Άρθρα Ιστορία

Μαρτυρίες για την ηπειρωτική καταγωγή των πρώτων κατοίκων της Νάουσας (Μέρος Α’) / γράφει ο Στέργιος Αποστόλου

Μέρος της οδού Ανταρτών (πρώην Αρβανίτικος μαχαλάς). Φωτογραφία του 1980
(http://medusa.libver.gr/jspui/handle/123/7756?mode=full)
————-

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το άρθρο μου αυτό δημοσιεύτηκε αρχικά στο βιβλίο μου «ΣΥΜΜΕΙΚΤΑ», τόμ. Β΄, σελ. 32-39, Νάουσα 2016 με τίτλο: «Μαρτυρίες για την Ηπειρωτική καταγωγή οικιστικών πυρήνων της Νάουσας». ΄Ηδη το αναδημοσιεύω βελτιωμένο και εμπλουτισμένο με νεότερα στοιχεία με τίτλο «Μαρτυρίες για την Ηπειρωτική καταγωγή των πρώτων κατοίκων της Νάουσας». Πριν όμως αναφερθώ στο κυρίως θέμα,  κρίνω σκόπιμο να υπενθυμίσω ότι:

Στέργιος Αποστόλου

Η Νάουσα δεν είχε ιδρυθεί μέχρι το έτος 1386, όπως προκύπτει από φιρμάνι του Σουλτάνου Μουράτ Α΄, που αφορά στον Γαζή Χατζή Εβρενός μπέη, γιατί δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των πόλεων που παραχωρήθηκαν σ’ αυτόν, με το δικαίωμα να νέμεται τα έσοδα από τους επιβαλλόμενους φόρους.

Παραθέτω το κείμενο του φιρμανίου του έτους 1386 του Σουλτάνου Μουράτ Α΄ που αφορά στον Γαζή Χατζή Εβρενός μπέη, ανώτατο στρατιωτικό διοικητή των Ακιντζήδων (ιππέων) του οθωμανικού στρατού. Στο φιρμάνι αυτό γίνεται ονομαστική αναφορά σε μερικές  πόλεις και περιοχές του βαλκανικού χώρου, οι οποίες παραχωρούνται στον Γαζή Χατζή Εβρενός για να τις νέμεται φορολογικά, σε ανταμοιβή των στρατιωτικών υπηρεσιών τις οποίες προσέφερε στον Σουλτάνο. Παράλληλα, ο Σουλτάνος του απευθύνει σύσταση να μην επαίρεται για τις περιοχές που κατέκτησε, γιατί αυτές ανήκουν πρώτα στον Αλλάχ, ύστερα στον προφήτη του τον Μωάμεθ και μετά στον Σουλτάνο. (PERANDORIA OSMANE (Libri i punes I), botim i dyte. Cetine 2012» = (ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ – Βιβλίο εργασίας Ι – δεύτερη έκδοση, Τσέτινε 2012).

Μουράτ Α΄
مراد اول
Μπέης
Μέγας Εμίρης
Γαζής
Χάνος
Κυρίαρχος Ηγεμόνας
Σουλτάνος των σουλτάνων
Βασιλέας των βασιλέων
Μουράτ Α΄, 3ος Σουλτάνος της   οθωμανικής αυτοκρατορίας
Περίοδος Μάρτιος 136228 Ιουνίου 1389

       (27 έτη και τρεις μήνες)

 (https://el.wikipedia.org/wiki/Μουράτ Α΄)

 Η παραχώρηση αυτή, όπως προελέχθη, έγινε με το αποκλειστικό δικαίωμα να τις νέμεται και να εισπράττει τα  φορολογικά τους έσοδα. Συντάκτες της προαναφερθείσας έκδοσης είναι οι Halil Bektai και Bogdan Murgesku, γενική συντάκτης όλων των σειρών της έκδοσης η Kristina Koulouri (Χριστίνα Κουλούρη) και συντάκτης για την έκδοση στην Αλβανική γλώσσα ο Helian Demiri. Σημειώνω ότι η έχουσα την γενική ευθύνη της σύνταξης της ανωτέρω έκδοσης Χριστίνα Κουλούρη, είναι καθηγήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, διευθύντρια του Κέντρου Έρευνας Νεότερης Ιστορίας (Κ.Ε.Ν.Ι.) και κοσμήτορας  της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου. Το φιρμάνι αυτό, όπως μας πληροφορεί η ανωτέρω έκδοση, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην έκδοση «ODBRANI TEKSTOVI ZA ISTORIJATA NA MAKEDONSKIOT NAROD» I, 187-189. Skopje 1975. = (ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ, Τόμος Ι, σελ. 187 – 189. Σκόπια 1975). Παραθέτω τις σελίδες 43 και 44, αυτής της έκδοσης, στις οποίες αναφέρονται οι συγκεκριμένες πόλεις και περιοχές που του παραχωρήθηκαν:

Κείμενο στην σελίδα 43 του βιβλίου

Το υπόλοιπο μέρος του κειμένου του φιρμανίου με διευκρινιστικά σχόλια της συντακτικής ομάδας, που περιλαμβάνεται στη σελίδα 44 του βιβλίου.

