Για τα τρυγόνια, αλλά και όλα τα ζώα σε καμένες περιοχές, η Ελλάδα είναι ένας άσχημος τόπος να ζεις / γράφει η Δήμητρα Αλεξίου
Η ρυθμιστική απόφαση για το κυνήγι, η οποία φέτος εκδόθηκε στις 16 Αυγούστου από το ΥΠΕΝ, επιτρέπει το κυνήγι όλων των θηρεύσιμων υδρόβιων πουλιών μέχρι τις 10 Φεβρουαρίου. Με την προηγούμενη απόφαση, τα υδρόβια πουλιά μπορούσαν να κυνηγηθούν μέχρι τις 31/1, με μόνη εξαίρεση το κυνήγι τριών ειδών (φαλαρίδα, σφυριχτάρι και ψαλίδα) μέχρι τις 10/2.
Όπως σημειώνει στο «Κοσμοδρόμιο» ο Μαρτίνος Γκάιτλιχ υπεύθυνος περιβαλλοντικών θεμάτων και πολιτικής στην Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία:
«Η φετινή ρυθμιστική απόφαση για το κυνήγι αποτέλεσε έκπληξη πρωτοφανούς οπισθοδρόμησης και αναχρονιστικότητας. Κάθε χρόνο ζητάμε να ανταποκριθεί το ΥΠΕΝ στις χρόνιες εκκλήσεις για την κατάργηση των κλιμακωτών ημερομηνιών και την εξαίρεση -από τον κατάλογο των θηρεύσιμων- των ειδών απειλούμενων με εξαφάνιση, όπως το τρυγόνι, πράγματα στοιχειώδη δηλαδή, χωρίς καμία ανταπόκριση. Φέτος ωστόσο, το ΥΠΕΝ ξεπέρασε τον (κακό) εαυτό του, αυξάνοντας την περίοδο θήρας για όλα τα υδρόβια, σπρώχνοντάς τα όλα μέχρι τέλους και δίνοντάς τους άλλο ένα χτύπημα».
Σύμφωνα με τον κ. Γκάιτλιχ, το πρόβλημα που προκαλείται εξαιτίας της παράτασης της ημερομηνίας λήξης είναι σοβαρό διότι εκείνη την εποχή τα υδρόβια πουλιά έχουν εισέλθει στη φάση της προ-αναπαραγωγικής μετανάστευσης και το κυνήγι έχει πολύ δυσμενείς επιπτώσεις λόγω της όχλησης και της σύγχυσης που τους προκαλεί.
Ψαλίδα και τρυγόνι σε δεινή θέση στην Ελλάδα
Το πρόβλημα έχει βάθος και δεν εξαντλείται απλώς στη νέα ρυθμιστική που σύμφωνα με την Ορνιθολογική δίνει μια τελική κλωτσιά στις απειλές που δέχονται συγκεκριμένα είδη.
Εξηγώντας το δυστοπικό τοπίο που έχει διαμορφωθεί ο κ. Γκάιτλιχ λέει στο «Κοσμοδρόμιο» τα εξής: «Είδη πουλιών απειλούμενα σε ευρωπαϊκό επίπεδο όπως η ψαλίδα συνεχίζουν να περιλαμβάνονται στη λίστα των θηρεύσιμων στην Ελλάδα, ενώ εκεί συναντάμε κάθε χρόνο και παγκοσμίως απειλούμενα είδη, όπως το γκισάρι και το τρυγόνι. Πρόκειται δηλαδή για είδη που αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο εξαφάνισης, με τον πληθυσμό μάλιστα της ψαλίδας στην Ελλάδα να έχει σχεδόν καταρρεύσει, με πολύ χαμηλούς πλέον αριθμούς να καταγράφονται κάθε χειμώνα»
Συγκεκριμένα, σε ό,τι έχει να κάνει με το τρυγόνι, το 2018, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνέταξε Διεθνές Σχέδιο Δράσης για το είδος του, όπου παρουσιάστηκαν μια σειρά από μέτρα διατήρησης προκειμένου να ανασχεθεί και να αντιστραφεί η ραγδαία μείωση του πληθυσμού του. Με βάση αυτό το σχέδιο, κύρια προτεραιότητα αποτελεί η διαχείριση κατάλληλων για τα τρυγόνια ενδιαιτημάτων(σ.σ το φυσικό περιβάλλον στο οποίο ζει και αναπαράγεται ένα είδος), μια ωστόσο εξαιρετικά αργή και χρονοβόρα διαδικασία η οποία, προκειμένου να οδηγήσει σε αύξηση του πληθυσμού, θα πρέπει να εφαρμοστεί σε ευρεία κλίμακα.
