Ομιλία του Τσιαμήτρου Κ. Γιάννη στην παρουσίαση του βιβλίου του, “Βλαχοχώρια του Α. Βερμίου” στο Ξηρολίβαδο στις 12. 08. 2024
Καλησπέρα σας,
Ευχαριστώ πολύ τον Τάσο Βασιάδη, ο οποίος έκανε μια άρτια παρουσίαση. Ομολογουμένως, είναι και από τους πρώτους, που, αρκετά χρόνια πριν, εξέδωσε με επιτυχία το γνωστό δικό του βιβλίο, με τίτλο στα βλάχικα ‘Ξηρουλίβαδο χουάρα μουσιάτα’ που προφανέστατα όλοι ξέρετε τί σημαίνει. Τί να πω για την προσφορά αυτού του ανθρώπου στο χωριό της καρδιάς όλων μας! Το ΞΗΡΟΛΙΒΑΔΟ!
Ευχαριστώ επίσης και όλους σας για την προσέλευσή σας εδώ.
Δεν θα μακρηγορήσω. Ωστόσο, θα μιλήσω με ειλικρίνεια, σεβασμό, απλά, κατανοητά και κατευθείαν στην καρδιά των ανθρώπων της καθημερινότητας.
Στην εισαγωγή του βιβλίου γράφω, γιατί ασχολούμαι με πονήματα που έχουν σχέση με την παράδοση και με την λαογραφία του τόπου μας & εξηγούμαι.
Η εκβιομηχάνιση, ο αστικός τρόπος ζωής, η ανάπτυξη της τεχνολογίας και των επιστημών, η Παγκοσμιοποίηση και γενικά όλες οι ραγδαίες αλλαγές, τόσο στη χώρα μας όσο και σε όλο τον κόσμο, βελτίωσαν τη ποιότητα ζωής των ανθρώπων, αύξησαν τη διάρκεια ζωής τους, εκμηδένισαν τις αποστάσεις και άλλα πολλά.
Παρόλα αυτά, χάθηκαν ή μειώθηκαν σημαντικά πράγματα όπως: η ξεγνοιασιά, η ψυχική υγεία, η άμεση ανθρώπινη συμμετοχή, το αίσθημα δημιουργικότητας, η αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους, η αλληλεγγύη, ο αλληλοσεβασμός, τα παλιά παραδοσιακά επαγγέλματα, τα παραδοσιακά ήθη και έθιμα, τα πολλά παλιά γλωσσικά ιδιώματα, το γνήσιο παραδοσιακό γλέντι και γενικά όλα εκείνα τα στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού, που διαμορφώθηκαν αβίαστα και δημιουργικά μέσα στους αιώνες.
Αυτός είναι ο λόγος που με έκανε να νοσταλγώ αυτούς τους παλιούς καλούς καιρούς, να γράφω για αυτά και να ζω τον περισσότερο καιρό στο μέρος που αγαπώ: το ορεινό Ξηρολίβαδό μας. Ασφαλώς και δεν θα ζήσουμε όπως οι παλιοί. Ωστόσο, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η εξέλιξη αυτής της παλιάς ζωής ήταν αργή, φυσιολογική και ανώδυνη. Η ξέφρενη ταχύτητα της σύγχρονης ζωής με ΤΡΟΜΑΖΕΙ προσωπικά!
Σε αυτό το πόνημα, ο αναγνώστης θα έχει τη δυνατότητα να πάρει πληροφορίες περισσότερο σε θέματα λαογραφικού περιεχομένου και λαϊκού πολιτισμού, κυρίως για τα βλαχοχώρια Σέλι, Ξηρολίβαδο και Κουμαριά. Γράφω ανατολικού Βερμίου, γιατί αυτοί οι οικισμοί έχουν άμεση σχέση ζωής με τους αστικούς πληθυσμούς που βρίσκονται στα ανατολικά του Βερμίου: Την Βέροια και την Νάουσα.
