Θεσσαλονίκη – Θέατρο Δάσους / Ο συγκλονιστικός “Οιδίποδας” του Δημήτρη Καταλειφού σε μια παράσταση σταθμό
Το κοινό μια ώρα νωρίτερα έχει αρχίσει να γεμίζει τις θέσεις του Θεάτρου Δάσους. Η φήμη προηγείται της παράστασης “Οιδίπους επί Κολωνώ” και οδηγεί στην προσδοκία μιας μεγάλης επιτυχίας, που ήδη πολυσυζητήθηκε.
Το σκηνικό, λιτό και απέριττο, προδιαθέτει θετικά, καθώς οι θεατές ανεβαίνουν και παίρνουν τις θέσεις τους.
“Οιδίπους επί Κολωνώ”. Το τελευταίο έργο του Σοφοκλή, που ανεβαίνει από τον εγγονό του το 401 π.Χ., όταν η Αθήνα έχει απαλλαγεί από τα δεινά του Πελοποννησιακού Πολέμου και ενώ ο Σοφοκλής έχει πεθάνει πέντε χρόνια πριν.
Η Αθήνα έχει ανάγκη να ξαναβρεί το παλιό της μεγαλείο και εμφανώς ο Πελοποννησιακός και η μεγάλη ήττα της ήταν ένα φοβερό χτύπημα στη γνωστή αλαζονεία της. Το έργο με τα χορικά του, που αποτελούν ύμνο της πόλης, δεν είναι καθόλου τυχαίο να ανεβεί σε μια τέτοια στιγμή ανασύνταξης και αυτοπροσδιορισμού της.
Σαφώς και ο “Οιδίπους επί Κολωνώ” ως έργο δεν έχει τη δύναμη που αποπνέει ο “Οιδίπους Τύραννος”, που προηγήθηκε συγγραφικά. Ο “επί Κολωνώ”υπολείπεται κατά πολύ. Ενώ στον “Τύραννο” η εξωτερική δράση ισορροπεί περίφημα με την εσωτερική και η ισοπεδωτική παρουσία της Μοίρας οδηγεί με καταιγιστικές εξελίξεις στην ουσία του τραγικού, στον “επί Κολωνώ” ο θεατής βιώνει το αποτέλεσμα της επίδρασης της μοίρας πάνω στον Οιδίποδα, ο οποίος γέροντας πια, επαίτης και πλάνης, αναζητά γη για να πεθάνει και να ταφεί.
Ο Οιδίποδας περιπλανώμενος, τυφλός, (καθώς έβγαλε τα μάτια του με τα ίδια του τα χέρια συνειδητοποιώντας τα όσα διέπραξε) και έχοντας ως οδηγό του την κόρη του Αντιγόνη, φτάνει στην Αθήνα και ζητά άσυλο, που του το δίνει ο βασιλιάς της Θησέας, σε πείσμα του Κρέοντα, βασιλιά της Θήβας, που έχει έρθει κι αυτός να διεκδικήσει την επάνοδο του Οιδίποδα στην πόλη, ενώ έχει διωχθεί απ’ αυτήν με τον σκληρότερο τρόπο ως μίασμα.
Το έργο βασίζει όλη τη δύναμή του σε έναν ουσιαστικά ρόλο, σ’ αυτόν του Οιδίποδα, αποδυναμώνοντας τους υπόλοιπους, που είναι απλά απαραίτητοι για την εξέλιξη της δράσης.
Ο σκηνοθέτης, ο Γιώργος Σκεύας, γνωρίζει αυτόν τον πρωταρχικό κανόνα και αναθέτει το ρόλο σ’ ένα ηθοποιό, όπως ο Δημήτρης Καταλειφός, ηθοποιό με ερμηνευτικές περγαμηνές, που κινείται εδώ και πολλά χρόνια σε εύρος μεγάλων και απαιτητικών ρόλων.
Ο Οιδίποδας του σκηνοθέτη είναι ηθελημένα απόλυτα γήινος, χωρίς κανένα ίχνος περασμένου μεγαλείου, (συντετριμμένου φυσικά), προσιδιάζοντας με τη μορφή και τη στάση του στους σημερινούς πρόσφυγες που ζητούν καταφύγιο.
Ο Οιδίποδάς του κραυγάζει κάθε τόσο για πώς οδηγήθηκε στα εγκλήματα της πατροκτονίας και της αιμομιξίας αθέλητα, πονάει αφόρητα, αλλά αυτός ο πόνος δεν τον κάνει αδύναμο, τον κάνει σκληρό και εκδικητικό, ακόμη και στα ίδια του τα παιδιά, τον Ετεοκλή και προπαντός στον Πολυνείκη, που έρχεται να ζητήσει τη βοήθειά του. Η κατάρα του, η περίφημη “Αρά”, προϊόν οργής και εκδίκησης, θα οδηγήσει και τα δυο αγόρια του αργότερα στον τάφο, με επακόλουθο και το θάνατο της πολυαγαπημένης του Αντιγόνης.
