Άρθρα Βέροια Πολιτισμός Τοπικά

“Αποκατάσταση Παλαιάς Μητρόπολης Βεροίας” / γράφει η Αναστασία Πάπαρη

Αποκατάσταση Παλαιάς Μητρόπολης Βεροίας

Ο κρυμμένος θησαυρός των ‘προσκτισμάτων’:

Το Βαπτιστήριο του Επισκοπικού ναού της μεσοβυζαντινής Βέροιας

Προδημοσίευση

Σε συνέχεια της έντονης συζήτησης, που προέκυψε τον τελευταίο καιρό, με αφορμή τις επεμβάσεις της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας στην Παλαιά Μητρόπολη Βεροίας, καθώς και της προσωπικής δέσμευσης για την ενασχόλησή μου με το θέμα, καταθέτω με τη μορφή προ-δημοσίευσης κάποιες θέσεις ικανές πιστεύω, να συμβάλουν δημιουργικά στην επίλυση του ζητήματος, που έχει ανακύψει. Στο παρόν άρθρο εστιάζομαι στην τυπολογία του μνημείου και την εξέλιξή του διαχρονικά, ώστε μέσα από τους κανόνες της ναοδομίας να φθάσω στην αυθεντική και κατά το δυνατόν ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική του διάρθρωση κατά την εποχή της κορυφαίας ανάπτυξής του, που είναι η μεσο-βυζαντινή. Μέσω αυτής της προσέγγισης, πιστεύω πως απαντάται με πληρότητα, σαφήνεια, αλλά και πρωτοτυπία το ερώτημα για την απομάκρυνση ή μη των ‘προσκτισμάτων’ στη ΒΔ πλευρά του ναού.

 Το επιχείρημα

Το κεντρικό επιχείρημα είναι, πως η αποκατάσταση του μνημείου της Παλαιάς Μητρόπολης Βεροίας προϋποθέτει την αποκατάστασή του στην φάση της πλήρους και κύριας ανάπτυξής του, που είναι η μεσοβυζαντινή (11ος – 13ος αι.). Αν και ο ναός καθίσταται επισκοπικός ήδη από τον 9ο αι., κατόπιν μητροπολιτικός, έως και αρχιεπισκοπικός, η κύρια αρχιτεκτονική και οικοδομική του φάση είναι η μεσοβυζαντινή και, επομένως, η βαρύτητα για την αποκατάστασή του θα πρέπει να δοθεί σ’ αυτή τη φάση.

Γενική περιγραφή του  μνημείου

Κατ’ αυτή την περίοδο, ο ναός αναπτύσσεται ως τρίκλιτη βασιλική με ένα μεσαίο και δύο πλάγια κλίτη και ένα εγκάρσιο, που το διαπερνά από το νότο μέχρι τον βορρά, σχηματίζοντας στη στέγη του έναν σταυρό. Επίσης, διαθέτει το Ιερό Βήμα, δύο παρεκκλήσια αριστερά και δεξιά του, νάρθηκα, βαπτιστήριο, πρόθεση, διακονικό,  περίβολο με την φιάλη και τέλος πρόπυλο, που οδηγεί από τον δρόμο στο αίθριο, εμπρός από τον νάρθηκα. Η είσοδος στον κυρίως ναό γίνεται από τις τρεις θύρες του νάρθηκα, μια αξονική και δύο πλάγιες, ενώ υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες, πως η αξονική θύρα ήταν παλαιότερα μια σειρά από ανοίγματα ή παράθυρα, ώστε οι παρευρισκόμενοι στο αίθριο να μην έχουν άμεση αντίληψη όσων ιερών διαλαμβάνονταν στο εσωτερικό του ναού.

Γιατί το Βαπτιστήριο

Από την τυπολογία της χριστιανικής βασιλικής, η οποία κατά τους πρώτους αιώνες είναι χωρίς τρούλο και πριν από το Σχίσμα των δύο Εκκλησιών (1054 μ. Χ.), το Βαπτιστήριο  χωροθετούνταν συνήθως στα ΒΔ του ναού και σε συνέχεια του νάρθηκα, ενώ η Πρόθεση και το Διακονικό στα ΝΑ (Αχειροποίητος Θεσ/νίκης, Άγ. Απολλινάριος Ραβέννας, Άγ. Ιωάννης Λατερανού στη Ρώμη κ. ά., Εικ. 1-2, 3-4). Επισημαίνεται, πως η βάπτιση πέρασε από το στάδιο της βάπτισης των ενηλίκων στον νηπιοβαπτισμό, όχι όμως ταυτόχρονα σε όλον τον χριστιανικό κόσμο. Ακόμη, τα βαπτιστήρια υπήρχαν μόνο στους επισκοπικούς ναούς και οι βαπτίσεις πραγματοποιούνταν μόνο από τους επισκόπους κατά τη διάρκεια τριών ημερών το χρόνο: τα Θεοφάνεια, το Μεγάλο Σάββατο και την Πεντηκοστή.

