Γιώργης Έξαρχος: Διαδρομές… αυτογνωσίας… 11 / “Κύριλλος και Μεθόδιος – Τα πιο ευφάνταστα σενάρια για την καταγωγή τους”
ΓΙΩΡΓΗΣ Σ. ΕΞΑΡΧΟΣ – ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ… ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ… 11
ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΙΟΣ – ΤΑ ΠΙΟ ΕΥΦΑΝΤΑΣΤΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ «ΦΥΛΕΤΙΚΗ» ΡΙΖΑ ΤΟΥΣ… ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΊ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ Η… ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΜΥΘΟΛΟΓΙΑ…
«Επειδή δε οι ανωτέρω πατέρες, ο θείος Κύριλλος δηλαδή και ο Μεθόδιος και o Κλήμης οι ισαπόστολοι ηθέλησαν να μεταγλωττίσωσι την παλαιάν και νέαν Γραφήν από την ελληνικήν γλώσσαν εις την βουλγαρικήν με τα στοιχεία και τας λέξεις τας οποίας εφεύρον εις κατάληψιν των Βουλγάρων, έκριναν εύλογον να αναφέρωσι το έργον αυτό εις τον τότε Πάπαν της Ρώμης Αδριανόν, διά να λάβη και εξ εκείνου το κύρος και την βεβαίωσιν.»
Η ΑΝΑΠΟΔΕΙΚΤΗ «ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΘΟΔΟΣ ΣΛΑΒΩΝ» ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ…
Ακολουθούν κείμενα και άλλων ιστορικών και χρονογράφων σχετικά με τους Σκλαβήνους /Σκλαβινούς ή Σκλάβους, τους Αβάρους, τους Σκύθες, τους Γέτες, τους Δάκες κ.λπ., και άλλα «ονόματα» λαών που βρέθηκαν και εντός των ελληνικών χωρών ως επιδρομείς ή ως ένοικοι ή κάτοικοι, σε διάφορες ιστορικές περιόδους, για να ξεκαθαρίζει σιγά-σιγά το θολό τοπίο και η σύγχυση που έχει προκληθεί –ή προκαλείται και σήμερα– με την «επιβολή» δοξασιών και δογματικών απόψεων, περί (δήθεν) πρώιμης καθόδου Σλάβων… μέχρι και τον Μοριά!… Μη μαρτυρημένης, βέβαια, «καθόδου» (σαν καθόδου Σλάβων) από τις πρωτογενείς πηγές… Είναι, ίσως, λίγο κουραστική η ανάγνωση «αποσπασμάτων» πηγών, αλλά ας την προτιμήσουμε σε σχέση με τις «παραπομπές» και την «ανάλυση» (= υποκειμενική εκδοχή) των ερμηνευτών, εάν αυτή δεν αποτελεί (όπως πολλάκις συμβαίνει) ακούσια ή εκούσια στρέβλωση των όσων οι πηγές «πληροφορούν» με σαφήνεια και απόλυτη καθαρότητα…
Πηγή πρώτη: ΚΥΡΙΛΛΟΣ (826/827-869) και ΜΕΘΟΔΙΟΣ (815-884) – Patrologiae Latinae, Cursus completus: sive biblioteca universalis, integra… Series Secunda… A Gregorio Magno ad Innocentium III, Accurante J.-P. Migne… Patrologiae Tomus CXXIX [129]… Saeculum IX, Tomus Tertius… 1853.
«EXCEPTUM. Elibetlo de conversion Caren-tanorum. […] | Post hune inter-jecte atique tempore supervenit quidam Sclavus ab Histrie et Dalmatie partibus nomine Methodius qui adinvenit Sclavicas litteras et Sclavice celebravit divinum of-ficium et vilescere fecit Latinum; tandem fugatus a Carentanis partibus intravit Moraviam, ibique quiescit.» (Ό.π., στ. 1272-1273).
Η πηγή τούτη, η αρχαιότερη όλων, μαρτυρεί ότι ο Μεθόδιος ήταν Σκλάβος καταγόμενος από την Ίστρια της Δαλματίας, γεγονός που καταρρίπτει την εκ Θεσσαλονίκης καταγωγή των Κύριλλου και Μεθόδιου εφευρετών του «σλαβωνικού αλφάβητου», η καταγωγή των οποίων επινοήθηκε εκ των υστέρων για την… επιβολή της θεωρίας ότι εκείνα τα χρόνια η Θεσσαλονίκη είχε σλαβόγλωσσο πληθυσμό, ή πληθυσμό Σλάβων!
Η μυθοπλασία άρχεται από το παλαιοσλαβικό κείμενο «Βίος του Μεθοδίου», όπου υπάρχει η διατύπωση «vy bo jesta Selunenina, da Selunene vbsi cisto Slovenbsky besdujut», φράση την οποία οι σλαβολόγοι μεταφράζουν: «Σεις λοιπόν είστε Θεσσαλονικείς και όλοι οι Θεσσαλονικείς μιλάνε συχνά (ή καθαρά) τη σλαβική», φράση την οποία –υποτίθεται ότι– είπε στους αδελφούς Κωνσταντίνο (γ. 826) και Μεθόδιο (γ. 815) ο αυτοκράτωρ Μιχαήλ (Μιχαήλ Γ΄ ο Μέθυσος: 839-867, βασ. 842-867)!
Οι λέξεις Selunenina και Selunene δεν σημαίνουν Θεσσαλονικείς και Θεσσαλονίκη! Οι «ερευνητές» παίζουν με τη λέξη «cisto» που σημαίνει «συχνά» και με τη λ. «cesto» που σημαίνει «καθαρά, ευκρινώς»!
Σε σλάβικες μεταγραφές της ανωτέρω διατύπωσης η φράση γίνεται «Vy lste prece Solunane a vsichni Solunane hovori ciste Slovansky»!
Έτσι, λάθρα, ο τόπος μετατρέπεται από Selune σε Solune, που είναι η σλάβικη ονομασία της Θεσσαλονίκης, και έτσι, διά μαγείας, προκύπτει σαν γενέθλιος τόπος των Κύριλλου και Μεθόδιου η Θεσσαλονίκη! Ο τόπος, όμως, στον οποίο γεννήθηκαν είναι η Selune, η οποία θα μπορούσε να είναι η τότε πρωτεύουσα της Δαλαματίας Salonae, η οποία απαντάται και με άλλες γραφές: Salona, Salon, Solin, γραφές που μοιάζουν με τη Solune – όπως λένε οι Σλάβοι τη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν η γραπτή αναφορά δεν είναι για τη Solune μα για τη Selune, δηλ. «τόπος» που σίγουρα δεν ήταν η Θεσσαλονίκη!
Γεννάται το ερώτημα: «Πώς είναι δυνατόν να γεννήθηκαν οι Κύριλλος και Μεθόδιος στη Solune (Θεσσαλονίκη), οπότε θα γνώριζαν –ως Έλληνες– λόγω συναναστροφών ένα νότιο σλάβικο ιδίωμα (βουλγαρική ή σερβική), αλλά μετέφρασαν τα Ευαγγέλια και τα άλλα ιερά κείμενα στη σλαβική των Μοραβών, πλησιέστερη στη σλαβική γλώσσα των Ρώσων;»
Οι δύο αδελφοί έζησαν ως μοναχοί, για μεγάλο χρονικό διάστημα, στη μοναστική πολιτεία του Όλυμπου της Βιθυνίας, περιοχή στην οποία ήταν εγκαταστημένοι Σκλάβοι ή Σκλαβίνοι, από αναγκαστικούς εποικισμούς πρότερων χρόνων στο Οψίκιον, που τους επέβαλλαν «βυζαντινοί» αυτοκράτορες, όπως γράφουν πολλοί ιστορικοί συγγραφείς και χρονογράοι, μεταξύ των οποίων και ο Θεοφάνης στη Χρονογραφία:
α) «Τούτω τω έτει [6180/680] επεστράτευσεν Ιουστινιανός [ο Ρινότμητος: 669-711, βασ. 685-695, 705-711] κατά Σκλαβινίας και Βουλγαρίας. και τους μεν Βουλγάρους προς το παρόν υπηντηκότας ώθησεν. μέχρι δε Θεσσαλονίκης εκδραμών, πολλά πλήθη των Σκλάβων τα μεν πολέμω, τα δε προσρυέντα παραλαβών, εις τα του Οψικίου διά της Αβύδου περάσας κατέστησε μέρη.» (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Copiosior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F. Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae Continuata. Theophanes. Volumen I, Bonnae MDCCCXXXIX, σ. 557).
β) «Τούτω τω έτει [6183/683] Ιουστινιανός απελέξατο εκ των μετοικισθέντων υπ’ αυτού Σκλάβων, και εστράτευσε χιλιάδας λ΄ και οπλίσας αυτούς επωνόμασεν αυτούς λαόν περιούσιον, άρχοντά τε αυτών Νέβουλον τούνομα. […] Υποβαλών δε Μουαμέδ τω συμμαχούντι Ρωμαίοις στρατηγώ των Σκλάβων, πέμπει αυτώ κουρκουρόν γέμον νομισμάτων, και πολλαίς υποσχέσεσι τούτον απατήσας πείθει προσφυγείν προς αυτούς μετά και κ΄ χιλιάδων, και ούτω Ρωμαίοις την φυγήν περιποιήσατο. τότε Ιουστινιανός ανείλεν το τούτον εγκατάλειμμα συν γυναιξί και τέκνοις παρά τω λεγομένω Λευκάτη τόπω κρημνώδες και παραθαλασσίω κατά τον Νικομηδειάσιον κόλπον κειμένω.» (Ό. π., σ. 559-561).
γ) «Τούτω τω έτει [6254/757] εφάνη δοκίτης κατά την εώαν· και ανηρέθη ο υιός της Φατίμας. οι δε Βούλγαροι επαναστάντες εφόνευσαν τους κυρίους αυτών τους από σειράς καταγομένους, και έστησαν άνδρα κακόφρονα, ονόματι Τελέτζην, ετών υπάρχοντα λ΄ [30]. Σκλάβων δε πολλών εκφυγόντων, προσερρύησαν τω βασιλεί [Κωνσταντίνος ο Κοπρώνυμος: 718-775, βασ. 741-775], ους κατέστησαν επί τον Αρτάναν. τη δε ιζ΄ του Ιουνίου μηνός εξήλθεν ο βασιλεύς επί την Θράκην αποστείλας και πλώϊμον επί του Ευξείνου έως δισχιλίων χελανδίων επιφερομένων ανά ιβ΄ ίππων.» (Ό.π., σ. 667).
δ) Ήταν τότε εγκατεστημένοι στο Οψίκιον, στη Βιθυνία, 208.000 Σκλαβηνοί, όπως λέει ο Πατριάρχης Νικηφόρος: «Χρόνων δε ουκ ολίγων διελθόντων, Σκλαβηνών γένη της εαυτών μεταναστάντα γης φυγάδες διαπερώσι τον Εύξεινον. συνετέλει δε αυτών το πλήθος άχρι και εις αριθμόν οκτώ και διακοσίας χιλιάδας. και προς τον ποταμόν ος Αρτάνας καλείται αυτοί κατοικίζονται.» (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Copiosior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F. Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae Continuata. Paulus Silen-tiarius, Georgius Pisida et Sanctus Nicephorus CPolitanus, Bonnae MDCCCXXXVII [1837] – Του εν αγίοις πατρός ημών Νικηφόρου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Ιστορία Σύντομος από της Μαυρικίου Βασιλείας, σ. 77).
Στην περιοχή του Οψικίου, λοιπόν, όπου και η Νίκαια της Βιθυνίας στην οποία συνήλθε η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος το 325 μ.Χ., υπήρχαν Σκλάβοι ή Σκλαβήνοι και πόλις ονόματι Σάλων ή Σαλώνια ή Σολώνεια, όπως ρητά διαβεβαιώνουν:
α) ο Στέφανος Βυζάντιος: «Σάλωνα, πόλις Ιλλυρίας. το εθνικόν Σαλωνίτης. εισί και Σαλώναι πόλις Δαλματίας, ων Σαλωνεύς το εθνικόν, ως Πρίσκος εν έκτω.» – «Σαλώνεια, πόλις Βιθυνίας και τόπος Σάλων Σέλωνος. ο κατοικών Σαλωνείτης, αλλά της Σαλωνείας. λέγεται και Σαλωναίος.» (σ. 368).
β) Πλούταρχος, Θησέας: «[26.2] […] Μενεκράτης δέ τις, ἱστορίαν περὶ Νικαίας τῆς ἐν Βιθυνίᾳ πόλεως ἐκδεδωκώς, Θησέα φησὶ τὴν Ἀντιόπην ἔχοντα διατρῖψαι περὶ τούτους τοὺς [26.3] τόπους· τυγχάνειν δὲ συστρατεύοντας αὐτῷ τρεῖς νεανίσκους ἐξ Ἀθηνῶν ἀδελφοὺς ἀλλήλων, Εὔνεων καὶ Θόαντα καὶ Σολόεντα. τοῦτον οὖν ἐρῶντα τῆς Ἀντιόπης καὶ λανθάνοντα τοὺς ἄλλους ἐξειπεῖν πρὸς ἕνα τῶν συνήθων· ἐκείνου δὲ περὶ τούτων ἐντυχόντος τῇ Ἀντιόπῃ, τὴν μὲν πεῖραν ἰσχυρῶς ἀποτρίψασθαι, τὸ δὲ πρᾶγμα σωφρόνως ἅμα καὶ πρᾴως ἐνεγκεῖν καὶ πρὸς τὸν Θησέα μὴ κατηγορῆσαι. [26.4] τοῦ δὲ Σολόεντος ὡς ἀπέγνω ῥίψαντος ἑαυτὸν εἰς ποταμόν τινα καὶ διαφθαρέντος, ᾐσθημένον τότε τὴν αἰτίαν καὶ τὸ πάθος τοῦ νεανίσκου τὸν Θησέα βαρέως ἐνεγκεῖν, καὶ δυσφοροῦντα λόγιόν τι πυθόχρηστον ἀνενεγκεῖν πρὸς ἑαυτόν· εἶναι γὰρ αὐτῷ προστεταγμένον ἐν Δελφοῖς ὑπὸ τῆς Πυθίας, ὅταν ἐπὶ ξένης ἀνιαθῇ μάλιστα καὶ περίλυπος γένηται, πόλιν ἐκεῖ κτίσαι καὶ τῶν ἀμφ᾽ αὐτόν τινας ἡγεμόνας καταλιπεῖν. ἐκ δὲ τούτου τὴν μὲν πόλιν, [26.5] ἣν ἔκτι-σεν, ἀπὸ τοῦ θεοῦ Πυθόπολιν προσαγορεῦσαι, Σολόεντα δὲ τὸν πλησίον ποταμὸν ἐπὶ τιμῇ τοῦ νεανίσκου. καταλιπεῖν δὲ καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, οἷν ἐπιστάτας καὶ νομοθέτας, καὶ σὺν αὐτοῖς Ἕρμον ἄνδρα τῶν Ἀθήνησιν εὐπατριδῶν· ἀφ᾽ οὗ καὶ τόπον Ἑρμοῦ καλεῖν οἰκίαν τοὺς Πυθοπολίτας, οὐκ ὀρθῶς τὴν δευτέραν συλλαβὴν περισπῶντας καὶ τὴν δόξαν ἐπὶ θεὸν ἀπὸ ἥρωος μετατιθέντας.» – «Μενεκράτης δε τις, όστις εξέδωκεν ιστορίαν της πόλεως Νικαίας της εν Βιθυνία, λέγει ότι ο Θησεύς διέτριψεν εις εκείνους τους τόπους έχων την Αντιόπην, και συνέπεσε να συνεκστρατεύσωσι μετ’ αυτού τρεις αδελφοί, καλούμενοι Εύνεως, Θόας και Σολόων. Ο τελευταίος δ’ ούτος ότι ηγάπησε την Αντιόπην, και προς πάντας μεν τους άλλους έκρυπτε το πάθος του, εις ένα δε μόνον των φίλων του το εξεμυστηρεύθη, όστις εσύντυχε περί τούτου μετά της Αντιόπης· αυτή όμως την μεν πρότασιν αυτού απέρριψε, προσηνέχθη δε μετά πολλής φρονήσεως και πραότητος, και δεν κατηγόρησε τον άνθρωπον προς τον Θησέα. Ως δ’ απηλπίσθη ο Σολόων, ερρίφθη εις τινα ποταμόν και απέθανεν· ο δε Θησεύς, μαθών τότε την αιτίαν και το πάθος του νεανίσκου, βαρέως ελυπήθη, και θλιβόμενος, ανεπόλησε χρησμόν τινα όστις είχε τω δοθή άλλοτε εν Δελφοίς παρά Πυθίας, όταν εις ξένην γην δυσαρεστηθή μεγάλως και γίνη περίλυπος, να κτίση πόλιν εκεί, και ν’ αφήση ως αρχηγούς αυτής τινάς των συντρόφων του. Εκ τούτου λοιπόν λέγει ότι την μεν πόλιν ην έκτισεν ωνόμασε Πυθόπολιν, ένεκα του Θεού, τον δε πλησίον ποταμόν εκάλεσε Σολόοντα, εις τιμήν του νεανίσκου· ότι δ’ αφήκεν εκεί και τους αδελφούς αυτού ως επιστάτας και νομοθέτας, και μετ’ αυτών και τον Έρμον, άν-δρα εκ των Αθηναίων Ευπατριδών, εξ ου οι Πυθοπολίται καλούσιν ένα τόπον “οικίαν Ερμού”, κακώς περισπώντες την δευτέραν συλλαβήν, και μεταφέροντες την δόξαν από του ήρωος εις τον Θεόν.» (Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι, Μετάφρασις υπό Α. Ρ. Ραγκαβή, Τόμος Πρώτος, Θησεύς – Ρωμύλος – Λυκούργος – Νουμάς, Εν Αθήναις 1864, σ. 40).
