Άρθρα Κοινωνία Οικονομία Πολιτική

“Νέα βάρη στους δανειολήπτες από τις αυξήσεις επιτοκίων” / γράφει η Αντριάνα Βασιλά

Πέρα όμως από τους οικονομικά ευάλωτους δανειολήπτες, πιέζονται πλέον και οι υπόλοιποι, αφού, εκτός από τις δόσεις δανείων που θα συνεχίσουν να αυξάνονται, θα έχουν να αντιμετωπίσουν και τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων λόγω του υψηλού πληθωρισμού, με αποτέλεσμα να γεννιέται μια ακόμη γενιά νέων «κόκκινων» δανείων
Αντριάνα Βασιλά

Σε θηλιά για εκατοντάδες χιλιάδες δανειολήπτες και οφειλέτες εξελίσσεται εδώ και περίπου έναν χρόνο το ράλι της αύξησης των επιτοκίων! Πρόκειται για την έκτη κατά σειρά αύξηση από τον Ιούλιο του 2022 που ξεκίνησε η ανοδική πορεία των επιτοκίων.

Στο περιβάλλον αυτό, νοικοκυριά κι επιχειρήσεις βλέπουν ένα ακόμη βάρος να πέφτει στον ήδη επιβαρυμένο από τον πληθωρισμό προϋπολογισμό τους μετά τους φουσκωμένους λογαριασμούς ενέργειας, την ακρίβεια σε βασικά αγαθά, τις αυξήσεις σε ενοίκια και κόστος στέγασης. Το κόστος δανεισμού έχει αυξηθεί τραγικά μετά το καλοκαίρι, εκτοξεύοντας τα έξοδα εξυπηρέτησης ενός στεγαστικού, επιχειρηματικού ή άλλου δανείου.

Η πίεση, ειδικά για τους ευάλωτους δανειολήπτες, κινητοποίησε το υπουργείο Οικονομικών από τον περασμένο Νοέμβριο. Ύστερα από παρέμβαση του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα προς τις τράπεζες, επιτεύχθηκαν ευνοϊκές ρυθμίσεις για 30.000 οικονομικά ευάλωτους ενήμερους δανειολήπτες με στεγαστικά δάνεια σε κυμαινόμενο επιτόκιο. Η ρύθμιση έγινε από πλευράς των τραπεζών, με τη διευκρίνιση όμως από την ΤτΕ και τον SSM ότι οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση θα επιδεινώσει την πορεία μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Τράπεζα της Ελλάδος: Μέρος των «πράσινων» δανείων θα «σκάσει» εντός διετίας

Μάλιστα για το θέμα αυτό ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης δηλώνει ότι περίπου 100.000 «κόκκινα» δάνεια έχουν «πρασινίσει» και ότι δεν θα υπάρξουν μαζικές απώλειες πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς. Στην πράξη, όμως, ενώ το YΠOIK ζήτησε από τις τράπεζες να στηρίξουν τους δανειολήπτες που έχουν ενεχυριάσει τα ακίνητά τους, επιδοτώντας τη μηνιαία δόση αποπληρωμής του δανείου τους, εκείνες αρνούνται καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απαγορεύει ρητά την επιδότηση των τόκων των δανείων.

Έτσι, πέρα από την προστασία μιας πολύ μικρής ομάδας ευάλωτων δανειοληπτών, που μπορούν να ζητήσουν και να πετύχουν την επιδότηση τόκων για ένα δωδεκάμηνο, η συντριπτική πλειονότητα είναι εκτεθειμένη σε αυξήσεις μηνιαίων δόσεων των δανείων τους που ήδη από αυτόν τον μήνα (Μάρτιος) θα ξεπεράσουν ακόμα και το 30% και πάει λέγοντας – και κλαίγοντας…

Νέα έκρηξη μη εξυπηρετούμενων

Για το θέμα αυτό ο Σκυλακάκης επισημαίνει ότι υπάρχει μια κατηγορία δανείων υψηλού κινδύνου που ενδέχεται να «κοκκινίσουν» εντός του 2023.

