Η δύναμη του νικημένου
-Όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα.
-Η γενιά των «ποιητών της ήττας».
-Πολιτική αλλά όχι ηθική ήττα.
Ήττα: Η αρνητική έκβαση του αγώνα, η πλήρης αποτυχία στην επίτευξη των στόχων. Ήταν μια οδυνηρή, απροσδόκητη, βαριά, πολιτική, στρατιωτική ήττα. Μια σοβαρή ήττα. Για τους περισσότερους μια προσωπική ήττα.
-Οι αριστεροί ποιητές στην Ελλάδα της πρώτης και της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς ονομάστηκαν ποιητές της «γενιάς της ήττας»
-Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα. Μανόλης Αναγνωστάκης, «Κι ήθελε ακόμη», 1954, οι δύο πρώτοι στίχοι.
-Τώρα, μιλώ πάλι σαν ένας άνθρωπος που γλίτωσε απ’ το λοιμό. Μανόλης Αναγνωστάκης, Τώρα μιλώ πάλι..
-«Λοιπόν, λίγο κουράγιο ακόμα.
Όποιος βρεθεί με άλογο του μένει να τραβήξει για την ήττα καβαλάρης». Αρης Αλεξάνδρου «Η στενογραφία της νεκρής ζώνης», από τη συλλογή «Αγονος γραμμή»
-Οι ήττες και οι νίκες για τους άρχοντες δεν είναι πάντα ήττες και νίκες για τον φτωχό λαό. Μπέρτολτ Μπρεχτ
-Υπάρχουν πολλές νίκες που είναι χειρότερες από ήττες. George Eliot.
-Όταν μάθεις τις λεπτομέρειες της νίκης, θα σου είναι δύσκολο να τη διακρίνεις από την ήττα. Ζαν Πωλ Σαρτρ.
-Αν ζήσεις πολύ, θα καταλάβεις ότι κάθε νίκη μεταλλάσσεται σε ήττα. Σιμόν Ντε Μπωβουάρ.
-Μην καταδέχεσαι να ρωτάς: « Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε;» Πολέμα. Νίκος Καζαντζάκης, Ασκητική.
-Ανάβλυσε και φούντωσε μέσα από την ψυχή του κάθε μαχητή, ένας πρωτόγονος και πρωτοείδωτος φανατισμός, μια δύναμη ακατανίκητη, η δύναμη του νικημένου.
Γιάννη Μανούσακα, Ο φυγόδικος», εκδ. « Οδυσσέας», 1980 σ.13.
-Όπου κι αν έφτασα με την επιστήμη και τις θεωρίες μου, ανακάλυψα ότι ένας ποιητής ήδη βρισκόταν εκεί πριν από μένα. Ζίγκμουντ Φρόυντ.
-Όταν ένας ποιητής γράφει για την κόλαση αναφέρεται στη ζωή του. Βίκτωρ Ουγκώ.
-Ένας άνθρωπος που γράφει είναι ένας άνθρωπος που ανακουφίζεται. Σπανίως γνωρίζει την πηγή του πόνου του. Συνήθως γράφει για έναν άγνωστο πόνο. Απόσπασμα 401 από το βιβλίο της Έλσας Κορνέτη, Ημερολόγιο φιλοσοφικής ήττας/ Σκέψεις και αφορισμοί για κάθε μελλοντική ποίηση, εκδ. Κουκούτσι, Αθήνα 2013.
-Δεν έχουμε για το είναι καμμιά άλλη μαρτυρία εκτός από ερείπια ανθρώπινων σχέσεων, που πάνω σε αλλεπάλληλα στρώματά τους ζούμε και χτίζουμε τις ψυχές μας. Μέσα σε μια τέτοια αίσθηση του είναι ως συνεχούς διάσπασης, κατακερματισμού και ερείπωσης πλανιέται το φάντασμα της ποίησης. Β. Λεοντάρης, «Η αγωνία του αμετουσίωτου», Κείμενα για την ποίηση, ό.π., 131 [α΄ δημ.: Σημειώσεις 33 (Ιούν. 1989) 15-33].
Οι ποιητές των δύο «γενεών της ήττας»
Η ήττα για την οποία μιλάμε είναι η πολιτική, αλλά όχι και ηθική, ήττα της αριστεράς στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο από τον Μάρτιο του 1946 έως τον Αύγουστο του 1949 και είχε ως αποτέλεσμα την νίκη του Ελληνικού Στρατού και την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Ο Ελληνικός Εμφύλιος θεωρείται διεθνώς ως η πρώτη πράξη του Ψυχρού πολέμου στη μεταπολεμική εποχή.
Οι ποιητές που ονομάστηκαν ποιητές της «γενιάς της ήττας». Είναι κυρίως οι ποιητές:
Άρης Αλεξάνδρου ( 1922 – 1978), Μανόλης Αναγνωστάκης ( 1925 – 2005), Μιχάλης Κατσαρός ( 1919 – 1998), Τάσος Λειβαδίτης ( 1922 – 1988), Τίτος Πατρίκιος ( 1928), Βύρωνας Λεοντάρης, 1932 – 2014, (Η ποίηση της ήττας (Αθήνα, Έρασμος, 1983), Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος ( 1936 – 2013).
Ακολουθούν δύο ποιήματα του Μανόλη Αναγνωστάκη όπου ο ποιητής περιγράφει τις συνέπειες της ήττας.
Μιλώ.
Μιλώ για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών
για τα τελευταία κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα για τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτες Μιλώ για τα λουλούδια που μαραθήκανε στους τάφους και τα σαπίζει η βροχή Για τα σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμένα Για τα κορίτσια που ζητιανεύουνε δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τους Μιλώ για τις ξυπόλυτες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα για τις φλεγόμενες πόλεις τα σωριασμένα κουφάρια στους δρόμους τους μαστροπούς ποιητές που τρέμουνε τις νύχτες στα κατώφλια Μιλώ για τις ατέλειωτες νύχτες όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα Για τα φορτωμένα καμιόνια και τους βηματισμούς στις υγρές πλάκες Για τα προαύλια των φυλακών και για το δάκρυ των μελλοθανάτων. Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες Π’ αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματά Του. Κι όταν Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσαν κι όταν Αυτός τούς πρόδωσε αυτοί δεν αρνηθήκαν κι όταν Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια κι οι σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώναν κι αυτοί, γαλήνιοι, το δρόμο παίρνουνε π’ άκρη δεν έχει χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει. Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους.
|