Αναμφίβολα, οι Κύριλλος και Μεθόδιος είναι Σκλάβοι ή Σκλαβίνοι που γεννήθηκαν ή στα Σάλωνα της Δαλματίας (νυν Σλοβενία), όπως γράφει η Λατινική Πατρολογία, τόμος 129, ή γεννήθηκαν στη «Σαλώνεια, πόλις Βιθυνίας», όπου και «τόπος Σάλων», και ως Σαλωνείτες της Σαλωνείας, ήταν Σαλωναίοι και με λατινική εκφορά ο γενέθλιος τόπος τους «Selune», που εύκολα θα εκλάμβανε κάποιος σαν Solune – Θεσσαλονίκη!
Η συζήτηση για πρώιμη εμφάνιση των Σλάβων στις ελληνικές χώρες, εδράζεται στην πεποίθηση των σλαβικής καταγωγής σλαβολόγων και των εν Ελλάδι συνοδοιπόρων τους, ότι ο Προκόπιος αναφέρεται σε αυτούς, όταν γράφει: «Και μην και όνομα Σκλαβήνοις τε και Άνταις έν το ανέκαθεν ην· Σπόρους γαρ το παλαιόν αμφοτέρους εκάλουν ότι δη σποράδην, οίμαι, των χώραν οικούσι.» (Γοτθ. Πόλ. ΙΙΙ, 14). Το δε σχήμα ερμηνείας τους είναι απλοϊκό: Σπόροι à Σόρποι à Σόρβοι à Σέρβοι!;
Περί τούτου, βλέπε σχετικά: a) Cyrille et Methode, Etude Historique sur La Conversion des Slaves au Christianisme par Louis Leger, Paris 1868. Στο συγκεκριμένο έργο διαβάζει κανείς και τις διατυπώσεις: «Le nom de Vlochs [Βλάχοι] etait donne par les Slaves aux peoples Celtes et Pelasgiques.» (Ό.π., σ. 9). «Les Serbes et les Croates, des leur arrive dans la Peninsule Helle-nique, furent evangelises par ordre de l’empereur Heraclius. [Ηράκλειος: 575-641, βασ. 610-641]» (Ό.π., σ. 50). Όμως, επί ημερών Κυρίλλου και Μεθοδίου «La langue dus Bulgares encore non slavises.» (Ό.π., σ. 66). – b) P. Duthilleul, Les sources de l’histoire des saints Cyrille et Méthode, Échos d’Orient, Année 1935, Volume 34, Numéro 179, σ. 272-306. – c) Παν. Κ. Χρήστου, Οι Θεσσαλονικείς Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, Διδάσκαλοι των Σλάβων – Η Θεσσαλονίκη κατά τον Θ΄ (Ένατο) αιώνα, Έκδοση Επιτροπής Εορτασμού 1100ετηρίδος Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, Θεσσαλονίκη 1967. Παν. Κ. Χρήστου, Κύριλλος και Μεθόδιος οι Θεσσαλονικείς φωτισταί των Σλάβων, Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1988. – d) Ταχιάος, Α. – Αιμ., Κύριλλος και Μεθόδιος. Οι αρχαιότερες βιογραφίες των Θεσσαλονικέων εκ-πολιτιστών των Σλάβων, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2008. – Βλ. και: Magnae Moraviae fontes historici. 2. Textus biographici, hagiographici, liturgici, Brno 1967. Tamas Notari, Conversio Bagoariorum et Carantanorum – Document of an Early Medieval Show Trial, Sectio Juridica et Politica, Miskolc, Tomus XXV/1. (2007), σ. 95-119. Radoslav Vecerka, K Staroslovenskym Zivotum Konstantinovu a Metodejovu, Classica Atque Mediaevalia Jaroslao Ludvikovsky, Octogenario Oblata, Brno 1975, σ. 129-138.
Τα περί Θεσσαλονικέων εκπολιτιστών των Σλάβων, σκοντάφτουν σε σοβαρά ερωτήματα, τα οποία απαιτούν απαντήσεις ξεκάθαρες και με… αποδείξεις:
α) Γιατί δεν υιοθέτησαν οι δύο αδελφοί το ελληνικό αλφάβητο και προτίμησαν να κάνουν άλλο, και δη με ελληνικά γράμματα ανεστραμμένα –λες και βρίσκονταν σε κατάσταση μέθης όταν το… εφηύραν!– και γιατί απέρριψαν το ελληνικό αλφάβητο, αυτοί οι… ακραιφνείς Έλληνες και ελληνικής παιδείας… άγιοι, αφού ήδη το είχαν… έτοιμο;
β) Γιατί δεν έγραψαν σε γλώσσα νοτιοσλάβικη που –αν ήταν Θεσσαλονικείς– θα τους ήταν εξ ορισμού οικεία ή γνώριμη ή η σερβική ή η βουλγαρική;
γ) Γιατί –αφού ήταν απεσταλμένοι του αυτοκράτορα Μιχαήλ (του Μέθυσου) στη Μοραβία– οι δυο αδελφοί προσχώρησαν στην Εκκλησία της Ρώμης;
δ) Γιατί ο Μεθόδιος χειροτονήθηκε επίσκοπος Μοραβίας από τον πάπα της Ρώμης και όχι από τον πατριάρχη Φώτιο της ΚΠολης;
ε) Γιατί ο Κύριλλος έμεινε έως τον θάνατό του στη Ρώμη, όπου και τάφηκε παρουσία του ίδιου του πάπα;
Δεν υπάρχουν απαντήσεις, ή μάλλον η απάντηση είναι μία, και απλή: Διότι δεν ήταν Σλάβοι και ούτε ήταν Γραικοί, αλλά ήταν Σκλάβοι ή Σκλαβήνοι της Δαλματίας ή της Μικρασίας (Βιθυνίας) ή –το πιο πιθανό κατ’ εμέ– διότι ήταν Σκλάβοι ή Σκλαβήνοι της [Trans]-Selunenina (Τρανσυλβανία)! Άρα, ως Σκλάβοι ή Σκλαβήνοι/Σκλαβινοί, Γέτες, ήταν «δίγλωσσοι» ή «μιγάδες Έλληνες».
Από οποιαδήποτε από αυτές τις τρεις περιοχές αν κατάγονταν, γνώριζαν εκ καταγωγής τη μητρική γλώσσα τους, αυτή των Σκλάβων ή Σκλαβήνων που ήταν Γέτες και ομόφυλοι – ομόγλωσσοι των Δακών, και άρα μιλούσαν γλώσσα συγγενική της λατινικής και της ελληνικής, και κάποια γλώσσα σύνοικων ή γειτονικών λαών.
Τότε, υπήρχε η «Μεγάλη Μοραβία» εντός των ορίων της οποίας βρισκόταν η Τρανσυλβανία με σύνοικους πληθυσμούς Γετών, Δακών, Σκλαβήνων, Ελλήνων, Βουλγάρων, πριν εκσλαβιστούν γλωσσικά οι Βούλγαροι.
Οι Κύριλλος και Μεθόδιος εισήγαν ένα σύστημα γραφής (γλαγολιτικό αλφάβητο) και τη σλαβονική λειτουργία, που είχε εγκριθεί επίσημα από τον Πάπα Αδριανό Β’ (792-872, πάπας 867-872). Η γλαγολιτική γραφή εφεύρεθηκε από τον Κύριλλο και η γλώσσα που χρησιμοποίησε στις μεταφράσεις των αγίων γραφών (έγινε αργότερα γνωστή ως παλαιά εκκλησιαστική σλαβονική γλώσσα), και βασιζόταν σε σλάβικα που γνώριζε αυτός και ο αδελφός του Μεθόδιος από τον τόπο όπου μεγάλωσαν. Το κυριλλικό αλφάβητο είναι κατοπινό δημιούργημα, επί πρώτης Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας (913-927), όταν ήταν ήδη πεθαμένοι οι δύο αδελφοί. Μετέφρασαν, λοιπόν, τα Ευαγγέλια σε οικεία γλώσσα, κλέβοντας το ελληνικό αλφάβητο με «αναστροφή» πολλών γραμμάτων και προσχώρησαν στον παπισμό αντιστρατευόμενοι τον ελληνισμό. (Βλ. Σωκρ. Ν. Λιάκος, Τι πράγματι ήσαν οι Σκλαβήνοι (= Assececlae) Έποικοι του Θέματος Θεσσαλονίκης (Δρουγουβίται – Ρυγχίνοι – Σαγουδάτοι), Θεσσαλονίκη Ιούλιος 1971).
Κάτι που πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα: Οι Σλάβοι συγγραφείς όταν γράφουν για τον μοναχικό βίο των αγίων Κύριλλου και Μεθόδιου, αναφέρουν γενικά ότι έζησαν στον Όλυμπο, και όχι συγκεκριμένα στον Όλυμπο της Βιθυνίας, αφήνοντας να νοηθεί ότι πρόκειται για τον ελληνικό Όλυμπο Θεσσαλίας – Μακεδονίας, και εισάγουν έτσι το ιδεολόγημα τής… σλαβικής παρουσίας και σλαβογλωσσίας στις χώρες της Μακεδονίας και Θεσσαλίας, ή γενικά στις ελληνικές χώρες μέχρι την Πελοπόννησο, όπως ακαδημαϊκοί κύκλοι μηρυκάζουν αναποδείκτως πανταχόθεν και παντοιοτρόπως έως σήμερα, και ποικίλοι άλλοι… ερευνητές! – Βλ. και Gesvhichte der Slavenapostel Konstantinus (Kyrillus) und Methodius. Quellenmafsig untersucht und dargestellt von Lic. Leopold Karl Goetz, Gotha, 1897, ιδίως σ. 255-270: III. Legenda Pannonica, Vita Sancti Methodii, όπου ρητά αναφέρει ότι η σλαβική γλώσσα ήταν κυρίαρχη στη Θεσσαλονίκη, με δεδομένο κατ’ αυτόν τον θρύλο ότι οι δύο «σλαβαπόστολοι» ήταν τέκνα της ίδιας πόλης. Βέβαια ο Βίος του Αγίου Μεθοδίου απηχεί τον Παννονικό – Παλαιοσλαβικό μύθο για την εκ Θεσσαλονίκης καταγωγή των αδελφών Κύριλλου και Μεθόδιου, όπως έχει αναφερθεί, χωρίς ωστόσο να επιβεβαιώνεται από τις παλαιές πηγές που αναφέρουν γενέθλιο τόπο τους σε Δαλματία ή στον Όλυμπο της Βιθυνίας που, ασφαλώς, δεν είναι η Solune – η Θεσσαλονίκη κατά τους Σλάβους, αλλά η Selune!
Πηγή δεύτερη: ΚΥΡΙΛΛΟΣ (826/827-869) και ΜΕΘΟΔΙΟΣ (815-884) – Συναξαριστής των Δώδεκα Μηνών του Ενιαυτού, Πάλαι μεν Ελληνιστί συγγραφείς υπό Μαυρικίου, διακόνου της Μεγάλης Εκκλησίας, τω δε 1819 το δεύτερον μεταφρασθείς αμέσως εκ του Ελληνικού χειρογράφου Συναξαριστού, και μεθ’ όσης πλείστης επιμελείας ανακαθαρθείς, διορθωθείς, πλατυνθείς, αναπληρωθείς, σαφηνισθείς, υποσημειώσεσι διαφόροις καταγλαϊσθείς, υπό του εν μακαρία τη λήξει Νικοδήμου Αγιορείτου. Νυν δε τρίτον επεξεργασθείς εκδίδοται υπό Θ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως. Τόμος Πρώτος. Περιέχων τους μήνας Σεπτέμβριον, Οκτώβριον, Νοέμβριον, Δεκέμβριον, Ιανουάριον και Φεβρουάριον. Αθήνησι 1868.