Αυτά είναι τα ρυθμισμένα δάνεια, τα δάνεια δηλαδή που για ένα διάστημα οι δανειολήπτες τους αδυνατούσαν να τα εξυπηρετήσουν και προχώρησαν σε ρύθμιση. Αυτά αντιπροσωπεύουν το 6,7% του συνόλου των δανείων ή ποσό 9,32 δισ. ευρώ και περιλαμβάνουν 1,3 εκατ. δάνεια, εκ των οποίων 800.000 εξυπηρετούνται κανονικά και 500.000 βρίσκονται σε καθυστέρηση από έναν έως τρεις μήνες.

Ωστόσο η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδος έχει υποστηρίξει με επιμονή ότι μέρος αυτών των δανείων θα «σκάσει» εντός των δύο επόμενων ετών (2023-2024):

Πρώτον, επειδή ο υψηλός πληθωρισμός, ιδίως στην ενέργεια και στα τρόφιμα, συμπιέζει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, συνακόλουθα και τους τζίρους των μικρών επιχειρήσεων.

Δεύτερον, επειδή η αύξηση των επιτοκίων από την EKT επιφέρει αυξήσεις (έως και 7% τελικά) των επιτοκίων για όλες τις κατηγορίες δανείων και κατά συνέπεια σοβαρές αυξήσεις της μηνιαίας δόσης.

Μόνιμο φαινόμενο

Πέρα όμως από τους οικονομικά ευάλωτους δανειολήπτες, πιέζονται πλέον και οι υπόλοιποι, αφού, εκτός από τις δόσεις δανείων που θα συνεχίσουν να αυξάνονται, θα έχουν να αντιμετωπίσουν και τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων λόγω του υψηλού πληθωρισμού, με αποτέλεσμα να γεννιέται μια ακόμη γενιά νέων «κόκκινων» δανείων. Για τους λόγους αυτούς δεν είναι λίγοι αυτοί που ανησυχούν ότι τα «κόκκινα» δάνεια θα γίνουν μόνιμο φαινόμενο.

Θυμίζουμε ότι εδώ και περίπου έναν χρόνο που η ΕΚΤ άνοιξε τη σχετική κερκόπορτα για αύξηση των επιτοκίων στα νοικοκυριά, η μεγάλη πλειονότητα των δανείων είναι κυμαινόμενου επιτοκίου συνδεδεμένου με το euribor. Έτσι κάθε μεταβολή του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ περνάει αμέσως στα δάνεια.

Σημειώνεται ότι μικρό μόνο μέρος των στεγαστικών δανείων, περίπου το 10%, είναι σταθερού επιτοκίου και απρόσβλητα από τις διακυμάνσεις του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ. Αντίθετα το 90% των στεγαστικών δανείων είναι κυμαινόμενου επιτοκίου και ήδη οι δανειολήπτες έχουν υποστεί έξι αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ.

Μείωση της αγοραστικής δύναμης λόγω του υψηλού πληθωρισμού

Η αύξηση στη μηνιαία δόση προσεγγίζει το 30%, επιβαρύνοντας δραστικά τον οικογενειακό προγραμματισμό και μάλιστα σε μια συγκυρία που η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός ασκούν μεγάλες πιέσεις. Ακριβώς γι’ αυτό οι τράπεζες ανησυχούν ιδιαίτερα για τα νοικοκυριά και τον κίνδυνο δημιουργίας μιας νέας γενιάς μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Διαρκής επιδείνωση

Η αύξηση του κόστους του χρήματος και η αύξηση του ποσού των μηνιαίων δόσεων που έχουν κληθεί να καταβάλλουν οι δανειολήπτες προκαλούν πλέον ασφυξία σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, δεδομένων μάλιστα των μεγάλων πιέσεων που δημιουργούν η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός.

Άλλωστε τα αυξημένα ποσοστά καθυστερημένων τραπεζικών υποχρεώσεων για στεγαστικά δάνεια που καταγράφονται για το 2022 σε σχέση με το 2021 σχετίζονται ευθέως με τη σημαντική αύξηση που έχει υπάρξει στα επιτόκια δανεισμού εξαιτίας της απότομης και σημαντικής αύξησης των επιτοκίων από την EKT.