Ο Οιδίποδας, που ενσαρκώνει ο Καταλειφός, είναι συγκλονιστικός! Πιστός στη σκηνοθετική γραμμή του Σκεύα, δουλεύει το ρόλο στη λεπτομέρεια. Από την παραμικρή κίνηση, από την απόδοση της γεροντικής φωνής, που πότε λυγίζει από τα δεινά της και πότε υψώνεται κατακόρυφα διαμαρτυρόμενη, μέχρι την ανάσα του, που ακούγεται κι αυτή να αντηχεί υπόκωφα στο θέατρο, ο ρόλος είναι πια γι αυτόν ένας σταθμός που μοιραία τον χαρακτηρίζει. Ο “Οιδίποδας” του Καταλειφού λένε όλοι, εννοώντας τη μοναδική του ερμηνεία.
Το κείμενο της παράστασης έτυχε μιας εξαιρετικής μετάφρασης από τη Χρύσα Προκοπάκη και τον Θάνο Τσακνάκη.
Λειτουργικό το σκηνικό της Λίλης Πεζανού, που ενισχύθηκε και με τα κυπαρίσσια που υψώνονταν πίσω του, φυσικό σκηνικό του ίδιου του Θεάτρου, με το φεγγάρι να πλανιέται πάνω από το χώρο, σχεδόν ολόγιομο, συμπληρώνοντας την ατμόσφαιρα.
Τα κοστούμια, που επέλεξε η ίδια, σαφώς και παρέπεμπαν στη διαχρονικότητα που ο μύθος του έργου κουβαλά, με παραφωνία το κοστούμι του βασιλιά Θησέα, που όσο κι αν παρέπεμπε στο σήμερα, για να υποδηλώσει την όποια εξουσία, δεν έπειθε.
Η μουσική του Σήμη Τσιλαλή αντίθετα, παρόλο που είχε σύγχρονα στοιχεία, αγγίζοντας μέχρι και τα όρια του κινηματογραφικού soundtrack, υπήρξε επιβλητική και υποβλητική, επιτείνοντας την ατμόσφαιρα του δρώμενου.
Ο “Θησέας” του Χρήστου Χατζηπαναγιώτη, ενός χυμώδους και εκρηκτικού ηθοποιού στην κωμωδία, εδώ υπήρξε υποτονικός και άνευρος, στερούμενος της επιβλητικότητας του ρόλου.
Οι αδελφές, Αντιγόνη και Ισμήνη, που αποδόθηκαν από τις Αγγελική Παπαθεμελή και Αλεξάνδρα Αϊδίνη αντίστοιχα, απέδωσαν την τρυφερότητα και την αφοσίωση που απαιτούσε ο ρόλος με μεγαλύτερη φυσικότητα από τη μεριά της Ισμήνης.
Ο χορός, που αποτελούνταν από νέα παιδιά, κινήθηκε, παρά το νεαρό της ηλικίας τους, (ο χορός στο έργο του Σοφοκλή αποτελείται από γέροντες), σε υψηλά επίπεδα και φωνητικά και κινησιολογικά.
Η παράσταση ολοκληρώθηκε με καταιγισμό χειροκροτημάτων, οδηγώντας τους ηθοποιού σε αλλεπάλληλες υποκλίσεις μπροστά σ’ ένα κοινό που, και μετά το τέλος της, συζητούσε τις λεπτομέρειες με την αίσθηση πως είχε συμμετάσχει σ’ ένα σοβαρό καλλιτεχνικό γεγονός, υψηλότατου επιπέδου!
……………
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη, Θάνος Τσακνάκης
Σκηνοθεσία: Γιώργος Σκεύας
Δραματουργική επεξεργασία: Γιώργος Σκεύας, Χρύσα Προκοπάκη
Σκηνικά – Κοστούμια: Λίλη Πεζανού
Μουσική: Σήμη Τσιλαλή
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας
Βοηθός σκηνοθέτη: Γιάννης Σαβουιδάκης
Βοηθός ενδυματολόγου: Χάρης Σουλιώτης
Διεύθυνση Παραγωγής: Κατερίνα Μπερδέκα
Βοηθοί Παραγωγής: Βαγγέλης Βογιατζής, Ξένια Καλαντζή
Οργάνωση περιοδείας: 5η Εποχή
Επικοινωνία περιοδείας : Μαργαρίτα Σίσιου
Παραγωγή: Γιώργος Λυκιαρδόπουλος
Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου
Παίζουν οι ηθοποιοί:
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΤΑΛΕΙΦΟΣ | ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΑΤΖΗΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ | ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΘΕΜΕΛΗ | ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΑΙΔΙΝΗ | ΜΑΞΙΜΟΣ ΜΟΥΜΟΥΡΗΣ | ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΑΠΟΥΝΤΖΗΣ | ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΥΣΗΣ | ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΑΣ | ΓΙΩΡΓΟΣ ΦΡΙΝΤΖΗΛΑΣ | NIKOΣ ΔΕΡΤΙΛΗΣ | ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΟΥΤΣΙΚΑΣ | ΠΑΝΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ | ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ | ΠΑΡΙΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΔΗΣ
…………………………
Φωτογραφίες από την παράσταση στο Θέατρο Δάσους: faretra.info
…………………………..