Άρθρα Βέροια Πολιτισμός

Βέροια – ΑποΜνημοΝεύματα της Μνήμης / γράφει ο Γιάννης Ναζλίδης (Β)

ΝΑΖΛΙΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ (Β)

Η Βέροια στην Α΄ Εθνική

Είναι σαν μια επίσκεψη

μιας καλλίγραμμης επαρχιώτισσας στο Προεδρικό Μέγαρο.

Όλες οι επαρχιακές αδυναμίες, όλες οι ασημαντότητες,

το αίσθημα του κομπάρσου, των αφανών του δημόσιου βίου

και ξαφνικά στις εφημερίδες, στα ραδιόφωνα,

στις συνεντεύξεις, η ομάδα της Βέροιας… Τώρα θα δείτε…

Είναι χαριτωμένοι όμως.

Προσκεκλημένοι της θέασης των πολλών.

Ο Κεφαλίδης θα ξαφνιάσει τους παίκτες του ΠΡΟ-ΠΟ

νικώντας τον Παναθηναϊκό με ένα του γκολ στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.

Ο Μίμης Παπαϊωάννου, ο Λάζαρος Παπαδόπουλος,

ο Ακριβόπουλος, ο Καραγκιοζόπουλος στην ΑΕΚ

ο Υφαντίδης στον Παναθηναϊκό, ο Λιόλιος στον Πανιώνιο

κι ο Γαϊτάνος στον Απόλλωνα Αθηνών.

Ο Σαμαράς, ο Κεφαλίδης, ο Ουρσουζίδης, ο Θεοδωρίδης, ο Τσιρέλας,

ο Φύκατας, ο Μπαρμπαρούσης, ο Ποταμόπουλος, ο Σβήρκος,

ο Νανόπουλος, ο Θεσσαλονικιός, ο Μασάδης, ο Κουσουλάκης, ο Τσιροφίδης,

ο Συρόπουλος, ο Τσιντζόγλου, ο Τσαλουχίδης,

το σέντερ φορ μας ο Θωμάς ο Παπαδόπουλος,

ο συμπαθέστατος προπονητής Μιλοβάνωφ…

και οι ιαχές των φιλάθλων που υψώνουν τα τείχη της περηφάνιας της πόλης.

———————–

Τσαλουχίδης Γιώτης

Αν δεν ξέρεις τι είναι Ποντιακό Πείσμα,

ρώτα τον Μαραντόνα που τον μάρκαρε στα παιγνίδια της Εθνικής Ομάδας.

Αν ξέρεις την έννοια του Αήττητου,

αν διαβάζεις ιστορίες κατορθωμάτων,

τότε διάβασε την «αυτοβιογραφία» ενός,

που απ’ τις αλάνες των γειτονιών βρέθηκε να κοντράρει τον Μαραντόνα

στα μεγαλύτερα γήπεδα του κόσμου,

να συνομιλεί με την Ιστορία του Αθλητισμού.

Ο Τσαλουχίδης είναι ένα γυμνασιόπαιδο της Βέροιας

και ένα «τιμιόξυλο» του Ολυμπιακού,

ένας που μετέφερε βαθιές σχέσεις «ποδοσφαιρικής αυτοθυσίας και ταύτισης»,

ένας που είχε μια πάρα πολύ καλή ομάδα να τον προπονεί.

Την ποντιακή οικογένειά του!!!

——————-

Αναψυκτικά Βεροίας

Στο κέντρο της πόλης της Βέροιας,

Αντωνίου Καμάρα και Βικέλα, τα τοπικά αναψυκτικά Μπαζάκα.

«Πορτοκαλάδες, λεμονάδες, γκαζόζες, ορίστε».

Καταπληκτικές γαργαλιστικές γεύσεις που ενθουσιάζουν τους καταναλωτές.

Μα είναι και τα αναψυκτικά ΒΙΒΑ

των Αδελφών Καζαντζίδη και Νίκου Καλαϊτζή,

του μετέπειτα επιχειρηματία, βιομήχανου και καλλίφωνου,

που μαζί με τον Πέτρο Καρανίκα και τον Γιώργο Καλογήρου

δημιούργησαν το «Τρίο Βέροια».