Μετέφρασα ο ίδιος από τα Αλβανικά το κείμενο του φιρμανίου του Μουράτ Α΄ και τα σχετικά με αυτό διευκρινιστικά σχόλια της συντακτικής ομάδας, που έχουν ως ακολούθως:

 «Φιρμάνι του Μουράτ Α΄ με το οποίο παρέχεται το δικαίωμα στον Εβρενός μπέη να έχει την κυριαρχία στην περιφέρεια της Νότιας Μακεδονίας (1386)

 Υψηλό Αυτοκρατορικό φιρμάνι διατάσσει τα  παρακάτω:

 Προς τους άξιους τιμής, φύλακες των εδαφών μας, θεμελιωτές των επαρχιών μας, οι οποίοι αποτελούν την υπερηφάνεια των ευγενών κατακτητών (σημ. δική μου: και προς τον) Διοικητή κατά τους πολέμους για την πίστη κατά των αθέων και των παγανιστών, Γαζή Χατζή Εβρενός μπέη (είθε η ευτυχία του να διαρκεί πάντοτε), ο οποίος πέρασε στην περιοχή της Ρούμελης μαζί με τον αδελφό μου, ανώτατο Διοικητή Γαζή Σουλεϊμάν και κατέκτησε αυτά τα εδάφη. Για τις υπηρεσίες του, εγώ παραχωρώ σ’ αυτόν (σημ. δική μου: στον Γαζή Χατζή Εβρενός μπέη)  την πόλη της Γκιουμουλτζίνας (σημ. δική μου: Κομοτινή, σήμερα), όπως επίσης και την πόλη των Σερρών μέχρι τα Μπιτόλια*, Μπίγλιστα** και Χρούπιστα*** που όλα μαζί μπορούν να θεωρηθούν σαν ένα ενιαίο σαντζάκι, με έσοδα δέκα φορές τις εκατό χιλιάδες ακτσέ (σημ. δική μου: δηλαδή, ένα εκατομμύριο ακτσέ),**** τα οποία  κέρδισε με το σπαθί του.

Εγώ, εσένα (σημ. δική μου: ο Σουλτάνος απευθύνεται στον Γαζή Χατζή Εβρενός) σε έχω τοποθετήσει Γενικό Διοικητή αυτών των εδαφών, καθώς και των πολεμιστών και των στρατιωτών, οι οποίοι πολεμούν για την πίστη και σε διατάσσω:

— Να είσαι δίκαιος στρατιωτικός Διοικητής.

— Όμως, πρόσεξε, να  μην σε  καταλάβει η έπαρση  και πεις ότι «Εγώ άνοιξα το δρόμο και κατέκτησα αυτά τα τμήματα της Ρούμελης».

— Είναι καλό να γνωρίζεις ότι αυτά που κατέκτησες ανήκουν πρώτα στον Αλλάχ και ύστερα στον Προφήτη και ότι με τη διαταγή του Αλλάχ, του Προφήτη και του πιστού τους υπηρέτη (σημ. δική μου: εννοεί τον εαυτό του), έχουν δοθεί αυτά σ’ εσένα. 

Παραπομπές

 Οι τρεις πρώτες, από τις κατωτέρω τέσσερις παραπομπές με αστερίσκους, είναι δικές μου. Η τέταρτη είναι η σημείωση υπ’ αριθ. 11 στο υπόμνημα του κειμένου της σελίδας 43.

* Μπιτόλια Το Μοναστήρι, πόλη του κράτους της Βόρειας Μακεδονίας.

