Life

Στην κυλιόμενη ωραιότητα του Νέστου που καυχάται για τους μαιάνδρους του

 «Πρώτιστη ανάγκη στις μέρες μας είναι η χαρά της ζωής και κανόνας της ευζωίας η επαφή μας με τη φύση.» 

  Περιγραφή και φωτογραφίες   Αλέξανδρος Γραμματικόπουλος

Όταν παρουσιαστεί η ευκαιρία διαφυγής από την άχαρη καθημερινότητα, το πρώτο μέλημα πρέπει να είναι η καλύτερη αξιοποίησή της για να μη «πάει χαμένη» και ανεκμετάλλευτη. Αυτό ακριβώς κάναμε, μόλις μας δόθηκε αυτή η δυνατότητα.

Αποφασίσαμε να επισκεφτούμε τον Ν. Νομό Ξάνθης που προσφέρεται για εναλλακτικές περιπλανήσεις και να πραγματοποιήσουμε έτσι ένα όνειρο ετών. Μελετώντας τον χάρτη του Νομού και συγκεντρώνοντας πληροφορίες από διάφορα ενημερωτικά έντυπα, χωρίσαμε τον νομό σε ζώνες περιοχών.

Ζώνες που «μάχονται» μεταξύ τους για να προσελκύσουν τον επισκέπτη και να τον κατακτήσουν με τις ιδιαιτερότητές τους, τα όποια χαρακτηριστικά τους, το ξεχωριστό ενδιαφέρον τους, το καταπληκτικό περιβάλλον τους, τα απερίγραπτα τοπία τους.

Ζώνη 1η: Περιοχές της Ορεινής Ροδόπης με τα γραφικά της πομακοχώρια και τον Εχίνο  το μεγαλοχώρι τους.

Ζώνη 2η: Περιοχές με τα εγκαταλειμμένα, εδώ και χρόνια, ορεινά χωριά τους. Και οι άλλες με τα ιστορικά μνημεία, με τα οχυρά, με τα σπήλαια που όλα βρίσκονται σε μικρή απόσταση από την πόλη της Ξάνθης.

Ζώνη 3η: Περιοχές κοντά στο Δέλτα του Νέστου ποταμού με τις ομορφιές που το περιτριγυρίζουν και τις άλλες, τις παραλίμνιες και τις παραθαλάσσιες. Ένα φυσικό περιβάλλον που δεν ξέρει κανείς πότε πρέπει να του αφεθεί: την αυγή ή το δείλι, την άνοιξη-καλοκαίρι ή το φθινόπωρο- χειμώνα;

Ζώνη 4η: Περιοχή των Στενών του ποταμού Νέστου. Εκεί, που είναι βέβαιο πως θα μπορέσει ο επισκέπτης να αντικρίσει εικόνες που δεν έχει ξαναντικρίσει και εάν θα έχει την διάθεση θα καταφέρει και αυτός με την παρουσία του να γίνει ένα κομμάτι αυτών των εικόνων διασχίζοντας τα ονομαζόμενα Θρακικά Τέμπη.

Έχοντας τη διάθεσή μας στα επάνω της, προχωρήσαμε στην κατάρτιση του προγράμματος των επισκέψεων-εξορμήσεων-δραστηριοτήτων μας συνυπολογίζοντας πάντοτε τον διαθέσιμο χρόνο, τα «θέλω» μας που είχαμε σκοπό να ικανοποιήσουμε και αξιολογώντας τις δυνατότητές μας.

Μοιράσαμε τις επισκέψεις-εξορμήσεις μας μέσα σε ένα διήμερο που είχαμε στη διάθεσή μας και το κάναμε γεμάτο τόσο από ενδιαφέροντα, όσο και από δραστηριότητες.

Πρώτη μέρα: Κυριακή 15-10-2017.

Φύγαμε από την Βέροια το πρωϊ και ακολουθήσαμε την οδική διαδρομή: Βέροια-Εγνατία Οδός – Καβάλα – Ξάνθη.

Μετά την Καβάλα, αφού περάσαμε τη γέφυρα του Νέστου ποταμού και πριν φτάσουμε στη σήραγγα που ακολουθούσε, βγήκαμε από την Εγνατία Οδό στην έξοδο «Θαλασσιάς».

Στη συνέχεια, ακολουθώντας τις πινακίδες με την ένδειξη «Τοξότες», φτάσαμε στον προορισμό μας διανύοντας οδικά μια απόσταση 268 χλμ και κάνοντας μια χαλαρή οδήγηση 2ωρών και 40 λεπτών.