Στην μελέτη κατατίθενται ιστορικά, αρχαιολογικά, γεωγραφικά, γεωλογικά, ανθρωπολογικά κ.ά. στοιχεία της περιοχής, σε επίπεδο περισσότερο γενικό και όχι αυστηρά επιστημονικό.
Αυτές οι πληροφορίες αντλήθηκαν τόσο από τα βιώματά μου, όσο και από τη λαϊκή και προφορική παράδοση, και τη σχετική βιβλιογραφία. Τα χωριά αυτά, βέβαια, σήμερα είναι παραθεριστικά, εκτός της Κουμαριάς που έχει μόνιμο πληθυσμό. Είναι προφανές ότι οι πληθυσμοί αυτών των χωριών είναι περισσότερο βλάχικης καταγωγής. Παρόλα αυτά, το φαινόμενο των κλειστών κοινωνιών έχει καιρό που ανήκει στο παρελθόν και έτσι βλέπουμε να γίνονται γάμοι με πόντιους, μικρασιάτες, θρακιώτες, ντόπιους κλπ.
Όσον αφορά στα ιστορικά στοιχεία των βλάχικων πληθυσμών του Α. Βερμίου και της ευρύτερης περιοχής, δεν αγνοήθηκε στο βιβλίο η ρουμανική προπαγάνδα, η οποία προκάλεσε μεγάλη ζημιά σε αυτούς και γενικά σε αυτό το εκλεκτό κομμάτι του Ελληνισμού. Είναι προφανές ότι όλα τα γεγονότα πρέπει να ιστορούνται με αντικειμενικότητα και οι νεότερες γενιές έχουν το δικαίωμα να τα γνωρίζουν και να ενημερώνονται.
Σχετικά με το θέμα αυτής της προπαγάνδας στο χώρο της εξεταζόμενης περιοχής, οι ιστοριογράφοι και επιστήμονες (Αχ. Λαζάρου, Αντ. Μπουσμπούκης Αντ. Κολτσίδας, Αστ. Κουκούδης κ.ά.) σημειώνουν ότι: η πλειονότητα των βλαχοφώνων του Αν. Βερμίου ήταν και είναι με την Ελληνική Ιδέα. Παρατηρήθηκε, ωστόσο, κάποια επιτυχία της προπαγάνδας, εξ αιτίας συνθηκών όπως: α) η αντιπαράθεση και ο συναγωνισμός αστών ελληνοφώνων και βλαχοφώνων στον κοινωνικό και επαγγελματικό βίο, ιδιαίτερα στη Βέροια, β) το δικαίωμα της ισοπολιτείας, 3. η εκμετάλλευση με προσωπικά οικονομικά οφέλη των καιροσκόπων και κερδοσκόπων λόγω των τότε δύσκολων πολιτικών καταστάσεων και τέλος οι λανθασμένοι ή αναγκαστικοί πολιτικοί χειρισμοί των ηγεσιών κρατών, όπως για παράδειγμα η συνέχιση των ρουμανικών σχολείων από τον Ε. Βενιζέλο, η ανάγκη της Ρουμανίας για εποίκιση της Νότιας Δοβρουτσάς από Βλάχους της Ν. Βαλκανικής κ.ά.
Θέλω να τονίσω ότι η μελέτη αυτή έχει περισσότερο σωστικό χαρακτήρα, δεν αποτελεί επιστημονική εργασία και δεν προσβλέπει σε συμπεράσματα τεκμηριωμένης γνώσης. Υπάρχει, όμως, σεβασμός στον αναγνώστη, όσον αφορά τη λήψη ακριβών και σωστών πληροφοριών. Σχετικά με τα στοιχεία που υπάρχουν από τη προφορική παράδοση, πρέπει να αναφερθεί ότι πάρθηκαν από μαρτυρίες ανθρώπων της προηγούμενης και σύγχρονής μου γενιάς, τους οποίους και ευχαριστώ. Όπως είναι φυσικό, κάποιοι από αυτούς ΄κουβαλούσαν’ ή ‘κουβαλούν’ μέσα τους στοιχεία των προηγούμενων γενιών. Άρα, δεν μπορούμε να μιλήσουμε με μεγάλη ασφάλεια για πιο περασμένους αιώνες
Δεν θα αναλύσω όλα τα θέματα του βιβλίου. Ο αγαπητός κος Βασιάδης τα κάλυψε επαρκέστατα. Θα μείνω όμως για λίγο, στην μελέτη σχετικά με την προφορική γλώσσα των Βλάχων, τα ‘βλάχικα’!
