“Ωχ, τα νεφρά μου” του Μπάμπη Τσικληρόπουλου από το ΚΘΒΕ στη Βέροια – Δυνατό έργο, εξαιρετική παράσταση
Δήμητρα Σμυρνή
“Η ζωή σου να το ξέρεις είναι επικηρυγμένη”
Έγραφε σ ’έναν από τους στίχους του, στο γνωστό τραγούδι του Θάνου Μικρούτσικου «Ελένη», ο Μπάμπης Τσικληρόπουλος, συγγραφέας του έργου «Ωχ, τα νεφρά μου», που παίχτηκε χθες στη Βέροια, από το Κλιμάκιο Μακεδονίας Θράκης του ΚΘΒΕ, σε συνεργασία με το ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας και την ΚΕΠΑ Δήμου Βέροιας.
Στο έργο, που γράφτηκε πολύ πριν η Ελλάδα γίνει η «παράγκα» που είναι σήμερα, ο συγγραφέας, με μια μοναδική διορατικότητα, είδε το μέλλον της κι εμείς στο έργο του δεν είδαμε μόνο δύο ρακοσυλλέκτες – τραγικά μόνους σε σχέση με τους άλλους γύρω τους, αλλά και συγκινητικά δεμένους με μια βαθιά φιλία μέσα στην απελπισία τους – είδαμε τη χώρα μας στον καθρέφτη του Θεάτρου.
Το έργο του Τσικληρόπουλου διαθέτει δυο μεγάλα ατού.
Το ένα είναι η γλώσσα του συγγραφέα. Δεν είναι τυχαίο, ως προς αυτό, το ότι ο Τσικληρόπουλος ασχολήθηκε όχι μόνο με το Θέατρο αλλά και με το μυθιστόρημα, την ποίηση, τα κινηματογραφικά σενάρια και άλλα είδη γραφής. Σπανία ακούς έναν τέτοιο ρέοντα λόγο, χωρίς ούτε μια λέξη να περισσεύει ή να μην είναι στη θέση της.
Το άλλο ατού είναι η θαυμαστή ισορροπία του έργου ανάμεσα στο κωμικό και στο τραγικό, μια ισορροπία που οδηγεί σε μια συνεχή εναλλαγή συναισθημάτων το θεατή.
Για όποιον νομίζει ότι αυτό είναι εύκολο, το ίδιο το Θέατρο απέδειξε ότι είναι το δυσκολότερο είδος, γιατί η διαχωριστική γραμμή είναι τόσο λεπτή, που οποιαδήποτε παραβίασή της μπορεί να οδηγήσει στην παταγώδη αποτυχία.
Ο συγγραφέας του έργου καταφέρνει να παρασύρει το θεατή του με μαεστρία σ’ αυτήν την εναλλαγή, που οδηγεί μέσα από το γέλιο και το κλάμα στην τελική κάθαρση. Κι εδώ βρίσκεται το μεγαλύτερο βάρος της επιτυχίας της παράστασης, στο ίδιο το κείμενο.
Σημαντικό από τη μεριά του ΚΘΒΕ να διαλέξει ένα τέτοιο έργο, που μπορεί ν’ αγγίξει από τον πιο απλό λαϊκό άνθρωπο μέχρι τον διανοούμενο, που μπορεί να συγκινήσει αλλά ταυτόχρονα να προβληματίσει, κάνοντάς τον να συνειδητοποιήσει την ουσία του αληθινού Θεάτρου.
Βέβαια, ο ίδιος ο τίτλος, «Ωχ, τα νεφρά μου», κάθε άλλο παρά ελκυστικός είναι, καθώς παραπέμπει σε χοντρή κωμωδία. Είναι αποπροσανατολιστικός και ο θεατής που είναι απληροφόρητος δε φαντάζεται σε καμιά περίπτωση αυτό που θα δει, μέσα από έναν τέτοιο τίτλο. Αυτό όμως είναι λεπτομέρεια.
Οι ήρωες του Τσικληρόπουλου , άνθρωποι του περιθωρίου, παλεύουν μέσα στη θάλασσα της απελπισίας τους, που την προκαλεί η ανέχεια, έχοντας ένα μοναδικό σωσίβιο, το όνειρο. Η παράγκα τους εξαφανίζεται, όταν ονειρεύονται ένα ταξίδι σε μια χώρα εξωτική με… φοινικιές!