Είχαμε μπροστά μας σχεδόν ολόκληρη τη μέρα και ο διαθέσιμος χρόνος ήταν αρκετός για κάποιες ενδιαφέρουσες επισκέψεις στην περιοχή που δεν απείχαν πολύ από τη πόλη της Ξάνθης.

Τακτοποιήσαμε τα πράγματά μας στο ξενοδοχείο και αφού πήραμε τις απαραίτητες συμπληρωματικές πληροφορίες, ξεκινήσαμε την περιπλάνησή μας στους τόπους εκείνους που η Φύση και η παρέμβαση του ανθρώπου έχουν «αφήσει» ίχνη βάθους χρόνου και ιστορίας.

Επισκεφτήκαμε τα εγκαταλειμμένα χωριά: Ίμερα, Κρωμνικό, Άνω Λιβερά, Κάτω Λιβερά.

Συναντήσαμε τους μοναδικούς μόνιμους κατοίκους σε κάθε ένα από αυτά και μιλήσαμε μαζί τους.

Στην οδική διαδρομή μας σταματήσαμε στη θέση «Θέα» για να αποθανατίσουμε και να θαυμάσουμε τόσο τη γύρω θέα από ψηλά, όσο και τους απερίγραπτης ομορφιάς μαιάνδρους του Νέστου ποταμού.

Στα Κάτω Λιβερά, με τη βοήθεια του μοναδικού κατοίκου, του 83χρονου πόντιου Παναγιώτη Γεωργιάδη (να ναι καλά) μπορέσαμε να επισκεφτούμε το πολύ ενδιαφέρον μεγάλο σπήλαιο που είναι πολύ καλά κρυμμένο μέσα σε μια οργιώδη βλάστηση.

Στη συνέχεια συνεχίσαμε την οδική πορεία μας προς τη Σταυρούπολη περνώντας από το χωριό Κομνηνά. Από δώ πλέον όλα φαίνονταν διαφορετικά. Παντού πράσινο και οι οικισμοί- χωριά δεν είχαν ίχνη εγκατάλειψης.

Μετά τη Σταυρούπολη πήραμε τον περιφερειακό ασφαλτόδρομο με κατεύθυνση προς Ξάνθη. Σκοπός μας να επισκεφτούμε τα ορεινά πομακοχώρια. Επιθυμία μας να δούμε από κοντά τον Εχίνο, το μεγαλοπομακοχώρι της περιοχής, και να δώσουμε έτσι ένα διαφορετικό χρώμα στο ταξίδι μας.

Στη διαδρομή μας μέχρι τον Εχίνο βλέπαμε αριστερά και δεξιά του δρόμου τα μικρότερα πομακοχώρια και συναντούσαμε πινακίδες που μαρτυρούσαν την ύπαρξη και άλλων που φώλιαζαν μέσα σε ελατοδάση. Περάσαμε μέσα από τη Σμίνθη που έδειχνε κωμόπολη και φτάσαμε στον Εχίνο.

Τον επισκεφτήκαμε, περπατήσαμε στα δρομάκια του, μιλήσαμε με τους κατοίκους του, ήπιαμε το καφεδάκι μας, είδαμε τα τζαμιά του και φεύγοντας πληροφορηθήκαμε πως πολύ κοντά στο χωριό και σε ένα ύψωμα υπήρχε το «Οχυρό Μεταξά».

Το επισκεφτήκαμε. Άξιζε τον κόπο. Ήθελε όμως περισσότερο χρόνο. Φεύγοντας από το μεγαλοπομακοχώρι επισκεφτήκαμε τα χωριά Γλαύκη, Κένταυρος. Άρχισε να σκοτεινιάζει. Τα μεγάφωνα καλούσαν τους πιστούς στη καθιερωμένη τους προσευχή. Βλέπαμε άνδρες κάθε ηλικίας να κατευθύνονται προς τα τζαμιά.

Συνεχίσαμε την οδική μας πορεία με κατεύθυνση προς τη πόλη της Ξάνθης, αυτή τη φορά  και από εκεί για το Ξενοδοχείο στους Τοξότες. Φτάνοντας στη Ξάνθη σταματήσαμε για να περπατήσουμε στα δρομάκια της παλιάς πόλης και να δούμε από κοντά την κίνηση στην περιοχή.