**  Μπίγλιστα, μεθοριακή πόλη της Αλβανίας (Bilisht), κοντά στην Κορυτσά.

***  Χρούπιστα, παλιά ονομασία της μεθοριακής ελληνικής πόλης Άργος Ορεστικόν.

****  Ακτσέ: Μικρό ασημένιο οθωμανικό νόμισμα που χρησιμοποιήθηκε ευρέως κατά τους XIV – XVII αιώνες.

Κάτω από το κείμενο του φιρμανίου ακολουθεί το  εξής σχόλιο της συντακτικής ομάδας:

«Ο Εβρενός είναι ένας από τους πρώτους Διοικητές των Ακιντζήδων οι  οποίοι πραγματοποιούσαν πρώτοι τις επιθέσεις για να φονεύουν και να λαφυραγωγούν. Το φιρμάνι του έτους 1386 είναι μέρος των συστηματικών προσπαθειών τις οποίες κατέβαλλε ο Μουράτ A΄ για την ένταξη στον κρατικό μηχανισμό των στρατιωτικών Διοικητών του, οι οποίοι, πολλές φορές, ενεργούσαν σαν ανεξάρτητοι στρατιωτικοί κατά τη διάρκεια των πρώτων φάσεων της εδαφικής εξάπλωσης των Οθωμανών».

Το Ιμαρέτ (πτωχοκομείο) που ίδρυσε ο Γαζή Εβρενός στην Κομοτινή
(https://el.m.wikipedia.org/wiki/Imaret_Komotini)

Ένας από τους πλέον γνωστούς Οθωμανούς στρατηγούς, ο Γαζή Έβρενος Μπέης, υπηρέτησε κατά τη θητεία τεσσάρων Σουλτάνων και ήταν επιφορτισμένος με το έργο της κατάκτησης των Βαλκανίων και την εγκαθίδρυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Πέρασε από την Θράκη τον 14ο αιώνα μ.Χ. Στο δυτικό τμήμα της Κομοτηνής κατασκευάστηκε το Ιμαρέτ (πτωχοκομείο) το οποίο τοποθετείται χρονικά μεταξύ των ετών 1360-1380. Αποτελεί ένα από τα παλαιότερα οθωμανικά μνημεία όχι μόνο των Βαλκανίων, αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης, το οποίο διασώζεται σε άριστη κατάσταση. Διαθέτει τρεις χώρους. Είναι κτισμένο με την τεχνική της πλινθοπερίκλειστης τοιχοδομίας ενώ η κάτοψη σχηματίζει το σχήμα Τ, χαρακτηριστικά της πρώιμης οθωμανικής αρχιτεκτονικής των τεμενών.

Επανερχόμενος στο κυρίως θέμα τονίζω ότι το πρόβλημα της καταγωγής των Ναουσαίων εξακολουθεί να παραμένει μέχρι σήμερα ένας γρίφος και μία συνεχής πρόκληση έρευνας και μελέτης του, τόσο για τον γράφοντα, όσο και για τους άλλους ιστορικούς ερευνητές που ασχολήθηκαν με αυτό.

Ο στραβός πλάτανος στη συνοικία της Αγίας Παρασκευής στη Νάουσα,
ο οποίος, κατά την παράδοση, ήταν ένας από τους τέσσερις πλατάνους που οριοθετούσαν την πόλη κατά την κτίση της

Είναι αυτονόητο, άλλωστε, ότι η παντελής έλλειψη μέχρι στιγμής γραπτών ιστορικών στοιχείων, σχετιζόμενων με το εν λόγω θέμα,  καθιστούν αυτό δυσεπίλυτο. Διευκρινίζω ότι, αν από το ιστορικό πόνημα του Ευσταθίου Στουγιαννάκη «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΕΩΣ ΝΑΟΥΣΗΣ» (από της ιδρύσεως μέχρι το 1822, κατ’ ανέκδοτον σχεδίασμα του Δ. Πλαταρίδη, επανέκδοση από Σύλλογο Αποφοίτων Λαππείου Γυμνασίου Ναούσης, σελ. 37-40 και 42-44, Θεσσαλονίκη 1976) αφαιρεθούν τα μέρη εκείνα τα οποία αποτελούν καθαρά προϊόν μυθοπλασίας, τα λοιπά στοιχεία, τα αναφερόμενα στον ιδρυτή της πόλης Γαζή Εβρενός και στην μετεγκατάσταση των κατοίκων του μικρού ορεινού χωριού Παλιονιάουστα στην νεοϊδρυόμενη Νάουσα, πιθανόν να ανταποκρίνονται στην ιστορική πραγματικότητα.