«Γι’ αυτό και το Διεθνές Σχέδιο Δράσης θέτει ως εξίσου σημαντική προτεραιότητα τη βελτίωση των πιθανοτήτων επιβίωσης των Τρυγονιών κατά μήκος των κύριων μεταναστευτικών διαδρόμων, κυρίως μέσω της αντιμετώπισης απειλών που ασκούν πιέσεις στο είδος, όπως το κυνήγι (παράνομο και νόμιμο)» εξηγεί ο κ. Γκάιτλιχ.
Υπενθυμίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχει προβεί σε ισχυρές συστάσεις για παύση της θήρας του τρυγονιού σε όλα τα κράτη μέλη προκειμένου να διασφαλιστεί η επιβίωση και ανάκαμψη του είδους ενώ, σύμφωνα με τη διεθνή ΜΚΟBirdLife, προκειμένου να δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος στο Τρυγόνι να ανακάμψει πληθυσμιακά, θα πρέπει να εφαρμοστεί «μηδενική κάρπωση» για τουλάχιστον τέσσερα χρόνια σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Αντί για μηδενική κάρπωση όμως, η φετινή ρυθμιστική απόφαση, όπως και η περσινή, επιτρέπει την ίδια ημερήσια και συνολική κάρπωση -δηλαδή έξι τρυγόνια ανά κυνηγό ανά ημερήσια έξοδο και συνολικά ετήσιο εθνικό όριο κάρπωσης 120.000 τρυγόνια.
Ζητούν να κυνηγούν στα καμένα
Την ίδια ώρα, οι λαβωμένες από τις πυρκαγιές περιοχές, πασχίζουν να κρατήσουν έξω από την πόρτα τους το κυνήγι.
Μία από αυτές η Ρόδος, η τεράστια πυρκαγιά στην οποία είχε ως αποτέλεσμα, βάσει των στοιχείων του Copernicus.να καούν 206.610 στρέμματα, τα οποία αντιστοιχούν στο 14,7% της έκτασης του νησιού.
Μετά από αυτά τα δραματικά αποτελέσματα με κοινή επιστολή τους στις 18/8, λίγο πριν την επίσημη έναρξη της φετινής κυνηγετικής περιόδου, το Κέντρο Περίθαλψης «Αλκυόνη», η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης, η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία και το WWF Ελλάς αιτήθηκαν την απαγόρευση της θήρας στο σύνολο της έκτασης του νησιού.
Σύμφωνα με τις οργανώσεις, η άσκηση της θήρας, τόσο στις καμένες περιοχές όσο και στις όμορες, αποτελεί πραγματική καταστροφή, καθώς επηρεάζει την πανίδα και συγκεκριμένα τα πουλιά (θηρεύσιμα και μη) την ώρα που έχουν ζωτική ανάγκη να τραφούν ή να ξεκουραστούν υπό αντίξοες συνθήκες και υπό υψηλές συνθήκες ανταγωνισμού.
Λίγε ημέρες αργότερα, στις 26/8 εκδόθηκε ένα ΦΕΚ, που προέβη σε κάποιες περιορισμένες διορθώσεις. Σύμφωνα αυτό, η τρέχουσα κυνηγετική περίοδος στη Ρόδο περιορίζεται στο διάστημα 15 Σεπτεμβρίου έως 31 Δεκεμβρίου αντί του 20/8-29/2 που ίσχυε μέχρι τώρα. Επιπλέον, περιορίζεται η χρονική περίοδος θή́ρας του λαγού από 15 Σεπτεμβρίου έως 10 Δεκεμβρίου 2023 και μειώνονται οι ημέρες θήρας του σε δύο την εβδομάδα, αντί των τριών που ίσχυε. Αντίστοιχα, για τη νησιώτικη πέρδικα μειώνονται οι ημέρες θήρας σε δύο την εβδομάδα και η ημερήσια κάρπωση σε δύο άτομα ανά ημερησία έξοδο.
Σημειώνεται πως είχε προηγηθεί έτερη απόφαση απαγόρευσης κυνηγιού όλων των θηραμάτων λόγω δασικής πυρκαγιάς σε έκταση εμβαδού 316.739 στρεμμάτων, που περιλαμβάνει όχι μόνο την καμένη από τη δασική πυρκαγιά έκταση, αλλά και εκτεταμένη περιμετρική ζώνη αυτής.