Φωτογραφίες, περιπλάνηση και στη συνέχεια πήραμε τον δρόμο για Τοξότες.

(περισσότερη περιγραφή των εντυπώσεων και των επισκέψεών μας της πρώτης μέρας θα περιγράψω σε ένα επόμενο κείμενό μου)

Δεύτερη μέρα: Δευτέρα 16-10-2017.

Ξημέρωσε η πολυπόθητη μέρα που τόσο περιμέναμε εδώ και χρόνια για να πραγματοποιήσουμε ένα όνειρο ετών. Να περπατήσουμε, δηλαδή, σε ένα τοπίο με την κυλιόμενη ωραιότητα του Νέστου που καυχάται για τους μαιάνδρους του.

Ξυπνήσαμε με την καλύτερη διάθεση. Βλέποντας τον ουρανό καθαρό και τον ήλιο να κάνει δειλά-δειλά την εμφάνισή του η χαρά μας γίνονταν όλο και μεγαλύτερη.

Ευδιάθετοι συμμαζεύαμε τα πράγματά μας και από το μυαλό μας, εκείνη την ώρα, περνούσαν οι εικόνες της περιοχής που περιμέναμε να αντικρίσουμε κάνοντας την διάσχιση. Εικόνες, που την περιγραφή τους διαβάσαμε σε διάφορα ενημερωτικά έντυπα και μας εντυπωσίασαν.

Ετοιμαστήκαμε και πήγαμε για το πρωϊνό μας και το απαραίτητο καφεδάκι. Στη συνέχεια αποχαιρετήσαμε το χωριό Τοξότες και οδικώς κατευθυνθήκαμε για το διπλανό χωριό Γαλάνη που απείχε μόλις 1,5 χλμ. Η ώρα ήταν 08.40΄ π.μ. και το σφύριγμα του τρένου μαρτυρούσε το πρώτο πέρασμά του.

Από Γαλάνη προχωρήσαμε λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα, βγαίνοντας έξω από το χωριό, μέχρι το πλάτωμα με ψηλά πλατάνια και διάφορες ξύλινες κατασκευές, όπως: κιόσκια, υπόστεγα, τραπεζοκαθίσματα, βρύσες.

Μόλις φτάσαμε στο σημείο εκείνο και αντικρίζοντας την εικόνα της γύρω περιοχής, η πρώτη μας αίσθηση ήταν συγκλονιστική. Ήταν σαν να άνοιγε η αυλαία και να εμφανιζόταν μπροστά μας ένα απερίγραπτο σκηνικό της δημιουργού Φύσης.

Οι διάφορες παρεμβάσεις του ανθρώπου, με τις δεκάδες κατασκευές σε ένα φανταστικό φυσικό περιβάλλον, συνέβαλλαν σε ένα καταπληκτικό συνταίριασμα  «Φύσης και αθλητισμός», που στο σημείο αυτό της Θρακικής γης βρήκε γόνιμο έδαφος ο δεύτερος και αποθεώνεται η πρώτη.

Βλέποντας όλα τα παραπάνω, καταλάβαμε αμέσως γιατί ο τόπος αυτός «καλεί» τον επισκέπτη σε δράση και δημιουργία. Διαπιστώσαμε τους λόγους που τον δελεάζουν σε λογής-λογής ορέξεις, όπως: πεζοπορία, αναζήτηση, εξερεύνηση, ποδηλασία, τοξοβολία, ιππασία, κανό καγιάκ, flying fox, rappel.

Στα δεξιά μας η βραχώδης πλαγιά με τη σιδηροδρομική γραμμή να περνά λίγο πιο πάνω από το πλάτωμα που βρισκόμασταν. Στα αριστερά μας η αμμουδιά, που εκτεινόταν δεκάδες μέτρα πιο πέρα μέχρι να συναντήσει τα νερά του ποταμού που ήταν τόσο ήρεμα και καταπράσινα. Φαίνονταν ακίνητα, λές και παρακολουθούσαν σιωπηλά την κάθε μας κίνηση.

Και μπροστά μας το μονοπάτι που οδηγούσε στην είσοδο στα Στενά του Νέστου των Θρακικών Τεμπών. Στο πλάτωμα ερημιά. Μόνο το γαύγισμα των 3-4 σκυλιών, στη ξαφνική παρουσία μας, διέκοπταν την σιωπή. Όσο ετοιμαζόμασταν, το πρωϊνό αεράκι ήταν «εχθρικό», «απωθητικό».

