“Ιταλία-Τουρκία: Συνεργασία ανάμεσα στην κρίση και τη μεγαλομανία” / γράφει ο Γιώργης-Βύρων Δάβος
Η ιταλική Piaggio Aerospace περνά στην τουρκική Baykar, του γαμπρού του Ερντογάν
Γιώργης-Βύρων Δάβος
Μία από τις βασικές υποσχέσεις που είχε προτάξει η νεοφασιστική κυβέρνηση της Τζόρτζιας Μελόνι όταν ανέλαβε την κυβέρνηση ήταν ότι θα προασπίσει την ευδοκίμηση της ιταλικής βιομηχανίας και του «Made in Italy», που θα εξασφάλιζε δουλειές και ευημερία στον τόπο. Έκτοτε, η οικονομία της χώρας βιώνει τον πιο γοργό φαταλισμό της βιομηχανίας της, που φέρνει μηδενική ανάπτυξη, απολύσεις, πτώση 6.9% στους μισθούς (ΟΟΣΑ) ή ακόμη πιο ευέλικτες κι εποχικές μορφές εργασίας. Τα νέα, λίγο πριν το ξημέρωμα του νέου έτους, του ξεπουλήματος της νευραλγικής (και για την άμυνα) Piaggio Aerospace στην τουρκική Baykar, του γαμπρού του Ερντογάν, προσθέτει άλλη μία ψηφίδα στην δυσοίωνη προοπτική του οικονομικού θαύματος που υπόσχεται η Μελόνι.
Ήταν ακριβώς το υπουργείο Επιχειρήσεων και «Made in Italy» που ενέκρινε την πώληση της Piaggio Aerospace στην τουρκική εταιρεία της οποίας πρόεδρος είναι ο Σελτζούκ Μπαϊρακτάρ και κατασκευάζει τα ομώνυμα και διάσημα drones, που έχουν «διαπρέψει» στα πολεμικά μέτωπα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, της Ουκρανίας, της Συρίας, της Λιβύης κλπ. Σύμφωνα με το Υπουργείο η πρόταση της τουρκικής εταιρείας, που υπόσχεται πως θα επενδύσει στην Ιταλία (;) ήταν η καταλληλότερη για να εγγυηθεί τα συμφέροντα των εργαζομένων και των πιστωτών της Piaggio Aero και της Piaggio Aviation και να επανεκκινήσουν τις βιομηχανικές προοπτικές του ομίλου.
Η θαλερή εικόνα της Baykar, που το 2023 αύξησε τα έσοδά τηςκατά 25%, φθάνοντας σχεδόν τα δύο δισεκ. δολάρια, με το 90% εκ των οποίων να προέρχεται από τις εξαγωγές, έχει καταστήσει την Τουρκία έναν σημαντικό παίκτη στην αγορά των στρατιωτικών drones, ικανή να κατακτήσει πάνω από τα δύο τρίτα της παγκόσμιας αγοράς χάρη στις λιγότερο περιοριστικές εξαγωγικές πολιτικές του Ερντογάν σε σύγκριση με τις δυτικές χώρες.
Η απόφαση της Baykar να επενδύσει στην Ιταλία έχει λοιπόν μεγάλη βιομηχανική αξία, αλλά και αναμφισβήτητο γεωπολιτικό βάρος. Η Τουρκία άλλωστε έχει στενή σχέση συνεργασίας με την Ιταλία για την ανάπτυξη οπλικών συστημάτων, ραντάρ και συστημάτων ελέγχου εναέριας και οδικής κυκλοφορίας, βαλλιστικών πυραύλων, του αναγνωριστικού Meltem, των μελλοντικών της μαχητικών αεροσκαφών, ακόμη και του πυραυλικού της προγράμματος .
