορετικά, και όπως σε κάθε περίπτωση, οι αντιδράσεις αυτές είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τον χαρακτήρα, την προσωπικότητα, το ήθος, και τη γενικότερη Παιδεία του καθενός. Σε αντιδιαστολή με τους ανθρώπους «διαμάντια» που παραμένουν πιστοί στον εαυτό τους σεβόμενοι και συγχωρώντας την ατελή ανθρώπινη φύση τους, οι άνθρωποι « ανεμοδούρες» δεν χαίρουν σεβασμού μιας και πίσω από τις κινήσεις τους κρύβεται ένα μικρό εγωιστικό όφελος. Το πλεονέκτημά τους βέβαια, είναι ότι βασίζουν τη συμπεριφορά τους στην ανθρώπινη ματαιοδοξία, πράγμα που τους επιτρέπει να μην γίνονται άμεσα αντιληπτοί. Ίσως πάλι, ένα μέρος αυτής της συμπεριφοράς να ικανοποιεί τη δική τους ματαιοδοξία, την ανάγκη να χαίρουν προσοχής, και να ανήκουν σε προστατευμένη ομάδα. Όμως, αν και έχοντας ισχυρό το ένστικτο της αγέλης, αδυνατούν να παραμείνουν πιστοί σε έναν επικεφαλής, καθώς αναζητούν εκείνον που θα δείχνει ισχυρότερος για να ενστερνιστούν προσωρινά τις απόψεις του μέχρι να αλλάξουν πάλι γνώμη. Αλλάζοντας τόσες γνώμες όσες και συνομιλητές, στο τέλος αδυνατούν να εκφράσουν τη δική τους επειδή δεν την γνωρίζουν και επειδή διατρέχουν τον ορατό κίνδυνο να δυσαρεστήσουν κάποιους.
Δυστυχώς οι άνθρωποι «ανεμοδούρες» πληθαίνουν, όσο αυξάνει το αίσθημα έλλειψης αξιοκρατίας και γεννάτε η λανθασμένη εντύπωση ότι με την υποκρισία υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα επιτυχίας απ’ ότι με την τίμια προσπάθεια.
Ασφαλώς, θα ήταν σφάλμα να υποστηρίξει κανείς ότι κάθε αλλαγή άποψης αποτελεί όνειδος και ότι είναι δείγμα αδυναμίας χαρακτήρα. Κάθε άλλο μάλιστα, απαιτεί ωριμότητα και επίγνωση για να αλλάξεις μια θέση που τελικά αποδεικνύεται λανθασμένη. Σε μια κοινωνία της πληροφορίας, και με μεγάλη μου λύπη, όχι της γνώσης, σαν αυτή που ζούμε θα ήταν παράλογο να μην αξιολογούμε και να μην αξιοποιούμε τα δεδομένα που καταφθάνουν σε εμάς. Μόνο ο φανατικός δεν αλλάζει άποψη ούτε και θέμα, παραμένοντας σταθερά στην πρότερη εικόνα που είχε, ακόμα και όταν αποδεικνύεται λανθασμένη.
Θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε «κόλακα» ή «αναποφάσιστο», μπορεί να είναι ο χαρακτήρας αυτός και σημάδι των καιρών, σαν αναπόσπαστο κομμάτι αυτού που ονομάζεται κρίση αξιών η οποία έρχεται να βαθύνει την δυσκολία της οικονομικής κρίσης μιας και πλήττει τις ανθρώπινες σχέσεις. Από την άλλη όμως, η οικονομική κρίση, δεν έπρεπε να εντείνει την αλληλεγγύη; Τα χρήματα, λαμβάνουν την αξία που τους προσδίδουμε εμείς, γι’ αυτό, πιστεύω ότι λερώνουν τους ανθρώπους, όχι για όσα αντικείμενα τους επιτρέπουν να αγοράσουν, μα για όσα αγαθά τους επιτρέπουν να πιστεύουν ότι μπορούν να εξαγοράσουν.
o tempora o mores
Η Τζωρτζίνα Αθανασίου είναι διδάκτωρ Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης
(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της Νάουσας “Μακεδονικά Νέα”.)