Διατυπώνονται σχεδόν όλες οι απόψεις αυτών που ασχολήθηκαν και ασχολούνται με το θέμα. Αυτό γίνεται με τέτοιον τρόπο ώστε ο αναγνώστης να μπορεί ελεύθερα να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.
Ωστόσο εδώ, παραθέτω μια πολύ σύντομη και ρεαλιστική άποψη του συγχωριανού μας Αντώνη Μπουσμπούκη, από το Ημερολόγιο του 2017 του ΠΟΞ, με την οποία συμφωνώ. Γράφει λοιπόν ο κ. Μπουσμπούκης:
«Η βλάχικη γλώσσα μιλήθηκε και μιλιέται μέσα σε αλβανόφωνο, σλαβόφωνο κι ελληνόφωνο περιβάλλον. Άντεξε για αιώνες, διατηρώντας τη μνήμη της ελληνορωμαϊκής απαρχής της. Σήμερα, απομονωμένη από τον κάποτε λεξικό-της πλούτο συρρικνώθηκε και μιλιέται στα ολιγάνθρωπα ορεινά χωριά μόνιμης εγκατάστασης και στα δυο κεφαλοχώρια, το Μέτσοβο και το Βλαχολίβαδο Ολύμπου. Αλλά και εκεί ατονεί καθημερινά. Στην περίπτωση αυτή τα βλάχικα είναι ζωντανά κι ενεργά μέσα στο φυσικό-τους περιβάλλον. Στις πόλεις τα βλάχικα επιβιώνουν στη γλώσσα ηλικιωμένων ατόμων και λίγων νέων, των οποίων οι γονείς είναι βλαχόφωνοι και τα μιλούν σε καθημερινή βάση.
Η πορεία-τους είναι φθίνουσα και η αντίσταση στη εξαφάνισή-τους είναι αξιέπαινη, αλλά-δυστυχώς-όχι αισιόδοξης προοπτικής. Η διδασκαλία της μέσω «φροντιστηρίων» είναι μια φιλότιμη προσπάθεια, στερείται όμως από το ζωτικό στοιχείο, που είναι το βιωματικό που ζυμώνεται με τη ζωντανή καθημερινή επικοινωνία. Η γλώσσα δεν είναι μόνο ένας κώδικας συνεννόησης αλλά είναι και φορέας συναισθημάτων/βιωμάτων, που τη συνδέει με την ψυχή και όχι μόνο με την αφυδατωμένη απομνημόνευσή-της. Και θα παραμείνει ζωντανή με ψυχικό φορτίο μέχρι που θα την ομιλεί η τελευταία βλαχόφωνη οικογένεια’! Αυτά είπε ο καθηγητής!
Βέβαια, ολοκληρωμένη επιστημονική άποψη έγραψε ο ίδιος για το παρόν βιβλίο, όπου μπορείτε να διαβάσετε.
Ένα άλλο θέμα που πρέπει να τονιστεί είναι ότι παρουσιάζονται γενικά στοιχεία, που έχουν σχέση με τη μουσική, τα τραγούδια και τους χορούς των Βλάχων και γίνεται ειδική ανάλυση για τα βλαχοχώρια του Αν. Βερμίου. Όπως δείχνουν τα πράγματα, και με τη βοήθεια ειδικών, ιδιαίτερα, της εθνομουσικολόγου στο ΑΠΘ της Αθηνάς Κατσανεβάκη, στο θέμα της μουσικής, μπορούμε να μιλάμε για μουσική, τραγούδια και χορούς ΝΤΟΠΙΩΝ πληθυσμών της ελληνικής επικράτειας και μάλιστα σε μεγάλο βάθος χρόνου.
