Στο προηγούμενο σημείωμα γράψαμε για τα γεωλογικά χαρακτηριστικά του Βερμίου όρους και ξεκινήσαμε με τη βλάστηση. Σήμερα θα πούμε περισσότερα στοιχεία για τη βλάστηση, τις πηγές και την πανίδα.
Αναλυτικότερα, υπάρχουν όλες οι ζώνες βλάστησης που απαντώνται στην ηπειρωτική Ελλάδα:
Η Παραμεσογειακή ζώνη βλάστησης στα χαμηλότερα υψόμετρα (έως 600 μέτρα) της οποίας κυριαρχεί το πουρνάρι, ενώ απαντώνται επίσης και τα είδη φιλίκι, παλιούρι, γαύρος, φράξος, σφένδαμος, τρίβολος και δρυς χνοώδης. Στα υψόμετρα έως 900 περίπου μέτρα συναντάμε είδη δρυός όπως η πλατύφυλλη, η χνοώδης, η απόδισκη και η ευθύφλοια δρυς. Επίσης σημαντικό δασικό είδος στα υψόμετρα αυτά είναι και η καστανιά.
Η Ζώνη οξυάς – ελάτης που αναπτύσσεται σε υψόμετρα έως 1.300 – 1.500 μέτρων με κυριότερο εκπρόσωπο την μοισιακή οξυά που σχηματίζει είτε αμιγείς, είτε μεικτές συστάδες με την μαύρη πεύκη, την ελάτη (η οποία όμως είναι σχετικά σπάνια στο Βέρμιο), την καστανιά και είδη δρυός σε χαμηλότερα υψόμετρα.
Άλλα δένδρα που συνθέτουν τα ομορφιά του Βερμίου, σε υψόμετρο έως 1.500 μέτρων είναι επίσης η οστρυά, η λεπτοκαρυά, η τρέμουσα λεύκη, ο οξύκεδρος, η καρυδιά, η κρανιά, η αγριογκορτσιά, το αρκουδοπούρναρο, η φλαμουριά κ.α.
Η Ζώνη των ψυχρόβιων κωνοφόρων, δεν είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη στο Βέρμιο και συντίθεται από μικροσυστάδες ή μεμονωμένα άτομα λευκόδερμης πεύκης (ρόμπολο) σε υψόμετρα μεταξύ 1.600 – 1.900 μέτρων.
Η Ζώνη των υψηλών ορέων (υπαλπική) εμφανίζεται στις γυμνές κορυφές και στα ορεινά λιβάδια του Βερμίου, πάνω από τα δασοόρια δενδροόρια, που συνήθως έχουν δημιουργηθεί από τις ανθρώπινες επεμβάσεις. Τα χαρακτηριστικότερα είδη αυτής της διάπλασης είναι ποώδη φυτά, ψυχανθή και αγροστώδη, με σημαντική κτηνοτροφική αξία, όπως η αλπική πόα, το ορεινό τριφύλλι, η φεστούκα κ.α. Ακριβώς αυτή η κτηνοτροφική αξία καθιστά σημαντικούς θερινούς βοσκότοπους τις ορεινές περιοχές του Κάτω Βερμίου, της Κουμαριάς, του Ξηρολιβάδου και της Καστανιάς και για τον λόγο αυτό εκεί ακριβώς ανέπτυξαν την σημαντικότατη κτηνοτροφική τους δραστηριότητα οι Σαρακατσαναίοι και οι Βλάχοι κτηνοτρόφοι.
Επίσης συναντάμε συστάδες μαυρόπευκου από τα υψηλά σημεία της παραμεσογειακής ζώνης έως και τα χαμηλότερα υψόμετρα της ζώνης των ψυχρόβιων κωνοφόρων. Η παραποτάμια βλάστηση που συντίθεται κυρίως από πλατάνια, αγριόλευκες και ιτιές είναι αζωνική βλάστηση και εκτείνεται κυρίως στον γεωγραφικό χώρο των δυο πρώτων ζωνών βλάστησης.
