Life

Ορειβατική Ομάδα Βέροιας “Τοτός”- Περπατώντας πάνω από τα σύννεφα για την κορυφή ‘2.111’ του όρους Άσκιο

Περιγραφή:  Αλέξανδρος  Γραμματικόπουλος

Φωτογραφίες:  Αλέξανδρος Γραμματικόπουλος, Γεώργιος Γαλάνης

«Δείξε μου τη φωτογραφία ενός τόπου, ώστε να μπορέσω να τον αισθανθώ.»  (Edward Weston)

Υπάρχουν πολλοί που αποζητούν φωτογραφίες τοπίων, για να «ταξιδέψουν» μέσα από αυτές στους τόπους που απεικονίζουν και με αυτό το τρόπο να τους «αισθανθούν». Υπάρχουν, όμως, και οι άλλοι, που έχουν την δυνατότητα να τα επισκέπτονται και την τύχη μαζί που μπορούν να ζουν από κοντά όλες εκείνες τις ιδιαίτερες ομορφιές του κάθε ενός τοπίου ξεχωριστά.

Ομορφιές, τις οποίες αφού αποθανατίσουν με τις ψηφιακές τους μηχανές και τις αποτυπώσουν σε φωτογραφίες, να τις μοιράζονται στη συνέχεια με όλους τους υπόλοιπους. Αυτό τους κάνει να αισθάνονται ακόμη μεγαλύτερη ικανοποίηση, γιατί πέρα από τη δική τους ευχαρίστηση κάνουν και τους άλλους «συνταξιδευτές» τόσο σε μέρη μαγευτικά, όσο και σε περιοχές απερίγραπτης ομορφιάς.

Εμείς, τα μέλη της ορειβατικής ομάδας Βέροιας «Τοτός» επιλέξαμε για την κυριακάτικη ορειβατική μας δραστηριότητα τον ορεινό όγκο ενός άλλου, αυτή τη φορά, Νομού της Βόρειας Ελλάδας. Μετά το χιονισμένο Πίνοβο, βουνό του Νομού Πέλλας που ανηφορίσαμε την Κυριακή που πέρασε, σειρά είχε το όρος Άσκιο ή αλλιώς Σινιάτσικο του Νομού Κοζάνης.

Επιλέξαμε μια γενναιόδωρα προικισμένη από τη φύση περιοχή, στην οποία το φαινόμενο της πάλης για την επικράτηση των στοιχείων της φύσης έχει σαν αποτέλεσμα την συναρπαστική εναλλαγή εικόνων που προκαλεί τελικά στον επισκέπτη τη διάθεση της εξερεύνησης, της αναζήτησης.

Εδώ, ο πεζοπόρος-ορειβάτης αναγκάζεται να αφήσει ελεύθερο το πνεύμα της περιπέτειας να τον «παρασύρει» και παράλληλα το υπέροχο φυσικό σκηνικό με τα εναλλασσόμενα ορεινά, δασώδη και μαγευτικά άγρια τοπία, τον «ωθεί» σε δυναμικές περιπλανήσεις με μόνο οδηγό την επιθυμία του για δράση.

Προγραμματίσαμε, η κυριακάτικη ορειβατική μας δραστηριότητα να περιλαμβάνει την ανάβαση, ξεκινώντας από το ορεινό χωριό Νάματα, στην ψηλότερη κορυφή του όρους Άσκιο ή Σινιάτσικο, την «2.111», που αυτή την εποχή είναι καλυμμένη με χιόνι.

[ Την κορυφή αυτή οι ντόπιοι την αποκαλούν «Σημείο» σύμφωνα με την Βικιπαίδεια. ]

Το Άσκιο είναι ένα βουνό με δύο άκρως αντίθετες όψεις. Από τη νότια πλευρά του ο ορεινός όγκος είναι γυμνός και βραχώδες, αποτέλεσμα των επανωτών πυρκαγιών και της υπερβολικής βόσκησης από τα κοπάδια αιγοπροβάτων την περίοδο των περασμένων εκατοντάδων και πλέον ετών. Από την άλλη, την βόρεια, το βουνό καλύπτεται τμηματικά από δάση Δρυός που τα συμπληρώνουν οι Οξιές, οι Σφενδαμιές και άλλα δένδρα- θάμνοι. Γενικά, το όρος Άσκιο χαρακτηρίζεται από την απουσία, στο μεγαλύτερο τμήμα του, της ψηλής βλάστησης,  λόγος στον οποίο πιθανότατα οφείλεται και η ονομασία του ( Άσκιο=χωρίς ίσκιο).