-
«Μνήμη του εν αγίοις πατρός ημών ιεράρχου και θαυματουργού Κλήμεντος Επισκόπου Βουλγαρίας του εν τη Αχρίδι, του και Βουλγαροκήρυκος επονομαζομένου. || Των Βουλγάρων κήρυκα Κλήμεντα μέγαν, / Σιγή τα αν κρύψειεν αρετής φίλος; || Ούτος ο μέγας πατήρ ημών και της Βουλγαρίας φωστήρ λαμπρότατος και κήρυξ μεγαλοφωνότατος ήτο κατά τους χρόνους του βασιλέως Ρωμαίων Μιχαήλ [Μιχαήλ Γ΄ ο Μεθυσος 839-867, βασ. 842-867] υιού Θεοφίλου [813-842, βασ. 829-842] εν έτει ωμβ΄ (842), ή κατ’ άλλους ωξε΄ (865)· κατήγετο δε από την εν Ευρώπη Μοισίαν, την οποίαν οι πολλοί άνθρωποι ονομάζουσι Βουλγαρίαν, ως κατοικουμένην από Βουλγάρους, οι τινες, ως λέγουσι, παλαιά μεν εφέρθησαν υπό του βασιλέως Αλεξάνδρου από τον Όλυμπον της Προύσης εις τον ποταμόν Βόλγαν, αφ’ ου και Βούλγαροι ωνομάσθησαν, ύστερον δε από πολλούς χρόνους επέρασαν με δύναμιν μεγάλην τον ποταμόν Ίστρον (ήτοι Δούναβιν) και επήραν προς κατοικίαν αυτών τα εκεί γειτονεύοντα μέρη· ήγουν την Παννονίαν, την μεταξύ του Δουναβίου και Νουρικού ποταμού και του Ιλλυρικού περιεχομένην, ταυτόν ειπείν την Ουγγαρίαν και Δαλματίαν (ήτοι Σλαβονίαν), και Θράκην, και Ιλλυρικόν, και Μακεδονίαν, και Θετταλίαν. Από τοιούτον λοιπόν γένος των Βουλγάρων εκατάγετο ο όσιος ούτος Κλήμης, ήτον δε εκ κοιλίας μητρός του εκλελεγμένος από τον Θεόν, καθώς και ο Σαμουήλ· και ακόμη από την βρεφικήν ηλικίαν του ηγάπησε την φιλόθεον και ενάρετον πολιτείαν. || Πρώτος δε αυτός ομού με τον θείον Ναούμ και Αγγελάριον και Γοράσδον εδιδάχθη με επιμέλειαν την θείαν Γραφήν, η οποία μετεγλωττίσθη με την συνεργίαν του Θεού, εις την γλώσσαν των Βουλγάρων παρά του θείου Κυρίλλου, όστις ήτον αληθώς θεόσοφος και ισαπόστολος πατήρ και εχρημάτισε πρώτος διδάσκαλος της θεοσεβείας και ορθοδόξου πίστεως εις το έθνος των Βουλγάρων ομού με τον θείον Μεθόδιον. Επειδή δε ο άγιος ούτος Κλήμης ήτο γη γόνιμος και αγαθή, διά τούτο δεχθείς εις την καρδίαν του τον Ευαγγελικόν σπόρον της αληθείας και των θείων Γραφών, εκαρποφόρησε πολύν τον καρπόν εις εξήκοντα και εις εκατόν, κατά την φωνήν του Κυρίου, καθώς από αυτά τα έργα και πράγματα τούτο απέδειξεν αληθές. || Διότι αυτός αγαπήσας την παρθενικήν ζωήν των μοναχών, ποίον είδος αρετής δεν εξηκρίβωσεν; Ή ποίαν τέχνην δεν επενόησε διά να νικήση τα πάθη; Διότι με την ησυχίαν μεν απέφυγε τον πόλεμον, όστις έρχεται έξωθεν από τας πέντε αισθήσεις, με την νηστείαν δε και σκληραγωγίαν του σώματος απεμάρανε τας φιληδόνους ορμάς και επιθυμίας, με την παντοτεινήν δε προσοχήν και προσευχήν εξήλειψεν από την ψυχήν του τας εμπαθείς φαντασίας και τους πονηρούς λογισμούς. Τα χαρακτηριστικά δε σημεία της ψυχής του μακαρίου Κλήμεντος ήσαν ταύτα τα δύω· αγάπη αδιάκριτος και ταπείνωσις ανυπόκριτος. Με τοιούτον λοιπόν τρόπον στοιχειωθείς ο ιερός Κλήμης διά του θείου νόμου εκ νεαράς του ηλικίας, και την κατά το Ευαγγέλιον πολιτείαν ακριβώς μετα-χειριζόμενος, κατά μεν το παρόν κατέστη συνεργός με τους ανωτέρω διδασκάλους του τον Κύριλλον, λέγω, και Μεθόδιον και έγεινεν οδηγός της ευσεβείας εις το έθνος των Βουλγάρων υπομένων και αυτός τους ιδίους εκείνους πειρασμούς όσους υπέμειναν και οι ανωτέρω διδάσκαλοί του από την δυναστείαν των αιρετικών, οίτινες εξουσίαζον κατά τον καιρόν εκείνον, καθώς αναφέρει τους πειρασμούς αυτούς ο κατά πλάτος βίος των ανωτέρω αγίων.
Αφ’ ου δε ο μεν θεσπέσιος Κύριλλος απήλθεν εις την άνω ζωήν, φανερώσας πρότερον εις τον τότε Πάπαν της Ρώμης Αδριανόν [Αδριανός Β΄: 792-872, πάπας 867-872] την Αποστολικήν διακονίαν και την αύξησιν ην εποίησε του εμπιστευθέντος αυτώ έργου· αφ’ ου δε και ο Μεθόδιος έγεινεν από τον Πάπαν αρχιεπίσκοπος Μωράβου και Βουλγαρίας, τότε και ο θείος ούτος Κλήμης εχειροτονήθη από τον Μεθόδιον επίσκοπος όλου του Ιλλυρικού και του το Ιλλυρικόν εξουσιάζοντος έθνους των Βουλγάρων, και της Λυχνιδών πόλεως, ήτοι της Αχρίδος, και της Γλαβηνίτζας. Εις τας οποίας ταύτας πόλεις και επαρχίας αφήκεν ο άγιος υπομνήματα και σημεία της αρετής του και αγιότητος, διότι εις την Αχρίδα έκτισεν ο άγιος εκ θεμελίων ιερόν ναόν και μοναστήριον του αγίου Παντελεήμονος, όπου και διήνυε ζωήν ασκητικήν ο αοίδιμος, και από το μοναστήριον αυτό, ως από λυχνίαν υψηλήν, έλαμπεν εις όλον το ποίμνιόν του τας ακτίνας της αρετής και της θείας χάριτος. Αφ’ ου δε απήλθεν εις την ουράνιον ζωήν, αφήκεν εις αυτό το ίδιον μοναστήριον το ιερόν του λείψανον ως πολύτιμον θησαυρόν και κτήμα όλου του κόσμου αντάξιον, από το οποίον καθ’ εκάστην ημέραν ιατρεύεται κάθε πάθος και ασθένεια. Όθεν και το ιερόν εκείνο μοναστήριον εχαρίσθη παρά Θεού εις τους εκεί προστρέχοντας χριστιανούς κοινόν και άμισθον ιατρείον. || Εκτός δε των άλλων κειμηλίων, όσα αφήκεν εις την Αχρίδα ο τρισόλβιος Κλήμης απεθησαύρισεν εις αυτήν και βιβλία ιερά γεννήματα της υψηλής του διανοίας και πονήματα της αγίας χειρός του, τα οποία τι-μώνται και σέβονται από όλον το έθνος των Βουλγάρων όχι ολιγώτερον από τας θεογράφους πλάκας του Μωϋσέως. Αλλά και εις την ρηθείσαν Γλαβηνίτζαν είναι δυνατόν να ίδη τις στύλους πετρίνους σωζομένους έως της σήμερον, εφ’ ων είναι γράμματα χαραγμένα, τα οποία φανερώνουσιν ότι προσήλθεν υπό του αγίου Κλήμεντος εις την πίστιν και επίγνωσιν του Χριστού όλον το έθνος των Βουλγάρων. Επειδή δηλαδή όλον το έθνος των Βουλγάρων δεν επίστευσεν ευθύς εις τον Χριστόν, ούτε όλον εφωτίσθη διά του αγίου βαπτίσματος, αλλ’ έμεινεν ακόμη πολύ μέρος αυτού έχον βαρβαρικήν θηριότητα, τούτου χάριν ο θεσπέσιος Κλήμης με τας καθημερινάς θεοπνεύστους διδαχάς του ωδήγησεν εις θεογνωσίαν όλον το έθνος, και την αγριότητα της γνώμης αυτών μετέβαλεν εις ημερότητα και χρηστότητα τρόπων, ώστε μετεχειρίζοντο εις το εξής έννομον πολιτείαν και σώφρονα. || Μάλιστα δε και εξαιρέτως τούτο κατώρθωσεν ο μακάριος Κλήμης, επειδή εβάπτισε τον άρχοντα των Βουλγάρων, Βορίσην ονομαζόμενον [Βόρις ή Βορίσης Α΄: 853-888], και τον εκείνου υιόν Μιχαήλ, ο οποίος έγεινε πρώτος βασιλεύς των Βουλγάρων, και ακολούθως έκαμεν αυτούς τους δύω να πολιτεύωνται κατά τους νόμους των χριστιανών. Όθεν διά μέσου αυτών των δύω υπέταξεν εις το Ευαγγέλιον όλον το έθνος των Βουλγάρων ως ένα άνδρα. Προς τούτοις δε προσείλκυσεν ο άγιος τους Βουλγάρους εις την στενήν και ανηφορικήν οδόν της κατά Θεόν ζωής, όχι μόνον διά των γλυκυτάτων αυτού λόγων και διδασκαλιών, αλλά μάλλον διά των πολλών θαυμάτων, τα οποία δι’ αυτού ενήργει ο Κύριος· […] || Ούτος ο άγιος εσοφίσθη και εφεύρεν άλλους χαρακτήρας γραμμάτων Σλαβονικών σαφεστέρους και καθαρωτέρους, και διά μέσου των γραμμάτων αυτών έγραψεν όλην την Αγίαν Γραφήν και τους πανηγυρικούς λόγους των εορτών και τους βίους των μαρτύρων και οσίων, και τους ασματικούς κανόνας. Ταύτα δε τα γράμματα εδίδαξεν εις τα γνωστικώτερα παιδία των χριστιανών, εκ των οποίων όσα ήσαν άξια τα εχειροτόνησεν ιερείς, και το πρώην βάρβαρον και ωμόν έθνος των Βουλγάρων το κατέστησεν ο θείος πατήρ ήμερον και άγιον διά μέσου της σπουδής του και προθυμίας, και ούτως ετέλεσεν αληθώς έργον αποστολικόν· όθεν διά τούτο ηξιώθη να λάβη παρά Θεού και χάριν αποστολικήν. Ότε δε ήλθεν ο καιρός της αποβιώσεώς του, ο άγιος απεχαιρέτισεν όλους και εσυμβούλευσεν αυτούς· είτα […]» (Ό.π., σ. 241-244).
-
«Η Μοισία […] Διαιρείται δε εις ανωτέραν και κατωτέραν, και η μεν ανωτέρα ωνομάσθη κοινώς Σερβία, η δε κατωτέρα ωνομάσθη Βουλγαρία από των Σέρβων και των Βουλγάρων των ελθόντων και κατοικησάντων εις αυτήν την Μοισίαν, οίτινες ήσαν έθνη της Ασιατικής Σαρματίας, οικούντες τριγύρω εις τον ποταμόν Βόλγαν.» (Ό.π., σ. 242).
-
«Μώραβος ίσως είναι η νυν καλουμένη Μωραβία, ήτις και μεγάλη Μωραβία λέγεται παρά τω βασιλεί Κωνσταντίνω τω Πορφυρογεννήτω εν τω περί Θεμάτων, από τον ποταμόν Μωράβαν.» (Ό.π., σ. 243).
-
«Σημείωσαι, ότι και ασματική ακολουθία ευρίσκεται του αγίου Κλήμεντος τούτου, σωζομένη εις ιδίαν φυλλάδα εν Μοσχοπόλει τετυπωμένη. Και τούτο δε σημείωσαι, ότι οι επτά κήρυκες και διδάσκαλοι των Βουλγάρων εορτάζονται ομού εν ιδία φυλλάδι τετυπωμένη κατά Μοσχόπολιν· ήτοι ο Κύριλλος, ο Μεθόδιος, ο Κλήμης, ο Σάββας, ο Αγγελάριος, ο Γορδάσδος και ο Ναούμ.» (Ό.π., σ. 244).
-
«Τη αυτή ημέρα μνήμη του αγίου και Θεοφόρου πατρός ημών Ναούμ του θαυματουργού, του φωτιστού και ιεροκήρυκος Βουλγαρίας. || Την Βουλγαρίας γην άπασαν, παμμάκαρ / Ναούμ, λόγοις σοις λαμπρύνεις και θαύμασιν. || Ούτος ο εν αγίοις πατήρ ημών Ναούμ ήκμαζε κατά τους χρόνους Μιχαήλ του βασιλέως Ρωμαίων του υιού Θεοφίλου του εικονομάχου εν έτει ωμβ΄ (842), ότε και ο άγιος Κύριλλος και Μεθόδιος και Κλήμης διέτριβον εις τα μέρη της Βουλγαρίας, αγωνιζόμενοι εις το να φωτίσωσι με την πίστιν του Χριστού και ορθοδοξίαν το πεπλανημένον έθνος των Βουλγάρων, διότι τούτους τους πρώτους φωτιστάς της Βουλγαρίας κατά πάντα ακολουθών ο θείος ούτος Ναούμ, επεριπάτει μετ’ αυτών εις όλας τας πόλεις της Βουλγαρίας, κηρύττων τον λόγον της ευσεβείας, τυπτόμενος, λοιδορούμενος, θλιβόμενος και διωγμούς και μάστιγας υπομένων από τους απίστους και εχθρούς του Χριστού. Επειδή δε οι ανωτέρω πατέρες, ο θείος Κύριλλος δηλαδή και ο Μεθόδιος και o Κλήμης οι ισαπόστολοι ηθέλησαν να μεταγλωττίσωσι την παλαιάν και νέαν Γραφήν από την ελληνικήν γλώσσαν εις την βουλγαρικήν με τα στοιχεία και τας λέξεις τας οποίας εφεύρον εις κατάληψιν των Βουλγάρων, έκριναν εύλογον να αναφέρωσι το έργον αυτό εις τον τότε Πάπαν της Ρώμης Αδριανόν, διά να λάβη και εξ εκείνου το κύρος και την βεβαίωσιν.