Ένα εξαιρετικά καλλίφωνο τρίο, με ωραίες παρουσιάσεις.

Τι ωραίο που είναι κάθε πόλη να έχει τα δικά της αναψυκτικά.

Με νερό Μπαρμπούτας, με τους μύθους της Ημαθίας,

με ροδάκινα και βύσσινα και μήλα του ημαθιώτικου κάμπου

αλλά και πορτοκάλια της Πελοποννήσου,

που έρχονται να γνωριστούν με τους Βεροιείς

και έπειτα να μοιραστούν στον κόσμο όλο.

——————–

Καλογήρου-Μαρμαράς

στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης του 1963

Ο Γιώργος Καλογήρου θα μελοποιήσει στίχους του Μιχάλη Μαρμαρά.

Το τραγούδι που συνέθεσε, «ΑΣΠΡΑ ΦΤΕΡΑ», θα επιλεγεί για τον διαγωνισμό

του Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης.

Αυτό καταχειροκρότησε ο κόσμος,

αυτό ψηφίστηκε «άτυπα», σαν το πρώτο τραγούδι του φεστιβάλ.

Αυτό έκανε τους Βεροιώτες να ψηλώσουν μερικούς πόντους ακόμα.

Όλοι το είπαν και το δηλώσανε

…πως ήταν το πιο ωραίο τραγούδι …

Ο δημοσιογράφος Νίκος Μαστοράκης θα αποκαλύψει στον Μαρμαρά και τον Καλογήρου πως η επιτροπή συζητά να δώσει το πρώτο βραβείο στο δικό τους τραγούδι.

Όμως…

Όμως τι θέλεις!

Τι ζητάς, βρε επαρχία;

Δεν σου φτάνουν τα χειροκροτήματα;

—Αν με φτάνουν λέει!!!

Μέχρι σήμερα στα 2022 είναι στα αυτιά μας!

Μια συμφωνία εαρινή έπαιξε την 9Η των εκπλήξεων.

Έχω ΑΣΠΡΑ ΦΤΕΡΑ, δεν χρειάζομαι τίποτε άλλο…

——————————–

Οι πρωτομαγιές

Υπάρχουν οι Εργατικές Πρωτομαγιές, μα υπάρχουν και οι Πολιτικές Πρωτομαγιές.

Υπάρχουν οι εκδικητικές Πρωτομαγιές, υπάρχουν και οι βίαιες Πρωτομαγιές.

Υπάρχει και ένας Μάης που έρχεται καλόκαρδος και φωτεινός

στις ψυχές των ανθρώπων με το ειρηνικό του χαμόγελο,

τις παπαρούνες και τις μαργαρίτες στους αγρούς,

Υπάρχουν και τα μαγιάτικα στεφάνια που τα κρεμούσαμε στις εξώπορτες

υπάρχουν και οι ασπροκόκκινες κλωστές

που τυλιγμένες στα χέρια ιδιαίτερα των κοριτσιών

τα προστάτευαν από την απληστία της κυβέρνησης του ήλιου.

Οι Σαραντόβρυσες.

Οι Σαραντόβρυσες όλου του κόσμου

περιμένουν τους κουρασμένους ανθρώπους των πόλεων.

Τα δένδρα έχουν προετοιμάσει τις σκιές τους, οι καραβίδες είναι στη θέση τους,

οι σαράντα βρύσες που με τον καιρό λιγόστεψαν

αδιαφορούν για τα τιμολόγια της ΔΕΥΑΒ,

και τα παιδιά ρωτούν τη φύση για τη μαγεία της.

Και το απογευματάκι!

Με τα στεφάνια στα χέρια, μια πομπή «προαιώνιων» ανθρώπων

παίρνει τον δρόμο της επιστροφής,

καθώς η φύση ταχτοποίησε τους λογαριασμούς

των πειραγμένων, απ’ την καθημερινή τριβή αισθημάτων τους.

—————————

O Σύλλογος Φοιτητών Βεροίας

  1. Είναι μια νεανική δύναμη.

Ένα θάρρος της νιότης, μια λαιμαργία ζωής.

Χώρος να παρουσιαστείς, να δράσεις, χώρος για να συναντήσεις τα ΚΟΙΝΑ.