Και αυτή όμως η πιθανότητα χρήζει περαιτέρω έρευνας, γιατί ο ελάχιστος αριθμός των κατοίκων αυτού του χωριού δεν ήταν αριθμητικά επαρκής για την ίδρυση πόλης. Επομένως, λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, θεωρώ ότι ο ιστορικός ερευνητής πρέπει να στραφεί και προς την κατεύθυνση της ύπαρξης τυχόν άλλων σχετικών μαρτυριών, όσες από αυτές έχουν διασωθεί και μεταφερθεί προφορικά από γενιά σε γενιά.  Διαχρονικά κατέβαλα προσπάθειες για την αναζήτηση και συλλογή τέτοιων μαρτυριών, όχι μόνο από αφηγήσεις ηλικιωμένων ως επί το πλείστον Ναουσαίων, αλλά και από άλλες πηγές. Παραθέτω αναλυτικά τις μαρτυρίες που έχω συλλέξει μέχρι στιγμής, οι οποίες ενισχύουν την άποψη για την Ηπειρωτική καταγωγή των πρώτων κατοίκων της Νάουσας:

Μαρτυρία πρώτη

Μετά την κατάκτηση της πόλης των Ιωαννίνων και της Ηπείρου γενικότερα από τους Τούρκους το 1431, οι τελευταίοι μερίμνησαν, πέραν των άλλων, να επισκευάσουν και το προϋπάρχον στην πόλη αυτή βυζαντινό φρούριο και μέρος των τειχών, για να ενισχύσουν τις αμυντικές του ικανότητες. Προς τούτο, από τέσσερα χωριά της περιοχής Δωδώνης των Ιωαννίνων, μετέφεραν τους άρρενες κατοίκους οι οποίοι ασχολούνταν επαγγελματικά με την οικοδομική τέχνη, δηλαδή, μάστορες, χτίστες, πελεκητές πέτρας, λασπάδες και άλλοι, στο φρούριο της πόλης, προκειμένου να εργασθούν για την διάνοιξη υπογείων σηράγγων (λαγούμια), μυστικών διόδων, κατασκευή αποθηκευτικών χώρων πολεμικού υλικού και άλλων έργων στρατιωτικού χαρακτήρα. Οι Τούρκοι σκόπευαν, μετά το πέρας αυτών των εργασιών, να φονεύσουν όλους τους οικοδόμους που απασχολήθηκαν σ’ αυτές τις εργασίες, προκειμένου να παραμείνει τελείως μυστική η ύπαρξη αυτών των έργων.

Το βυζαντινό κάστρο των Ιωαννίνων
(https://el.wikipedia.org/wiki/Ιωάννινα

Όμως, ένας από τους στρατιώτες οι οποίοι φρουρούσαν τους οικοδόμους κατά τις ώρες εργασίας τους, άγνωστο για ποιο λόγο,  αποκάλυψε σ’ αυτούς τις προθέσεις των Τούρκων για την επικείμενη εξόντωσή τους. Κατόπιν τούτου, οι οικοδόμοι, κάποια σκοτεινή νύχτα, λίγες μόνο ημέρες πριν λήξουν οι εργασίες του φρουρίου, με την συνδρομή του προαναφερθέντος φρουρού και αφού προηγουμένως είχαν συνεννοηθεί με τις οικογένειές τους, εγκατέλειψαν το φρούριο και επέστρεψαν στα χωριά τους. Αφού παρέλαβαν εν τάχει τις οικογένειές τους και τα απαιτούμενα χρειώδη, αναχώρησαν προς άγνωστη κατεύθυνση, πριν προλάβουν οι Τούρκοι να τους καταδιώξουν. Οι φυγάδες, μετά από περιπλάνηση αρκετών ημερών,  εγκαταστάθηκαν τελικά στην νεοϊδρυόμενη πόλη της Νάουσας και όπως έχω καταλήξει, στην βόρεια περιοχή της, η οποία αντιστοιχεί στη σημερινή συνοικία «Αλώνια». Θα τολμήσω να διατυπώσω την άποψη ότι αυτοί οι Ηπειρώτες είναι από τους πρώτους κατοίκους της Νάουσας. Την μαρτυρία αυτή την οφείλω στον αποθανόντα Ναουσαίο αρτοποιό και φίλο του πατέρα μου Ιωάννη Δ. Παππή, τον οποίο συνάντησα τυχαίως σε εκδρομή της παρέας μου στο εξωκκλήσι των Ταξιαρχών το 1960, όπου μαζί με άλλους Ναουσαίους κυνηγούς είχε βγει στο Βέρμιο για κυνήγι.