Επίσης διαπιστώνεται η διαχρονική συνύπαρξη τραγουδιών σε ελληνικό και βλάχικο στίχο, με επικρατέστερο σήμερα τον ελληνικό στίχο, τόσο στον μητροπολιτικό χώρο της Πίνδου, όσο στο Αν. Βέρμιο και στις άλλες ελληνικές περιοχές.
Πιστεύω ότι το μεγαλύτερο ποσοστό αυτής της εργασίας μπορεί να αποτελέσει σημαντική βοήθεια και οδηγό για σύγχρονους και μελλοντικούς ερευνητές κι επιστήμονες, γιατί υπάρχουν στοιχεία καταγεγραμμένα στον πρωτογενή τομέα.
Δηλαδή από μαρτυρίες ηλικιωμένων και από τη βιωματική μου εμπειρία, με σεβασμό στη λαϊκή παράδοση, χωρίς φολκλορισμούς και γραφικότητες.
Τέλος, οφείλω να σημειώσω το εξής: Συχνά βλέπουμε σε βιβλία, στο διαδίκτυο ή οπουδήποτε αλλού, κάποιους να ομιλούν για ποντιακό, για αρβανίτικο, για κρητικό, για βλάχικο κλπ ‘Πολιτισμό’ με μια ‘εμμονική’, θα τολμούσα να πω, προσπάθεια διαφοροποίησης κάποιων εξ αυτών των ‘πολιτισμών’ από την ΟΛΟΤΗΤΑ του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ. Προσωπικά θα προτιμούσα τις φράσεις Πολιτιστικά στοιχεία ή Λαϊκός Πολιτισμός.
Σαφέστατα, υπάρχουν ξεχωριστά πολιτιστικά χαρακτηριστικά σε αυτές τις πληθυσμιακές ομάδες, όπως, λόγου χάρη, τα προφορικά βλάχικα γλωσσικά ιδιώματα των βλαχοφώνων. Όμως, αν δούμε τα πολιτιστικά στοιχεία του βλαχόφωνου Ελληνισμού στην ΟΛΟΤΗΤΑ τους, θα διαπιστώσουμε περίτρανα ότι είναι ελληνικά, δηλαδή τα ήθη και έθιμα, τα δημοτικά τραγούδια, οι παραδοσιακές κτηνοτροφικές συνήθειες, η λαϊκή οικία, η ενδυμασία, ο χορός και τόσα άλλα
Υπάρχουν για αυτό τρανταχτά αποδεικτικά παραδείγματα, τα έργα ελλήνων και ξένων επιστημόνων (Άγγλοι ερευνητές Wace & Thompson, Ρουμάνα λαογράφος E. Moldoveanu, εθνολόγος γιουγκοσλάβος I. Cvijic, ακαδημαϊκός T. Papahagi, ακαδημαϊκός Α. Κεραμόπουλλος, Σ. Μαρινάτος, Κ. Ρωμαίος, καθηγητής του Πανεπιστημίου Βελιγραδίου D. Popovic, καθηγητής του πανεπιστημίου Θεσ/νίκης Ι. Παπαδριανός και πάρα πολλοί άλλοι).
Νομίζω ότι οφείλουμε να συγκλίνουμε ως λαός σε αυτά που μας ενώνουν και ΟΧΙ να τονίζουμε μονοδιάστατα ετερότητες και τα τοιαύτα, σεβόμενοι και υπολογίζοντες με ασφάλεια τη διαχρονική πολιτιστική ποικιλομορφία του ελληνισμού.
Τα πολιτιστικά και λαογραφικά στοιχεία των βλαχοφώνων του Αν. Βερμίου δεν ξεφεύγουν από τον κανόνα αυτό, κατά τη ταπεινή μου γνώμη. Είναι μέρος του διαχρονικού ελληνικού πολιτισμού! Αυτό πρέπει να λέγεται και όχι να θεωρείται αυτονόητο, καθώς και να μην αποφεύγεται η χρήση των λέξεων Έλληνας-Ελληνισμός σε βιβλία και σχετικά δημοσιεύματα.
