“Η Κυρά της Ρω”. Ένας ατμοσφαιρικός ποιητικός μονόλογος στην Εβδομάδα Θεάτρου
Η μπαλάντα της μοναξιάς, που μετατρέπεται όμως σε δύναμη και δημιουργεί μέσα από τον ατομικό μικρόκοσμο τη θεώρηση του μεγέθους της πατρίδας και του κόσμου, ξέφυγε από τις σελίδες της νουβέλας του Γιάννη Σκαραγκά, «Η Κυρά της Ρω», και έγινε θεατρικός μονόλογος, που κράτησε στη δραματοποιημένη εκδοχή του όλη την ποίηση του κειμένου.
«Η Κυρά της Ρω» της Κατερίνας Μπερδέκα, που σκηνοθέτησε το μονόλογο, με τη Φωτεινή Μπαξεβάνη στον ομώνυμο ρόλο να κρατά όλες τις λεπτές αποχρώσεις του κειμένου στην ερμηνεία της, πρόσθεσαν στην Εβδομάδα Θεάτρου της ΚΕΠΑ μια ακόμη άποψη πάνω στο θέατρο, πλουτίζοντας την οπτική του θεατή.
Το βιβλίο του Σκαραγκά ζωντανεύει μια απλή λαϊκή μορφή, τη Δέσποινα Αχλαδιώτη, που γίνεται πανελλαδικά γνωστή ως «Κυρά της Ρω», σηκώνοντας καθημερινά την ελληνική σημαία στο μικροσκοπικό ακριτικό νησί της.
Ο συγγραφέας δεν πέφτει στην παγίδα της εύκολης πατριδοκαπηλίας, όπως θα περίμενε κανείς. Η δική του μοναχική κυρά είναι ο καθημερινός ασήμαντος άνθρωπος που αγαπά, ονειρεύεται, πιστεύει, διαψεύδεται, συνθλίβεται από πολέμους και συμφορές κι όμως συνεχίζει.
Η μοναξιά της κυράς του στο έρημο νησί της την κάνει να στοχάζεται πάνω στη ζωή κι αυτόν το στοχασμό να τον μετατρέπει με τη δική της απλοϊκή γλώσσα σε βαθιά φιλοσοφία πάνω στα ανθρώπινα πράγματα.
Η τραγικότητα της ανθρώπινης μοίρας εναλλάσσεται μ’ ένα βαθιά λαϊκό χιούμορ, πλάθοντας στο βιβλίο μια ολοζώντανη πειστική φιγούρα.
Έχοντας αυτό το κείμενο στα χέρια της η σκηνοθέτιδα Κατερίνα Μπερδέκα, έπλασε τη θεατρική της ηρωίδα χωρίς να προδώσει εκείνη του συγγραφέα.
Η ηρωίδα της στήθηκε σκηνοθετικά με όλα τα γνήσια λαϊκά χαρακτηριστικά της στη φωνή και στις κινήσεις, που παρέπεμπαν αβίαστα στις γυναίκες της υπαίθρου μιας άλλης εποχής. Αν προσθέσουμε ότι την κίνησε και μέσα σε μια έντονη χρωματική αντίθεση ανάμεσα στο σκοτάδι και το υποβόσκον φως, ίσως συμβολίζοντας τον αγώνα της να ξεφύγει από το σκοτάδι της μοναξιάς της προς το φως της ζωής, κάνοντας τη δική της προσωπική αντίσταση με τη σημαία της, καταλήγουμε σε μια μονογραφία που αναδύεται μέσα από το λόγο και τη θεατρική πράξη ανάγλυφα.
Η Φωτεινή Μπαξεβάνη δούλεψε το ρόλο της στη λεπτομέρεια, παντρεύοντας το κωμικό με το τραγικό στοιχείο σε μια αρμονική σύζευξη με απόλυτη πειστικότητα.
Έντυσε το ρόλο της με μια ποικιλόμορφη εκφραστική άνεση, δίνοντας εύστοχα άλλοτε τη χαρά, άλλοτε τον πόνο, πολλές φορές την αιχμηρή κριτική διάθεση και πάντα τη νοσταλγία για το χθες και τον κόσμο του που χάνεται.
Η γρήγορη εκφορά του λόγου της, σημείο έκδηλο από τα πρώτα λεπτά της παράστασης, θα μπορούσε να αποδοθεί σε σκηνοθετική οδηγία, με σκοπό να δοθεί στην αφήγηση μεγαλύτερη φυσικότητα και μικρότερη εκζήτηση, για το θεατή όμως αποτελούσε σίγουρα μια μικρή τροχοπέδη, ώστε να δεχτεί αβίαστα το πραγματικά ποιητικό κείμενο.
Καθοριστικό στοιχείο στην ατμοσφαιρική διάσταση που θέλησε να δώσει η σκηνοθέτιδα στην παράσταση αποτέλεσε η μουσική που υπογράμμισε σημεία του έργου, και που αποδόθηκε έξοχα από τον τσελίστα Τάσο Μισυρλή.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Γιώργου Γαβαλά, απόλυτα αφαιρετικά και ταυτισμένα με την όλη θεώρηση του κειμένου και της ηρωίδας του, ενέτειναν την όλη ατμοσφαιρικότητα.
Η παράσταση, που δόθηκε στην Αντωνιάδεια Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών της Βέροιας, άρεσε στο κοινό το οποίο ήταν μεγάλο, και -όπως είπε και η Φωτεινή Μπαξεβάνη στο τέλος της παράστασης καταχειροκροτούμενη- ήταν εκλεκτό, πράγμα που φάνηκε από τον τρόπο που συμμετείχε σ’ όλη τη διάρκεια του έργου.
Μια ακόμη παράσταση, λοιπόν, που δικαιώνει τον τίτλο των εκδηλώσεων «Εβδομάδα Θεάτρου».
Φωτογραφίες: faretra.info