Όθεν μετ’ αυτών υπήγεν εις Ρώμην και ο θεσπέσιος ούτος Ναούμ· εδέχθη δε αυτούς με μεγάλην τιμήν και φιλοφροσύνη ο ρηθείς Πάπας. Έδειξε δε ο Θεός διά των ανωτέρω δούλων του πολλά θαύματα εκεί εις την Ρώμην, από τα οποία θαύματα και από άλλας αποκαλύψεις εγνώρισεν ο Πάπας ότι το έργον όπερ εποίησαν της μεταγλωττίσεως ήτο εκ Θεού. Μάλιστα δε παραβάλλων το ελληνικόν κείμενον των Γραφών με το Βουλγαρικόν, εύρεν αυτά σύμφωνα κατά πάντα· όθεν εβεβαίωσε και εκύρωσε την μεταγλώττισιν ταύτην και εψήφισε να δοθή αύτη εις μάθησιν των βουλγάρων, προς κατάληψιν περισσοτέραν της ευσεβείας. Ο δε άγιος ούτος Ναούμ, ως νεώτερος των ανωτέρω αγίων και ως θερμότερος κατά τον ζήλον, ηγωνίζετο περισσότερον, υπηρετών προθύμως εις όλα τα παρ’ αυτών προσταττόμενα. Ότε δε έμελλον ν’ αναχωρήσωσιν από την Ρώμην, εποίησε δι’ αυτών ο Θεός πολλά θαύματα, διότι όσοι ασθενείς επρόστρεξαν εις αυτούς εθεραπεύθησαν με ένα τρόπον θαυμάσιον· άμα δηλαδή έβλεπον τους αγίους εις τους οφθαλμούς ελευθερώνοντο από τας ασθενείας των. Τόσον ήσαν χαριτωμένοι οι άγιοι, ώστε και δύναμις ιαματική επήγαζεν από τους οφθαλμούς των. Και ο μεν θείος Κύριλλος ο αρχηγός της μεταγλωττίσεως των Γραφών έμεινεν εις την Ρώμην, και φθάσας εις έσχατον γήρας, απήλθεν προς Κύριον, ο δε ιερός Μεθόδιος παραλαβών τους μαθητάς του, είς εκ των οποίων ήτο και ο θείος ούτος Ναούμ, απεφάσισε να επιστρέψη πάλιν εις Βουλγαρίαν· επιστρέφων δε υπήγεν εις την γην των Αλαμάνων (ήτοι των Γερμανών), οίτινες είχον πολλάς αιρέσεις και αυτήν ακόμη την του Απολιναρίου, και εβλασφήμουν κατά του αγίου Πνεύματος. Επειδή δε ο θείος Μεθόδιος συν τω Ναούμ τούτω ηγωνίζοντο να επαναφέρωσιν αυτούς εις την ορθοδοξίαν, οι βάρβαροι εκείνοι ετιμώρησαν τους αγίους με δαρμούς και ξεσχισμούς και με άλλα βάσανα, και ύστερον τους έβαλον εις την φυλακήν. || Ενώ λοιπόν οι άγιοι προσηύχοντο εν τη φυλακή, ω του θαύματος! έγεινε σεισμός μέγας, από τον οποίον ο μεν τόπος όλος εσαλεύθη και εκρημνίσθησαν πολλαί οικίαι των δυσσεβών εκείνων, ελύθησαν δε τα δεσμά, και αι θύραι της φυλακής ηνοίχθησαν. Όθεν εξελθόντες οι άγιοι, επορεύοντο χαίροντες εις την οδόν, ως ποτέ οι θείοι απόστολοι, διότι ηξιώθησαν να ατιμασθώσι διά το Πνεύμα το Άγιον. Ελθόντες δε εις Βουλγαρίαν, υπεδέχθησαν από τον αρχηγόν των βουλγάρων Μιχαήλ, όστις διεμοίρασεν αυτούς εις τας πέριξ χώρας διά να κηρύττωσι το όνομα του Χριστού και την βουλγαρικήν εξήγησιν των θείων Γραφών. Τότε ο θείος Κλήμης λαβών τον άγιον τούτον Ναούμ, επεριπάτει εις διαφόρους τόπους της Βουλγαρίας, μάλιστα δε εις την Διάβυαν και Μοισίαν και Παννονίαν (Ουγγαρίαν), κηρύττων τον λόγον της ευσεβείας· και από την συντροφίαν αυτού δεν εχωρίσθη ο θείος Ναούμ έως εσχάτης του αναπνοής, συμβοηθών αυτώ, ως ο Ααρών εβοήθει τω Μωϋσή. Διατρίβων λοιπόν ο άγιος Ναούμ εις την ρηθείσαν Διάβυαν, και εκεί ζήσας καιρόν τινα οσίως και θεαρέστως, απήλθε προς Κύριον, αφίσας το ιερόν του λείψανον θησαυρόν θαυμάτων ακένωτον τοις μετά πίστεως τούτω προστρέχουσιν· (όρα και τον πλατύτερον βίον τούτου εν τη εκδεδομένη αυτού φυλλάδι, τη περιεχούση την ασματικήν του ακολουθίαν· εξ ης φυλλάδος μετεφράσθη εν συντόμω το παρόν Συναξάριον υπ’ εμού. – Όρα κα το Συναξάριον του αγίου Κλήμεντος του βουλγαροκήρυκος και διδασκάλου του, κατά την εικοστήν δευτέραν του Νοεμβρίου).» (Ό.π., σ. 332-333).
-
«Ούτοι όλοι οι ανωτέρω άγιοι κατήγοντο μεν από διαφόρους επαρχίας και τόπους, κατώκουν δε εις Αδριανούπολιν. Οι δε αχάριστοι και αγνώμονες Βούλγαροι ήλθον τότε διά να πολεμήσωσι τους Ρωμαίους· όθεν αιχμαλωτίσαντες τους εν Θράκη και Μακεδονία χριστιανούς, ηθέλησαν να πολεμήσωσι και την βασιλεύουσαν των πόλεων Κωνσταντινούπολιν. Όθεν ήλθον έως εις την Αδριανούπολιν, και προσμείναντες τρεις ημέρας εκυρίευσαν αυτήν. Ταύτα δε εγίνοντο ότε εβασίλευε Λέων ο Αρμένιος [Λεών Ε΄: 775-820, βασ. 813-820] ο εικονομάχος και ότε ο Κρούμος [ηγεμονία 802-815] εξουσίαζε το έθνος των Βουλγάρων, δηλαδή εν τω έτει ωιε΄ (815), εμβάς λοιπόν ο Κρούμος εις την Αδριανούπολιν και κυριεύσας αυτήν, εξέβαλεν έξω τεσσαράκοντα χιλιάδας χριστιανούς, ομού και τον αγιώτατον επίσκοπον της Αδριανουπόλεως, τον οποίον κατά γης ρίψας, επάτησεν επάνω εις τον λαιμόν.» (Ό.π., σ. 403-404). [Δες χρονολογίες γέννησης των δύο «σλαβαποστόλων». Κύριλλος το 826/827, και Μεθόδιος το 815.]
-
Οι μετά τον Κρούμον ηγεμόνες των Βουλγάρων: Δούκουμος, Δίτζεγγος, Μουρτάγων. «Όχι μόνον δε ο δυσεβής ούτος Μουρτάγων ταύτα εποίησεν, αλλά και οι άλλοι άρχοντες των Βουλγάρων, οι κατά διαδοχήν την αρχήν εκείνων δεξάμενοι· και αυτοί, λέγω, όλοι οι αλιτήριοι πολλούς χριστιανούς εθανάτωσαν με διάφορα βάσανα.» (Ό.π., σ. 403-404).
Ώστε, ο παλαιός Συναξαριστής δεν γράφει ότι οι δύο άγιοι (Κύριλλος και Μεθόδιος) ήταν Έλληνες από τη Θεσσαλονίκη, αλλά επισημαίνουν για τον ομόφυλό τους άγιο Κλήμη ότι «κατήγετο δε από την εν Ευρώπη Μοισίαν, την οποίαν οι πολλοί άνθρωποι ονομάζουσι Βουλγαρίαν, ως κατοικουμένην από Βουλγάρους, οι τινες, ως λέγουσι, παλαιά μεν εφέρθησαν υπό του βασιλέως Αλεξάνδρου από τον Όλυμπον της Προύσης εις τον ποταμόν Βόλγαν, αφ’ ου και Βούλγαροι ωνομάσθησαν».
Βλέπε και Συναξαριστής των Δώδεκα Μηνών του Ενιαυτού, Πάλαι μεν Ελληνιστί συγγραφείς υπό Μαυρικίου, διακόνου της Μεγάλης Εκκλησίας, Νυν δε το δεύτερον μεταφρασθείς αμέσως εκ του Ελληνικού Χειρογράφου Συναξαριστού, και μεθ’ όσης πλείστης επιμελείας ανακαθαρθείς, διορθωθείς, πλατυνθείς, αναπληρωθείς, σαφηνισθείς, υποσημειώσεσι διαφόροις καταγλαϊσθείς, και εις τρεις Τόμους διαιρεθείς, υπό του εν μοναχοίς ελαχίστου Νικοδήμου Αγιορείτου. Δι’ αδράς δε δαπάνης, και συντόνου σπουδής τε και προθυμίας, του πανιερωτάτου Αγίου Θεσσαλονίκης Κυρίου Ιωσήφ, Και των είκοσι Ιερών Μοναστηρίων του Αγίου Όρους, Σκήτεών τε και Κελλίων και των φιλοχρίστων Συνδρομητών, των εν τω τέλει της Βίβλου ονομαστί καταγραφέντων, Τύπος ήδη λαμπροίς εκδοθείς εις κοινήν απάντων των Ορθοδόξων ωφέλειαν. Συνεργεία και σπουδή των ελαχίστων Ιερομονάχων Στεφάνου και Νεοφύτου των αγιορειτών, Τόμος Πρώτος, περιέχων τους τέσσαρας μήνας, του Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου, Νοεμβρίου, και Δεκεμβρίου, ,αωιθ΄ Εν Βενετία 1819, Εν τη τυπογραφεία Πάνου Θεοδοσίου του εξ Ιωαννίνων, Con Imperiale Regia Approvazione, σ. 292-294.
Τούτη η έκδοση του 1868 υποτίθεται ότι αναπαράγει την έκδοση του 1819 και είναι αλήθεια ότι αυτό συμβαίνει σε μέγιστο βαθμό. Όμως το 1819 δεν υπήρχε «κράτος Βουλγαρία», ενώ το 1868 ήταν ήδη καθ’ οδόν η ίδρυση ενός τέτοιου κράτους (συνέβη το 1878), οπότε η έκδοση του 1868 διαφοροποιείται σε ορισμένα σημεία ως προς αυτή του 1819, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα νέα δεδομένα. Δίνονται κάποια αποσπάσματα της έκδο-σης του 1819:
-
«Μοισία […] είναι μία μεγάλη επαρχία του ανατολικού Ιλλυρικού εκτεινομένη από δυσμών επ’ ανατολάς μεταξύ Μακεδονίας και της Θράκης προς μεσημβρίαν, και της Δακίας προς βορράν, από την οποίαν χωρίζεται υπό του Ποταμού Δουναβίου. Διαιρείται δε εις ανωτέραν και κατωτέραν. Και η μεν ανωτέρα, ωνομάσθη κοινώς Σερβία. Η δε κατωτέρα, ωνομάσθη Βουλγαρία, από των Σέρβων και των Βουλγάρων, των ελθόντων και κατοικησάντων εις αυτήν την Μοισίαν. Οίτινες ήτον Έθνη της Ασιατικής Σαρμασίας, οικούντες τριγύρω εις τον Ποταμόν Βόλγαν.» (Ό.π., σ. 292).
-
«Τον κατά πλάτος βίον του Αγίου ούτου Κλήμεντος συνέγραψεν μεν ελληνιστί ο ιερός Θεοφύλακτος ο Βουλγαρίας, μετέφρασε δε τις εις το απλούν κεκολοβωμένον και ατελή. Όθεν ο Σοφολογιώτατος Διδάσκαλος κύριος Αθανάσιος ο Πάριος, διορθώσας αυτόν, πλατύνας αναπληρώσας, και σημειώμασι καταγλαΐσας, άρτιον και ολόκληρον ήδη εξέδωκε. Κρίσιν ουρανού, τούτον επωνομάσας, συν τω του μεγάλου Σπυρίδωνος θαύμασι, τω και αυτό ονομασθέντι παρ’ αυτού, Κρίσιν του ουρανού. Τούτο λοιπόν τον νεοτύπωτον βίον του Αγίου ανάγνωθι αγαπητέ, διά να καταλάβης πλατύτερον τα περί του Αγίου Κλήμεντος. Σημείωσαι, ότι και ασματική Ακολουθία ευρίσκεται του Αγίου Κλήμεντος τούτου, σωζομένη εις ιδίαν φυλλάδα εν Μοσχοπόλει τετυπωμένην. Και τούτο δε σημείωσαι, ότι οι επτά Κήρυκες και διδάσκαλοι των Βουλγάρων εορτάζονται ομού εν ιδία φυλλάδι τετυπωμένην κατά την Μοσχόπολιν. Ήτοι ο Κύριλλος, ο Μεθόδιος, ο Κλήμης, ο Σάββας, ο Αγγελάριος, ο Γοράσδος και ο Ναούμ.» (Ό.π., σ. 294).
Να ιδούμε όμως, τι γράφει ο εξ Ευβοίας καταγόμενος Θεοφύλακτος (;-1107), λόγιος κληρικός του 11ου αιώνα, που στην πορεία χειροτονήθηκε Διάκονος και Ρήτωρ της Μεγάλης Εκκλησίας, και μετά, το 1075, χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας. Είχε άριστη εκκλησιαστική παιδεία και έγραψε κατά των Λατίνων «Προσλαλιά τινι των αυτού ομιλητών περί ων εγκαλούνται Λατίνοι», που εκδόθηκε από τον Μιγγαρέλλιο στη Ρώμη το 1756. Το έργο του περιέχεται στην Ελληνική Πατρολογία (P.G.), τόμοι 123-126. Είναι ο πρώτος συναξαριστής του Βίου του Αγίου Κλήμη, και ο πρώτος που κάνει εκτενείς αναφορές στη ζωή των Κυρίλλου και Μεθοδίου, για τους οποίους δεν γράφει πουθενά περί ελληνικής καταγωγής των ή περί της εκ Θεσσαλονίκης καταγωγής των, δηλαδή ότι η Θεσσαλονίκη ήταν ο γενέθλιος τόπος τους. Πουθενά! Πουθενά!…
Πηγή τρίτη: ΚΥΡΙΛΛΟΣ (826/827-869) και ΜΕΘΟΔΙΟΣ (815-884) – Patrologiae cursus completus: seu bibliotheca universalis, integra, uniformis, commoda, oeconomica, omnium SS. Patrum, doctorum scriptorumque ecclesiasticorum, sive latinorum, sive graecorum, qui ab aevo apostolico ad tempora Innocentii III (anno 1216) pro latinis et ad concilii Florentini tempora (ann. 1439) pro graecis floruerunt. Series graeca, in quo prodeunt patres, doctores scriptoresque ecclesiae graecae a S. Barnaba ad Bessarionem, Tomus CXXVI [126], Parisina 1864 – Traditio Catholica, Saeculum XI, Annus 1070. Θεοφυλάκτου Αρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, Τα ευρισκόμενα πάντα. Theophylacti Bulgariae Archi-episcopi, Opera quae Reperiri Potuerunt omnia, accredit Fr.J.F. Mariae Bern. De Rubeis, Dissertatio, De Ipsius Theophylacti Aetate, Gestis, Scriptis ac Doctrina; Accurante et Denuo Recognoscente J.-P. Migne, Bibliothecae Cleki Universae, Sive Cursuum Completorum in Singulos Scientlae Ecclesiasticae Ramos Editore, Tomus Quartus . . . Parisina 1864, Βίος και Πολιτεία, Ομολογία τε Μερική Θαυμάτων Διήγησις του εν Αγίοις Πατρός Ημών Κλήμεντος Αρχιεπισκόπου Βουλγάρων, συγγραφείς παρά του αγιωτάτου και αοιδίμου αρχιεπισκόπου της πρώτης Ιουστινιανής και πάσης Βουλγαρίας, κυρίου Θεοφυλάκτου, και μαΐστορος των ρητόρων χρηματίσαντος εν Κωνσταντίνουπόλει. Patriw Nostri Inter Sanctos Clementis Bulgarorum Archiepiscopi, Vita, Conversatio, Certamen, Rerumque Mirabiliter ab eo Gestarum Compendiosa Narratio, Quam scripsit, Sanctissimus illustrissimusque archiepiscopus primae Iustinianae ac totus Bulgariae Dominus Theophylactus, qui Constan-tinopoli magister rhetorum fuit, στ. 1193-1240.