Οι παρέες έχουν το χιούμορ τους, τις αγάπες τους, τους έρωτές τους,

του διαξιφισμούς τους, τα χορευτικά τους.

Ο Αl Bano, οι “Beatles”, το San Remo, οι “Animals”…

Όμως ο σύλλογος είναι κάτι παραπάνω.

Συνομιλεί με τον καιρό.

Ο Νταλάρας και η Αλεξίου, στη βραδιά που οργάνωσε ο σύλλογος,

θα κάνουν την Αστυνομία να πολιορκήσει την Ελιά,

όπου γίνεται η βραδιά. Είναι το 1973.

Ο Σύλλογος θα εκδώσει το «ανατρεπτικό» Περιοδικό ΡΟΠΤΡΟ,

με τα κείμενά μας που θα ερεθίσουν και θα ηλεκτρίσουν την πόλη.

Έπειτα, όμως, θα ανακριθούν στο στρατόπεδο του Β΄ Σώματος Στρατού

από τον υπεύθυνο για τα πολιτικά ταγματάρχη.

Η Αμαλία Φλέμιγκ θα μπει μπροστά στην πορεία που θα οργανώσει ο Σύλλογος

για το πέσιμο της χούντας.

Θα περάσουν ονόματα απ’ τον σύλλογο

και οι θίασοι που έρχονται στην πόλη ζητούν και παίρνουν την «έγκρισή» του για να παίξουν.

Μετά θα πάνε στις λαϊκές συνοικίες, θα τις βοηθήσουν όπου μπορούν,

θα οργανώσουν έκθεση για το Πολυτεχνείο, θα γράψουν εφημερίδες τοίχου,

θα κάνουν εκδόσεις, θα καθαρίσουν

και θα φροντίσουν να «επιπλώσουν» τον Σύλλογο,

θα κοντύνουν το Μάκρος των Ακατόρθωτων!

Τι ωραία είναι η τρέλα των νιάτων,

λένε οι Βεροιώτες φοιτητές της εποχής 1970-1975…

———————————

Βέροια – ΑποΜνημοΝεύματα της Μνήμης / γράφει ο Γιάννης Ναζλίδης (Α)

Ο Βεροιεύς «ιπτάμενος» σκηνοθέτης Στράτος Τζιτζής

Αντί να κοιτάς την Πόλη, κοίταζε τον Ουρανό!

Αντί να βλέπεις τ’ ανθρώπινα, κοίταζε τα Θεϊκά.

Αντί να εγγράφεσαι στα σύνορα της Πόλης, περπάτα στην Οικουμένη.

Αντί στις τράπεζες, κατέθεσε στην Αγία Τράπεζα Πνεύματος.

Αντί για σχολική αλφαβήτα, απάγγειλε την αλφαβήτα των Ντανταϊστών.

Αντί… σιγά μην το κάνεις αυτό… ΚΑΝ’ ΤΟ ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ.

Από τότε, το 1980, στο μαγαζί μου, το ΡΟΠΤΡΟ έγραφε τα σενάρια του μέλλοντός του.

Ο Τζιτζής είναι μια «σπουδαγμένη έγχρωμη Αλεπού»,

που ζει στα κλασικά εικονογραφημένα,

και καταδιώκει «τον Λύκο της Καθημερινότητας».

Είναι ιδιοκτήτης του ΠΑΡΑΘΥΡΟΥ απ’ όπου βλέπει κανείς τα ανείδωτα.

Αυτός έχει ένα ποδήλατο με φτερά.

Πηγαίνει μ’ αυτό μια στη γιαγιά του

και μια στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο των Τσιγγάνων.

Μπαίνει στα λεωφορεία και κλέβει στιγμές, έπειτα σε gallery και ληστεύει ερωτηματικά,

κι έπειτα γαντζώνεται στις λευκές σελίδες του βιβλίου της Ιστορίας

και αρχίζει να γράφει τις «ΑΝΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ»,

αρχίζοντας πάντα με το… ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ…

που ήταν η Μεγάλη Δωρεά που έλαβε από το ΑΓΝΩΣΤΟ.

—————————————–

Βέροια: Σελίδες από τα “ΑποΜνημοΝεύματα της μνήμης” κάθε Κυριακή πρωί στη Φαρέτρα

Η Μοδίστρα της ΗΑUΤE CΟUTURE

Μπέμπα Μπακαλίδου

Η Μπέμπα Μπακαλίδου.