(https://vizantinaistorika.blogspot.com/2014/07/blog-post_1432.html )

Η Παλαιά Μητρόπολη Βεροίας διέθετε βαπτιστήριο κατά την περίοδο της ακμής της (11ος – 13ος αι.), καθόσον τότε ήταν επισκοπικός ναός, παίρνοντας την σκυτάλη από τον Άγιο Πατάπιο. Αργότερα, όταν καθιερώθηκε ο νηπιοβαπτισμός, οι βαπτίσεις γίνονταν στα ΒΔ του νάρθηκα, όπου βρέθηκε κτιστός χώρος βάπτισης με  δυνατότητα αποχέτευσης υδάτων (Εικ. 5). Από τότε οι χώροι του (πρώην) βαπτιστηρίου ενδέχεται να περιέπεσαν σε αχρησία ή να χρησιμοποιήθηκαν για άλλους σκοπούς.

Επομένως, κάτω από τα δύο ‘προσκτίσματα’, τα οποία η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας ανακατασκευάζει, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να βρίσκονται τα θεμέλια του Ιερού Βαπτιστηρίου του επισκοπικού ναού της πόλης κατά την μεσοβυζαντινή περίοδο, στοιχείο, το οποίο μια ολοκληρωμένη ‘αποκατάσταση’ του ναού όφειλε να έχει ήδη διερευνήσει. Δεν νοείται ο ναός να είναι επισκοπικός και να μην έχει εντοπιστεί το Βαπτιστήριό του, πριν από οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση σ’ αυτόν. 

 Η Πρόθεση και το Διακονικό

Αντίστοιχα, στην ΝΑ πλευρά του ναού και σε επέκταση του νάρθηκα, θα πρέπει για κάποιους αιώνες να στεγάσθηκαν η Πρόθεση και το Διακονικό, μάλιστα κατά τις ανασκαφές βρέθηκαν εκεί μολυβδόβουλα, που χρησιμοποιούνταν στην αλληλογραφία (Σκιαδαρέσης, 2016). Η Πρόθεση ήταν ο χώρος, στον οποίο απέθεταν οι πιστοί τις προσφορές τους. Το Διακονικό ήταν ο χώρος – γραφείο του επισκόπου, ενώ διέθετε και χώρο φύλαξης των αμφίων (σκευοφυλάκιο).

Σε μεταγενέστερο χρόνο, στους χριστιανικούς ναούς η Πρόθεση μεταφέρθηκε στο παρεκκλήσιο αριστερά του Ι. Βήματος και το Διακονικό στο παρεκκλήσιο δεξιά  του Ι. Βήματος, όπως συμβαίνει και σήμερα στους ναούς. Στην Παλαιά Μητρόπολη, ο χώρος της Πρόθεσης αριστερά του Ι. Βήματος διαθέτει τοιχογραφίες με τον Άγ. Ιωάννη τον Πρόδρομο και γι’ αυτό θεωρείται πως το παρεκκλήσιο ήταν αφιερωμένο σ’ αυτόν και στην Βάπτιση. Το παρεκκλήσιο δεξιά του Ι. Βήματος και σε συνέχεια του νότιου κλίτους είναι άγνωστο σε ποιόν ήταν αφιερωμένο, καθώς αυτό καταστράφηκε μαζί με το νότιο κλίτος  ήδη από την Α’ περίοδο της Οθωμανοκρατίας (1453 – 16ος αι.).

Τα υπόλοιπα σημαντικά αρχιτεκτονικά μέρη

Επιπρόσθετα και για να υπάρχει μια όσο γίνεται πληρέστερη εικόνα για το μνημείο κατά την μεσοβυζαντινή φάση και με βάση την διαθέσιμη βιβλιογραφία, καθώς και την κριτική προσέγγισή της, αναφέρεται, πως ο νάρθηκας ήταν διώροφος μέχρι την πρώτη υστεροβυζαντινή φάση (αρχές 13ου – αρχές14ου αι. Σκιαδαρέσης, 2016). Στο ισόγειο φιλοξενούνταν  οι κατηχούμενοι και όσοι για κάποιο λόγο δεν μπορούσαν να εισέλθουν στον ναό, ενώ στον όροφο (υπερώο) φιλοξενούνταν κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας οι άρχοντες, εντόπιοι και επισκέπτες. Αργότερα, στο υπερώο σύχναζαν γυναίκες και παιδιά, γι’ αυτό ονομάστηκε ‘γυναικωνίτης’. Το ιερατείο επίσης χρησιμοποιούσε αυτό τον χώρο για συγκεντρώσεις εκτός ωρών θείας λειτουργίας (Τάντσης, 2008).