-
«Β΄. Τίνες ουν οι Πατέρες ούτοι, τάχα ζητείτε μαθείν· Μεθόδιος, ος την Πανόνων επαρχίαν εκόσμησεν αρχιεπίσκοπος Μοράβου γενόμενος, και Κύριλλος, ο πολύς μεν την έξω φιλοσοφίαν, πλείων δε την έσω, και της των όντων φύσεως επιγνώμων, μάλλον δε του ενός Όντος, παρ’ ου τα πάντα εκ μη φαινομένων το είναι έλαβον. Ούτοι γαρ δη διά την του βίου καθαρότητα, Θεόν βαλόντες εν αυτοίς, και διά του τον φόβον λαβείν εν γαστρί το σωτηριώδες Πνεύμα αποτεκείν σπεύδοντες είχοντο μεν ικανώς λόγου διδασκαλικού, Ελλάδι γλώσση προφερομένου, και πολλούς είλκεν η της τοιαύτης σοφίας άλυσις. Επεί δε το των Σθλοβενών γένος είτ’ ουν Βουλγάρων ασυνέτως είχον των Ελλάδι γλώσση συντεθειμένων γραφών, ζημίαν ηγούντο τούτο μεγίστην οι άγιοι, και το μη τον λύχνον των Γραφών επανέπτεσθαι τω των Βουλγάρων αυχμηρώ τόπω απαρακλήτου λύπης εποιούντο υπόθεσιν· ήλυον, εδυσφόρουν, απελέγοντο την ζωήν. Τι γουν ποιούσι; Προς τον Παράκλητον αποβλέπουσιν, ου πρώτον δώρον αι γλώσσαι και του λόγου βοήθεια· και παρά τούτου την χάριν ταύτην αιτούνται, γράμματά τε εξευρέσθσι, δασύτητι Βουλγάρου γλώσσης κατάλληλα, και δυνηθήναι τας θείας γραφάς προς την φωνήν του έθνους τη ερμηνεία μεταταγείν. Αμέλει και νηστεία ευτόνω και προσευχή επιμόνω κακώσει τε σώματος και ψυχής συντιβή και ταπεινώσει εκδόντες εαυτούς του ποθουμένου τυγχάνουσιν. Εγγύς γαρ, φησί, Κύριος πάσι τοις επικαλουμένοις αυτόν εν αληθεία, και έτι λαλούντος σου ερεί· Ιδού πάρειμι. Θεός γαρ εγγίζων εγώ ειμι, και ου Θεός πόρρωθεν. Αντακούουσιν ουν και ούτοι την του Πνεύματος χάριν, ως όρθρον έτοιμον, και φως ανέτειλε τοις δικαίοις γνώσεως, και η σύζυγος αυτών ευφροσύνη την προτέραν λύπην αυτών απήλασε. Τυχόντες ουν του ευκταίου τούτου χαρίσματος εξευρίσκουσι μεν τα Σθλοβενικά γράμματα, ερμηνεύουσι δε τας θεοπνεύστους Γραφάς εκ της Ελλάδος γλώσσης εις την Βουλγαρικήν, ποιούνται δε σπουδήν τοις οξυτέροις των μαθητών παραδούναι τα θεία μαθήματα. Ουκ ολίγοι γαρ της διδασκαλικής αυτών πηγής έπινον, ων έγκριτοί τε και του χορού κορυφαίοι Γοράσδος τε και Κλήμης και Ναούμ και Αγγελάριος και Σάββας.» (Ό.π., στ. 1196).
-
«Αποστολικούς τε τους άνδρας επ’ εκκλησίας εκήρυξε, τω Παύλω τον ίσον υποδύντας αγώνα, και την των εθνών προσφοράν τελείαν και αγίαν τω Θεώ προσενεγκείν σπεύσαντας· είτα των επομένων τοις αγί-οις, όσοι και Σθλοβενικών γραμμάτων ικανήν πείραν έχειν και βίω σε-μνώ κοσμηθήναι παρά των διδασκάλων εμαρτυρούντο, τους μεν του των πρεσβυτέρων, τους δε του των διακόνων, έστι δ’ ους και υποδιακό-νων βαθμού ηξίωσεν, αυτόν δε τον μέγαν Μεθόδιον, καίτοι πολλά δρα-πετεύοντα και αναδυόμενον, επίσκοπον Μοράβου της Παννονίας χειροτονεί, ουχ όσιον είναι κρίνας αμοιρείν του ονόματος τον αξιωθέντα του πράγματος· ίσον γαρ πλημμελείσθαι, όταν τε του ονόματός τις τύχη πάμπολυ διωκόμενος του πράγματος, και όταν επίσκοπός τις ων τοις έργοις και τω αξιώματι παροράται τάξει των ιδιωτών υποκρύπτεσθαι, και λύχνος ων υπό την κλίνην της αφανείας τιθήται. Αλλά Μεθόδιον μεν ούτως ο Ρώμης αρχιερεύς τω επισκοπικώ τιμά αξιώματι, μάλλον δε την επισκοπήν δι’ αυτού· Κύριλλον δε τον όντως φιλόσοφον ο μέγας αρχιερεύς εις τα των αγίων προσκαλείται άγια, εκεί λειτουργήσοντα ένδον της σκηνής της αληθινής, και των μυστηρίων μεταληψόμενον πνευματικώτερον και θειότερον και ποτηρίου του καινού κοινωνήσοντα. Ώσπερ γαρ επί τούτω παραμείναι εαθείς τη σαρκί, ίνα την τε των γραμμάτων εύρεσιν και την των Γραφών μετάθεσιν πραγματεύσηται, μετά το ταύτα διακονήσαι τω θείω βουλήματι παρά του διδάξαντος αυτόν την γνώσιν Θεού προσλαμβάνεται. Προγνούς δε την εαυτού τελευτήν το των μοναχών σχήμα επαμφιέννυται, και πάλαι μεν τούτο ποθών, διά δε μετριοφροσύνη ως μέγα τι και την αυτού ισχύν υπερβαίνον αναδυόμενος, και φωτί φως προσλαβών εις ουρανούς μετέστη, ου Χρι-στός, την του κλαυθμώνος κοιλάδα, τα του σκοτασμού σκηνώματα, τον πηλόν της ιλύος, την ενταύθα παροικίαν λιπών· και το πνεύμα μεν τω Θεώ των πνευμάτων παρέθηκε, σώμα δε εκείνο το προ της φυσικής νεκρώσεως της προαιρετικής απολαύσαν ύμνοις υπό τε του θείου Πάπα και του κλήρου παντός φιλοτιμηθέν εγκατετέθη τω ναώ Κλήμεντος. Κλήμεντος εκείνου του τω κορυφαίω των αποστόλων Πέτρω πεφοικότος και τη του Χριστού σοφία την Ελληνικήν, οίον δεσποίνη δούλην, καθυποτάξαντος. Και δέχεται τον φιλόσοφον ο φιλόσοφος, ο μέγας διδάσκαλος την του λόγου φωνήν προσλαμβάνεται, ο των εθνών καθηγητής τον τα λοιπά έθνη φωτί της γνώσεως φωτίσαντα εισοικίζεται. Επισημαίνει δε και Θεός προσμαρτυρών τω Κυρίλλω την εκδεχομένην δόξαν εν ουρανοίς, και τα φαινόμενα των μη φαινομένων ποιείται κήρυκας. Δαιμονώντες τε γαρ τη σορώ προσελθόντες ιάσεις εύροντο, και πολλαίς άλλαις νόσοις η του αγίου Πνεύματος χάρις μάστιξ ελάτειρα γέγονεν. Άμα τε γαρ τις ή τη σορώ προσίοι ή τούνομα επικαλοίτο του θεοφόρου τούτου Πατρός, και της του λυπούντος απαλλαγής μέτρον την πίστιν εύρισκεν, όθεν πολύς εν τοις Ρωμαίων στόμασιν ο Κύριλλος έκειτο, και πλείων εν ταις ψυχαίς· ως είναι τας μεν θαυματουργίας της περί αυτού δόξης υπόθεσιν, ταύτην δε της περισσοτέρας τιμής επίβασιν, την δε του Αγίου τιμήν της του Θεού δόξης βεβαίωσιν.» (Ό.π., στ. 1197-1200).
-
«Ου μην αλλά και το των Βουλγάρων άρχοντα Βορίσην [853-888], ος επί του των Ρωμαίων βασιλέως Μιχαήλ ην, και τούτον ο μέγας Μεθόδιος και πάλαι μεν τέκνον εποιήσατο, και της οικείας γλώσσης της πάντα καλής εξηρτήσατο, και τότε δε ταις των λόγων ευεργεσίαις αδια-λείπτως είχε δωρούμενος.» (Ό.π., στ. 1201).
-
«Συνιδών δε το του λαού παχύ και περί το νοήσαι Γραφάς ατεχνώς δερμάτινον, και ιερείς δε πολλούς Βουλγάρους δυσηνέτως έχοντας των γραικικών ων περί την ανάγνωσιν μόνην ενετρίβησαν γράμμασι, καντεύθεν κτηνώδεις όντας, ως μη όντος Βουλγάρων γλώσση πανηγυρικού λόγου.» (Ό.π., στ. 1229).
-
«όπου γε πάση τη των Βουλγάρων χώρα δένδρεσιν αγρίοις κομώση και καρπών ημέρων απορούση και τούτο το καλόν εδωρήσατο, από της των Γραικών χώρας παν είδος ημέρων δένδρων μεταγαγών και τοις εγκεντρισμοίς καθημερώσας τα άγρια…» (Ό.π., στ. 1232).
Δεν υπάρχει, λοιπόν, σε καμία σελίδα αυτής της πρώτης Βιογραφίας των Κύριλλου και Μεθόδιου, γραμμένης από τον πιο αρμόδιο και καλό γνώστη του «βίου» τους, αρχιεπίσκοπο Βουλγαρίας Θεοφύλακτο, άνθρωπο λόγιο και πολυγραφότατο, καμία αναφορά στα ονόματα πρώτα Κωνσταντίνος (Κύριλλος) και Μιχαήλ (Μεθόδιος), ούτε καμία αναφορά στη Θεσσαλονίκη, ούτε στη (δήθεν) ελληνογένειά τους, ενώ διαφαίνεται κάποια… βουλγαροφωνία τους και, ασφαλώς, η γνώση της γλώσσας του γένους των «Σθλοβενών»! Βλ. και Vita S. Clementis, Episcopi Bulgarorum, Graece, Edidit Franciscus Miklosich, Phil. et Jur. Doctor, Vindobonae, Apud Fridericum Beck, Universitatis Bibliopolam 1847. Επίσης: Νικηφόρου Καλλίστου του Ξανθοπούλου, Περί συστάσεως σεβασμίου οίκου της εν Κωνσταντινουπόλει Ζωοδόχου Πηγής, και των εν αυτώ υπερφυώς τελεσθέντων θαυμάτων. Και Ο Βίος του εν Αγίοις Κλήμεντος, Αρχιεπισκόπου Βουλγάρων, Συγγραφείς παρά του αγιωτάτου αρχιεπισκόπου της πρώτης Ιουστινιανής Κυρίου Θεοφυλάκτου. Νυν πρώτον τύποις εκδοθέντα. Επιστασία Αμβροσίου Ιερομονάχ. του Παμπάρεως ,αωβ΄ [1802].
Πηγή τέταρτη: ΚΥΡΙΛΛΟΣ (826/827-869) και ΜΕΘΟΔΙΟΣ (815-884) – Vita Sancti Methodii, Russico–Slovenice et Latine, Edidit Fr. Miklosich, Vindobonae, Guilelmus Braumuller, 1870.
«V. Factum vero est illis diebus, ut Rostislavus, princeps Slovenorum, cum Svjatopolco mitterent e Moravia ad imperatorem Michaelem, ita dicentes: divina misericordia bene valemus. venerunt ad nos magistri christiani multi ex Italia, e Graecia et e Germania, diverso modo nos docents: nos vero, Sloveni, hominess rudes, non habemus virum, qui nos ad veritatem instituat et sensum scripturae nobis interpretetur. bone domine, mitte ergo nobis talem virum, qui nos omnem veritatem doceat. tum imperator Michael Constantino philosopho doxit” audisne, philosophe, haec verba? nemo alius hoc facere potest nisi tu. accipe ergo dona multa et sumto fratre tuo, hegumeno Methodio, proficiscere. vos enim thessaloni-censes estis, et thessalonicenses omnes pure slovenice loquuntur. tum non ausi sunt refragari neque deo, neque imperatori, secundum verbum sancti apostolic Petri, qui dixit: deum timete, regem honorificate [1. Petr. 2. 17], sed magna hae re audita precibus se dederunt cum allis, qui idem sentiebant ac ipsi. et tum dues philosopho slovenicas litteras revelavit. et illico constitutes litteris et sermon composito in viam se dedit moravicam, assumte Methodio. iterum vero, humiliter obediens, coepit servire philo-sopho et docere cum eo. et tribus annis elapsis o Moravia rever-terunt, postquam discipulos instituerunt.» (Ό.π., σ. 12-13).
Υποτίθεται ότι το ανωτέρω κείμενο αποτελεί λατινική μετάφραση του σλάβικου κειμένου. Όμως, στο σλάβικο κείμενο η αναφορά που γίνεται σε ανθρώπους από τις χώρες «ex Italia, e Graecia et e Germania» έχει ως εξής: «Iz Vlaxъ i iz Grъkъ i iz Nёmъcъ, oucasce ny razlicъ». Δηλ. γράφει: «Βλάχοι, Γραικοί, Νέμτσοι»! Όχι «ex Italia, e Graecia et e Germania»!, που γράφει η λατινική μετάφραση! Βλ. George Y. Shevelov, Prosta Cadъ and Prostaja Mova, p. 593-624. [Γιατί γίνεται αυτό; Ας βγάλει ο καθείς τα συμπεράσματά του.]
Τούτος ο «Βίος του Αγίου Μεθοδίου», στη σλάβικη γλώσσα, φέρεται να είναι γραμμένος κατά το έτος 6394, ήτοι το 890 μ.Χ., έξι έτη μετά τον θάνατό του αγίου Μεθόδιου («Annum 6394 omnia vitae apographa habent»), γεγονός που σημαίνει ότι το έτος 890 μ.Χ. ο όρος «Βλάχος/Βλάχοι» όχι μόνο είναι γνωστός στους λαούς της Ελληνικής Χερσονήσου, μα και ότι τον ταυτίζουν με τους Ιταλούς!
