“Βέροια, μια πόλη μαγική” γράφει ο Νίκος Λάζαρης
Εδώ και πολλά χρόνια, γνώριζα τη Βέροια μέσα από τις αφηγήσεις τού αλησμόνητου φίλου μου Γιώργου Ιωάννου, μέσα από τους εξαίρετους στίχους τού Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου, από τη “Μισάντρα” τού Γιάννη Καισαρίδη, από τα διηγήματα τού Ιγνάτη Χουβαρδά και τα βιβλία τού Θανάση Μαρκόπουλου, καθώς επίσης, από τη θαυμάσια δημόσια, κεντρική βιβλιοθήκη τής πόλης (τής οποίας η φήμη έχει ξεπεράσει τα ελληνικά σύνορα) και βέβαια από τα τοπικά προϊόντα της (τα ροδάκινα και το ραβανί) που γίνονται ανάρπαστα από τους εντόπιους κατοίκους και τους τουρίστες.
Στην πρόσφατη επίσκεψή μου στην όμορφη πόλη τού Βορρά, το διήμερο 30 Νοεμβρίου,1 Δεκεμβρίου, με αφορμή την παρουσίαση τού βιβλίου μου “Η Αιχμή τού δόρατος”, Κριτικά κείμενα 1987-2011,γνώρισα τη Βέροια με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο: μέσα από τα μάτια δύο νέων, ποιητών, τού Δημήτρη Γ. Παπαστεργίου και τού Βασίλη Δασκαλάκη, οι οποίοι αποτελούν την “ψυχή” τού “Ποιητικού Πυρήνα” τής Βέροιας, μιας εξαιρετικά δραστήριας, εκλεκτής ομάδας ανήσυχων δημιουργών, που παλεύει με νύχια και με δόντια, (χωρίς καμιά βοήθεια από πουθενά) να κρατήσει ζωντανό τον πολιτισμό στην επαρχιακή πόλη.
Πρέπει ευθύς αμέσως να εξομολογηθώ ότι αυτή η ουσιαστική γνωριμία μου με τη “βασίλισσα τού Βορρά”, (ήμουν περαστικός για λίγο από την πόλη το καλοκαίρι τού 2012,μετά από μια επίσκεψη στη Βεργίνα) με καταγοήτευσε. Για τρείς κυρίως λόγους.
Πρώτον, γιατί είχα τη σπάνια τύχη να δω από κοντά την περίφημη ομίχλη τού Μακεδονικού τοπίου, που τόσο έχει συναρπάσει (αποτελώντας συγχρόνως και μια πηγή αστείρευτης καλλιτεχνικής έμπνευσης) σπουδαίους δημιουργούς, με τόσο διαφορετική ιδιοσυγκρασία, όπως είναι ο Γιώργος Ιωάννου και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος. Μάλιστα, όταν το πρωί τής Δευτέρας αντίκρισα από το μπαλκόνι τού πέμπτου ορόφου τού ξενοδοχείου “Μακεδονία”, το πέπλο τής πυκνής ομίχλης να τυλίγει όλη την πόλη, αλλά και το Βέρμιο, ένιωσα μιαν ισχυρή παρόρμηση: να χαθώ για λίγο μέσα στην ομίχλη και τριγυρνώντας στα στενά καλντερίμια τής πόλης, να αναζητήσω τους χαμένους φίλους και τις σκιές των αγαπημένων μου νεκρών, (ιδιαίτερα τού μικρότερου αδελφού μου Θόδωρου τού οποίου ο θάνατος στις 13 Δεκεμβρίου 2012 με συγκλόνισε) να τους βρω και να συνεχίσω τη κουβέντα που είχα μαζί τους από παλιά, και την οποία διέκοψε βίαια -αλίμονο- ο αδόκητος θάνατος.