Οίκος υψηλής ραπτικής, ΥΨΗΛΟΤΑΤΗΣ.

Τι μπρίο και τι γούστο και τι εσάρπες και τι ταγιέρ και τι καπέλα,

τι τουαλέτες και τι φορέματα.

Κουστούμια, για τις μπαλαρίνες, για τις πρωταγωνίστριες,

για όλες τις ανάγκες του Φεστιβάλ Παραγωγής Βεροίας.

Υψηλή εποπτεία σ’ ό,τι ράβεται.

Ένα μοναδικό ταλέντο, ευφάνταστη ραπτική, μακριά πολύ απ’ τα συνήθη.

Σχεδιάζει στην Πρωτεύουσα του Νου της,

πετώντας πάνω από τα επαρχιακά σύνορα.

Χαρά που έχουν οι γυναίκες που τις ράβει.

Αισθάνονται τη λεπτότητα με την οποία διευθύνει τις βελόνες της.

Μέσα στον τυπικό επαρχιωτισμό του συνήθους,

μια καλλιτέχνης σχεδιάζει και ράβει ρούχα για τις βραδιές με τ’ άστρα.

———————

Ποιητής-Λαογράφος Στέλιος Σβαρνόπουλος

Με στίχους έκλεινε το μάτι στην καθημερινότητα ο κυρ Στέλιος.

Ένας ποιητής περικυκλωμένος απ’ την επαρχιακή σκόνη,

ερωτευμένος με τη ΜΟΥΣΑ της Βέροιας και με τη θετική πλευρά των πραγμάτων.

Μια φιγούρα που σώζει, ισορροπεί τη ζυγαριά της πόλης.

Που της δίνει δώρα εκτός της τυποποιημένης αγοράς, γεννήματα της ποιητικής ψυχής του.

Γράφει ο κυρ Στέλιος Σβαρνόπουλος.

…τον κόσμο μέσα σ’ όνειρο να κλείσεις,

 τη σκέψη σου στου ήλιου το παλάτι…

Τέλειωσαν τα αποθέματα σε κίτρινο

κι ο Ήλιος θα χαλάσει… του διάβασα κάτι γυμνασιακούς στίχους μου.

—Να γράφεις, να γράφεις, μου είχε πει.

Ο κυρ Στέλιος όπου και να ’ναι,

στη βεροιώτικη αυλή απαγγέλλει τα στιχουργήματά του

σ’ αυτήν την πόλη στέλνει ραβασάκια τις εκδόσεις του,

τις λέξεις που μάζεψε στις γειτονιές, στις γιορτές, στους γάμους της με το Μέλλον.

Με ένα ποτήρι κονιάκ στο χέρι του κι ένα τσιγαράκι «Άρωμα» στα χείλη του, τόσα και τόσα έγραψε για την πόλη.

Ένας γνήσιος Ρομαντικός ταξιδεύει στις λέξεις του.

Έχει μιαν αγάπη, έναν αγιάτρευτο έρωτα με την πόλη του.

Τώρα μια μπρούτζινη προτομή κοσμεί τη δημόσια βιβλιοθήκη μας,

ιδέα του τ. διευθυντή της, Γιάννη Τροχόπουλου.

—————————-

Απ’ τη σκόνη των Άστρων

ο κυρ Γιάννης Σφηνίτσας

Αν μπορείς, ξέχνα τον!

Με έπαιρνε παράπλευρα και μου ’λεγε:

—Κάθε φορά που θα μιλάς για την τέχνη, Γιάννη, το Τ

να είναι κεφαλαίο. Κεφαλαίο, εεε Γιάννη;

Θυμάμαι τις περιγραφές του από τη μεταφορά του στην εξορία.

Όσο θυμάμαι πώς σήκωνε το κορμί του να μου διηγηθεί:

…τότε στη μεταφορά των κρατουμένων στον Εμφύλιο,

ένας φίλος του στο μπροστινό φορτηγό φώναζε…

Έεειιιι, έεειιιιι, ψηλά το κεφάλι, ρεεεεε, ψηλά το κεφάλι.