Το Βέρμιο χαρακτηρίζεται ως ένα από τα πιο υδροφόρα βουνά της Ελλάδας. Η βλάστηση, η διάταξη των πετρωμάτων και τα συχνά κατακρημνίζοντα δημιουργούν ένα υπόγειο υδρολογικό πλούτο με πολλές μικρές και μεγάλες πηγές και καταρράκτες. Ο ποταμός Αλιάκμονας ορίζει το νοτιοανατολικό σύνορό του βουνού, ενώ οι ποταμοί Τριπόταμος (νότιο Βέρμιο – Βέροια) και Αράπιτσα (κεντρικό Βέρμιο – Νάουσα), συμβάλλουν ουσιαστικά στην διαμόρφωση της οργιαστικής βλάστησης. Πιθανόν ο ποταμός Τριπόταμος – σύμφωνα με τη μυθολογία – να είναι ο θεοποιημένος Φέρων (Βέρων) ή Βέρης της αρχαιότητας, ενώ στην βυζαντινή εποχή ονομάζονταν Βασιλικός (‘Ιστορία της Βέροιας’, Γ. Χιονίδης σελ. 98, 99, 138). Από τη άλλη, η Αράπιτσα σχετίζεται μυθολογικά με τον θεό Όλγανο, γιό του Βέρητα (οι αρχαίοι Μακεδόνες είχαν θεοποιήσει τους ποταμούς).
Σημαντικότερες πηγές είναι: Μαυρονέρι – Ασπρονέρι Βέροιας, πηγή του Στρατοπέδου Γεωργιανών (Έξη Βρύσες), πηγή Λευκόπετρας, πηγή Κοπανού, πηγή Νυμφαίου, Τρία Πηγάδια, Πέντε Πηγάδια, Νερό της Χώρας, πηγή Ραμπουνίου, Βρωμόβρυση, Μεγάλη Βρύση, πηγή Κρυσταλλία, πηγή Γραμμένη, πηγή του Αγίου Νικολάου ή Αράπιτσα, η οποία τροφοδοτεί τον ομώνυμο ποταμό Αράπιτσα. Ονομαστές πηγές είναι ακόμα η πηγή Δραζίλοβου, η πηγή Παλαιάς Κουτσούφλιανης και η πηγή Καρά Μπoυρνάρ (Μαυροπήγαδο) που σχηματίζουν το Μέγα Ρεύμα, το οποίο συμβάλλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της περιοχής Ροδοχωρίου – Γιαννακοχωρίου και Μαρίνας. Έχουμε επίσης το Σιδεράκι, τα Καρούτια, τη Γιοβάνα, το Σελιώτικο Λάκκο και πολλές άλλες. Υπάρχουν βέβαια και πολλές πηγές με μικρή ή καθόλου ροή κατά τους θερινούς μήνες. Το κλίμα στο Βέρμιο χαρακτηρίζεται γενικά ως ενδιάμεσος ή μεταβατικός τύπος μεταξύ μεσογειακού και μεσευρωπαϊκού. Για το λόγο αυτό προτιμάται η χρήση του όρου ‘ορεινό κλίμα’ ή ‘ορόκλιμα’. Έχει άφθονες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις στα μεγάλα υψόμετρα, ενώ σε πιο χαμηλά υψόμετρα τα φαινόμενα είναι ηπιότερα.
Στο ηπειρωτικό και ορεινό τμήμα της Ημαθίας απαντώνται πτηνά όπως: πέρδικες (Alectoris craeca), φάσσες (Columba palumbus), κίσσες (Carrulus glandarius), τρυγόνια (Streptopelia turtur), συκοφάγοι (Oriolus oriolus), κοτσύφια (Turdus merula), τσίχλες (Turdus viscivorus), μελισσοφάγοι, αετοί, αηδόνια, τσαλαπετεινοί, δρυοκολάπτες, αγριοπερίστερα, ορτύκια, μπεκάτσες, κούκοι, μπούφοι, δεκαχτούρες, κουκουβάγιες, βαρβακίνες, σαΐνια, κίρκοι, αετοί, γεράκια, διάφορα κορακοειδή κ.λ.π.