Όμως, η ίδια η ζωή αποδεικνύει πως τίποτα δε χαρίζεται, ούτε καν το όνειρο. «Μας έχουν πάρει τα πάντα. Το μόνο που μας έμεινε είναι το κορμί μας . Θα μας το πάρουν κι αυτό» αναφωνεί σε μια τραγική αποστροφή του λόγου ο ένας από τους δύο ήρωες, όταν κινδυνεύουν να χάσουν τα νεφρά τους από μια συμμορία εμπόρων οργάνων.
Κι αυτό το ζευγάρι της μοναξιάς και της κοινωνικής απαξίωσης φωτίζεται μέσα στην άθλια παράγκα του, που επιμένει να τη λέει «σπίτι», από ένα τρυφερό φως. Από το φως μιας φιλίας δοτικής και αθώας, όσο η παιδική ψυχή.
Η μια όψη του νομίσματος.
Η άλλη είναι το κωμικό στοιχείο που διαπερνά όλο το κείμενο, με μια χαρισματική αίσθηση του χιούμορ. Έξυπνο, ανάλαφρο, εύστοχο, θυμίζει άλλες εποχές, τότε που το γέλιο έβγαινε αβίαστα ,χωρίς «χοντράδες», ανόητες και εξυπναδίστικες ατάκες ή αμερικάνικου τύπου υπερβολές.
Ένα πολύ δυνατό κείμενο, που θα μπορούσε όμως να αφυδατωθεί τελείως από μέτριες ερμηνείες ή ακόμη σωστότερα να εξαφανιστεί.
Κι εδώ ήταν τυχερό και το κείμενο και οι θεατές! Εκπληκτικοί κυριολεκτικά οι δύο πρωταγωνιστές Τάσος Πεζιρκιανίδης και Σπύρος Σαραφιανός, πολύ καλοί και οι δύο ηθοποιοί που τους πλαισίωσαν επάξια, Θανάσης Κεραμίδας και Κλειώ Δανάη Οθωναίου, αποδίδοντας με μεγάλη πειστικότητα τους δικούς τους μικρότερους, αλλά καθοριστικούς για το έργο ρόλους.
Την αθωότητα, την ντροπαλοσύνη και τη στοχαστικότητα του Μπούλη (Τάσος Πεζιρκιανίδης ) συμπλήρωσε, χωρίς να χάσει στο ελάχιστο ερμηνευτικά, ο πληθωρικός, αυθόρμητος και σπιρτόζος Μητσάρας ( Σπύρος Σαραφιανός ), σ’ένα αξέχαστο ντουέτο, που κυριολεκτικά αλώνισε τη σκηνή, προκαλώντας πότε γέλιο και πότε κλάμα! Εξαιρετικές ερμηνείες!
Πίσω όμως από τις εκρηκτικές αυτές ερμηνείες υπήρξε η σκηνοθετική γραμμή του Γιώργου Κιουρτσίδη, που έδωσε σάρκα και οστά στους ήρωες του Τσικληρόπουλου, επιμένοντας με πάθος και έμπνευση στη λεπτομέρεια, επιμένοντας και στη λεπτότερη εκφραστική απόχρωση της ερμηνείας των ηθοποιών του.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια της Χαράς Τσουβαλά, προσεγμένα και μελετημένα στο έπακρο ως προς τη λειτουργικότητά τους, δημιούργησαν εκείνην την ατμόσφαιρα, που χρειάστηκε για να επιτευχθεί η μέθεξη του θεατή στα δρώμενα, μαζί με τη μουσική, την επιλεγμένη από το σκηνοθέτη.
Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Ρούλα Αγγελίδου
Οργάνωση παραγωγής: Φιλοθέη Ελευθεριάδου
Και ένα μήνυμα σαφέστατο, για να το επεξεργαστεί ο θεατής μετά την παράσταση. «Εδώ κοντεύουν να μας φάνε τα ποντίκια! Η Ευρώπη μάς μάρανε;» αναφωνεί ο συγγραφέας με το στόμα των ηθοποιών του. Αλήθεια, μήπως δεν είναι έτσι;
Βγαίνοντας από τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών της Βέροιας, όπου δόθηκε η παράσταση, τα πρόσωπα των θεατών είχαν όλα την ίδια έκφραση. Την έκφραση της συναισθηματικής πληρότητας, που χαρίζει η Τέχνη, όταν πετυχαίνει το στόχο της.