Συνάγεται, λοιπόν, απερίφραστα, ότι οι Κύριλλος και Μεθόδιος δεν ήταν Ρωμαίοι Χριστιανοί, ούτε Γραικοί, ούτε καταγόμενοι από τη Θεσσαλονίκη. Ήταν Σκλάβοι ή Σκλαβήνοι, όχι Σλάβοι αλλά Γέτες, με μητρική γλώσσα συγγενική της λατινικής, και με τόπο καταγωγής τους ή τη Δαλματία (νυν Σλοβενία) ή τη Βιθυνία της Μικράς Ασίας, ή την Τρανσυλβανία, και γνώριζαν οπωσδήποτε την ελληνική γλώσσα, όπως όλοι οι μορφωμένοι κάτοικοι της Ρωμανίας (Βυζαντίου). Δεν διαπνέονταν από φιλελληνικά ή «φιλορωμαϊκά ή φιλορωμανικά» αισθήματα, γι’ αυτό δημιούργησαν αλφάβητο για τους Σλάβους και γι’ αυτό οι επαφές τους ήταν με τον Πάπα της Ρώμης και όχι με τον Πατριάρχη της ΚΠολης. Τα σλάβικα που μιλούσαν ήταν των βόρειων σλαβικών ιδιωμάτων και σε αυτά μετέφρασαν τα ιερά κείμενα από την ελληνική. Φαίνεται πως εκείνη την περίοδο είχαν πιο πολλές σχέσεις με τους μη ακόμα γλωσσικά εκσλαβισμένους Βουλγάρους, χωρίς οι ίδιοι να είναι Βούλγαροι, και από τους μαθητές τους οι καλύτεροι (π.χ. Ναούμ) έγιναν ιεραπόστολοι των Βουλγάρων, όπως αναφέρει ο Συναξαριστής του Κλήμεντος και ο αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας Θεοφύλακτος.
Πηγή πέμπτη: ΚΥΡΙΛΛΟΣ (826/827-869) και ΜΕΘΟΔΙΟΣ (815-884) – Storia Civile e Politica del Commercio de’ Veneziani di Carlo Antonio Marin, Patrizio Veneto, Volume III, In Vinegia MDCCC [1800], A Spese dell’ Autore, Con Licenza de’ Superiori, σ. 310-327: Vita.
-
Το έτος 1199, ο Αλέξιος Κομνηνός στο έγγραφό: «Privilegium Alexii Comniani, imo Angeli Imper. Constantinopolitani ex p.o pactor. T. 77» σχετικό με τη διοικητική διαίρεση της Αυτοκρατορίας, αναφέρει τις επαρχίες αυτής: «…Provincia Valesbativae. Provincia Wlachiae. Epischiepsis Mersinis Arhadiupoleos, et Ulgaro Philigi. Provincia Adrianupoleos, et didimolichi. Provincia Anchiali. Provincia Philippupoleos, Verois, Moras, et Arcydu. Provincia Missoiniae. Epischiepsis Damutritos. Provincia Larisse. Epischiepsis platamonos. Provincia Tracis, et Macedoniae, et quae in ea sunt fischalos, et personales Epischiepsis videtur Epischiepsis Chirouachu Silistra. Epischiepsis Zorlu, es Theodompoleos. Provincia Philadelphiae Seluciae. Provincia Nicodemiae. Epischiepsis pilarum, et Pithion. Provincia Opsichiu, et Egeu cum Epischiepsi Lopadiu, et Appoloniade…»
-
Ο αυτοκράτωρ υπογράφει ως: «Alexius in Christo Deo fidelis Imperator, et Moderator Romanorum Comnanus» (Ό.π., σ. 327).
Με τον όρο «Philadelphiae» (Φιλαδέλφεια) είναι γνωστή η «Νίκαια της Βιθυνίας», και με το όνομα «Seluciae» νοείται η «Σαλώνεια, πόλις Βιθυνίας» ή η πόλη «Σελεύκεια Καρίας», η γνωστή ως «Τράλλεις». Θα μπορούσε να οδηγήσει στην εκτίμηση ότι αυτή η «Seluciae», πόλη κοντά στη Νίκαια της Βιθυνίας, ίσως είναι η πατρίδα των «σλαβαποστόλων» Κύριλλου και Μεθόδιου, αφού σίγουρα δεν είναι η Θεσσαλονίκη!
Με το όνομα Selune υπήρχε όμως, από τον 7ο αιώνα, πόλη και περιοχή στην Τρανσυλβανία, που κατά τον 9ο αιώνα υπαγόταν στη Μεγάλη Μοραβία, και μάλλον από αυτήν πρέπει να κατάγονταν οι Σκλάβοι ή Σκλαβηνοί, τουτέστιν οι Γέτες και όχι Σλάβοι, και με «λατινόμορφη» μητρική γλώσσα, αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος.
Πόλη με το όνομα Selune υπάρχει και στη σημερινή Γαλλία, η οποία –ασφαλώς– δεν έχει καμία σχέση με τους δυο αδελφούς και «σλαβαποστόλους».
Η φράση «vy bo jesta Selunenina, da Selunene vbsi cisto Slovenbsky besdujut», στο παλαιοσλαβικό «Βίος του Μεθοδίου» και όχι «Vy lste prece Solunane a vsichni Solunane hovori ciste Slovansky», σημαίνει: «Σεις λοιπόν είστε Σελουνενίνοι και όλοι οι Σελουνενίνοι μιλάνε συχνά (ή καθαρά) τη σλαβική»! Αυτοί οι «Σελουνενίνοι/Selunenina» δεν είναι παρά άνθρωποι που κατάγονταν από τη χώρα «[Trans]-Selunenina» ([Τρανς]-Συλβανία), χώρα των Καρπαθίων ορέων, που υπαγόταν τότε στη Μεγάλη Μοραβία, και ήταν στο γένος Σκλάβοι ή Σκλαβήνοι, όπως ονόμαζαν τότε τους Γέτες, με μητρική γλώσσα συγγενική προς τη λατινική, αλλά και με σαφή γνώση της ελληνικής. Τα περί Θεσσαλονικέων αδελφών και Σλάβων στο γένος κ.λπ., αποτελούν στρέβλωση της αλήθειας, αποκυήματα προπαγανδιστών εθνικιστικών ιδεολογημάτων, και όχι ιστορική αλήθεια μαρτυρημένη από τις παλαιές πηγές. Αν υπάρχουν πρωτογενείς πηγές που «ομιλούν» και γράφουν διαφορετικά, ας κομιστούνε… Πάντως, από την ελληνόγλωσση και ξενόγλωσση βιβλιογραφία –όση έχει πέσει στην αντίληψή μου– δεν ΄προκύπτει κάτι τέτοιο, ότι έχει κατατεθεί άλλο αξιόπιστο και μη αμφισβητούμενο «υλικό».
Κατά τον 9ο αιώνα η Τρανσυλβανία αποτελούσε τμήμα της Μεγάλης Μοραβίας, δηλ. στην περίοδο που είχαν εγκατασταθεί εκεί οι Κύριλλος και Μεθόδιος, και οι οποίοι μάλλον είχαν γεννηθεί στην Τρανσυλβανία. Η Μεγάλη Μοραβία περιελάμβανε τότε τις εξής περιοχές: την έκταση της Τσεχίας και της Σλοβακίας, την παλαιά –άνωθεν του Δουνάβεως– Βουλγαρία, τη Σερβία, την Κροατία, την παλαιά Ρωσία, τμήμα της Ουγ-γαρίας και την Τρανσυλβανία. Η εφεύρεση του γλαγολιτικού αλφάβητου από τους δύο αδελφούς, και η «δημιουργία γραπτής σλάβικης γλώσσας», έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην πολιτιστική πρόοδο κι εξέλιξη των λαών αυτών των χωρών, μα και στην πορεία άλλων λαών που το υιοθέτησαν, όπως π.χ. οι λαοί της Μολδαβίας και Βλαχίας και οι Λιθουανοί.
Η σλαβονική γλώσσα έγινε επίσημη γλώσσα των λαών αυτών των περιοχών και χωρών, και απόδειξη τούτου αποτελεί η ανακαλυφθείσα επιγραφή στη Δομβρουτσά (Dobrogea), χρονολογίας 943 μ.Χ. Υιοθετείται από τους ηγεμόνες και τις αυλές τους, από τις μονές και την εκκλησία, και από τον 14ο αιώνα η «βλαχομολδαβική σλαβονική» χρησιμοποιείται γραπτά, μέχρι και στις αρχές του 16ου αιώνα, αιώνα στον οποίο γράφονται και τυπώνονται τα πρώτα έργα στη γλώσσα των Βλαχομολδαβών, πρωτογενή ή σε μετάφραση. Και συνεχίζει η σλαβονική να είναι επίσημη γλώσσα στα πριγκιπάτα για δύο αιώνες ακόμα, έως τη λήξη του 18ου αιώνα, παράλληλα με την ελληνική και τη συνεχώς διαμορφούμενη «βλαχομολδαβική γλώσσα».
Οι πρώτες εκδόσεις στις λεγόμενες «ρουμανικές χώρες», ξεκινώντας από το 1508, έγιναν στη σλαβονική γλώσσα. Το γλαγολιτικό αλφάβητο και στη συνέχεια το κυριλλικό αλφάβητο, ήταν σε χρήση στη γραφή των Βλαχομολδαβών από τον 16ο αιώνα, μέχρι και τον 18ο αιώνα, και συνέχιζε να υπάρχει ως το 1860/62, που έγινε η Ένωση των Πριγκιπάτων, και αντικαταστάθηκε διά νόμου από το λατινικό αλφάβητο.
Πηγή έκτη: ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ ΤΗΣ ΔΙΟΚΛΕΙΑΣ (τέλος 12ου αι.) – Αγγελική Παπαγεωργίου, Το Χρονικό του ιερέα της Διοκλείας (Κείμενο, Μετάφραση, Σχόλια, Τα πρόσωπα και ο χώρος), Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2012.
-
«VIIΙ. Μετά τον θάνατο όμως των τεσσάρων άδικων βασιλέων, γεννήθηκε από τη γενιά τους κάποιος Σβετίμιρος, ο οποίος όταν κατέλαβε την εξουσία σταμάτησε να καταδιώκει τους Χριστιανούς. Στους χρόνους αυτού ήκμασε (άνθισε), όπως το τριαντάφυλλο, από την πολιτεία της Θεσσαλονίκης [Thessalonica] κάποιος φιλόσοφος με το όνομα Κωνσταντίνος [μετέπειτα Κύριλλος], γιος κάποιου πατρικίου Λέοντα, άνδρας καθ’ όλα αγιότατος και μορφωμένος βαθύτατα με τις θείες Γραφές από την παιδική του ηλικία. Αυτός ο άγιος άνθρωπος, καθοδηγούμενος από το Άγιο Πνεύμα, αφήνοντας την πολιτεία του τη Θεσσαλονίκη ήρθε στην επαρχία της Χαζαρίας και εκεί διαλεγόμενος με πλείστους όσους φιλοσόφους πλείστες όσες ημέρες, ανασκεύασε τη φιλοσοφία τους και με τη διδασκαλία του και το κήρυγμά του μετέστρεψε ολόκληρη την επαρχία των Χαζάρων στην πίστη του Ιησού Χριστού και βαπτίστηκαν όλοι στο όνομα του Πατέρα και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Μετά από αυτά μετέστρεψε όλο το έθνος των Βουλγάρων και ομοίως βαπτίστηκαν στην πίστη της Αγίας Τριάδας.» (Ό.π., σ. 92-93).
-
«IX. Εν τω μεταξύ απεβίωσε ο βασιλιάς Σβετίμιρος και πήρε την εξουσία ο γιος του με το όνομα Σβετοπελέκ. Επί της βασιλείας του, ο βασιλιάς Σβετοπελέκ έστειλε στον πάπα Στέφανο επιστολές για να ζητήσει να έρθει προς αυτόν ο ευσεβής διδάσκαλος Κωνσταντίνος. Διότι είχε ακούσει γι’ αυτόν, ότι με το κήρυγμά του είχε μεταστρέψει ένα ολόκληρο έθνος στο χριστιανισμό και γι’ αυτόν τον λόγο επιθυμούσε να τον δει. Ο Κωνσταντίνος λοιπόν, άνδρας αγιότατος, χειροτόνησε τους ιερείς, δημιούργησε αλφάβητο για τη σλαβική γλώσσα, μετέγραψε το Ευαγγέλιο του Χριστού και το Ψαλτήρι και όλα τα θεία βιβλία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης από την ελληνική αλφάβητο στη σλαβική, προσάρμοσε για αυτούς τη Λειτουργία μεταφράζοντάς την από την ελληνική γλώσσα, τους στερέωσε στην πίστη του Χριστού και χαιρετώντας όλους αυτούς τους οποίους είχε μεταστρέψει στην πίστη του Χριστού, επειγόταν να επιστρέψει στη Ρώμη σύμφωνα με τον λόγο του Αποστόλου. Ενώ λοιπόν διερχόταν μέσα από το βασίλειο του βασιλιά Σβετοπελέκ έγινε δεκτός με τιμές από αυτόν. Τότε ο άνδρας του θεού Κωνσταντίνος, στον οποίο δόθηκε αργότερα από τον πάπα Στέφανο το όνομα Κύριλλος, όταν τον έχρισε μοναχό, άρχισε να κηρύττει το Ευαγγέλιο του βασιλέως Χριστού και την πίστη της Αγίας Τριάδας. Ο βασιλιάς Σβετοπελέκ πίστεψε στον Χριστό με το κήρυγμά του και βαπτίστηκε μαζί με ολόκληρο το βασίλειό του και έγινε ορθόδοξος και πραγματικός θεράπων της Αγίας Τριάδας. Μερικές μέρες μετά από αυτά, ενώ ήταν ακόμη μαζί με τον βασιλιά, αυτός ο αγιώτατος άνδρας του στερέωσε την πίστη και τη διδασκαλία του Χριστού και χαιρετώντας όλους τους χριστολάτρες, αναχώρησε για τη Ρώμη.