Όπως μου τόνισε χαρακτηριστικά, η οικογένειά του έλκει την καταγωγή από αυτούς τους Ηπειρώτες, το συμβάν δε το οποίο μου εξιστόρησε όπως το παρέθεσα προηγουμένως, το γνωρίζει από διασωθείσες και κληρονομηθείσες από γενιά σε γενιά  μνήμες της οικογένειάς του. Κρίνω σκόπιμο να αναφερθώ εν συντομία και σε άλλες δύο περιπτώσεις που σχετίζονται  με την δημιουργία κύματος προσφύγων από τα Ιωάννινα και άλλες περιοχές της Ηπείρου προς άλλους ελλαδικούς χώρους, περιλαμβανόμενης και της Νάουσας:

α) Την πρώτη περίοδο μετά την τουρκική κατάκτηση σημειώνεται στα Ιωάννινα εγκατάσταση Αράβων και περί το έτος 1492 εποικισμός Εβραϊκών οικογενειών, από αυτές που εκδιώχθηκαν από τη Ισπανία και την Σικελία («ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ», τομ. 7ος, σελ. 944, πρώτη δωδεκάτομη έκδοση δεκαετίας 1960).

β) Άλλος λόγος εγκατάλειψης των πατρογονικών τους εστιών από τους Ηπειρώτες είναι η προσπάθεια που κατέβαλαν οι Τούρκοι για τον εξισλαμισμό των χωριών εκείνων της Ηπείρου που αντιστάθηκαν στα προελαύνοντα στρατεύματά τους, κυρίως δε, αυτών της περιοχής της Τσαμουριάς. Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να υπάρξει σοβαρή μείωση του πληθυσμού πολλών περιοχών του γεωγραφικού χώρου της Ηπείρου από την μετακίνηση των κατοίκων τους προς άλλα μέρη της Ελλάδας.

Μαρτυρία δεύτερη

Μέχρι το 1769 η πόλη της Αλβανίας Μοσχόπολη (αλβανικά Voskopoje) υπήρξε μεγάλο κτηνοτροφικό, εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο του 18ου αιώνα στη Βαλκανική χερσόνησο.

Η παλιά Μοσχόπολη (https://gazetasi.al/vllehet-ne-foto-komuniteti-qe-jeton-ne-disa-shtete-te-ballkanit

Οι κάτοικοί της, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, ήταν Αρβανιτόβλαχοι, αλλά υπήρχαν και Έλληνες  Η περίοδος της μεγάλης ακμής της πόλης υπήρξε η δεκαετία του 1730. Επειδή υποχρεώνονταν για την ασφάλειά της να καταφεύγει στην προστασία διαφόρων άτακτων ένοπλων αλβανικών σωμάτων, προς εξόφληση της παρεχόμενης απ’ αυτά προστασίας, ελλείψει ρευστών, χορηγούσε στους αρχηγούς τους κάθε φορά χρεωστικά ομόλογα. Με την πάροδο του χρόνου, τα οφειλόμενα ποσά από τα ομόλογα έφτασαν σε μεγάλα ύψη και η πόλη βρέθηκε σε αδυναμία να τα πληρώσει. Κατόπιν τούτου, οι αρχηγοί των κατεχόντων τα χρεωστικά ομόλογα άτακτων αλβανικών σωμάτων, εισήλθαν στην πόλη το 1769, λεηλάτησαν τις περιουσίες όλων των κατοίκων της και στο τέλος την κατέκαυσαν κυριολεκτικά, παρά το γεγονός ότι οι Μοσχοπολίτες είχαν προσλάβει προηγουμένως έναντι αμοιβής τον Μουσταφά Κόρτσα, μουσουλμάνο οπλαρχηγό από την Κορυτσά, για την ασφάλεια της πόλης και την απόκρουση όλων των εναντίον της επιθέσεων.

Μετά την καταστροφή της οι κάτοικοι της Μοσχόπολης διασκορπίστηκαν κακήν κακώς και μετεγκαταστάσθηκαν αλλοι στην Κορυτσά και άλλοι σε άλλες πόλεις της Αλβανίας και της Ελλάδας, μεταξύ των οποίων ένα μεγάλο μέρος στη Νάουσα και την περιοχή της. (Μητροπολίτης Ξάνθης Ιωακείμ Μαρτινιανός: «Η ΜΟΣΧΟΠΟΛΙΣ» (1330-1930), σελ. 182. Έκδοση Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Θεσσαλονίκη 1957). Σε σχετική συζήτηση που είχα στο παρελθόν με τον αποθανόντα και κατ’ επανάληψη διατελέσαντα δήμαρχο Νάουσας Φιλώτα Κόκκινο, μου ανέφερε ότι η οικογένειά του και οι οικογένειες όλων των άλλων Κοκκιναίων της Νάουσας, οι οποίες από παλιά ασχολούνταν με το εμπόριο και αργότερα με την βιομηχανία, κατάγεται από τους Μοσχοπολίτες που κατέφυγαν στη Νάουσα.