Κάθε μήνα και χειρότερα

Όπως καταγράφει και η πρόσφατη έρευνα του IME/ΓΣEBEE, η κατάσταση διαρκώς επιδεινώνεται. Το 7,9% των νοικοκυριών έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες για καταναλωτικά, επιχειρηματικά δάνεια ή/και κάρτες, ενώ το 8,7% των νοικοκυριών δηλώνει πως δεν θα καταφέρει να ανταποκριθεί στις προαναφερόμενες τραπεζικές υποχρεώσεις το 2023.

Σε ό,τι αφορά τα στεγαστικά δάνεια, από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητο σπίτι το 21,3% έχει ενεργό στεγαστικό δάνειο, με το 18,7% αυτών να καταβάλλει τις δόσεις του δανείου συχνά με κάποια καθυστέρηση, ενώ το 8,5% (6% το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του 2021) έχει καθυστερημένες οφειλές για πάνω από τρεις μήνες.

Ένα στα πέντε νοικοκυριά με στεγαστικό δάνειο δηλώνει πως δεν θα μπορέσει (8,6%) ή μάλλον δεν θα μπορέσει (12,9%) να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις. Ενώ το 14,4% (11,3% το αντίστοιχο ποσοστό το 2021) των νοικοκυριών εκφράζει τον φόβο απώλειας του ακινήτου λόγω αδυναμίας πληρωμής των υποχρεώσεων προς τις τράπεζες (ή το Δημόσιο).

Την ίδια ώρα οι αυξήσεις επιτοκίων αποτελούν τον βασικό παράγοντα που έχει εκτινάξει το καθαρό επιτοκιακό κέρδος των τραπεζών. Άλλωστε το υψηλότερο επιτοκιακό κέρδος, με παράλληλη μεταβίβαση μικρού μόνο μέρους αυτού του κέρδους στους καταθέτες, λειτουργεί ως δέλεαρ για τους επενδυτές, επισημαίνουν οι αναλυτές παγκοσμίως.

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες κρατούν το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του κέρδους που καταγράφουν από την αύξηση επιτοκίων για τον εαυτό τους, σημειώνοντας κέρδη που αποτελούν ρεκόρ δεκαετιών. Οι καταθέτες, αντιθέτως, επωφελούνται αισθητά λιγότερο. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει το Bloomberg, επικαλούμενο τη γενική οικονομική διευθύντρια της γερμανικής τράπεζας Commerzbank.

Μηδενικά επιτόκια καταθέσεων

Αντιδράσεις στα ελληνικά νοικοκυριά προκαλούν τα σχεδόν μηδενικά επιτόκια καταθέσεων. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τον Οκτώβριο το μέσο επιτόκιο για υφιστάμενες καταθέσεις παρέμεινε στο 0,04%, ενώ το μέσο επιτόκιο για υφιστάμενα δάνεια αυξήθηκε στο 4,27%.

Μετά την τελευταία αύξηση το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων από τις τράπεζες διαμορφώνεται στο 2,5% και το βασικό επιτόκιο για πράξεις κύριας αναχρηματοδότησης φθάνει πλέον στο 3%, τα οποία είναι τα υψηλότερα από τον Νοέμβριο του 2008.

Για το θέμα της κερδοφορίας άλλωστε των τραπεζών τοποθετήθηκε και ο Σταϊκούρας, ο οποίος τόνισε ότι τα «κόκκινα» δάνεια συρρικνώθηκαν, οι καταθέσεις είναι αυξημένες κατά 50 δισ. ευρώ την τελευταία τετραετία, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών είναι στο 17,5% και οι τράπεζες έχουν ενισχυμένη κερδοφορία.

Πρόσθεσε ακόμα ότι οι συγκεκριμένοι λόγοι «μπορούν να κάνουν τους Έλληνες να νιώθουν ασφαλείς απέναντι στις αναταράξεις της κρίσης. Αυτές μπορεί να φτάσουν και στην Ελλάδα». Επισήμανε δε ότι μπορεί οι ελληνικές τράπεζες, όπως και η ελληνική οικονομία, να είναι εκτεθειμένες σε οποιαδήποτε εξωγενή κρίση, «καθώς δεν είμαστε στο απυρόβλητο», αλλά «έχουμε αποκτήσει αντισώματα ως ελληνική οικονομία».