Η στέγη του μεσαίου κλίτους, η πιο ψηλή του ναού, ήταν δρομική και δίρριχτη, κατά 50 εκατοστά περίπου ψηλότερη από την σημερινή, σκεπάζοντας και το υπερώο (Σκιαδαρέσης, 2016). Το χαμήλωμα της στέγης είχε ως αποτέλεσμα, οι φεγγίτες στις μακριές πλευρές του ναού να διακόπτονται απότομα και να φθάνουν πολύ κοντά στο γείσο της στέγης, πράγμα που απομειώνει το μνημείο από την αρχιτεκτονική και την καλλιτεχνική του αξία (Εικ. 6).

 Σύμφωνα με την τυπολογία της χριστιανικής βασιλικής, ο αύλειος χώρος εμπρός από την δυτική είσοδο θα πρέπει να διέθετε περίβολο, με μια φιάλη απόνιψης των πιστών πριν εισέλθουν στον ναό στο κέντρο του, ενώ ήταν περί τα 70 – 80 εκατοστά χαμηλότερα από την σημερινή στάθμη, όπως φαίνεται και  στις εικόνες (εσωτερική και εξωτερική) της εισόδου προς τον νάρθηκα (Εικ. 7, 8 & 9).

Αυτή είναι η τυπολογία των χριστιανικών βασιλικών των πρώτων αιώνων, που προσδιόρισε αργότερα τους τύπους των ναών  και που διαφοροποιήθηκαν μετά το Σχίσμα στην Ανατολική Ορθόδοξη και την Δυτική Καθολική Εκκλησία. Στην πρώτη της φάση, αυτή της Πρωτοβυζαντινής, η Παλαιά Μητρόπολη Βεροίας ανάγεται στην προ του Σχίσματος εποχή, πράγμα που σημαίνει,  πως τόσο η τυπολογία, όσο και η μορφολογία της, επηρεάζονται από τον κοινό τύπο της βασιλικής χωρίς τρούλο, που είναι σε διάδοση σε όλο τον τότε χριστιανικό κόσμο, μαζί με τα παρακολουθήματά της.  

    Προϋποθέσεις πλήρους και επιτυχούς αποκατάστασης

Η πλήρης αποκατάσταση του μνημείου, η οποία αποτέλεσε και τον σκοπό των απαλλοτριώσεων όλων των προσκτισμάτων, της χρηματοδότησής του από την Πολιτεία με 3.510.000 Ευρώ, καθώς και την ‘αποκατάσταση’ των δύο ‘προσκτισμάτων’ που απέμειναν, προϋπολογισμού 430.000 Ευρώ, προϋποθέτουν α) τη συνολική αναθεώρηση των μέχρι τούδε παρεμβάσεων στον ίδιο τον ναό, μετά από πρόσθετη επιστημονική έρευνα, τεκμηρίωση και διατύπωση προτάσεων, ιδίως αναφορικά με την στέγη, την αξονική δυτική είσοδο στον νάρθηκα, την αναδημιουργία του υπερώου, του περιβόλου, του προπύλου κλπ., β) τη συνέχιση των ανασκαφών, τόσο  κάτω από τα ‘προσκτίσματα’ ΒΔ και ΝΑ του νάρθηκα, όσο και στον αύλειο χώρο εμπρός από την δυτική όψη του (αίθριο), με στόχο την αποκάλυψη όσων κρύβουν τα θεμέλια των ‘προσκτισμάτων’ και το υπερυψωμένο έδαφος της αυλής, γ)την ανασύσταση των ιερών ‘προσκτισμάτων’ του Βαπτιστηρίου και του (πρώην) Διακονικού και τέλος δ) την αναβάθμιση της εικόνας και των όψεων του μνημείου. Η ανασύσταση του Βαπτιστηρίου  και του (πρώην) Διακονικού εκατέρωθεν του  νάρθηκα, όπως και του Υπερώου,  θα χαρίσει στο μνημείο τους απαιτούμενους χώρους, που έχει ανάγκη για να λειτουργήσει τόσο ως ναός, όσο και ως κορυφαίο μνημείο, ανοικτό στους επισκέπτες και τους κατοίκους της πόλης. Σημειώνεται, πως οι νέοι χώροι αναμένεται να είναι μονώροφοι, εμφανώς μικρότεροι από τα κατεδαφισμένα ‘προσκτίσματα’.