Έτσι, την Κυριακή 12-02-2017 πρωϊ, φύγαμε από τη Βέροια με προορισμό το χωριό Νάματα Ν. Κοζάνης. Η οδική διαδρομή μας ήταν: Βέροια-Εγνατία Οδός με κατεύθυνση προς Ιωάννινα. Αφού περάσαμε την έξοδο προς Σιάτιστα, βγήκαμε από την Εγνατία λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω στην έξοδο προς «Καλονέρι-Καστοριά» μπαίνοντας στο παλιό οδικό δίκτυο Κοζάνης-Καστοριάς.

Στο Μικρόκαστρο στρίψαμε δεξιά και ακολουθήσαμε τον επαρχιακό ασφαλτόδρομο που συνδέει οδικά τη Σιάτιστα με την Εράτυρα και στη συνέχειά του το χωριό Σισάνι που βρίσκεται κοντά στα όρια του Νομού Καστοριάς.

Ένα χιλιόμετρο πριν το Σισάνι, που φημίζεται για τα φασόλια της περιοχής του και απλώνεται κτισμένο μέσα στην εύφορη κοιλάδα που διασχίζει ο ποταμός Μύριχος, στρίψαμε δεξιά παίρνοντας τον ασφαλτόδρομο με κατεύθυνση προς το ορεινό χωριό Νάματα που απέχει μόλις 5 χλμ από τη στροφή.

Ο δρόμος ανηφορικός και με πολλές στροφές. Μετά από κάποια λεπτά αντικρίσαμε μπροστά μας μια σκουρόχρωμη πλαγιά που από ένα σημείο  της και πάνω άσπριζε. Αυτό το σκουρόχρωμο μας δυσκόλευε να ξεχωρίσουμε τα πέτρινα σπίτια του χωριού από όλο το γύρω σκηνικό τοπίου. Δεν βοηθούσε και ο καιρός. Παντού μουνταμάρα.

Από πάνω τα σκουρόγκριζα σύννεφα και χαμηλότερα η ομίχλη που κάλυπτε και άλλοτε στιγμιαία  αποκάλυπτε ολόκληρη την πλαγιά. Κάποια στιγμή η πινακίδα «Νάματα – Καλώς ήρθατε – Όρος Άσκιο (Σινιάτσικο) – ύψος 2.111» μας ενημέρωνε πως φτάσαμε επιτέλους στο χωριό. Περάσαμε την κεντρική πλατεία που βρίσκεται ακριβώς στην είσοδό του και συνεχίσαμε μπαίνοντας μέσα στα πέτρινα στενά δρομάκια του.

Σε κάποιο πλάτωμα μέσα στο χωριό, αποφασίσαμε να μη προχωρήσουμε άλλο και να σταθμεύσουμε τα αυτοκίνητά μας στο σημείο εκείνο. Βρισκόμασταν πάνω ακριβώς από την πέτρινη βρύση με το νερό της να τρέχει αδιάκοπα περνώντας με πίεση μέσα από τους τρείς τσιμεντοσωλήνες.

Η παρουσία άφθονων πηγαίων νερών ήταν και ο λόγος που δόθηκε στο χωριό το όνομα «Νάματα» που αρχικά ονομαζόταν «Πιπιλίτσα». Μέχρι το σημείο εκείνο η μόνη «ζεστή» υποδοχή ήταν το «καλωσόρισμα» της πινακίδας που συναντήσαμε πριν μπούμε στο χωριό. Κατά τα άλλα, μας υποδέχτηκε ένα χωριό βουβό, έρημο από κόσμο.

Αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για την κυριακάτική μας δραστηριότητα στην περιοχή ψάχνοντας μάταια να δούμε κάποιον κάτοικο, κάποια καπνοδόχο σπιτιού να καπνίζει, κάποια κουρτίνα παράθυρου να κουνηθεί από περιέργεια. Αποτέλεσμα μηδέν, τίποτα απ’ όλα αυτά. Κρίμα που ένα τόσο μεγάλο χωριό έδειχνε εγκαταλειμμένο.