Ο εφιάλτης λέγεται Λαγκάρντ

Οι δηλώσεις αυτές μάλλον προκαλούν ανησυχία, αφού η κυβέρνηση δεν φαίνεται να έχει καταλάβει τις θυσίες που έχει κάνει η κοινωνία όλα αυτά τα χρόνια για να παραμείνει όρθια και ότι ίσως ακόμη και με ελάχιστη πίεση να καταρρεύσει… Και όταν κάποιος ακούει ότι η Ευρώπη έχει σκοπό να στείλει ακόμη πιο ψηλά τα επιτόκια, τότε μάλλον κάποιοι πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τις δηλώσεις τους.

Θυμίζουμε ότι η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ έχει δηλώσει ευθέως: «Δεν έχουμε τελειώσει ακόμη με τις αυξήσεις επιτοκίων. Έχουμε ακόμη δρόμο να διανύσουμε». Πρόκειται για προαναγγελία ότι αυτές (οι αυξήσεις) θα συνεχιστούν και μετά την άνοιξη και ίσως και σε ολόκληρο το 2023, αν ο πληθωρισμός επιμείνει, φέρνοντας σε απόγνωση αρκετά εκατομμύρια δανειολήπτες στο σύνολο της E.E. και φυσικά και στην Ελλάδα!

Επισημαίνει δε ότι «το Διοικητικό Συμβούλιο θα παραμείνει στην πορεία της σημαντικής αύξησης των επιτοκίων με σταθερό ρυθμό και της διατήρησής τους σε επίπεδα επαρκώς περιοριστικά, ώστε να διασφαλιστεί η έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 2%».

Παράλληλα τονίζει ότι ακόμη και τα μέτρα που έχουν πάρει κυβερνήσεις της Ε.Ε. για τη διαχείριση της ενεργειακής φτώχειας πρέπει να αποσυρθούν:

«Τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης για τη θωράκιση της οικονομίας από τις επιπτώσεις των υψηλών τιμών της ενέργειας θα πρέπει να είναι προσωρινά, στοχευμένα και προσαρμοσμένα, ώστε να διατηρούν τα κίνητρα για λιγότερη κατανάλωση ενέργειας. Ειδικότερα, καθώς η ενεργειακή κρίση γίνεται λιγότερο οξεία, είναι σημαντικό να αρχίσει τώρα η άμεση απόσυρση των μέτρων αυτών, σύμφωνα με την πτώση των τιμών της ενέργειας και με συντονισμένο τρόπο»!

Έτσι λοιπόν στο τέλος, όταν θα «ξυρίσουν τον γαμπρό», η ετήσια επιβάρυνση στο peak των αυξήσεων των επιτοκίων θα ξεπεράσει και τα 2.300 – 2.500 ευρώ. Σήμερα το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου διαμορφώνεται λίγο πάνω από 5,25% – 5,50%, όμως με τις αυξήσεις, που έχουν πάρει την ανιούσα και δεν λένε να σταματήσουν, το τελικό μέσο επιτόκιο ενός κυμαινόμενου στεγαστικού δανείου θα ξεπεράσει ακόμη και το 7%.

Ειδικότερα ας δούμε τι ισχύει σήμερα για ένα στεγαστικό (κυμαινόμενο) δάνειο 100.000 ευρώ με διάρκεια εξόφλησης 20 έτη:

● Δόση Ιουνίου 2022: 560 ευρώ.

● Τέλη Ιανουαρίου 2023: 667 ευρώ.

● Νέα δόση Φεβρουαρίου: 695 ευρώ.

● Συνολική μηνιαία αύξηση: 135 ευρώ.

● Πρόσθετη ετήσια επιβάρυνση: 1.620 ευρώ.

Μέσα στο 2022 είχαμε τέσσερις επιπλέον αυξήσεις επιτοκίων:

● 16 Μαρτίου: 0,50%.

● 4 Μαΐου: 0,25%.

● 15 Ιουνίου: 0,25%.

● 27 Ιουλίου: 0,25%.

 topontiki.gr

banner-article

Ροη ειδήσεων