Βρίσκουμε είδη ζώων (θηλαστικά) όπως: ο λαγός (Lepus europeus), ο αγριόχοιρος (Sus scrofa), το ζαρκάδι (Capreolus capreolus), η αλεπού (Vulpes vulpes), ο λύκος (Canis lupus), ο ασβός, το κουνάβι, η αγριόγατα, η νυχτερίδα, η βερβερίτσα (σκίουρος), η νυφίτσα κ.λ.π. Έχει αναφερθεί επίσης η παρουσία ελαφιών, ενώ έχουν επιβεβαιωθεί και αναφορές για ύπαρξη λίγων ατόμων καφετιάς αρκούδας.
Τα ερπετά που υπάρχουν είναι η ονυχοχελώνα, ο λαφίτης, η οχιά. Τα αμφίβια όπως οι εντυπωσιακές σαλαμάντρες (Salamandra salamandra) και η κιτρινοβομβίνα (Bombina variegata) εντυπωσιάζουν με τα έντονα χρώματα τους. Τα ψάρια των ποταμών είναι η Μπριάνα στον ποταμό Κουτίχα, ενώ η Αράπιτσα φημίζεται για την κιτρινόπτερη πέστροφα.
Πεταλούδες όπως η Ερέμπια λίγειος (κόκκινη πεταλούδα) και μακουλινέα η άλκον (γνωστή και ως μπλε πεταλούδα), καθώς και η αγροδίαιτος δάμον είναι σπάνια είδη και κινδυνεύουν από τις ανθρώπινες πρακτικές.
Η πανίδα του Βερμίου και ειδικά του τμήματος που ανήκει στην περιοχή «ΦΥΣΗ 2000», βρίσκεται σε σχετικά καλή κατάσταση από άποψη αριθμού και υγείας των πληθυσμών, αφού εντός των ορίων αυτής της περιοχής υπάρχει και το καταφύγιο άγριας πανίδας Μαρούσιας – Κωστοχωρίου – Φυτειάς.
Στο πλαίσιο προστασίας και ορθολογικής διαχείρισης των θηραμάτων – και γενικότερα της πανίδας της περιοχής αλλά και άλλων – έχει ιδρυθεί από το Δασαρχείο Νάουσας το Καταφύγιο Δάσους Δήμου Νάουσας και των Δασών Σελίου – Τσανακτσή – Γιαννακοχωρίου, έκτασης 72.000 στρεμμάτων. Στο εκτροφείο θηραμάτων του Αγίου Νικολάου έκτασης 1200 στρεμμάτων επιδιώκεται ο πολλαπλασιασμός θηραμάτων, των οποίων ο αριθμός έχει μειωθεί ανησυχητικά, και ο εμπλουτισμός με αυτά του καταφύγιου του Βερμίου αλλά και άλλων περιοχών της Ελλάδας. Ο χώρος του εκτροφείου είναι περιφραγμένος με δικτυωτό σύρμα και στο μεγαλύτερο μέρος του καλύπτεται από δάσος με δασοπονικά είδη που υπάρχουν στην περιοχή, όπως καστανιά, δρυς, γαύρος, φλαμουριά, φουντουκιά, πυξάρι, πλατάνι. Τα θηράματα που εκτρέφονται και αναπαράγονται στο εκτροφείο είναι πουλιά όπως κυνηγετικός φασιανός, νησιώτικη πέρδικα, αργυρός φασιανός, βασιλικός (χρυσός) φασιανός, σκοτεινός (σκούρος) φασιανός, συρματικός φασιανός και θηλαστικά όπως πλατόνια – είδος ελαφιών (Dama dama) και αγριόχοιροι.
( Το τρίτο από τα έξη μέρη θα δημοσιευθεί την ερχόμενη Κυριακή 11 Δεκεμβρίου.)