Η μόνη ένδειξη ύπαρξης ζωής, το ασταμάτητο γαύγισμα σκυλιών που η δική μας παρουσία τους χάλαγε την ηρεμία των πρωϊνών ωρών. Η θερμοκρασία στα 1.287 μέτρα υψόμετρο στους – 4ο C. Βλέποντας όλες τις συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή φορτώναμε ανάλογα και τα σακίδιά μας.

Η συννεφιά, το πολύ κρύο, η διαδρομή που αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε, το άγνωστο της ποιότητας του χιονιού που θα συναντούσαμε, ήταν οι λόγοι που κάνανε τα σακίδιά μας βαριά.

Αφού ετοιμαστήκαμε, ξεκινήσαμε την πορεία μας περπατώντας αρχικά στους στενούς δρόμους του χωριού. Οι πέτρινες πλάκες του οδοστρώματος στη θέα τους έδειχναν υγρές. Όμως, από την αρχή κιόλας του ξεκινήματος η στιγμιαία αποφυγή της πτώσης από γλίστρημα μας προειδοποίησε πως όλα γύρω μας ήταν παγωμένα.

Ακολουθήσαμε τα σημάδια του μονοπατιού που περνούσε μέσα από το χωριό, χωρίς να αποσπάσουμε ούτε δευτερόλεπτο την προσοχή μας.

Έτσι, με αργά βήματα αλλά με σταθερά πατήματα αποφύγαμε τις ανεπιθύμητες πτώσεις μετά από κάποιες «αποτυχημένες φιγούρες του καλλιτεχνικού πατινάζ σε πάγο» με απρόβλεπτες σε τέτοιες περιπτώσεις συνέπειες.

Η σήμανση πολύ καλή. Περπατούσαμε για λίγο ανάμεσα σε έρημα σπίτια και λίγα μόλις μέτρα πιο πάνω αρχίσαμε να ανηφορίζουμε περπατώντας πάνω στα παγωμένα σκαλοπάτια που οδηγούσαν σε χωματόδρομο που περνούσε δίπλα από τα τελευταία σπίτια του χωριού.

Φτάνοντας στο χωματόδρομο, αποφασίσαμε να μην ακολουθήσουμε τα σημάδια του μονοπατιού που συνέχιζαν προς τα δεξιά, αλλά να κάνουμε μια δική μας διαδρομή παίρνοντας την πλαγιά που βλέπαμε ακριβώς μπροστά μας.

Κάτι που ήταν αντίθετο σε αυτά που μου είπε σαν συμβουλή, στα πρώτα μου κιόλας βήματα στην ορειβασία, ένας έμπειρος και παλιός ορειβάτης: « Κόβεις βουνό, σε ‘‘κόβει’’ το βουνό».

Γνωρίζοντας, όμως, τη δυνατότητα της ομάδας και έχοντας εμπιστοσύνη στην ικανότητα του καθένα μας πήραμε την απόφαση να ανηφορήσουμε «κόβοντας βουνό». Η διαδρομή μας αυτή από την αρχή της κιόλας ήθελε πολύ προσοχή.

Όλα φαινομενικά έδειχναν υγρά, ήταν όμως παγωμένα και ο πέτρες γλιστρούσαν επικίνδυνα. Ο καιρός συννεφιασμένος και η ομίχλη με τα παιχνίδια της. Ήταν στιγμές που δεν βλέπαμε τίποτα στα 20 μέτρα μπροστά μας. Υπήρξαν, όμως, και κάποιες άλλες που η ομίχλη αραίωνε ή απομακρυνόταν και όλο το γύρω σκηνικό άλλαζε δια μαγείας. Απερίγραπτες εικόνες, ζωγραφιές της φύσης.

Λες και περνούσαμε μέσα από μια έκθεση έργων τέχνης που στη θέα τους και μόνο μέναμε άφωνοι από θαυμασμό. Το λίγο χιονάκι στα κλαδιά των δένδρων έχει πάρει, κτυπημένο από τον αέρα, διάφορα παράξενα σχήματα, λές και το έχει δουλέψει χέρι κάποιου καλλιτέχνη.