Εμείς, όμως, απτόητοι συνεχίζαμε την προετοιμασία μας ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του φιλόξενου τοπίου της γης του Ορφέα με τη μαγεία της Φύσης. Στα σακίδιά μας τα πιο απαραίτητα.

Πήραμε μαζί μας τις σημειώσεις με την περιγραφή της διαδρομής και των σημείων με τα αξιοθέατα που δεν έπρεπε να μας ξέφευγαν κατά τη διάρκεια της πορείας.

Δεν παραλείψαμε να πάρουμε μαζί μας και το πρόγραμμα με τις ώρες διέλευσης των τρένων για να προστατευτούμε τη στιγμή που θα βρισκόμασταν μέσα σε κάποιο από τα 28 τούνελ της διαδρομής Τοξότες- Σταυρούπολη.

Απαραίτητοι και οι φακοί κεφαλής, γιατί σε κάποια σημεία της πορείας μας θα αναγκαζόμασταν να περάσουμε μέσα από σκοτεινά τούνελ. Ετοιμάσαμε τις ψηφιακές μας φωτογραφικές μηχανές- κάμερες και ξεκινήσαμε μπαίνοντας στο μονοπάτι που οδηγούσε στα Στενά του Νέστου.

Μας ακολούθησε και ένας μεγαλόσωμος σκύλος με ανοικτό καφετί τρίχωμα.

Ο καιρός με την πρωϊνή του ψυχρούλα, ο ουρανός καθαρός, ο ήλιος προσπαθούσε να κάνει την εμφάνισή του μέσα από τα πολύχρωμα φθινοπωρινά φύλλα των πανύψηλων πλατάνων.

Μπαίνοντας στα Στενά του Νέστου, από το πρώτο κιόλας αντίκρισμα καταλάβαμε πως θα οδοιπορούσαμε μέσα σε ένα τοπίο που δεν θα ήταν απλά γοητευτικό … θα ήταν η ίδια η γοητεία.

Οι φωτογραφικές μας μηχανές «πήραν» φωτιά, τα «κλικ» ήταν ασταμάτητα. Δεν ξέραμε πότε έπρεπε να σταματήσουμε και τι μπορεί να συναντούσανε λίγα μέτρα πιο πέρα. Εικόνες εναλλασσόμενες, αμέτρητες, απερίγραπτες, ξεχωριστές.

Αν στο σημείο αυτό της διαδρομής δεν είχε κάποιος μαζί του φωτογραφική μηχανή ή κάμερα θα γινόταν σίγουρα ο καλύτερος ζωγράφος ή ποιητής ή ένας διηγητής που θα δημιουργούσε ένα περιγραφικό αριστούργημα με την καταγραφή όλων εκείνων που αντίκριζε στο διάβα του.

Το πέρασμά μας, αρχικά, γινόταν πάνω από το λαξεμένο στο βράχο μονοπάτι.

Είναι το τμήμα του «Ε6» που στα Στενά του Νέστου συμπίπτει με το παλιό μονοπάτι που δημιούργησαν οι εργάτες, από το 1893, για να διευκολύνουν την μετακίνησή τους και για να μπορούν να μεταφέρουν τα υλικά κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής που περνούσε από την βραχώδη εκείνη περιοχή.

Εδώ όλα συνδέονται μεταξύ τους αρμονικά. Οι ανθρώπινες παρεμβάσεις σεβόμενες τις δημιουργίες της Φύσης δεν ήταν παράταιρες και παραπανίσιες.

Η συνύπαρξη ποταμού, της σιδηροδρομικής γραμμής στη μέση και του λαξεμένου στο βράχο μονοπατιού που περνά λίγα μέτρα πιο πάνω από τις γραμμές αποτελεί, εδώ και αιώνες, ένα όμορφο δείγμα συντροφικότητας που το αντίκρισμά της σου προκαλεί τον θαυμασμό.

Συνεχίζαμε την πορεία μας.

Κάθε βήμα και μια έκπληξη, κάθε κομμάτι του περάσματος και μια πρόκληση για αναζήτηση, κάθε εικόνα στο αντίκρισμά της και μια ευχαρίστηση ψυχής, κάθε ανάσα και μια αναζωογόνηση του σώματος. Εδώ, η πλήξη είναι λέξη άγνωστη και η απόλαυση είναι εκείνη που κατατάσσεται πρώτη.