Η συνεργασία των δύο χωρών, ιδίως δε μέσω της ιταλικής Leonardo, ξεπερνά τον απλό επιχειρηματικό κύκλο εργασιών. Η ιταλική εταιρεία παρέχει όλα τα συστήματα για τον έλεγχο ναυσιπλοΐας στην τουρκική βάση στη Σμύρνη, που παίζει κεντρικό ρόλο στις επιχειρήσεις του τουρκικού στόλου στη Μεσόγειο κι υποστηρίζει τις στρατηγικές δραστηριότητες της Άγκυρας στη Λιβύη, όπου φυσικά συνεργάζεται στενά με την Ιταλία. Δεν θα ήταν περιττό η ελληνική πλευρά να είναι ιδιαίτερα προσεκτική για την αυξανόμενη συνεργασία Ιταλίας-Τουρκίας. Ιδίως στο πλαίσιο των επεκτατικών βλέψεων στην εξωτερική πολιτική και την ενέργεια των Μελόνι κι Ερντογάν. Άλλωστε, οι φιλοδοξίες των δύο ηγετών για ηγετικό ρόλο στην Ευρώπη και την Μ. Ανατολή και πέραν αυτών, όπως στην Αφρική (από το Κέρας έως ακόμη και την Ανγκόλα, όπως έχουμε επισημάνει από την εποχή Μάριο Ντράγκι) εφάπτονται επικίνδυνα. Κυρίως τώρα που αμφότεροι νοιώθουν πως έχουν έναν μεγάλο σύμμαχο στις ΗΠΑ, τον Ντόναλντ Τραμπ, που θα συντρέξει την όποια μεγαλομανή επιδίωξή τους–ιδίως στο στρατιωτικό και γεωπολιτικό επίπεδο.
Μένει να γίνει κατανοητό ποια προγράμματα θα θέλει να αναπτύξει η εταιρεία στη χώρα με τα εργοστάσια και τους εργαζόμενους της Piaggio Aerospace. Σύμφωνα με τους Ιταλούς, η Baykar έχει δεσμευτεί να διατηρήσει και να ενισχύσει τόσο τις δραστηριότητες παραγωγής αεροσκαφών της -συμπεριλαμβανομένων των σχετικών υπηρεσιών τεχνικής, υλικοτεχνικής υποστήριξης και εκπαίδευσης- όσο και τις δραστηριότητες συντήρησης κινητήρων και παραγωγής εξαρτημάτων κινητήρα. Αναμφίβολα, ωστόσο, η Ιταλία και γενικότερα οι ευρωπαϊκές χώρες βιώνουν αυτή τη στιγμή σοβαρή καθυστέρηση στην παραγωγή drones. Ένα στρατηγικό όπλο, που λόγω του χαμηλού κόστους του και της μεγάλης επιχειρησιακής του ικανότητας κι αποτελεσματικότητας μπορεί να αποτελέσει μία λίαν επικερδή επιχείρηση. Στο βαθμό δε, που και το ΝΑΤΟ, αλλά και οι προτάσεις Ντράγκι αποδίδουν στη στρατιωτική βιομηχανία πρωτεύοντα ρόλο για την ανάκαμψη της κερδοφορίας των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, χώρες παρακμάζουσες σε άλλους βιομηχανικούς τομείς, όπως η Ιταλία, θα επιδιώξουν να αναπτύξουν το στρατιωτικό σκέλος της παραγωγής τους, βασιζόμενη στα πολεμόχαρα σχέδια της αμερικανικής πολιτικής και των ευρωπαϊκών υποζυγίων της.
Την ίδια στιγμή, η ιταλική παραγωγή με πρώτη την εγχώρια αυτοκινητοβιομηχανία τούτη τη στιγμή καθαιμάσσεται -είτε από το κλείσιμο εργοστασίων , είτε από την κάθετη πτώση της παραγωγής (κατά 50,5% μικρότερη τον περασμένο Σεπτέμβριο από το αντίστοιχο διάστημα του 2023) με μόλις 25.000 οχήματα και σαφή μείωση των εξαγωγών και της γενικής ζήτησης. Τα μεγάλα δομικά κι οικονομικά προβλήματα της Stellantis, της οποίας το μέλλον προοιωνίζεται λίαν ζοφερό. Με αποτέλεσμα η κυβέρνηση, έχοντας χάσει την όποια παρεμβατική δυνατότητα, να υποκύπτει στον ωμό εκβιασμό της εταιρείας για το νέο πλάνο εργασιών της, προκειμένου να μην χαθούν χιλιάδες εργασίες στα εναπομείναντα εργοστάσια και τους εκατοντάδες υπεργολάβους της.