Δεύτερον, γιατί μπόρεσα στο σύντομο χρονικό διάστημα που είχα στη διάθεσή μου, να ψηλαφίσω τον σφυγμό τής πόλης, και των κατοίκων της: να περπατήσω με ψιλόβροχο στους κεντρικούς δρόμους, να δοκιμάσω τοπικές γεύσεις, να παρευρεθώ (την Κυριακή το βράδυ) σε ένα διαγωνισμό γευσιγνωσίας, χωρίς νικητή, για το καλύτερο τσίπουρο τής περιοχής (στον οποίο, πρωταγωνιστής ήταν ένας λιπόσαρκος ,ευθυτενής, ενθουσιώδης στρατηγός που θα μπορούσε, κάλλιστα, να είναι ήρωας σε ένα διήγημα τού Τσέχωφ ή τού Τολστόη), να δω την κοσμοπολίτικη πλευρά τής πόλης, να περιηγηθώ στους ποικίλους θησαυρούς τής θαυμαστής δημόσιας κεντρικής βιβλιοθήκης, με ένα λόγο να αφεθώ στη γοητεία ενός τόπου που συνδυάζει το βυζαντινό στοιχείο μιας μακραίωνης παράδοσης με την αισθητική τού μοντέρνου (η οποία δεν είναι βέβαια πάντοτε καλόγουστη).
Όμως το μεγαλύτερο, το πιο ακριβό δώρο που μου χάρισε η Βέροια στη σύντομη παραμονή μου εκεί, ήταν χωρίς αμφιβολία, η γνωριμία μου με νέους εκλεκτούς φίλους, όπως οι ποιητές Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου και Βασίλης Δασκαλάκης που προανέφερα (οι οποίοι, κατά τη γνώμη μου, ανήκουν στην ομάδα των 12 δίκαιων ανθρώπων, για τους οποίους αναφέρεται σε ένα κείμενό του ο Μπόρχες), ο ποιητής Δημήτρης Καρασσάβας (του οποίου η φυσιογνωμία και ο τρόπος σκέψης μου θύμισε τον Μασεδόνιο Φερνάντεζ) ο ποιητής και τραγουδοποιός Σούλης Λιάκος, ο συγγραφέας Γιώργος Λιόλιος, ο ποιητής και κριτικός Θανάσης Μαρκόπουλος και η σύζυγός το Γεωργία, ο ποιητής Γρηγόρης Σακαλής που ταξίδεψε από τη Νάουσα στη Βέροια για να με γνωρίσει (σε ευχαριστώ Γρηγόρη), η αρχιτέκτων και συγγραφέας Φυλλιώ Κατσαβουνίδου, η φιλόλογος και δημοσιογράφος Δήμητρα Σμυρνή, η έξυπνη και δραστήρια νηπιαγωγός Κατερίνα Δασκαλάκη (σύζυγος τού Βασίλη Δασκαλάκη) και βέβαια η πολύ καλή ποιήτρια Γεωργία Τριανταφυλλίδου και ο σύζυγός της εξαίρετος τραγουδοποιός, ποιητής και ηθοποιός Αργύρης Μπακιρτζής, τον οποίο θαυμάζω από τα νεανικά μου χρόνια και τού οποίου δίσκους βινυλίου έχω σε περίοπτη θέση στη δισκοθήκη μου.
Καταλήγοντας, (για την εκδήλωση και τον απόηχό της στην πόλη δεν θέλω να μιλήσω, ας μιλήσουν άλλοι) θέλω να υπογραμμίσω τούτο: Φεύγοντας την Τρίτη το πρωί (με βροχή και πυκνή ομίχλη) από το ξενοδοχείο με το αυτοκίνητο τού Αργύρη Μπακιρτζή, με κατεύθυνση προς το Πλατύ, από όπου θα παίρναμε το τρένο τής επιστροφής, θυμήθηκα για μια στιγμή τον Ραστινιάκ, τον μυθιστορηματικό ήρωα τού Μπαλζάκ. Κοίταξα για μια στιγμή την πόλη που αφήναμε πίσω μας και ψιθύρισα:
Βέροια, θα ξανάρθω!
Σημείωση Φαρέτρας: Ο Νίκος Λάζαρης είναι ποιητής – κριτικός