Οι Κοκκιναίοι, αρχικά, εγκαταστάθηκαν στο βόρειο τμήμα της πόλης, κατά μήκος της σημερινής οδού Ανταρτών μέχρι την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και τον Στραβό Πλάτανο. Όπως μου τόνισε, οι οικογένειες των Κοκκιναίων της Νάουσας εξακολουθούσαν να διατηρούν επαφή με συγγενείς τους Μοσχοπολίτες που είχαν καταφύγει στην Κορυτσά. Αργότερα, οι οικογένειες των Κοκκιναίων και άλλων εύπορων Μοσχοπολιτών μετακινήθηκαν από το βόρειο τμήμα της Νάουσας προς το κέντρο της. Συμπληρωματικά μου είπε ότι η προηγούμενη ονομασία της οδού Ανταρτών ήταν «Αρβανίτικος μαχαλάς». Τούτο μου το είχε επιβεβαιώσει όταν ζούσε και ο πεθερός μου Πέτρος Καρυδάς, του οποίου η μία από τις δύο εξόδους του σπιτιού του έβγαζε στον Αρβανίτικο μαχαλά. Ο Αρβανίτικος μαχαλάς έλαβε την νέα ονομασία «οδός Ανταρτών» μετά την απελευθέρωση της Νάουσας από τον οθωμανικό ζυγό το 1912, προς τιμήν των ανταρτικών σωμάτων των Μακεδονομάχων. Τα σώματα αυτά, κατά την άποψή μου, πρέπει να ονομάζονται «ελληνομακεδονικά σώματα», γιατί, η έννοια της λέξης Μακεδονομάχος σημαίνει: «αυτός που μάχεται, που αντιπαλεύει τους Μακεδόνες». Τα μαχόμενα για την απελευθέρωση της Μακεδονίας ελληνικά ανταρτικά σώματα του Βερμίου φιλοξενούνταν συχνά στα σπίτια του Αρβανίτικου μαχαλά κατά την περίοδο της ένοπλης φάσης του Μακεδονικού Αγώνα 1903-1908, ιδίως, κατά τις χειμερινές περιόδους. Ο μαχαλάς αυτός γειτνίαζε με την συνοικίες Αλώνια και Αγία Παρασκευή.

Φιλώτας Κόκκινος, κατ’ επανάληψη δήμαρχος Νάουσας
(faretra.info)
Μέρος της οδού Ανταρτών (πρώην Αρβανίτικος μαχαλάς). Φωτογραφία του 1980
(http://medusa.libver.gr/jspui/handle/123/7756?mode=full)
————-

 Μαρτυρία τρίτη

Επίσης και ο αποθανών φίλος μου Νικόλαος Αγκάλας, κάτοικος της συνοικίας Αλώνια, μου ανέφερε ότι, όπως του αφηγήθηκε ο πατέρας του, με βάση κληρονομηθείσες από το παρελθόν μνήμες της οικογένειάς του, αυτή κατάγονταν από την περιοχή Κορυτσάς. Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά μου τόνισε, θυμούνταν πολύ καλά μια μικρή ενεπίγραφη μαρμάρινη πλάκα που είχε η βρύση του παλιού σπιτιού τους στα Αλώνια, στην οποία αναγράφονταν ο τόπος της καταγωγής της οικογένειας Αγκάλα από την περιοχή Κορυτσάς. Η εν λόγω πλάκα καταστράφηκε κατά την ανέγερση από τον ίδιο νέου σπιτιού.