Η δραστική πτώση της παραγωγής και του κύκλου εργασιών της ιταλικής αυτοκινητοβιομηχανίας, σε συνδυασμό με την περικοπή των δημόσιων κονδυλίων για τον κλάδο, έχει οδηγήσει σε συρρίκνωση της ζήτησης και την αυξανόμενη διεθνή πίεση, ο ιταλικός κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας αντιμετωπίζει προκλήσεις που απαιτούν στρατηγικές επανεκκίνησης, τόσο στο μέτωπο παραγωγής όσο και σε επίπεδο επενδύσεων και δημόσιας στήριξης.
Βέβαια, η κρίση στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας είναι ενδεικτική για τη γενικότερη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής στην Ιταλία. Η ιταλική βιομηχανία βιώνει μια φάση σημαντικής συρρίκνωσης, η οποία συμπαρασύρει την οικονομία. Τον Σεπτέμβριο του 2024, ο ιταλικός δείκτης βιομηχανικής παραγωγής υποχώρησε κατά 4% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του 2023 και έκλεισε τους πρώτους εννέα μήνες του έτους με μείωση 3,3%. Ο κύκλος εργασιών της ιταλικής βιομηχανίας, εξαιρουμένου του κατασκευαστικού κλάδου, παρουσίασε επίσης αρνητική μεταβολή τον Αύγουστο του 2024, με πτώση 7,4%.Μετά τη διακοπή του τρίτου τριμήνου, το ιταλικό ΑΕΠ βρίσκεται σε ασταθή επίπεδα, με αποτέλεσμα αλλαγές στις οικονομικές συμπεριφορές. Η επιχειρηματική και οικογενειακή εμπιστοσύνη μειώνονται, η καταναλωτική εμπιστοσύνη έπεσε στο 96,6, κάτω από τον μέσο όρο του προηγούμενου τριμήνου. Η δε, εμπιστοσύνη στον μεταποιητικό τομέα επιδεινώνεται περαιτέρω, με τον αντίστοιχο δείκτη PMI να πέφτει στο 44,5 (με όριο το 50). Στην κατανάλωση των νοικοκυριών οι περικοπές κι η αστάθεια είναι ενδεικτικές, ενώ μόνο ο τουρισμός κι οι υπηρεσίες παραμένουν η κινητήρια δύναμη, με προοπτικές ανάπτυξης, που υποστηρίζονται από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (PNRR) και τη μείωση των επιτοκίων.
Όλα επομένως βαραίνουν και το εθνικό σχέδιο ανάκαμψης Pnrr, που παρ’ όλο το αίτημα της Μελόνι για τα 18 δισεκ. ευρώ της επόμενης δόσης, προχωρά με ρυθμό σαλιγκαριού. Μέχρι στιγμής δεν έχει παρατηρηθεί σημαντική επίδραση στο ακαθάριστο προϊόν, καθώς η συμβολή του στην πραγματική ανάπτυξη ήταν ελάχιστη: 0,2% το 2021, ακόμη λιγότερο (μόλις 0,1%) το 2022, 0,4% το 2023. Τα χρήματα εισέρευσαν μεν, αλλά κατέληξαν στις τσέπες λίγων, την ώρα που κρίσιμοι τομείς, όπως η υγεία η παιδεία και οι μεταφορές παραπαίουν.
Σχεδόν τα τρία τέταρτα των 194 δισεκατομμυρίων διαθέσιμων πόρων του ταμείου απομένουν να δαπανηθούν, με τα μισά περίπου να έχουν δεσμευτεί, επομένως τον επόμενο χρόνο θα πρέπει η κυβέρνηση Μελόνι να αναλάβει έναν πραγματικό αγώνα ενάντια στον χρόνο για να υλοποιήσει τους στόχους της για το 2026. Βέβαια, ένα μεγάλο εμπόδιο προς τούτη τη διεύθυνση είναι η απαίτηση του ΝΑΤΟ για περισσότερα όπλα στην Ουκρανία κι αύξηση του ποσοστού γι’ αμυντικές δαπάνες, που θα προκαλέσει αιμορραγία στις ουσιαστικές επενδύσεις που έχει ανάγκη η χώρα. Ανάγκες που όμως είναι φανερό πως δεν έχουν θέση στα όνειρα της Μελόνι και των ομοϊδεατών της σε ολάκερο τον πλανήτη, που αποβλέπουν σε μία νέα παγκόσμια, ακροδεξιά, τάξη.