Σε κάθε μας βήμα και μία έκπληξη, σε κάθε μέτρο της διαδρομής μας και ένα επιφώνημα θαυμασμού. Στη συνέχεια πάλι το μουντό πέπλο. Ορατότητα μηδέν. Εμείς, όμως, συνεχίζαμε απτόητοι. Το πολύ χιόνι άρχισε να κάνη την εμφάνισή του. Ευτυχώς που ήταν παγωμένο, κάτι που μας έκανε να περπατάμε ευκολότερα χωρίς να βουλιάζουν τα πόδια μας.

Η κλίση της πλαγιάς όσο ανηφορίζαμε γινόταν μεγαλύτερη. Σε κάποια σημεία της διαδρομής δεν ήθελε παραπάνω από 1,5 μέτρο για να ακουμπήσει η μύτη μας το χιόνι. Στα 1.650 μέτρα υψόμετρο ( με το GPS) τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν.

Υποχρεωθήκαμε να φορέσουμε τα κραμπόν μας, τόσο για το καλύτερο «γάντζωμα» στο παγωμένο χιόνι, όσο και για τη μεγαλύτερη δική μας ασφάλειά.

Συνεχίσαμε.

Η ομίχλη πύκνωνε. Σε ένα σημείο της διαδρομής είχαμε την αίσθηση πως βρισκόμασταν στο κέντρο ακριβώς ενός σκουρόχρωμου σύννεφου.

Κάποια στιγμή και ενώ μπαίναμε στην αλπική ζώνη, που στο βουνό αυτό αρχίζει από πολύ χαμηλά, μια λευκή κουκκίδα προσπαθούσε εκεί ψηλά να κάνει την μεγαλοπρεπή φωτεινή εμφάνισή της μέσα από το σκούρο, το μουντό. Κάτι που, επιτέλους, έγινε στα 1.900 μέτρα και πάνω.

Χρειαστήκαμε 2 ώρες και 20 λεπτά δύσκολης ανηφορικής πορείας απο το χωριό για να βγούμε από το σύννεφο και να βρεθούμε στο οροπέδιο του βουνού. Μπροστά μας ο Ήλιος, που η παρουσία του έκανε όλο το γύρω τοπίο να φαίνεται φανταστικό. Επιφωνήματα θαυμασμού, εικόνες απερίγραπτες.

Όλο το τοπίο ολόλευκο και εμείς να περπατάμε πάνω από τα σύννεφα. Βλέπαμε όλη την βουνοκορυφή και πιο πέρα την ψηλότερη κορυφή του ορεινού όγκου, την «2.111», που ήταν και ο προορισμός μας. Χαμηλά δεν φαινόταν τίποτα, όλες οι περιοχές των Νομών Κοζάνης, Φλώρινας, Καστοριάς, Γρεβενών ήταν σκεπασμένες από τα σύννεφα.

Ταξιδεύοντας το βλέμμα μας γύρω-γύρω, το μόνο που μπορούσαμε να δούμε ήταν οι χιονισμένες κορυφές βουνών που έκαναν την εμφάνισή τους πάνω από τα σύννεφα. Διακρίναμε εκείνες του Ολύμπου, των Πιέριων , του Βερμίου, του Βόρα, του Βαρνούντα, του Βέρνου, του Γράμμου, του Σμόλικα, της Τύμφης, της Βασιλίτσας.

Φωτογραφίες και συνέχεια για τον προορισμό.

Ακολουθήσαμε την κορυφογραμμή. Το χιόνι ελάχιστο, παρασυρμένο από τους δυνατούς ανέμους. Δεν μας δυσκόλεψε πολύ, ήταν ελάχιστες οι περιπτώσεις που το πόδι μας βούλιαζε μέσα. Μετά από 3 ώρες πορείας από το χωριό φτάσαμε στην ψηλότερη κορυφή του όρους Άσκιο ή αλλιώς Σινιάτσικο, την «2.111».