Μαρτυρία τέταρτη

Άλλη μεγάλη κωμόπολη στην περιοχή της Κορυτσάς, η οποία κατοικούνταν εξ ολοκλήρου από Αρβανιτόβλαχους, ήταν η Νικολίτσα, η οποία τον 17ο αιώνα έφθασε να έχει 6.000 κατοίκους. Η Νικολίτσα ήταν χτισμένη στη βάση του βουνού Γράμμος (στην αλβανική πλευρά), στον δρόμο ο οποίος συνέδεε την Μοσχόπολη, το Βυθκούκι και τα Ιωάννινα. Διέθετε άριστο εσωτερικό οδικό δίκτυο, υδραγωγείο, καταστήματα διάφορα, φημισμένα αργυροχρυσοχοεία και ήταν έδρα μητρόπολης. Οι κάτοικοί της Νικολίτσας, πέραν των άλλων, ασχολούνταν και με την κτηνοτροφία. Η καταστροφή αυτής της πόλης πρέπει να έχει προηγηθεί της καταστροφής της Μοσχόπολης και αναμφίβολα πρέπει να οφείλεται σε ληστρικές επιθέσεις και λεηλασίες, ενδεχομένως δε και σε προσπάθειες βίαιου εξισλαμισμού των κατοίκων της για άγνωστους λόγους. Πάντως, είναι γεγονός ότι ο βίαιος εξισλαμισμός δεν συνέφερε στους Τούρκους, γιατί μειώνονταν τα έσοδά τους από την φορολογική ασυδοσία που αποκτούσαν οι χριστιανοί που εξισλαμίζονταν. Μετά την καταστροφή, ένα μέρος των κατοίκων της Νικολίτσας κατέφυγε στα γύρω αλβανικά χριστιανικά χωριά Ντάρδα, Σινίτσα, Κιουτέτζα κ.α., ενώ το μεγαλύτερο μέρος σε διάφορα χωριά και πόλεις της Βόρειας Ελλάδας, κυρίως στο Βέρμιο.

H Νικολίτσα της περιοχής Δεβόλη. Χωριό σήμερα, μόνο με τέσσερα σπίτια. Ό,τι απέμεινε από την καταστροφή  (https://top-channel.tv/2020/12/27/nikolica-e-devollit-fshati-me-kater-shtepi)

Αναφέρω ενδεικτικά το Άνω Σέλι, το Κούντροβο (Κεδρώνα) το Άνω Γραμματικό κ.α. Από το Άνω Γραμματικό ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων του μετεγκαταστάθηκε στη Νάουσα και στην Έδεσσα. Δεν θα αναφερθώ στα άλλα αρβανιτοβλάχικα ορεινά χωριά της περιοχής Βέροιας. Όπως μου είπε ο αποθανών Χρήστος Ράντζιος, καταγόμενος από το Άνω Γραμματικό, οι πρόσφυγες της Νικολίτσας που κατέφυγαν σ’ αυτό, ανέρχονταν σε όχι ευκαταφρόνητο αριθμό. Θα πρέπει, επίσης, να κάνω μνεία ότι όλοι οι Αρβανιτόβλαχοι που κατέφυγαν στη Νάουσα και στο Βέρμιο από μέρη που βρίσκονται σήμερα στην αλβανική επικράτεια, είναι γνωστοί με την κοινή ονομασία Φρασαριώτες ή Φαρσαριώτες (Ετυμολογία από την ονομασία της αλβανικής πόλης Φράσαρι, η οποία βρίσκεται στην περιοχή της Πρεμετής). Οι κάτοικοι αυτής της πόλης, όπως και οι κάτοικοι των πόλεων Ερσέκας και Λεσκοβικίου, που βρίσκονται στην περιοχή της Κολόνιας (Αλβανία) ήταν Αρβανιτόβλαχοι. Και από αυτές τις πόλεις, αλλά και από την Γράμμουστα, πολλοί κάτοικοι κατέφυγαν σε χωριά του Βερμίου, στη Νέβετσκα (Νυμφαίο) και αλλού. Παλιά μιλούσαν και τραγουδούσαν με την ίδια ευχέρεια στα βλάχικα και στα αρβανίτικα. Σήμερα οι ααπόγονοί τους διατηρούν μόνο την βλαχοφωνία. Σημειωτέον ότι οι Αρβανιτόβλαχοι διαφέρουν αρκετά από τους Βλάχους της Σαμαρίνας, της Αβδέλας και των άλλων βλάχικων χωριών της Πίνδου. Επίσης,  Βλάχοι από την περιοχή της Πίνδου, ειδικά από την Σαμαρίνα, σύμφωνα με στοιχεία από τα εσχάτως εκδοθέντα αρχεία του Αλή πασά Τεπελενλή, μετεγκαταστάθηκαν στα τέλη του 18ου αιώνα στη Νάουσα.

 Μαρτυρία πέμπτη

Η μαρτυρία αυτή προέρχεται από το οικογενειακό μου περιβάλλον, από τον παππού μου (από την πλευρά της μάνας μου) Πέτρο Κιαφούλη. Οι προπάτορες αυτής της οικογένειας κατοικούσαν στο χωριό Κιάφα του Σουλίου.