Το κάθε τμήμα του μονοπατιού που περπατούσαμε ήταν διαφορετικό από το προηγούμενο και το πέρασμά του μας προξενούσε την απορία το τί θα μας επιφύλασσε το επόμενο.

Το λαξεμένο στο βράχο και όμορφα διαμορφωμένο κομμάτι με τα παγκάκια και τα πεζουλάκια για ασφάλεια διαδεχόταν ένα άλλο, πετρώδες και χωρίς πολλές κατασκευαστικές παρεμβάσεις. Στη συνέχεια το μονοπάτι περνούσε μέσα από βλάστηση και από σκιερά σημεία.

Είναι ένα μονοπάτι με πολλές εναλλαγές. Στην αρχή του είναι σχεδόν επίπεδο με μικρές σχετικά κλίσεις. Στη συνέχεια συναντήσαμε ελάχιστα σημεία με μεγαλύτερες κλίσεις που ήθελαν προσοχή στο πέρασμά τους.

Στο μεγαλύτερο τμήμα της διαδρομής μας βλέπαμε από ψηλά το ποτάμι με την ήρεμη ροή των νερών του και στη μέση τη σιδηροδρομική γραμμή που σε πολλά σημεία εμφανιζόταν και σε κάποια άλλα εξαφανιζόταν περνώντας μέσα από δεκάδες τούνελ που είχαν κατασκευαστεί κάτω ακριβώς από το μονοπάτι.

Στην απέναντι πλευρά η εικόνα διαφορετική. Οι πλαγιές καλυμμένες από λογής-λογής δασικά δένδρα που μαζί με τα θαμνοτόπια τις χρωμάτιζαν με την πολυχρωμία του φθινοπώρου.

Ο Νέστος στο μεγαλείο του με τα καταπράσινα νερά, που η ροή τους τη μια απομακρυνόταν και την άλλη πλησίαζε αποφεύγοντας έτσι τους αμμόλοφους που είχαν δημιουργηθεί στην κοίτη του σχηματίζοντας τα «Αμμώδη νησιά» με τα ψηλά υδρόφιλα δένδρα να στέκονται όρθια, φυτρωμένα μέσα από την άμμο.

Σε κάποια από τα πιο πάνω «Αμμώδη νησιά» είδαμε ίχνη από το πέρασμα κάποιων ζώων του δάσους που πλησίαζαν στο νερό να ξεδιψάσουν.

Μια ολιγόλεπτη στάση, βγάλαμε φωτογραφίες, απολαύσαμε τη θέα από ψηλά και μετά από όλα αυτά συνεχίσαμε τη πορεία μας.

Δεν κάναμε παραπάνω από 50 λεπτά πορείας, από το πλάτωμα που αφήσαμε το αυτοκίνητό μας, και φτάσαμε σε ένα στενό πέρασμα που είχε δημιουργηθεί από ανθρώπινη παρέμβαση μεταξύ δυο βράχων. Το μήκος του είναι 20 περίπου μέτρων.

Το περάσαμε και αντικρίσαμε μπροστά μας ένα διαφορετικό σκηνικό από το προηγούμενο.Το μονοπάτι πετρώδες και κατηφορικό. Πλησιάζαμε στο ποτάμι.

Χρειαστήκαμε 20 περίπου λεπτά πορείας από το πιο πάνω πετρώδες στενό πέρασμα για να φτάσουμε στο παρόχθιο μονοπάτι που περνούσε μέσα από το «Αισθητικό Δάσος» έκτασης 2.380 Ha, σύμφωνα με την ενημερωτική ξύλινη πινακίδα της Δασικής Υπηρεσίας.

Περνούσαμε μέσα από ψηλά χόρτα που κάλυπταν το μονοπάτι και δίπλα από τα πανύψηλα υπεραιωνόβια δένδρα. Η βλάστηση ήταν οργιώδης, μας θύμιζε την εικόνα δάσους βροχερών περιοχών.

Περπατούσαμε δίπλα στο ποτάμι που το είχαμε στα αριστερά μας.Η κοίτη του στο τμήμα αυτό ήταν φαρδιά και οι όχθες αμμώδεις. Υπάρχουν διακλαδώσεις μονοπατιών που οδηγούν στις όμορφες αυτές αμμουδιές.

Στο σημείο αυτό η σιδηροδρομική γραμμή ήταν στα δεξιά μας και περνούσε κάποιες δεκάδες μέτρα πιο ψηλά από το μονοπάτι. Δεν φαινόταν γιατί την κάλυπτε η πυκνή βλάστηση ή γιατί περνούσε μέσα από τούνελ.

