Σε μια βραδιά που το πλήθος του κόσμου πλημμύρισε την Πλατεία Ωρολογίου αγγίζοντας τα όριά της, που ο ενθουσιασμός εκφράστηκε με πάθος και το μέγεθος των δύο καλλιτεχνών αναδείχτηκε στο έπακρο, η Εύηχη Πόλη δικαίωσε για ακόμη μια φορά τον πολιτιστικό της ρόλο.
Κότσιρας και Αρβανιτάκη. Δυο ονόματα που συναντιούνται φέτος το καλοκαίρι σε μια μεγάλη περιοδεία, μεταφέροντας ο καθένας σ’ αυτήν τη συνάντηση την εμπειρία πολλών χρόνων και την αναμφισβήτητη ποιοτική τους ταυτότητα. Σταθμός τους χθες το βράδυ η Βέροια, σε μια βραδιά που ο κόσμος κυριολεκτικά τους αποθέωσε.
Η βραδιά ξεκίνησε με τον Δήμαρχο Βέροιας Κώστα Βοργιαζίδη να δίνει το μέγεθος των δυνατοτήτων αλλά και του αποτελέσματος της Εύηχης Πόλης, που κάνει τη Βέροια – μαζί με άλλες σημαντικές εκδηλώσεις που γίνονται όλη τη χρονιά εδώ – να καταλαμβάνει, όπως είπε, ανάμεσα στις άλλες ελληνικές επαρχιακές πόλεις μια από τις κορυφαίες θέσεις στον πολιτισμό.
Ηλεκτρισμένη η ατμόσφαιρα στην Πλατεία από την αναμονή, έφερε τους δύο καλλιτέχνες στην εξέδρα της συναυλίας, με φυσικό υποβλητικό σκηνικό το Παλιό Δικαστικό Μέγαρο της πόλης, που οι έξοχοι πραγματικά φωτισμοί το ανέδειξαν αλλά και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο όλη τη βραδιά, υπογραμμίζοντας με τέχνη το όλο δρώμενο.
Αέρινη, ντυμένη στα λευκά η Αρβανιτάκη, απλός και λαϊκός ο Κότσιρας -όπως του πάει και τον αγαπούν οι θαυμαστές του – έσμιξαν τις φωνές τους με τους ήχους μιας εντυπωσιακής ορχήστρας, όπου ο κάθε μουσικός της λειτούργησε δυναμικά σ’ ένα άψογο και δεμένο σύνολο, αλλά και του δόθηκε η ευκαιρία στη συνέχεια να προβάλει και μόνος τη δεξιοτεχνία του στο όργανό του παίζοντας σόλο.
Καινούρια τραγούδια και παλιά έδεσαν μαζί, καθώς κυλούσε η βραδιά, ανεβάζοντας τον ενθουσιασμό ολοένα.
Φωνή ιδιαίτερη η Αρβανιτάκη, που της δόθηκε η ευκαιρία να τραγουδήσει πριν πολλά χρόνια τραγούδια ενός χαρισματικού συνθέτη, όπως ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, και να τα αναδείξει, πλουτίζοντάς τα από τη μεριά της με το ιδιαίτερο ηχόχρωμα της φωνής της, τα κατέθεσε και στη χθεσινή βραδιά, δίνοντας το στίγμα και την ποιότητα της εποχής εκείνης.
Μαζί με πολλά άλλα που ακολούθησαν, για μας που τα αγαπήσαμε πολύ, σηματοδοτώντας την ποιότητα μιας χρυσής εποχής, ακούστηκαν και τρία «Τραγούδια για τους μήνες» (1996). Τραγούδια με στίχους του Ελύτη, « Παράπονο», του Γκανά, «Του πόθου τ’ αγρίμι», αλλά και το παραδοσιακό «Σαν την αγάπη την κρυφή». Και το σημαντικό ήταν πως ο κόσμος τα ήξερε και τα τραγουδούσε μαζί της, στα κενά που εκείνη άφηνε για να την συνοδέψει!
Ο Κότσιρας, φωνή βαθιά λαϊκή, που όμως μπορεί να ελιχθεί με την ίδια επιτυχία σε οποιοδήποτε ρεπερτόριο – και το απέδειξε χθες – κατέθεσε για μια ακόμη φορά τον «Αλεξανδρινό ουρανό» της Ρεμπούτσικα, και το «Τσιγάρο», τραγούδια ατμοσφαιρικά, που τον συνόδεψαν σαν χαρακτηριστική ταυτότητα στο ξεκίνημά του, δημιουργώντας ενθουσιασμό.
Και το θερμόμετρο ανέβαινε, καθώς οι επιλογές των τραγουδιών έσμιγαν τις δύο φωνές μαζί -αφήνοντας ελεύθερη τη μια ή την άλλη ανάλογα με τη στιγμή – περνώντας από το ένα είδος τραγουδιού στο άλλο, σκάβοντας βαθιά στην κοίτη του ποταμού που λέγεται ελληνικό τραγούδι και βγάζοντας στην επιφάνεια τα πλούτη του. « Με λένε Γιάννη» τραγούδησε με το μπαγλαμαδάκι του ο Κότσιρας, παίζοντας με το δικό του όνομα αλλά και με τον τύπο του ρεμπέτη που υποδύθηκε με επιτυχία.
«Βάλε το κόκκινο φουστάνι, εκείνο που σε κάνει να μοιάζεις πυρκαγιά…» τραγουδούσε με πάθος η Αρβανιτάκη, αλλά και τόσα άλλα αγαπημένα τραγούδια, που ο κόσμος τα τραγουδούσε μαζί της και μαζί του, φτιάχνοντας από κάποια στιγμή και μετά μια μεγάλη παρέα, όπου το πλήθος λειτουργούσε πια σαν ένας άνθρωπος με τις ίδιες αντιδράσεις ενθουσιασμού. Είχες την αίσθηση πως πλατεία και εξέδρα έγιναν ένα παλλόμενο αντηχείο, όπου χτυπούσε η ίδια καρδιά.
Η συναυλία έφτασε στο τέλος της. «Δυνατά, δυνατά γίναν όλα δυνατά τα αδύνατα…» Ο κόσμος τους αποθεώνει. Δε θέλει όμως να φύγει, επιμένει να μένει στην πλατεία. Οι καλλιτέχνες ξαναγυρίζουν. Κλείνουν με το ρυθμικό δημοτικό τραγούδι του Έβρου «λιανοχορταρούδια», δίνοντας μια τελευταία χαρούμενη πινελιά, υπονοώντας ίσως και τη μουσική συνέχεια ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν.
Ο κόσμος σκορπίζει στους δρόμους. Κατηφορίζει τη Μητροπόλεως σαν ένα τεράστιο ποτάμι. Ο ενθουσιασμός καθρεφτίζεται στα πρόσωπα. Η βραδιά είναι γλυκά καλοκαιρινή. Η Εύηχη Πόλη πρόσφερε μια ακόμη ευκαιρία φυγής από τη σκληρή καθημερινότητα με μια βραδιά ψυχικής ανάτασης.
Έπαιξαν οι μουσικοί:
Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης, τύμπανα – Αλέξανδρος Λιβιτσάνος, πιάνο, πλήκτρα – Βαγγέλης Μαχαίρας, μπουζούκι, τζουράς- Δημήτρης Τσάκας, σαξόφωνο – Παρασκευάς Κίτσος, μπάσο – Γιάννης Κυριμκυρίδης, πιάνο, πλήκτρα – Νίκος Μέρμηγκας, λαϊκά έγχορδα και Κώστας Μιχαλός, κιθάρες.
Φωτογραφίες: faretra.info