Τη Ρόδο, ακολούθησε η δραματική περίπτωση του Έβρου- ένα μέτωπο σε εξέλιξη επί έντεκα ημέρες τώρα- έχοντας κατακάψει περισσότερα από 720.000 στρέμματα ως τώρα. Στις 25/8, με απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος Θόδωρου Σκυλακάκη, απαγορεύτηκε το κυνήγι όλων των θηρεύσιμων ειδών στο σύνολο της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου.
Η απάντηση της «Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Μακεδονίας- Θράκης» και των κατά τόπους Κυνηγετικών Συλλόγων του νόμου, την ώρα που η περιοχή συνεχίζει ναι καίγεται για 11η μέρα, είναι πολύ ενδεικτική των προθέσεων των κυνηγών αλλά και των πιέσεων που ασκούν στην Πολιτεία για να γίνονται δεκτά τα αιτήματά τους.
Ανάμεσα σε άλλα η ανακοίνωση λέει και τα εξής: «Την ώρα που ο κυνηγετικός κόσμος παρακολουθεί συγκλονισμένος την καταστροφή των δασών από τις πυρκαγιές και ενώ οι Κυνηγετικοί Σύλλογοι του νομού Έβρου και άλλων νομών, με τις εθελοντικές ομάδες των κυνηγών, βρίσκονται έξω στο πεδίο συμμετέχοντας στην κατάσβεση, το Υπουργείο Περιβάλλοντος έρχεται αιφνιδιαστικά και εκδίδει υπουργική απόφαση ολικής απαγόρευσης του κυνηγίου σε όλη την Περιφερειακή Ενότητα Έβρου, σε καμένες και μη καμένες περιοχές. Χωρίς καν να ζητήσει την άποψη των κυνηγετικών οργανώσεων. Κατά πρώτο λόγο η Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας-Θράκης ελπίζει να σβήσουν πλήρως όλες οι δασικές πυρκαγιές. Αλλά οφείλει να καυτηριάσει την επιλογή του Υπουργείου για την απουσία διαλόγου, για την αγνόηση των προσπαθειών των εθελοντών κυνηγών μέσω των οργανώσεων τους. Η επιλογή της Πολιτείας στην απαγόρευση της θήρας ως πρώτου και μόνου μέτρου μετά την αποτυχία της δασοπυρόσβεσης δείχνει σαφές αντικυνηγετικό ύφος. {…} Ζητούμε την άμεση ανάκληση της απόφασης ολικής απαγόρευσης και την τροποποίηση με βάση τις επιστημονικές αναλυτικές μας προτάσεις για τα ειδικά μέτρα διαχείρισης στις επιμέρους περιοχές του νομού Έβρου και αλλού».
Ενδεικτική είναι και η… θερμή υποδοχή της φετινής ρυθμιστικής για το κυνήγι. Σε ανακοίνωση που εξέδωσε η «Κυνηγετική Συνομοσπονδία Ελλάδας» δηλώνει ικανοποιημένη: «με τη χρονική επιμήκυνση του κυνηγίου για μία σειρά υδρόβια και δενδρόβια αποδημητικά πτηνά, όπως είχε ζητήσει η Κ.Σ.Ε.
Πρόκειται για τα είδη: Κιρκίρι, Πρασινοκέφαλη, Σαρσέλα, Χουλιαρόπαπια, Κυνηγόπαπια, Τσικνόπαπια, Ασπρομετωπόχηνα, Νερόκοτα, Μπεκατσίνι και Καλημάνα το κυνήγι των οποίων έως πέρυσι έληγε 31 Ιανουαρίου, αλλά τώρα παρατείνεται κατά ένα 10ήμερο αντίστοιχα για κάθε είδος, και του δημοφιλούς Κότσυφα που η κυνηγετική περίοδος τελείωνε 20 Φεβρουαρίου και φέτος θα τελειώσει 29 Φεβρουαρίου. Πρόκειται για μία διευθέτηση που ζήτησε και τεκμηρίωσε προς το Υπουργείο η Κ.Σ.Ε., μετά από συλλογή και επεξεργασία σύγχρονων επιστημονικών δεδομένων που αποδέχεται και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Επίσης, η νέα Ρυθμιστική κάνει και πάλι πλήρως αποδεκτή τη συγκροτημένη τεχνική πρόταση της ΚΣΕ, που επιτρέπει τη συνέχιση της θήρας του Τρυγονιού στη χώρα μας, σε αντίθεση με άλλες χώρες της Ευρώπης. Ο αριθμός της ημερήσιας κάρπωσης Τρυγονιών παραμένει ίδιος με την περυσινή χρονιά (6 πουλιά), προβλέποντας και πάλι έναν συνολικό αριθμό πανελλαδικής κάρπωσης, πέραν του οποίου το κυνήγι του Τρυγονιού θα αναστέλλεται.
