Παλιός Παντελεήμονας. Σκαρφαλωμένος στον Ανατολικό Όλυμπο αγναντεύει τη θάλασσα
Δήμητρα Σμυρνή
Τον βλέπεις από κάτω, από την Εθνική Οδό, σκαρφαλωμένο πάνω στο βουνό, και νιώθεις πως σε κοιτάζει και σε καλεί.
Έχεις ήδη προσπεράσει το Κάστρο του Πλαταμώνα και βιάζεσαι ν’ ανέβεις, για να προλάβεις από κει πάνω το ηλιοβασίλεμα.
Αν δεν έχεις ξαναπάει, η περιέργεια μαζί με την προσδοκία που γεννούν τα όσα έχεις ακούσει γι αυτόν είναι μαγνήτης που σε τραβά κοντά του. Αν τον έχεις επισκεφτεί, τότε η επιθυμία να ξαναπερπατήσεις στα δρομάκια του σε οδηγεί εκεί χωρίς δισταγμούς. Γιατί;
Επειδή ο Παλιός Παντελεήμονας, ένας παραδοσιακός οικισμός της Πιερίας, δεν είναι απλά ένας τουριστικός προορισμός που διαθέτει πολλά αβαντάζ για τον επισκέπτη, αλλά επειδή, περπατώντας τον, νιώθεις πως είσαι κάπου αλλού, σε εποχές που σταμάτησε ο χρόνος κι εσύ αναπνέεις την ευωδιά τους.
Ανηφορίζοντας, 5 χιλ. μετά την Εθνική Οδό, τον συναντάς σ’ ένα υψόμετρο 700 περίπου μέτρα. Τα αυτοκίνητα μένουν έξω μαζί με τους θορύβους και τα συμπαρομαρτούντα του… «πολιτισμού»! Εδώ αρχίζει η γαλήνη…
Οι κάτοικοί του τον εγκατέλειψαν το ’50, τότε που το παρελθόν, μαζί με όλα όσα σηματοδοτούσε, ανταλλάσσονταν εύκολα με το μέλλον μιας ευκολότερης και σίγουρα πιο προσοδοφόρας ζωής, αφού η θάλασσα, με τον τουρισμό που αναπτύσσονταν ραγδαία γύρω απ’ αυτήν, υπόσχονταν πολλά. Έτσι, οι βουνίσιοι του κάτοικοι έχτισαν τον Νέο Παντελεήμονα, κατεβαίνοντας στα πόδια της θάλασσας.
Το χωριό ερήμωσε. Όμως το κλίμα άλλαξε, όταν κάποιοι είδαν τη μοναδική ομορφιά της θέσης του και της παραδοσιακής Αρχιτεκτονικής του και αναστήσανε τα πρώτα νεκρά σπίτια, σεβόμενοι απόλυτα το παρελθόν. Ακολούθησαν πολλοί άλλοι και σιγά-σιγά το χωριό ξαναχτίστηκε πάνω στα παλιά χνάρια.
Σε υποδέχονται τα πρώτα σπίτια, χτισμένα όπως όλα με τη Μακεδονίτικη Αρχιτεκτονική, με δάνεια όμως κι από την Ηπειρώτικη, αφού οι χτιστάδες της εποχής ήταν Ηπειρώτες. Πέτρα και ξύλο. Θαρρείς και τα μυρίζεις και τα δυο, καθώς στο αντάμωμά τους αναπνέεις την ίδια τη φύση.
Κατηφορίζεις. Δεν είσαι μόνος. Οι επισκέπτες του χωριού είναι πολλοί. Κι όμως! Ενώ μπροστά σου βαδίζει ένα γκρουπ με παιδιά από την Πολωνία, ούτε κι αυτά κάνουν θόρυβο, πράγμα που θα ήταν απόλυτα φυσιολογικό. Το περιβάλλον σού επιβάλλεται.
Τα δρομάκια είναι στενά και πλακοστρωμένα. Καφενεία και ταβερνούλες σε καλούν όχι με τους συνηθισμένους «κράχτες» των τουριστικών περιοχών αλλά με τις μυρωδιές ή τις ταμπελίτσες τους, όλες στα Ελληνικά.
Όπου κι αν κάτσεις, θα έχεις κάτι να χαρείς. Είτε τη θάλασσα, που απλώνεται απέραντη κάτω, είτε το δρομάκι με τις κληματαριές και τη σκιά τους. Μικροί ξενώνες σε καλούν να ηρεμήσεις και να ξεχάσεις. Ακόμα και τα ονόματά τους είναι ελκυστικά. «Το Όνειρο», « το Αγνάντι», « το Χάνι»…
Ένα παλιός μεταλλικός νιπτήρας σε κάποια αυλίτσα, από κείνους που πλενόμασταν παιδιά, όταν γυρίζαμε από το παιχνίδι, ένας τροχός, απομεινάρι παλιού κάρου, στίχοι σπαρμένοι στην αυλή του αντί για λουλούδια, από κάποιον που πιστεύει πως η ποίηση μπορεί και πρέπει ν’ αλλάξει τη ζωή, και μικρά μαγαζάκια, όπου μπορείς ν’ αγοράσεις από εξαιρετικά καλαίσθητα «χειρός ποιήματα», μέχρι βότανα ιαματικά του βουνού και πολλά μυρωδικά. Μοσχοβολούν τα δρομάκια ρίγανη, γιασεμί… Ακόμη κι η καβαλίνα, που ξέχασες τόσα χρόνια τη μυρωδιά της στην πόλη που ζεις, σού φαίνεται όχι μόνο φυσιολογική αλλά να ευωδιάζει κι αυτή. Αυθυποβολή; Ίσως…
Στην καρδιά του χωριού η εκκλησία του προστάτη Άγιου Παντελεήμονα σε υποδέχεται με ψαλμούς που μπορεί να είναι ηχογραφημένοι, είναι όμως επιλεγμένοι έτσι, ώστε να σε υποβάλλουν, δημιουργώντας το αίσθημα της κατάνυξης. Ξυλόγλυπτο το τέμπλο και ο άμβωνας και αριστερά σου, μπαίνοντας, ο Άγιος, μέσα στα νιάτα του, σε κοιτάζει από την εικόνα του με μια αυστηρότητα διαπεραστική.
Ανηφορίζεις, για να βγεις από το χωριό. Πρέπει να προλάβεις το ηλιοβασίλεμα. Σε λίγο το μαβί του βουνού και το γκριζογάλανο της θάλασσας, θα τα διαδεχτούν τα πρώτα φώτα των θαλασσινών χωριών της Πιερίας, που απλώνονται ως πέρα στον ορίζοντα…
Κατηφορίζουμε. Εθνική οδός. Προσγείωση…
Φωτογραφίες: faretra.info