Ο 40χρονος Ρομά που βρέθηκε γονατιστός να λέει τα κάλαντα και παραλίγο να γίνει παρανάλωμα του πυρός είναι το στερεότυπο του «τρελού του χωριού». Συνηθισμένη εικόνα στην επαρχία.
Όλο και κάποιος άνθρωπος θα υπάρχει, συνήθως «μειωμένης αντίληψης», με τον οποίο οι άλλοι, οι «κανονικοί» άνθρωποι θα σπάσουν πλάκα.
Περισσότερη πλάκα, στα όρια του κλαυσίγελου, έχει και η φερόμενη κατάθεση του θύματος στην αστυνομία. Εκεί, ο «μειωμένης αντίληψης» συνάνθρωπός μας καταγράφει με άψογο υπηρεσιακό ύφος τη μαρτυρία του. Οι άνθρωποι, λέει, δεν τον πείραξαν, μόνος του έπεσε στα γόνατα, ενώ το καλύτερο το κράτησε για το τέλος. «Μου έδωσαν και λεφτά», είπε και κάπως έτσι αποκαταστάθηκαν η φήμη και η τιμή εκείνων που έσπασαν πλάκα μαζί του.
Μάλιστα, έφτασαν στο σημείο να εμφανίσουν τις φωτογραφίες και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προκειμένου και άλλοι, όμοιοι με αυτούς να σπάσουν την ίδια πλάκα.
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ορισμένοι έφηβοι, γόνοι καλών οικογενειών μιας άλλης επαρχιακής πόλης, του Πύργου, έσπασαν πλάκα με τον Θύμιο, τον άνθρωπο με το παραμορφωμένο πρόσωπο.
Άνθρωπος της διπλανής πόρτας ο Θύμιος, όπως και ο Ρομά, κι όμως, εντυπωσιακά αόρατοι για την κοινωνία και τις δομές υποστήριξης του κράτους. Η κοινωνία τούς εμφανίζει κάθε φορά που θέλει να σπάσει πλάκα. Να γελάσει, να διατυμπανίσει την ανωτερότητά της απέναντι σ’ αυτό που θεωρεί άξιο χλεύης.
Κάπως έτσι κρύβει τα δικά της χάλια, τη δική της ανικανότητα να συμπονέσει και να βοηθήσει, κρύβει τη δική της συναισθηματική αναπηρία.