Εμείς συνεχίζαμε θαυμάζοντας τα τεράστια δένδρα με κορμούς μεγάλων διαστάσεων που είχαν πάνω τους κολλημένα δεκάδες παρασιτικά αναρριχόμενα φυτά. Προχωρώντας, αρχίσαμε να ανηφορίζουμε βγαίνοντας από το «Αισθητικό Δάσος» και αφήνοντας το παρόχθιο μονοπάτι.

Η ανηφορική πορεία μας ήταν διάρκειας 10 περίπου λεπτών.Ήμασταν και πάλι πάνω από τη σιδηροδρομική γραμμή.Μετά από μια ολιγόλεπτη στάση για ανάσα και φωτογραφίες, συνεχίσαμε. Το μονοπάτι κατηφορικό. Το ακολουθήσαμε και «πέσαμε» πάνω στις ράγες του τρένου.

Στο σημείο αυτό που το μονοπάτι διασταυρωνόταν με τη σιδηροδρομική γραμμή υπήρχε η «είσοδος-έξοδος» ενός από τα δεκάδες τούνελ και δίπλα του ένα πολυβολείο. Όλα έδειχνα πως από δω και πέρα θα περπατούσαμε δίπλα στις ράγες και θα περνούσαμε μέσα από τα σκοτεινά τούνελ.

«Φορέσαμε» τους φακούς κεφαλής. Ενημερωθήκαμε από τις σημειώσεις μας για τις ώρες διέλευσης του τρένου και προχωρήσαμε. Η διαδρομή επίπεδη, οι κροκάλες όμως μας δυσκόλευαν.

Από τα αριστερά και τα δεξιά της σιδ. γραμμής και σε απόσταση λίγων μόλις μέτρων διακρίναμε κάποια περάσματα. Πρέπει να υπάρχουν μονοπάτια τα οποία έδειχναν μη λειτουργικά. Η πυκνή βλάστηση δεν επέτρεπε την χρησιμοποίησή τους.

Σε λιγότερα από 20 λεπτά πορείας δίπλα στις ράγες φτάσαμε σε μια εγκαταλειμμένη στάση τρένου. Η αναγραφή «ΚΡΩΜΝΙΚΟΝ» μαρτυρούσε την ύπαρξη του Σ.Σ Κρωμνικού που τα παλιά χρόνια λειτουργούσε.Η στάση αυτή μπορεί να προσφέρει στον οδοιπόρο προστασία σε περιπτώσεις κακοκαιρίας.

Φωτογραφίες και συνεχίσαμε την πορεία μας ακολουθώντας την σιδ. γραμμή.

Περάσαμε δίπλα από μια μικρή σπηλιά που συναντήσαμε στην διαδρομή μας. Και αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για προστασία από την κακοκαιρία. Φτάνοντας σε μια μεταλλική γέφυρα, είδαμε στα δεξιά μας μια ξύλινη ενημερωτική πινακίδα της Δασικής Υπηρεσίας και στα αριστερά μας διάφορες ξύλινες κατασκευές, όπως: κιόσκια, τραπεζοκαθίσματα, παγκάκια κ.α.

Βρισκόμασταν σε ένα άλλο κομμάτι του «Αισθητικού Δάσους» και κοντά στη θέση «Πηγή Κρωμνικού». Μέχρι εδώ κάναμε λιγότερα από 15 λεπτά από το Σ.Σ. Κρωμνικού

Αφήσαμε τις ράγες του τρένου και κατεβήκαμε 3 μέτρα χαμηλότερα της σιδ. γραμμής προς την ξύλινη πινακίδα με σκοπό να περάσουμε κάτω από τη μεταλλική γέφυρα και να βρεθούμε στο χώρο αναψυχής για ολιγόλεπτη ξεκούραση.

Όλα εδώ έδειχναν εγκαταλειμμένα. Καλή ήταν η προσπάθεια της Δασικής Υπηρεσίας να δημιουργήσει «Χώρους αναψυχής», «Καταφύγιο άγριας ζωής», «Παρόχθια και ορεινά μονοπάτια» κ.α. Το πέρασμα, όμως, κάποιων ανεγκέφαλων ήταν φανερό.

Σπασμένα παγκάκια, σκουπίδια παντού. Κρίμα.