Όλα αυτά προϋποθέτουν την άμεση ΔΙΑΚΟΠΗ των ΕΡΓΑΣΙΩΝ στα ‘προσκτίσματα’ ΒΔ του μνημείου και την γενναία στροφή προς μια επιστημονικά ενημερωμένη στρατηγική διάσωσης, αποκατάστασης και ανάδειξης του μνημείου και του περιβάλλοντος χώρου του, στην κορυφαία στιγμή της ιστορικής του πορείας (μεσοβυζαντινή).  Οι οικοδομικές εργασίες πάνω από την πιθανολογούμενη θέση του Βαπτιστηρίου με γενική κοιτόστρωση οπλισμένου σκυροδέματος, βλάπτουν ανεπανόρθωτα τον επίσημο στόχο της συνολικής αποκατάστασης και ανάδειξης του μνημείου (Εικ. 10 & 11).

 Η νέα διοίκηση της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας θα μπορούσε να θέσει αυτόν ως πρώτο στόχο της θητείας της. Το κορυφαίο μνημείο με βαλκανική και ευρύτερη ακτινοβολία το αξίζει και το δικαιούται.

Σημειώνεται, πως η προσέγγιση αυτή συντίθεται με τις προσεγγίσεις, που έχουν δημοσιοποιηθεί μέχρι σήμερα για το ζήτημα της κατεδάφισης των ‘διατηρητέων προσκτισμάτων’ και την ανακατασκευή νέων στην ίδια θέση, εφαπτομενικά του μνημείου. Ο γενικός στόχος είναι η όσο το δυνατόν σφαιρικότερη αντιμετώπιση του θέματος και εντέλει η βέλτιστη επίλυσή του με ιστορική γνώση και ευαισθησία.

Θα ακολουθήσουν ανοικτή στο κοινό παρουσίαση και συζήτηση στο εγγύς μέλλον.

Ευχαριστίες οφείλονται: στην Διοικούσα Επιτροπή του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ημαθίας και στον πρόεδρό της κ. Κων/νο Παλουκίδη, στον πρόεδρο κ. Δημ. Καπρίνη και στα μέλη του Δ.Σ. του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Ημαθίας,”στον κ. Απ. Ιωσηφίδη, νομικό και στέλεχος της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας”, στον κ. Στ. Μποζίνη, μεταλλειολόγο μηχ., μέλος της Κεντρικής Αντιπροσωπείας του ΤΕΕ και στον κ. Γ. Ουρσουζίδη, πολιτικό μηχ. και πρώην βουλευτή.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Ασλανίδης, Κλ., 2014. Βυζαντινή Ναοδομία στη Νάξο, 4.9. Προσκτίσματα (παρεκκλήσια – νάρθηκες), Διδακτορική διατριβή, Παν. Πατρών.

https://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/37192?lang=el#page/1/mode/2up

Γαβριηλίδης, Θ., 1996. Προσκύνημα στα Ιερά της Θεοσώστου Πόλεως Βέροιας (Ναοί, Κειμήλια, Ενθυμήσεις, Αναμνήσεις, Σχόλια). Βέροια, Θρακική Εστία Βέροιας: Αιγαίο.

Ράπτης. Κ. 2016. Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης. Αρχιτεκτονική και Γλυπτικός Διάκοσμος. Διδακτορική διατριβή, Α.Π.Θ., Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης https://freader.ekt.gr/eadd/index.php?doc=38464#p=500

Σκιαδαρέσης, Γ., 2016. Η Παλαιά Μητρόπολη Βέροιας στο πλαίσιο της Βυζαντινής Αρχιτεκτονικής. Διδακτορική διατριβή Α.Π.Θ., Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης.  https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/39320

Τάντσης, Αν., 2008. Το Υπερώο στη Βυζαντινή Ναοδομία. Διδακτορική διατριβή, Α.Π.Θ. https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/23727

Χιονίδης, Γ., 1960 & 1970. Ιστορία της Βέροιας, Α’ & Β’ τόμος.

Αναστασία Πάπαρη

Δρ Αρχιτέκτων – Πολεοδόμος / Urban Designer

Dipl., MSc, M. Phil., PhD

(Α.Π.Θ. & U.C.L., The Bartlett)

Εμπειρογνώμων της Ε.Ε.

Για τον θεσμό της

Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Πολιτισμού

E-mail: anastpapa@teemail.gr & ecoc2023@gmail.com

banner-article

Ροη ειδήσεων