Το κάστρο της Κιάφας (https://m.naftemporiki.gr/story/1485709)

Μετά τον διωγμό των Σουλιωτών από τις εστίες τους από τον Αλή πασά Τεπελενλή, η οικογένεια Κιαφούλη και άλλες σουλιώτικες οικογένειες, κατέφυγαν στο χωριό Ντάρδα που βρίσκεται στην περιοχή Κορυτσάς.

Εδώ η οικογένεια Κιαφούλη πήρε αυτό το επώνυμο από τον τόπο καταγωγής της, την Κιάφα. Στο χωριό Ντάρδα κατέφυγε και η αδελφή του Μάρκου Μπότσαρη, η οποία παντρεύτηκε με κάτοικο αυτού του χωριού (Παπα-Σπύρος Ζέγκος: ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΤΟΥ ΔΑΡΔΑΙΟΥ – ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΔΑΡΔΑΣ. Αθήνα 1927).

Μερική άποψη από το χωριό Ντάρδα της Κορυτσάς, το οποίο σήμερα έχει μεταβληθεί σε θέρετρο και μεγάλο τουριστικό κέντρο (https://www.epokaere.com/dardha-fshati-turistik-muze-ne-natyre)

Οι ενδείξεις με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πολλοί Σουλιώτες πρέπει να κατέφυγαν και στη Νάουσα, γιατί, από τις αρχές και καθ’ όλο τον 19ο αιώνα, οι άρρενες της οικογένειας Κιαφούλη έρχονταν συχνά από την Ντάρδα στη Νάουσα, προφανώς σε Σουλιώτες συγγενείς τους, πολλοί δε από αυτούς εργάζονταν περιστασιακά στο Βέρμιο σε υδροπρίονα ή σαν επεξεργαστές ξυλείας (ειδικοί τεχνίτες ξύλου). Επί οθωμανικής αυτοκρατορίας, προοδευτικά και μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά και μετά την απελευθέρωση της Νάουσας το 1912, άρχισαν να εγκαθίστανται στη Νάουσα πολλές οικογένειες από χωριά της περιοχής Κορυτσάς, κυρίως από την Ντάρδα και την Σινίτσα, ο αριθμός τους δε ανήλθε τελικά στις 50 με 60. Μία από αυτές ήταν και η οικογένεια Κιαφούλη. Αργότερα, κάποιες από αυτές τις οικογένειες μετακινήθηκαν από την Νάουσα στη Βέροια, στην Κατερίνη, στην Έδεσσα, στην Φλώρινα κ.α. Οι περισσότερες όμως παρέμειναν στη Νάουσα όπου σήμερα ζουν οι απόγονοί τους.

*ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΣΠΥΡ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ-ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

ΝΑΟΥΣΑ

*Στέργιος Αποστόλου – Βιογραφικά στοιχεία -Εργογραφία (κάνετε κλικ)

————————

Σημείωση Φαρέτρας: Όλα τα κείμενα του Στέργιου Αποστόλου μπορείτε να τα διαβάσετε ΕΔΩ

————————

ΥΠΟΜΝΗΜΑ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

— «PERANDORIA OSMANE (Libri i punes I), botim i dyte. Cetine 2012» (ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ  –  Βιβλίο εργασίας Ι  –  δεύτερη έκδοση,

Τσέτινε (Κετίγνη), πόλη του Μαυροβουνίου, 2012)

— «ODBRANI TEKSTOVI ZA ISTORIJATA NA MAKEDONSKIOT NAROD» I, 187-189. Skopje 1975. = (ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ), τόμος Ι, σελ. 187 – 189. Σκόπια 1975.

— Ευστάθιος Στουγιαννάκης: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΕΩΣ ΝΑΟΥΣΗΣ» (από της ιδρύσεως μέχρι το 1822, κατ’ ανέκδοτον σχεδίασμα Δ. Πλαταρίδη, επανέκδοση από Σύλλογο Αποφοίτων Λαππείου Γυμνασίου Ναούσης, σελ. 37-40 και 42-44, Θεσσαλονίκη 1976

— «ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ», τομ. 7ος, σελ. 944, πρώτη δωδεκάτομη έκδοση δεκαετίας 1960).

— Μητροπολίτης Ξάνθης Ιωακείμ Μαρτινιανός: «Η ΜΟΣΧΟΠΟΛΙΣ» (1330-1930), σελ. 182. Έκδοση Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Θεσσαλονίκη 1957

— Παπα-Σπύρος Ζέγκος: ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΤΟΥ ΔΑΡΔΑΙΟΥ – ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΔΑΡΔΑΣ. Αθήνα 1927)

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