Κίνηση «ματ» της Άγκυρας στη Συρία – Αμηχανία σε Αθήνα, ΕΕ για τις επερχόμενες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή / γράφει ο Δημήτρης Μηλάκας
Η αιφνίδια και «αναίμακτη» επικράτηση των αντικαθεστωτικών στη Συρία και η αποκαθήλωση του καθεστώτος των Άσαντ μετά από μισό αιώνα στην εξουσία προκάλεσε ανάμεικτα συναισθήματα στις χώρες της Δύσης γεγονός που αποδεικνύει την έλλειψη στοιχειώδους σχεδιασμού (και συμμετοχής) στις εξελίξεις.
Η ελληνική κυβέρνηση, όπως συνηθίζει σε τέτοιες περιπτώσεις, «κρύβεται» και αυτή τη φορά πίσω από τις θέσεις των Ευρωπαίων εταίρων οι οποίες ωστόσο (και) στην περίπτωση των εξελίξεων στη Συρία εμφανίζονται ασαφείς και αντιφατικές. Η Αθήνα, όπως και οι υπόλοιποι Εταίροι χαιρέτισαν την απομάκρυνση του «δικτάτορα Άσαντ» χωρίς ωστόσο να μπορούν να δηλώσουν ή εκφράσουν την υποστήριξή τους στη νέα κατάσταση που διαμορφώνεται στην πολύπαθη χώρα αφού αυτοί που εμφανίζονται ως ηγεσία των αντικαθεστωτικών είναι χαρακτηρισμένοι ως ακραίοι ισλαμιστές τρομοκράτες και κάποιοι απ αυτούς καταζητούμενοι και επικηρυγμένοι απ’ τις δυτικές αρχές.
Σε αντίθεση με τους αμήχανους Ευρωπαίους, η Άγκυρα εμφανίζεται με σαφείς θέσεις και στόχους καθώς η τουρκική κυβέρνηση είναι αυτή που υποστήριξε και ενίσχυσε από την αρχή το συνονθύλευμα των οργανώσεων που συγκρότησαν τις δυνάμεις οι οποίες τελικά βάδισαν στη Δαμασκό και ανέτρεψαν τον Άσαντ.
Πέρα από τους Ευρωπαίους και οι υπόλοιποι σημαντικοί «παίκτες» στην περιοχή, δηλαδή η Ρωσία, το Ιράν, το Ισραήλ, ακόμη και οι ΗΠΑ, υποχρεώθηκαν να συντονιστούν με τον ρυθμό που υπαγόρευσε η Άγκυρα.
Το ερωτήματα, λοιπόν, που αφορούν άμεσα την Ελλάδα, είναι:
-
τι ακριβώς επιδιώκει η Άγκυρα,
-
τι πιθανότητες έχει να πετύχει τους στόχους της,
-
Ποιας έντασης κραδασμοί θα προκύψουν στις σχέσεις της Τουρκίας με τι τους υπόλοιπους παίκτες (ΗΠΑ, Ισραήλ, Ιράν, Ρωσία)
-
Τι μπορεί να εκμεταλλευτεί η Αθήνα από τη διάσπαση δυνάμεων και προσοχής της Άγκυρας σ αυτό το «μεγάλο» παιχνίδι.
Μια πρώτη «συνοπτική» απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα διατυπώνει μια παλιά καραβάνα του ΥΠΕΞ με εμπειρία δεκαετιών στην παρακολούθηση των εξελίξεων στην περιοχή. Μεταφέρουμε, αυτούσια τις επισημάνσεις του:
«Οι τελευταίες εξελίξεις επιβεβαιώνουν την επιτυχημένη στρατηγική της Άγκυρας. Αιφνιδίασε τους πάντες, επιβάλλοντας ελεγχόμενο καθεστώς στη Δαμασκό. Η Μόσχα δεν μπόρεσε να συντηρήσει δεύτερο μέτωπο στη Συρία, ενώ επιδιώκει το πάγωμα του ουκρανικού σε συνεργασία με τον Τραμπ.
Η Τεχεράνη και αυτή, σε αντιπαράθεση με το Ισραήλ, αδυνατεί να διασώσει το Σύρο Πρόεδρο. Αρκείται στο ότι δεν θα δημιουργηθεί νέα κουρδική οντότητα στη Β. Συρία.
Το Ισραήλ δεν είναι ικανοποιημένο με τις εξελίξεις γιατί πλέον θα γειτνιάζει με μια ισλαμιστική Συρία ελεγχόμενη από την Άγκυρα. Αλλά και οι λοιποί Άραβες, για τον ίδιο λόγο, είναι δυσαρεστημένοι με τις εξελίξεις.
Όσον αφορά την Ελλάδα:
Το Ισραήλ έχει κάθε λόγο να ενισχύσει τις σχέσεις του με την Κύπρο και τη χώρα μας. Το ίδιο και οι αραβικές χώρες.
Οι σχέσεις Τεχεράνης Άγκυρας θα εξακολουθήσουν να χαρακτηρίζονται από καχυποψία, κυρίως εκ μέρους της Τεχεράνης, βεβαίως. Το ίδιο έντονα καχύποπτη έναντι της Άγκυρας θα είναι η Μόσχα.
Άρα, μας δίνεται η ευκαιρία να ενισχύσουμε τη διπλωματική μας θέση, προβάλλοντας τη σχέση της Τουρκίας με τα υπολείμματα της Αλ Κάϊντα και τους Τζιχαντιστές όταν μιλάμε με την Ευρώπη, τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και τους Άραβες. Επίσης, μπορούμε να έχουμε μια ευκαιρία μιας, κατά το δυνατόν, διόρθωσης των σχέσεών μας με τη Ρωσία όταν παγώσει το ουκρανικό υπό την διοίκηση Τραμπ».
Και καταλήγει ο παλαίμαχος διπλωμάτης, εκφράζοντας «κομψά» τις αμφιβολίες τους για το κατά πόσο η ελληνική κυβέρνηση να ανταποκριθεί στις κρίσιμες περιστάσεις:
«Αρκεί να μην βαστάμε το φανάρι στην Άγκυρα. Για μια ακόμη φορά χαμένοι είναι οι Κούρδοι (οι Καρδούχοι κατά τον Ξενοφώντα)».