Αυτό που κάνει την κορυφή αυτή να ξεχωρίζει από όλες τις άλλες είναι: πρώτον, η τοποθετημένη μεταλλική ελληνική σημαία που στέκεται όρθια στα 2.111 μέτρα υψόμετρο αντιστεκόμενη στους δυνατούς ανέμους που φυσούν στο σημείο και αντέχοντας στο βάρος του χιονιού και δεύτερον, το μικρό εκκλησάκι με το μεταλλικό σταυρό που όλα μαζί βρίσκονται κοντά στο τριγωνομετρικό κολωνάκι της ΓΥΣ ( Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού).

Επιφωνήματα χαράς, της επιτυχίας, του τολμήματος, της επίτευξης του στόχου. Φυσούσε δυνατός αέρας Κατεβήκαμε λίγο πιο κάτω από την κορυφή και αφού βρήκαμε ένα απάνεμο, όσο το δυνατόν σημείο, καθίσαμε για ξεκούραση και για κολατσιό. Εδώ, οι στιγμές κυλούσαν διαφορετικά.

Τα είχαμε ξεχάσει όλα.

Ο χρόνος που χρειαστήκαμε μέχρι εδώ, η δυσκολία της διαδρομής, οι καιρικές συνθήκες κατά τη διάρκεια της πορείας, όλα αυτά μπήκαν στο περιθώριο και αυτό που μας αποζημίωνε εκείνη τη στιγμή ήταν η ομορφιά του τοπίου και η θέα από το καλύτερο ορεινό μπαλκόνι με ένα καταπληκτικό ήλιο. Χρόνος ξεκούρασης 30 λεπτά.

Αφού βγάλαμε και την απαραίτητη αναμνηστική φωτογραφία, αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στο χωριό ακολουθώντας την ίδια διαδρομή που κάναμε ανηφορίζοντας. Και αυτή τη φορά δεν ακολουθήσαμε τα σημάδια του κλασικού μονοπατιού.

Κατηφορίζοντας ξαναμπήκαμε στο σκουρόχρωμο περιβάλλον με ολόκληρη τη γύρω περιοχή να απλώνεται κάτω από τα πυκνά γκριζωπά σύννεφα. Ευτυχώς η ομίχλη είχε απομακρυνθεί. Μπορούσαμε και βλέπαμε μέχρι εκεί που έφτανε το βλέμμα μας.

Στο αντίκρισμα του χωριού από ψηλά, ψάχναμε να δούμε κάποια καπνοδόχο να καπνίζει. Ψάχναμε για κάποιο σημείο ζωής, μιας ανθρώπινης παρουσίας. Έκπληκτοι είδαμε μόνο μία που κάπνιζε από ένα σπίτι που βρισκόταν κοντά στην κεντρική πλατεία. Ήταν η μοναδική.

Χρειαστήκαμε 2 ώρες και 20 λεπτά από την κορυφή για να φτάσουμε στα αυτοκίνητά μας. Ήταν η στιγμή που νιώθαμε ευγνώμονες απέναντι στον εαυτό μας που αποφασίσαμε να φτάσουμε ως εδώ και να το τολμήσουμε να ανεβούμε στην ψηλότερη κορυφή αδιαφορώντας για τις αντίξοες συνθήκες που συναντήσαμε στην αρχή.

Στο σημείο αυτό έφτασε στο τέλος της άλλη μια ορειβατική μας εξόρμηση στις πλαγιές του ορεινού όγκου του Άσκιου ή αλλιώς Σινιάτσικου, με αμέτρητες εικόνες που «αποτυπωμένες» σε μια γωνιά του μυαλού μας θα μας συντροφεύουν πλέον από δω και πέρα,

 Απολογισμός :

Διαδρομή :  Χωριό Νάματα ( υψ. 1.287 μ.) – διαδρομή εκτός μονοπατιού – κορυφή

«2.111» – Επιστροφή.

Ομάδα: 5 ατόμων (άνδρες)

Ο καιρός συννεφιασμένος, ομιχλώδης κατά διαστήματα. Ήλιος στην κορυφή.

Η θερμοκρασία στην εκκίνηση στους -4ο C.

Υψομετρική  διαφορά:  1.000 μ. ( με τα ανεβοκατεβάσματα ).

Χρόνος:       6 ώρες   ( συνολικός χρόνος)

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