Βλέποντας όλη αυτή την ασχήμια μέσα σε ένα δάσος με οργιώδη βλάστηση, δεν καθίσαμε. Προτιμήσαμε να συνεχίσουμε. Ανεβήκαμε πάλι προς τη σιδ. γραμμή και συνεχίσαμε την πορεία μας περπατώντας δίπλα στις ράγες.

Μετά από 10 λεπτά πορείας από τη «Πηγή Κρωμνικού» συναντήσαμε το πρώτο τούνελ με στροφή. Φτάνοντας ανάψαμε τους φακούς κεφαλής και μπήκαμε μέσα. Απόλυτο σκοτάδι.

Οι κατασκευαστές έχουν δημιουργήσει στα τοιχώματα ανοίγματα – εσοχές για την ασφαλή διέλευση των πεζών σε περίπτωση συνάντησής τους με το τρένο. Παρατηρήσαμε πως οι εσοχές εναλλάσσονταν, η μία στο αριστερό τοίχωμα η άλλη στο δεξί απέχοντας από την προηγούμενη 30 περίπου μέτρα.

Αφού διανύσαμε τα 300 μέτρα μέσα στο τούνελ, βγαίνοντας συνεχίσαμε. Σε πολύ ελάχιστα λεπτά συναντήσαμε τη δεύτερη μεταλλική γεφυρούλα της διαδρομής.

Στη συνέχεια περάσαμε πάνω από μια τρίτη.

Προχωρώντας μπήκαμε σε ένα δεύτερο τούνελ με στροφή που είχε και μια τσιμεντένια κατασκευή με κολώνες προς τη μεριά του ποταμού. Το συνολικό του μήκους 270 μ. περίπου. Ακολούθησε ένα τρίτο τούνελ με στροφή μήκους 200 περίπου μέτρων.

Στη συνέχεια μια άλλη τσιμεντοκατασκευή με κολώνες από τη μια μεριά της μήκους 50 μ. Ακολούθησαν: τέταρτο τούνελ  με στροφή 269 μέτρων, πέμπτο 400 μ. (ίσιο, χωρίς στροφή) και το έκτο μήκους μόλις 30 μέτρων.

Πριν μπούμε στο προτελευταίο τούνελ ακούσαμε τον ήχο από το τρέξιμο κάποιου ζώου. Το σκυλί, που μας ακολούθησε από την αρχή, άρχισε να γαυγίζει.

Κοιτάξαμε ψηλά και είδαμε αγριογούρουνα, μικρά με μάνες, να τρέχουν τρομαγμένα πάνω από την είσοδο του τούνελ προς το δάσος της πλαγιάς. Βγαίνοντας από το τελευταίο τούνελ της διαδρομής μας τελείωνε και το μαρτύριο από το πέρασμά τους.

Δεν χρειαστήκαμε παραπάνω από 5 λεπτά πορείας, από το τελευταίο τούνελ, για να φτάσουμε στον προορισμό μας, τον εγκαταλειμμένο δηλαδή Σ. Σ. Λιβερών, που κάποτε εξυπηρετούσε τους λιγοστούς κατοίκους του ομώνυμου χωριού που βρίσκεται σε απόσταση δύο περίπου ωρών με τα πόδια.

Φτάνοντας στο Σταθμό συναντήσαμε το τρένο του 2ου δρομολόγιου. Ήταν 11.50΄ π. μ. Μέχρι τον Σ.Σ Λιβερών κάναμε 2 ώρες και 50 λεπτά χαλαρής πορείας από το σημείο που είχαμε αφήσει το αυτοκίνητό μας.

Αφού βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες ξεκινήσαμε την εξερεύνηση του γύρω χώρου και στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς το ποτάμι που απείχε ελάχιστα μόλις μέτρα από τον Σταθμό.

Καθίσαμε στο πετρόχτιστο παγκάκι με το τραπεζάκι του που είχαν χτιστεί δίπλα στην αμμώδη όχθη του Νέστου.Βγάλαμε τα ορειβατικά παπούτσια και βρέξαμε τα πόδια μας στα ήρεμα νερά του ποταμού.

Μπανάνες, μπάρες δημητριακών το «μενού» μας στο σημείο εκείνο και λίγο ψωμάκι στο τετράποδο της συντροφιάς που μας ακολούθησε από την αρχή της πορείας μας.