Με αυτόν τον τρόπο και το αειφόρο κυνήγι του είδους εξασφαλίζεται, αλλά και οι αναγκαίες διαχειριστικές προσαρμογές, ώστε η χώρα μας να μην εμπλακεί σε νομικές διελκυστίνδες με την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Συνολική απαγόρευση ζητούν οι οργανώσεις
Η Σωτηρία Θεοφίλου, εθελόντρια στην Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, μέλος του SaveWild-Δίκτυο για την Προστασία Άγριας Ζωής και υποψήφια με την Οικολογική Συμμαχία στις επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές στην Περιφέρεια Αττικής είναι κάτοικος της περιοχής Λαυρεωτική, η οποία επλήγη πρώτη από όλες, όταν ξεκίνησε ο «χορός» των πυρκαγιών στην Ελλάδα, το φετινό καλοκαίρι.
Σύμφωνα με την ίδια, προβλήματα με το κυνήγι υπάρχουν και στη δική της περιοχή. αφού στην Τοπική Ρυθμιστική 2023-2024 όπου εκδίδει το δασαρχείο – και περιλαμβάνει τις επιτρεπόμενες θέσεις για το κυνήγι-, δεν περιλαμβάνεται η καμένη έκταση από την πυρκαγιά της 10ης Ιουλίου 2021 ,ανατολικά της Φώκαιας.
Σύμφωνα με την κ. Θεοφίλου: «Εάν δεν γίνουν τροποποιήσεις και στη δική μας περίπτωση, ο χάρτης ως έχει, δημιουργεί πολύ μεγάλη πίεση στις ελάχιστες εναπομείνασες περιοχές που δεν έχουν καεί και δεν συνορεύουν με οικισμούς, όπου και υποτίθεται ότι δεν ασκείται θήρα. Ιδανικά και με δεδομένη την κατάσταση από τις πυρκαγιές στην Αττική, η θήρα σε όλη την Περιφέρεια Αττικής θα έπρεπε να απαγορευτεί για εύλογο χρονικό διάστημα. Υπενθυμίζω πως οι τοπικές διατάξεις κλείνουν με το εξής: ‘Η τήρησή της ανατίθεται στα όργανα της Δασικής Υπηρεσίας, της Αστυνομίας, στους ιδιωτικούς φύλακες θήρας των Κυνηγετικών Οργανώσεων και σε κάθε φιλόνομο και φιλοπρόοδο πολίτη’. Για να διευκολυνθεί λοιπόν αυτό το τελευταίο περί φιλονομίας και προόδου, σε άμεση σχέση και με την προστασία της βιοποικιλότητας, πρέπει να ληφθούν σοβαρότατα μέτρα».
Όπως μάλιστα τονίζει η κ. Θεοφίλου, δεδομένου ότι η αποκατάσταση του κύκλου ζωής της άγριας ζωής στην πρότερη οικολογική ισορροπία απαιτεί ακόμη και δεκαετίες, οι διακηρύξεις περί παύσης του κυνηγιού αποκλειστικά και μόνο στις καμένες περιοχές – είτε για 3, είτε για 4 χρόνια – δεν έχουν νόημα. «Όταν σε μια περιοχή εφαρμόζεται μερική απαγόρευση, αυτή είναι πολύ δύσκολο να τηρηθεί, διότι ακόμα και αν καταγγέλλονται περιστατικά παράνομης θήρας, ακόμα και αν οι ύποπτοι συλλαμβάνονται, πάντα προκύπτει ο ισχυρισμός ότι βρίσκονταν σε σημεία εκτός απαγόρευσης» λέει η ίδια και προσθέτει: «Και έτσι συνεχίζεται ένας αέναος κύκλος δικαστικών περιπετειών χωρίς νόημα. Αυτό που έχει ουσιαστικό νόημα είναι λοιπόν η παύση της κυνηγετικής δραστηριότητας για τουλάχιστον 3 χρόνια σε όλη τη χώρα, έτσι ώστε να διασφαλιστεί η ανάκαμψη της πανίδας».