Τον καιρό εκείνο επικράτησε μεγάλη χαρά και οι χριστιανοί αφού κατέβηκαν από τα βουνά και τις κρυψώνες τους, όπου είχαν διασκορπισθεί, άρχισαν να υμνούν και να δοξολογούν το όνομα του Κυρίου, ο οποίος έσωσε αυτούς που είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους σε αυτόν. Μετά από αυτά ο βασιλιάς Σβετοπελέκ διέταξε τους χριστιανούς, οι οποίοι μιλούσαν τη λατινική γλώσσα, να επιστρέψει ο καθένας στον τόπο του και να ξαναχτίσουν τις πολιτείες και τα χωριά, τα οποία κάποτε είχαν καταστραφεί από τους ειδωλολάτρες. Ο βασιλιάς θέλησε επίσης να μνημονευθούν και να καταγραφούν τα όρια όλων των επαρχιών και των περιοχών του βασιλείου του, ώστε κάθε επαρχία και κάθε περιοχή να γνωρίσει και να θυμηθεί τα όρια και τα σύνορά της. Συγκεντρώνοντας λοιπόν όλους τους σοφούς του βασιλείου του τους έθεσε το ερώτημα, αλλά εκείνη την εποχή δε βρέθηκε κανένας που να δώσει μία βέβαιη απάντηση στον βασιλιά για αυτό το θέμα. Τότε ο βασιλιάς γεμάτος από τη σοφία του Θεού, σκεπτόμενος ορθά, έστειλε τους σοφούς και ευγενείς άνδρες ως απεσταλμένους στον ευσεβή και ισαπόστολο άνδρα, τον πάπα Στέφανο, και στον αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Μιχαήλ [842-867], ρωτώντας και ζητώντας να μάθουν οι απεσταλμένοι σοφοί τους αρχαίους νόμους, στους οποίους να βρίσκονται καταγεγραμμένα τα όρια και τα σύνορα των επαρχιών και των περιοχών. Ενώ λοιπόν οι απεσταλμένοι του βασιλιά ήρθαν στη Ρώμη και έκαναν γνωστά τα λόγια του βασιλιά στον πάπα Στέφανο, ο ευσεβής πάπας χάρηκε πάρα πολύ, γι’ αυτό έστειλε όταν εμφανίστηκε η ευκαιρία σοφώτατους άνδρες για να οδηγήσουν στην πίστη που ήταν ακόμη αδύναμη τον νεαρό βασιλιά, και να φέρουν την ειρήνη στον λαό του και να κορέσουν με ουράνιο άρτο και με τον λόγο της ζωής. Έστειλε λοιπόν τον αντιπρό-σωπό του, τον Ονώριο, τον πρεσβύτερο καρδινάλιο της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας, στον οποίο και έδωσε την εξουσία να λύνει και να δένει, να ξεριζώνει και να διασκορπίζει, να χτίζει και να φυτεύει, όπως συνηθίζεται, όταν η Αγία Έδρα στέλνει σε όλα τα μέρη του κόσμου λεγάτους ή βικάριους, και μαζί με αυτόν έστειλε άλλους δύο καρδιναλίους. Τον διέταξε επίσης να χειροτονήσει επισκόπους για να ενδυναμώσουν τον λαό, που ήταν αδύναμος ως προς την πίστη, να καθαγιάσουν εκκλησίες και καθημερινά να ενσταλάζουν τον λόγο της ζωής στις καρδιές του [του λαού].» (Ό.π., σ. 93-97).
-
«Mετά από αυτά και προτού περάσει πολύς καιρός, πέθανε ο αυτοκράτορας των Ελλήνων [ο Τζιμισκής, 10.1.976] και ο βασιλιάς Πρεντιμίρος μαζί με τον πεθερό του έστειλαν μήνυμα στους Ράσους, τους φίλους τους, να εξολοθρεύσουν τους Έλληνες, οι οποίοι τους κυβερνούσαν χωρίς να φοβούνται τίποτε. Έτσι και έγινε. Αφού σκότωσαν μία μέρα λοιπόν όλους τους Έλληνες, κατέφθασε ο βασιλιάς μαζί με τον πεθερό και τους συγγενείς του, και κατέλαβε ολόκληρη τη Ρασία και διόρισε τον πεθερό του, έτσι όπως είχε υπάρξει στο παρελθόν, μέγα ζουπάνο και διόρισε τους συγγενείς του ζουπάνους υπό την εξουσία του πατέρα, ώστε να εξουσιάζουν αυτή την επαρχία και να την κατέχουν, όμως υπό τον βασιλικό νόμο.» (Ό.π., σ. 119-120).
Η Αγγελική Παπαγεωργίου σημειώνει:
-
«Dioclia (Διόκλεια): Στις περισσότερες γραπτές πηγές, συμπεριλαμβανομένου και του ανά χείρας χρονικού, ο όρος αναφέρεται άλλοτε στην πόλη και άλλοτε στην περιοχή. Η πόλη της Διόκλειας (Duklja) βρίσκεται τρία χιλιόμετρα βορείως της σημερινής Podgorica (πρώην Titograd), πρωτεύουσας του Μαυροβουνίου. Ιδρύθηκε στις αρχές του 1ου μ.Χ. αι. Το 297 η Διόκλεια (λατ. Doclea) έγινε πρωτεύουσα της νεοϊδρυθείσας ρωμαϊκής επαρχίας Πραιβάλεως (provincia Praevalitana). Σύμφωνα με μία μεταγενέστερη παράδοση την οποία διασώζει ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος στο έργο του DAΙ, την πόλη ίδρυσε ο αυτοκράτωρ Διοκλητιανός, από τον οποίον έλαβαν το όνομά τους οι κάτοικοι της περιοχής (DAΙ, κεφ. 29, σ. 122: Ἀλλὰ καὶ τὸ κάστρον Διόκλεια, τὸ νῦν παρὰ τῶν Διοκλητιανῶν κατεχόμενον, ὁ αὐτὸς βασιλεὺς Διοκλητιανὸς ᾠκοδόμησεν, ὅθεν καὶ τὴν ἐπωνυμίαν «Διοκλητιανοί» καλεῖσθαι οἱ τῆς χώρας ἐκείνης ἐναπειλήφασιν), ενώ άλλοι θρύλοι κάνουν λόγο για πιθανή καταγωγή του εν λόγω αυτοκράτορος από τη Διόκλεια. Η πόλη ήταν σημαντικό αστικό κέντρο και έδρα επισκοπής, αλλά κατά τον 6ο αι. υπέστη ζημιές από βαρβαρικές επιδρομές και σεισμούς. Στις αρχές του 7ου αι. η Διόκλεια καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά από τους Αβαροσλάβους και τον 10ο αι. η πόλη, η οποία ήταν πλέον ερημωμένη, έδωσε το όνομά της στη γύρω περιοχή (πρβλ. DAI, κεφ. 35, σ.164: Παρὰ δὲ τῶν Ἀβάρων καὶ αὐτὴ ἡ χώρα αἰχμαλωτισθεῖσα ἠρήμωται, καὶ πάλιν ἐπὶ Ἡρακλείου τοῦ βασιλέως ἐνῳκίσθη, καθὼς καὶ ἡ Χρωβατία καὶ ἡ Σερβλία καὶ ἡ τῶν Ζαχλούμων καὶ ἡ Τερβουνία καὶ τοῦ Καναλή. Διόκλεια δὲ ὀνομάζεται ἀπὸ τοῦ ἐν τῇ τοιαύτῃ χώρᾳ κάστρου, οὗπερ ἔκτισεν ὁ βασιλεὺς Διοκλητιανός, νυνὶ δέ ἐστιν ἐρημόκαστρον μέχρι τοῦ νῦν ὀνομαζόμενον Διόκλεια). Το μεσαιωνικό σερβικό κράτος της Διόκλειας περιελάμβανε τις παράκτιες περιοχές ανάμεσα στο Δυρράχιο και τα Δεκάτερα (νυν Kotor) και την ορεινή ενδοχώρα, δηλαδή τα εδάφη του σημερινού Μαυροβουνίου και μέρος της Β. Αλβανίας (πρβλ. DAI, κεφ.30, σ. 14: ἡ δὲ Διόκλεια πλησιάζει πρὸς τὰ καστέλλια τοῦ Δυρραχίου, ἤγουν πρὸς τὸν Ἐλισσὸν καὶ πρὸς τὸ Ἑλκύνιον καὶ τὴν Ἀντίβαριν, καὶ ἔρχεται μέχρι τῶν Δεκατέρων, πρὸς τὰ ὀρεινὰ δὲ πλησιάζει τῇ Σερβλίᾳ), ενώ από τον 11ο αι. και εξής η περιοχή της Διόκλειας αναφέρεται στις πηγές συνήθως ως Ζέτα.» (Ό.π., σ. 271-272).
Από την Εισαγωγή της Αγγελικής Παπαγεωργίου:
-
«Το Χρονικό του Ιερέα της Διόκλειας αποτελεί ένα αμφιλεγόμενο κείμενο τόσο ως προς την αξία του ως πηγής όσο και ως προς τον συγγραφέα του και τον χρόνο δημιουργίας του. Η πρώτη αναφορά στο Χρονικό ήταν εκείνη του Ludovik Crijević Tuberon (1458-1527) από τη Ραγούζα, ο οποίος στο έργο του Commentaria de temporibus suis κάνει λόγο για τον «ιστορικό της Διόκλειας», γεγονός που οδήγησε στην υπόθεση ότι είχε στην κατοχή του το πρωτότυπο κείμενο. Η πρώτη έκδοση του Χρονικού έγινε το 1666 από τον Joannes Lucius (Ivan Lucić) ως τμήμα του έργου του De Regno Dalmatiae et Croatiae, libri sex, υπό τον τίτλο Presbyteri Diocleatis Regnum Slavorum. Ο Lucius υποστήριξε ότι είχε στην κατοχή του το πρωτότυπο κείμενο και ότι το κείμενο που παρέθετε ήταν η λατινική μετάφραση ενός παλαιότερου σλαβικού κειμένου. Νωρίτερα, το 1601, ο Mauro Orbini είχε παραθέσει την ιταλική μετάφραση του λατινικού κειμένου, ενώ ήδη το 1510 ο Marco Marulić είχε παραθέσει μία μικρότερης έκτασης λατινική μετάφραση βασισμένη στο σλαβικό πρωτότυπο, το οποίο είχε διασώσει ο Jerome Kaletić στο έργο του Hrvatska Kronika (= Κροατικό Χρονικό). Το λατινικό κείμενο αποτελείται από 47 κεφάλαια, είκοσι περισ-σότερα από τη σωζόμενη σλαβική εκδοχή του Χρονικού. Η πρώτη κριτική έκδοση του Χρονικού πραγματοποιήθηκε το 1928 από τον F. Šιšιć, ο οποίος περιέλαβε και τις τέσσερις εκδοχές του, δηλαδή το λατινικό κείμενο του Lucius, την ιταλική μετάφραση του Orbini, τη σλαβική εκδοχή του Kaletić και τη λατινική μετάφραση του Kaletić από τον Marulić. Υπάρχει, ωστόσο, και νεότερη έκδοση από τον V. Mošin, η οποία, παρ’ ότι βασίζεται στην έκδοση του Šιšιć, θεωρείται περισσότερο αξιόπιστη, καθώς ο Mošin δεν επιχειρεί να διορθώσει το λατινικό κείμενο, όπως έκανε ο πρώτος εκδότης, και, για τον λόγο αυτόν, χρησιμοποιήθηκε στην παρούσα μελέτη. Επιπλέον, ο Mošin παραθέτει την κροατική μετάφραση του κειμένου και ιστορικό σχολιασμό. Η περιπέτεια του υπό μελέτη κειμένου έγινε αιτία να διατυπωθούν διάφορες απόψεις ως προς την αξία του ως Χρονικού και ως προς τον πραγματικό χρόνο συγγραφής του. Η έως το 2008 κοινώς παραδεδεγμένη άποψη υποστηρίζει ότι το Χρονικό είναι έργο ενός ανώνυμου ιερέα από τη Διόκλεια του τέλους του 12ου αιώνα και αποτελεί το πρώτο νοτιοσλαβικό κείμενο το οποίο εξιστορεί τα γεγονότα που οδήγησαν στην εγκατάσταση των Νοτίων Σλάβων στα Βαλκάνια και την ιστορική τους διαδρομή από τον 5ο μέχρι τα μέσα του 12ου αιώνα. Η αξία του ως πηγής είναι μικρή, καθώς μεγάλο τμήμα του αναφέρεται σε θρύλους και όχι σε ιστορικά γεγονότα, αν και τα γεγονότα που εξιστορούνται από τον 11ο αιώνα και εξής μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε αντιπαραβολή με άλλες σύγχρονες πηγές. Η συγκεκριμένη άποψη θεωρεί επίσης ότι η αξία του Χρονικού για την ιστορική γεωγραφία είναι μεγάλη, καθώς σε αυτό το μέρος οι πληροφορίες που παραδίδονται είναι εξαιρετικά ακριβείς και πολύτιμες.
Ωστόσο, το 2008 εμφανίστηκε ένα άρθρο στη Révue des Etudes Byzantines με τίτλο La Chronique du Prêtre de Dioclée, Unfaux document historique. Ο συγγραφέας του παραπάνω άρθρου υποστήριξε ότι οι εκδόσεις των Marulić και Tuberon χρησιμοποιήθηκαν ως βάση από τον Orbini για τη δημιουργία της ιταλικής του μετάφρασης. Ο Orbini, σύμφωνα με τον ερευνητή, δημιούργησε ένα αμάλγαμα πηγών, χρησιμοποιώντας και βυζαντινές πηγές, με στόχο την κατασκευή ενός σλαβικού χρονικού στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να τονίσει τη σλαβική εθνική ενότητα. Επιπλέον, ο Lucius δεν μετέφρασε στα λατινικά ένα παλαιότερο σλαβικό κείμενο, αλλά βασίστηκε στο κείμενο του Orbini, στο οποίο έκανε ορισμένες μικρές αλλαγές και προσθήκες. Στόχος τόσο του Lucius όσο και του Orbini ήταν η δημιουργία μίας σλαβικής πολιτικής ενότητας στο πλαίσιο του εθνικισμού που τότε εμφανιζόταν με τη μορφή του Ιλλυρισμού.
[…] Το Χρονικό αποτελεί μία πηγή της ιστορίας των Νοτίων Σλάβων προγενέστερη του 17ου αιώνα. Συνετέθη, όμως, πράγματι στα τέλη του 12ου αιώνα; […]
Συμπερασματικά, το Χρονικό του Ιερέα της Διόκλειας είναι ένα κείμενο του τέλους του 13ου αρχών του 14ου αιώνα, το οποίο συνετέθη σε δύο εκδοχές από έναν εκπρόσωπο του κλήρου, τον αρχιεπίσκοπο Rüdiger, με στόχο την εξυπηρέτηση των πολιτικών σχεδίων του προστάτη του, Subić. Αναφέρεται στην ιστορία των Σλάβων, με ιδιαίτερη έμφαση στους Κροάτες, από τα τέλη του 5ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 12ου αιώνα. Εκτός από το καθαρά ιστοριογραφικό του τμήμα, περιέχει και τον Βίο του Αγίου Βλαδίμηρου, ο οποίος όμως παρέχει και ιστορικές πληροφορίες. Όσον αφορά στο τμήμα μέχρι τον 10ο αιώνα, το Χρονικό πρέπει να αντιμετωπίζεται με εξαιρετική προσοχή, καθώς ουσιαστικά αποτελεί κατασκευή με παρεμβολή θρύλων και ψευδών γεγονότων για τους λόγους που ήδη αναλύθηκαν. Από τον 10ο αιώνα και εξής το Χρονικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί με σχετική ασφάλεια, καθώς υπάρχουν και άλλες σύγχρονες πηγές για να αντιπαραβληθεί και προσφέρει συχνά πολύτιμες πληροφορίες, αφού λειτουργεί συμπληρωματικά με τις άλλες πηγές. Τα γεωγραφικά στοιχεία που παρέχει είναι επίσης πολύτιμα για τη σκιαγράφηση του σλαβικού χώρου κατά τη διάρκεια των Μέσων Χρόνων. […] Το ανά χείρας έργο εκπονήθηκε με την πρόθεση να προσφέρει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό τη διαφορετική οπτική ενός κληρικού του 14ου αιώνα για γεγονότα που έλαβαν χώρα στην περιοχή του, περιοχή η οποία αποτέλεσε τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και η οποία σχεδόν μέχρι τις μέρες μας αποτέλεσε ιδεολογικό μήλον της έριδος και θέατρο αιματηρών πολεμικών συγκρούσεων.» (Ό.π., σ. 12-15, 18-23).
