Παρενθέσεις

Απόκριες της δεκαετίας του ΄60 / Μια μαυρόασπρη φωτογραφία – Η μικρή γκέισα…

Εποχές χαμένες στο χρόνο. Αφήνουν μια μνήμη μαυρόασπρη σαν τις παλιές φωτογραφίες και μαζί τους μια αίσθηση  γλυκιάς νοσταλγίας  για τα παιδικά χρόνια, για τότε που όλα τα μικρά γίνονταν μεγάλα…

Περιμέναμε τις γιορτές. Χριστούγεννα, Πάσχα και φυσικά τις Απόκριες, γιατί τότε θα ντυνόμασταν καρναβαλάκια. Τι προσμονή, τι χαρά, τι όνειρα για τη στολή που θα διαλέγαμε.

Ήμουν αμετακίνητη στην απόφασή μου. Είχα διαλέξει. Θα ντυνόμουν γκέισα. Κάπου, σε κάποιο περιοδικό, είχα δει μια χρωματιστή φωτογραφία γκέισας και ήθελα ντε και καλά να πάρω κάτι από τη γοητεία της.

Η στολή νοικιάστηκε. Ακόμα θυμάμαι την υφή της, καθώς τα συνθετικά υφάσματα δεν είχαν κυκλοφορήσει τότε. Τα χρώματα του κιμονό βυσινί με μαύρο, με μια φαρδιά μεταξωτή μαύρη ζώνη στη μέση! Αρχοντιά!

Το χτένισμα; Έπρεπε να γίνει ένας ψηλός κότσος. Έτσι τον έλεγαν τότε. Τώρα χρησιμοποιούν τη λέξη “σινιόν”! Η μαμά τα κατάφερε και μάλιστα πέρασε και δυο βελόνες του πλεξίματός της ανάμεσα στα μαλλιά για να γίνει πιο φαντασμαγορικός!

Το βάψιμο; Ήταν το πρώτο μου κραγιόν και είχα μια χαρά… Προστέθηκαν και δύο λοξές γραμμές στην άκρη των ματιών για να κινεζοφέρνω και ήμουν έτοιμη!

Το πρόβλημα ήταν τα παπούτσια. Ήθελα οπωσδήποτε τακούνια. “Οι γκέισες δεν φορούν τακούνια, δες φωτογραφίες στο περιοδικό” επιχειρηματολογούσε η μαμά. Εγώ όμως ήθελα. “Έστω για λίγο, δώσε μου τα δικά σου, δε θα τα φορέσω στον φωτογράφο!” επέμενα…

Τα φόρεσα, αυτοθαυμάστηκα στον μεγάλο καθρέφτη της ντουλάπας στην κρεβατοκάμαρα, αλλά κάτι δεν μου κολλούσε. Το ύφος.

“Γιατί είναι διαφορετικό το ύφος της γκέισας στο περιοδικό;” αναρωτιόμουν απογοητευμένη. “Γιατί είσαι μικρούλα” πήρα την όλο σημασία απάντηση που δεν πολυκατάλαβα.

Ακολούθησε η βόλτα, για να δείξουμε τη στολή. Και ποιον δε σταμάτησα στο δρόμο ρωτώντας τον αν ξέρει τι είναι οι γκέισες. Και στάση στο φωτογράφο. Ύφος, πόζα, και πέρασμα με το φακό στην αιωνιότητα…

Τώρα που στέκομαι, μέρες που είναι, μπροστά στην παλιά αυτή φωτογραφία, ακούω ακόμα το διάλογο, θυμάμαι το δωμάτιο, τον μεγάλο καθρέφτη, εμένα, τη χαρά μου…

“Γιατί είσαι μικρούλα…” ακούγεται η φωνή της μαμάς…

Τώρα που βλέπω τα μικρά καρναβαλάκια στο δρόμο, πάντα θυμάμαι, πάντα νοσταλγώ εκείνα τα τρυφερά χρόνια της αθωότητας… “Γιατί είσαι μικρούλα…”

Τώρα, αν εκείνη η μικρούλα της φωτογραφίας θυμίζει τη σημερινή γράφουσα…

……………………..

*Οι «Παρενθέσεις» είναι μικρά κείμενα, μικρές πινελιές σε θέματα πολιτισμού ή ζωής, που φωτίζουν γωνιές από μεγαλύτερα θέματα,  λειτουργώντας σαν παρ-εν-θέσεις.

 

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