Εξερευνώντας το χώρο διαπιστώσαμε πως οι εγκαταστάσεις και όλα τα γύρω από αυτές κατασκευές έχουν υποστεί καταστροφές από κάποιους ανεγκέφαλους περαστικούς. Οι βάνδαλοι έχουν σπάσει τα παντζούρια στα παράθυρα, τις πόρτες, τα τζάμια. Και τα δωμάτια έχουν δεχτεί την καταστροφική τους μανία. Δεν κατάφεραν να ξεφύγουν τα ξύλινα παγκάκια και τα τραπέζια που υπήρχαν στον εξωτερικό χώρο. Οι τοίχοι γραμμένοι… Κρίμα.

Ενώ εξωτερικά και από μακριά οι κτιριακές εγκαταστάσεις δείχνουν όμορφες. Υπάρχει και ένα μικρό εκκλησάκι «Πρ. Ηλίας».

Εμείς περιμέναμε να βρούμε τον Σιδηρικό Σταθμό σε καλύτερη κατάσταση και σύμφωνα με τις περιγραφές των ενημερωτικών εντύπων. Στα έντυπα έγραφε πως ο ΟΣΕ επισκεύασε τα εγκαταλειμμένα κτίρια, τα μετέτρεψαν σε ξενώνα και εστιατόριο και τα παραχώρησε στη Περιηγητική Λέσχη Νέστου, η οποία τα λειτούργησε προσφέροντας στους επισκέπτες ύπνο και φαγητό.

Έτσι πρέπει να λειτούργησε λίγα χρόνια πριν. Σήμερα, όμως, η εικόνα είναι για λύπηση.

Αφού ξεκουραστήκαμε και δροσίσαμε τα πόδια μας στα νερά του ποταμού, στη συνέχεια πήραμε το μονοπάτι της επιστροφής. Η διαδρομή ίδια με εκείνη της πρωϊνής, με αντίθετη, όμως, αυτή τη φορά κατεύθυνση.

Οι εικόνες γνώριμες, αλλά με διαφορετικό φωτισμό. Ο μεσημεριανός ήλιος όλο το τοπίο το χρωμάτιζε πιο έντονα.

Φτάνοντας στο βραχώδες στένωμα αποφασίσαμε να καθίσουμε για κολατσιό έχοντας μια όμορφη θέα να απλώνεται μπροστά και κάτω από τα πόδια μας.

Σάντουϊτς,  ζυμωτό ψωμί που μας έδωσε μία κυριούλα που συναντήσαμε σε ένα από τα εγκαταλειμμένα χωριά που επισκεφτήκαμε την προηγούμενη μέρα, τυρί, ντομάτα, φρούτα. Ταίσαμε και το σκυλάκι που μας ακολουθούσε από την αρχή.

Μετά την ολιγόλεπτη ξεκούραση, πήραμε το μονοπάτι της επιστροφής.Πλησιάζοντας στο πλάτωμα που είχαμε αφήσει το αυτοκίνητό μας συναντήσαμε επισκέπτες διάφορων ηλικιών. Υπήρχε κίνηση, ζωή.  Άκουγες φωνές. Διαφορετική εικόνα από εκείνη την πρωϊνή.

Φτάνοντας στο αυτοκίνητο αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για την επιστροφή μας. Δεν παραλείψαμε να δροσιστούμε στα ήρεμα νερά του Νέστου ποταμού. Εδώ έφτανε στο τέλος της μια από τις ωραιότερες εμπειρίες μας. Πραγματοποιήσαμε επιτέλους το όνειρό μας ετών.

Αφήσαμε πίσω μας το μαγευτικό αυτό τοπίο της φιλόξενης Θρακικής γης με τον ήρεμο Νέστο ποταμό και με αμέτρητες εικόνες σε μια γωνιά του μυαλού μας να μας συντροφεύουν σε όλο το ταξίδι μας ξεκινήσαμε για τη Βέροια.

Απολογισμός δραστηριότητας 2ης μέρας:

Διαδρομή: Πλάτωμα λίγω πιο έξω από το χωριό Γαλάνι-μονοπάτι «Ε6»-πορεία

δίπλα στις ράγες του τρένου-περάσματα μέσα από τα τούνελ-«Αισθητικό

Δάσος»-στάση «Κρωμνικόν»-«Πηγή Κρωμνικού»-Εγκαταλειμμένος Σ.Σ.

Λιβερών-επιστροφή.

Ώρες: 6 ώρες και 40 λεπτά (συνολικός χρόνος )

Απόσταση: 16 περίπου χλμ

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