Να συγκρατήσουμε τα εξής, από τη μελέτη αυτού του «Χρονικού»:
α) Στα χρόνια που αναφέρεται το Χρονικό, στις περιοχές της Δαλματίας και του Μαυροβουνίου οι χριστιανοί μιλούσαν λατινικά.
β) Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Κομνηνός, γιος του αυτοκράτορα Αλέ-ξιου Κομνηνού και αδελφός της λογίας Άννας, ονομαζόταν Καλοϊωάννης Κουμάνος.
γ) Μετά την κατάληψη της Μακεδονίας οι Βούλγαροι προχώρησαν και στην κατάληψη των περιοχών που κατοικούσαν οι «Μορόβλαχοι, δηλ. μαύροι Λατίνοι», στη Δαλματία.
δ) Οι Γότθοι ήταν Σκλάβοι και μιλούσαν την ίδια γλώσσα, όπως και οι Βούλγαροι.
Η πληροφορία για τον Κύριλλο ότι γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, παραβλέπει την αλήθεια παλαιότερης μαρτυρίας ότι ο Μεθόδιος γεννήθηκε από Σκλάβους γονείς (ενδεχομένως) στη Δαλματία, σε περιοχή όπου οι κάτοικοι μιλούσαν λατινικά (βλ. Patrologiae Latinae., τόμος 129, στ. 1272-1273), και σαφώς στα γεωγραφικά όρια εντός των οποίων ο «χρονογράγος» κινιούταν. Αλλά αυτός δίνει ως πατρίδα των «σλαβαποστόλων» τη Θεσσαλονίκη, που –μάλλον– εντάσσεται σε «αυτό» το οποίο η μεταφράστρια και εκδότρια έχει επισημάνει: «το Χρονικό του Ιερέα της Διόκλειας είναι ένα κείμενο του τέλους του 13ου αρχών του 14ου αιώνα, το οποίο συνετέθη σε δύο εκδοχές από έναν εκπρόσωπο του κλήρου, τον αρχιεπίσκοπο Rüdiger, με στόχο την εξυπηρέτηση των πολιτικών σχεδίων του προστάτη του, Subić.» Οπότε, υπ’ αυτή την έννοια δεν μπορεί να είναι αξιόπιστη η «πληροφορία» του. – Αλλά η αναξιοπιστία του, σε σχέση με τους Κύριλλο και Μεθόδιο, προκύπτει και από το γεγονός ότι γράφει για σχέσεις τους με τον πάπα Στέφανο!… Οι «σλαβαπόστολοι» έχουν ζήσει, ο μεν Κύριλλος στα 826/827-869 και ο δε Μεθόδιος στα 815-884, ενώ πάπες στη Ρώμη κατά τον 9ο αιώνα με το όνομα Στέφανος, διετέλεσαν οι εξής: Στέφανος Δ’ (12 Ιουνίου 816 – 24 Ιανουαρίου 817), Στέφανος Ε’ (885 – 14 Σεπτεμβρίου 891), Στέφανος ΣΤ’ (22 Μαΐου 896 – Aύγουστος 897). Έχοντας έτσι οι χρονολογίες, ήταν φύσει αδύνατον να έχουν συνεργασάι με κάποιον από τους πάπες με το όνομα Στέφανος!… Άρα, ακυρώνεται η όποια «πληροφορία» του χρονογράφου για τους «σλαβαποστόλους» και ως προς τον τόπο γέννησής τους, και δη η «Θεσσαλονίκη», την οποία γράφει κι αναφέρει για πατρίδα τους… Επαφή και σχέση είχαν οι δύο αδελφοί, με τον πάπα Αδριανό. Με ποιον, όμως, από τους δύο πάπες εκείνης της περιόδου, που είχαν αυτό το όνομα; Ήταν ο Αδριανός Β’ (14 Δεκεμβρίου 867 – 14 Δεκεμβρίου 872), ή ο Αδριανός Γ’ (17 Μαΐου 884 – περ. Σεπτέμβριος 885); Με βάση τις χρονολογίες, το βέβαιο είναι ότι συνεργάστηκαν με τον Αδριανό Β’. Τελεία και παύλα.
-
Η αρχή του κειμένου στη λατινική γλώσσα έχει ως εξής:
«ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ ΤΗΣ ΔΙΟΚΛΕΙΑΣ
GESTA REGUM SLAVORUM
Auctor ad lectorem
Rogatus a vobis dilectis in Christo fratribus ac venerabilibus sacerdo-tibus sanctae sedis Archiepiscopatus Dioclitanae ecclesiae, necnon et a plu-ribus senioribus, maxime a iuvenibus nostraecivitatis, qui non solum in audiendo, seu legendo, sed [etiam] inexercendo bella – ut iuvenum moris est – delectantur, ut “Libellum Gothorum”, quod latine “Sclavorum” dicitur “regnum”, quo omnia gesta ac bella eorum scripta sunt, ex sclavo-nica littera verterem in latinam, vim inferens meae ipsae senectuti, vestrae postulationi, fraterna coactus charitate, parere studui. Verum tamen nullus legentium credat, alia me scripsisse praeterea, quae [legi et] a patribus nos-tris, et antiquis senioribus veridica narratione referre audivi.» (Ό.π., σ. 24).
Η κεφαλίδα στην ελληνική έκδοση έχει το «SLAVORUM», στο κυρίως κείμενο υπάρχει το «Sclavorum»!
-
Η φράση για τους «Μοροβλάχους» έχει ως ακολούθως:
«…totam Macaedoniam; Post haec totam provinciam Latinorum, qui illo tempore Romani vocabantur. Modo vero Morovlachi, hoc est Nigri Latini vocantur. Imperator [Graecorum] etiam…»
-
Η φράση για το ότι οι Γότθοι είναι Σκλάβοι και μιλούν την ίδια γλώσσα, όπως και οι Βούλγαροι, έχει ως εξής:
«Coeperuntque se utrique populi valde inter se diligere, id est Gothi, qui et Sclavi, et Vulgari, et maxime quod ambo populi gentiles essent et una Lingua esset omnibus.»
Προκύπτει μία απορία: Γιατί η λ. «Sclavorum» γίνεται στην ελληνική έκδοση «SLAVORUM»;! – Βλ. και Institute of History Ostrog Monastery. Sources for Serbian History, Volume 7, Latin sources Volume 1, Gesta Regum Sclavorum, Editor-in-chief Tibor Živković, Director of the Institute of History, Belgrade 2009. – Βλ. και Illyrici Sacri Tomus Secundus. Ecclesia Salonitana. A quarto saeculo Aerae Christianae usque ad excidium Salonae. Accessere Vita Diocletiani Imperatoris, Acta Sanctorum ex ejus genere, et Mar-mora Salonitana. Auctore Daniele arlato Presbytero Societatis Jesu. Venetiis, MDCCLIII [1753]. Apud Sebastianum Coleti. Superiorum Permiussu, Ac Privilegio, σ. 141-149, Κεφ. Caput Tertium, D: Regno Gothico, et Slavomico in Dalmatia Superiori.
-
Στη γαλλική έκδοση του Χρονικού του ιερέα της Διοκλείας (PRÊTRE DE DIOCLEE GESTA REGUM SLAVORUM) [http://remacle.org/bloodwolf/balkans/ pretredioclee/slaves1.htm], στη σημείωση 21 γράφεται:
«Δύο παλαιές απόψεις γι’ αυτά τα ονόματα: – Το Maurovaluses, που οι συγγραφείς το δίνουν στους αρχαίους κατοίκους και που, σύμφωνα με αυτούς, σημαίνει μαύροι Λατίνοι, φαίνεται να είναι πολύ κοντά στο όνομα Morlaques, το οποίο δίνεται ακόμα και σήμερα στους κατοίκους της Λιβουρνίας (Liburnia). Βλ. François Sabbathier, Dictionnaire pour l‘intelligence des auteurs classiques, grecs et latins, t. XXV, 1708. – Η Morlachie ή Maurovlachie χωριζόταν από την Ongrovlachie από τον ποταμό Πράχοβα.. Είναι το ανατολικότερο μέρος της σύγχρονης Βλαχίας και μέρος της δυτικής Μολδαβίας που οι Τούρκοι έλεγαν Λευκή Βλαχία. Ο Ιερέας της Διοκλείας, ιστοριογράφος του δωδέκατου αιώνα, βρήκε Maurovlaches ή μαύρους Λατίνους σε βουνό της Κροατίας στο οποίο οι κάτοικοι είχαν μεταναστεύσει εκεί από τη Μαυροβλαχία μετά από επιθέσεις που υπέστησαν από τους Κουμάνους τον δέκατο αιώνα. Βλ. Stanisław Siestrzeńcewicz de Bohusz, Recherches historiques sur l’origine des Sarmates des Esclavons et des Slaves, 1812, [T. 1, p. 83].»
-
Δράττομαι της ευκαιρίας και θα αναφερθώ στους Βλάχους των Δυτικών Βαλκανίων, οι οποίοι ήταν το πληθυσμιακά μεγαλύτερο «κομμάτι» σε αυτήν τη γεωγραφική περιοχή, και οι οποίοι κατά τον 12ο με 13ο αιώνα, εκσλαβίστηκαν γλωσσικά και αλλαξοπίστησαν θρησκευτικά στις περιοχές Σερβίας, Κροατίας, Ερζεγοβίνης και Βοσνίας (όπου και η περιφέρεια «Stari Vlah» = «Παλαιά Βλαχία»), όπως αποκαλύπτουν σύγχρονες ιστορικές και εθνολογικές έρευνες. Τούτοι οι Βλάχοι έχασαν γλώσσα και θρησκεία και πέρασαν στον καθολικισμό στην Κροατία, γενόμενοι η αστική της τάξη με το εμπόριο και την παιδεία, στη δε Σερβία έμειναν ορθόδοξοι και έγιναν η αστική της τάξη με το εμπόριο και την παιδεία, ενώ στην Ερζεγοβίνη και στη Βοσνία έχασαν και γλώσσα και θρησκεία· στην πρώτη περνώντας μέγα τμήμα τους στον καθολικισμό, και στη δεύτερη περνώντας σχεδόν όλοι στο ισλάμ· οι μουσουλμάνοι της Βοσνίας προέρχονται μόνο από Βλάχους! Κάτι ανάλογο συνέβη και με τους Βλάχους της Αλβανίας, με βάση τις παλαιές πηγές. Όλοι σχεδόν οι μουσουλμάνοι Αλβανοί προέρχονται από εξισλαμισμένους Βλάχους! Αδιάψευστοι μάρτυρες της έντονης βλάχικης παρουσίας στα Δυτικά Βαλκάνια είναι τα σωζόμενα ακόμα βλάχικα τοπωνύμια και τα βλάχικα οικογενειακά ονόματα –που με βία τούς εξανάγκασαν να αλλάξουν τα καθεστώτα των πρόσφατων δεκαετιών–, και με τελευταίους ομιλητές της βλάχικης να καταγράφονται γύρω στα 1910. Αδιάψευστοι μάρτυρες είναι και πολλά νεκροταφεία σε αυτές τις χώρες –βλάχικες νεκροπόλεις (12ου-16ου αι.)– με έντονη παρουσία «φουστανελοφόρων» πάνω στις επιτύμβιες μαρμάρινες πλάκες, με το ένδυμα να προδίδει τη ρίζα και την καταγωγή των νεκρών, δηλ. το ότι υπήρξαν Αρμάνοι – Βλάχοι.
Για να μην επεκταθώ άλλο σε αυτό το θέμα, καταθέτω τη σχετική νεότερη βιβλιογραφία –καρπό ιστορικών ερευνών– για όποιον επιθυμεί να μάθει περισσότερα για το συγκεκριμένο θέμα, και αναδημοσιεύω και σχετικό χάρτη, και όλα αυτά βεβαίως πιστοποιούν του λόγου μου το αληθές.
Βιβλιογραφία: AHMED – Alićić Ahmed, “Ko je ko u Bosnjaka”, VKBI, Sarajevo 2000, 37. BREZEANU – Stelian Brezeanu, Palaiovlachoi – Stari Vlah, Medieval Balkan History and Toponymy. Annuario Istituto Romeno Di Cultura e Ricerce Umanistica, 2000. CZAMANSKA – Ilona Czamanska, “Vlachs and Slavs in the Middle Ages and Modern Era”, Res Historica, 41 )Lublin, 2016), 19. DRAGOMIR – Silviu Dragomir, Vlahii din Nordul Peninsulei Balcanice in Evul Mediu, Bucuresti, 1959. FINE – John V. A. Fine, The Late Medieval Balkans: A Critical Survey from the Late Twelfth Century, Michigan: University of Michigan Press, 1994. KARADZIĆ – Vuk Karadzić, Srpski rjecnić, Beć/Viena, 1852. KASER – Karl Kaser, Hirten Kampfer Stammeshelden, Bohlau Vergag, Wien-Koln-Weimar, 1992. MALCOLM – Noel Malcolm, The Vlachs in Bosnia. http://www.farsarotul. org./newslett.htm. MOACANIN – Nenad Moacanin, Croatia and Bosnia: an eternal movement from integration to dissolution. In: Zone Di Frattura in Epoca Moderna: II Baltico, I Balcani E L’Italia, Edited by Almut Bues. Otto Harrassowitz Verlag, 2005. WENZEL – Marian Wenzel, “Bosnian and Herzegovinian Tombstones-Who Made Them and Why?” Sudost orschungen 21 (1962): 102-143.
Αλλά η συνέχεια σε επόμενες ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ… ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ…, μέχρι την ολοκλήρωση του θέματος: ΣΚΛΑΒΟΙ, ΣΚΛΑΒΗΝΟΙ ή ΣΚΛΑΒΙΝΟΙ – Η ΑΝΑΠΟΔΕΙΚΤΗ «ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΘΟΔΟΣ ΣΛΑΒΩΝ» ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ…, καθότι οι Σκλαβίνοι/Σκλαβηνοί ή Σκλάβοι (και οι πολυώνυμες φυλές τους) ήταν Γ έ τ ε ς, οι οποίοι κατά τις παλαιές πηγές ήταν Έλληνες, όπως έως τώρα προλύπτει από τόσες και τόσες κομιζόμενες πρωτογενείς πηγές!… Λίγη υπομονή…
—————–
*Γιώργης Σ. Έξαρχος / Συγγραφέας – Ερευνητής / Βιογραφικό – Κάνετε κλικ
———————
Σημείωση Φαρέτρας: Όλα τα κείμενα / εργασίες του Γιώργη Έξαρχου μπορείτε να τα διαβάζετε κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο ΕΔΩ