Νομίζω ότι έχω το δικαίωμα αυτής της άποψης, που την εκφράζω δημόσια κόσμια.
Τονίζω και εξηγούμαι ΠΑΛΙ ότι στο βιβλίο αυτό ασχολούμαι περισσότερο με τα λαογραφικά και παραδοσιακά στοιχεία των χωριών του ορεινού Ανατολικού Βερμίου.
Έχουν ειπωθεί και έχουν καταναλωθεί τόνοι μελάνης τα τελευταία χρόνια για την καταγωγή των Βλάχων και το όνομά τους.
Οι απόψεις διίστανται διεθνώς και στο ζήτημα δεν έχει δοθεί οριστική επιστημονική λύση, όπως συμβαίνει σε πολλά πράγματα στην ΕΠΙΣΤΗΜΗ.
Για αυτό το θέμα προσωπικά, συμφωνώ με την πολύ λιτή απάντηση που δίνει ο αείμνηστος Νίκος Κατσάνης, γλωσσολόγος καθηγητής στο ΑΠΘ. Την καταθέτω εδώ σε αυτήν την ομιλία, ως άποψή, και όχι ως θέσφατο ή δόγμα.
Ο Νίκος Κατσάνης, λοιπόν, στο βιβλίο του ‘Οι Βλαχοι’, εκδόσεις University Studio Press, το 2010 και στην σελίδα 40, γράφει πολύ λιτά και σύντομα:
«Οι Βλάχοι της Βαλκανικής αποτελούν ένα καθαρό γλωσσικό φαινόμενο (δηλ. εκλατινισμένοι γηγενείς πληθυσμοί) και οι ελάχιστες ιστορικές πληροφορίες για αυτούς δεν συνηγορούν στην αντίληψη ότι αποτελούν ξεχωριστή εθνολογική ομάδα. Αυτό αποδεικνύεται και από αρχαιολογικά ντοκουμέντα και σχετικές μαρτυρίες».
Επαναλαμβάνω ότι δεν παρέλειψα την ρουμανική προπαγάνδα και τα δεινά που αυτή δημιούργησε στους βλαχόφωνους Ελληνες. Γιατί αυτά πρέπει να λέγονται για να μην επαναληφθούν. Έτσι δημιουργήθηκε, με λίγα λόγια, το λεγόμενο Κουτσοβλαχικό ζήτημα.
Και βέβαια είναι απαραίτητο να σημειώσω ότι οι Βλάχοι που ήρθαν στο Βέρμιο στις αρχές με μέσα του 19ου αιώνα, προέρχονται κυρίως από την ορεινή περιοχή των Γρεβενών και της γειτονικής – προς τα Γρεβενά – Ηπείρου. Γιαυτό και τα χωριά αναφέρονται στον τίτλο του βιβλίου, ως βλαχοχώρια. Οφείλω να πω ότι, πριν την έλευση των Βλάχων, η περιοχή είχε περισσότερο ελληνόφωνο και σλαβόφωνο πληθυσμό.
Τελειώνω με το εξής: οι Βλάχοι μας γενικά αποτελούν ένα εκλεκτό κομμάτι του Ελληνισμού και μάλιστα, με καύχημα το λέω, την καρδιά και την ραχοκοκαλιά της Ελλάδας, αφού τα μητροπολιτικά τους κέντρα είναι ο ορεινός όγκος αυτής. Η Πίνδος δηλαδή!
Το τελευταίο, δηλαδή, ότι οι μητροπολιτικές τους εστίες είναι η Πίνδος, θεωρώ ότι αποδείχθηκε με την εξαιρετική εργασία του αείμνηστου Αστέριου Κουκούδη με το τετράτομό του έργο που βραβεύθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλο και την Ακαδημία Αθηνών. Πολλά ιστορικά στοιχεία για τους Βλάχους άντλησα και από αυτό το τετράτομο.
Σας ευχαριστώ πολύ.