Τι δάκρυα και τι καημοί στις ψυχές τόσων Ελλήνων,

που οι ξένες δυνάμεις τις έβαλαν να σκοτωθούν μεταξύ τους.

Ένας τόσο τρυφερός άνθρωπος, που διάβαζε αφοσιωμένος

τα διηγήματα του «Φθινοπώρου του ανθρωπισμού».

Ο Σφηνίτσας. Φιγούρα περήφανη,

σημαιοστολισμένη στην παρέλαση των καημών του Ελληνισμού.

Στη βιβλιοθήκη της πόλης

μπορείτε να βρείτε το βιβλίο του με τα χρονογραφήματά του.

Όμως, δεν θα βρείτε μόνο τα χρονογραφήματά του εκεί.

Θα βρείτε αισθήματα παραταγμένα σε στάση προσοχής και προσευχής,

για τα ανώτερα «Μαθηματικά» του Κόσμου.

——————————

————————–

Ο Δημήτρης Κουκούδης:

Αρχιτέκτων, ζωγράφος, διακοσμητής, αινιγματολόγος…

Είναι νέος. Είναι αρχιτέκτονας

που χωρίς να το ξέρει κανείς αλλάζει το πρόσωπο της πόλης.

Της φορά κάτι «ρούχα αρραβώνων» με το μέλλον.

Τη γεμίζει με μια νεανική χάρη

και μια ευγένεια, ανατρεπτική για τα επαρχιακά μητρώα ποιότητα.

Ένας «ουρανοξύστης» είναι,

που κοιτάζει μακριά και μελετά από ψηλά το μέλλον, την εικόνα της πόλης.

Ζωγραφίζει υπέροχα.

Και χαμογελά υπέροχα και είναι Δημιουργικός υπέροχα.

Τι καμάρι για μια πόλη να ’χει στις τάξεις της ανθρώπους

που κανονικά θα ’πρεπε να έχει σφιχτά στην αγκαλιά της.

Γράφανε τότε στα Μητρώα των μυστικών της πόλης

πως ο Κουκούδης

ΕΠΙ ΤΙΜΗ ΠΡΟΣΚΕΚΛΗΜΕΝΟΣ των ΟΝΕΙΡΩΝ ΕΙΝΑΙ!!!

—————————-

Το Λιανοβρόχι

Πού το σκέφθηκε ο μπαρμπα-Γιάννης ο Ρήγας

και έφραξε ένα πλατύ σημείο του παραπόταμου του Τριποτάμου

κοντά στα Εβραϊκά Μνήματα, κάνοντας μια φυσική πισίνα

για να τη χαίρονται οι «απομακρυσμένοι των θαλασσών»!

Με μια δραχμή, έπαιρνα το δικαίωμα να «εμβαπτισθώ»

εις τα γλυκά νερά του Λιανοβροχίου.

Και οι παράνομοι;

Οι άνευ του νόμιμου δικαιώματος κολύμβησης, αφού δεν πλήρωσαν τα διατεταγμένα;

Γρήγορα έξω, έεειιιι. Γρήγορα έξω.

Κι ώσπου να γυρίσει στην καλύβα ο μπαρμπα-Γιάννης,

μπλουμ ξανά στο νερό τα ατίθασα «τσογλάνια» του καλοκαιριού.

Να φυλάει ένας τα νερά του Τριποτάμου, να τα οδηγεί στη μεγάλη γούβα

που έφτιαξε με τα χέρια του, είναι εμπνευσμένο project.

Ήταν ένας φύλακας της γοητείας του καλοκαιριού,

μαέστρος των πόθων της νεολαίας σε συνομιλία με το ποτάμι που διαπερνά τη Βέροια.

—————————-

Ο Αλιάκμονας

Εδώ λουζόταν ο Μεγαλέξανδρος. Σ’ αυτά τα νερά, σ’ αυτόν τον τόπο.

Και μετά τους ιστορικούς χρόνους,

τζουπ!

η νεολαία των επόμενων καιρών

βουτούσαμε στα κρύα νερά του ποταμού με τις επικίνδυνες ρουφήχτρες.

Ήταν κάτι σαν φυγή από τα τσιμέντα και την άσφαλτο της πόλης.

Παλιά πριν γίνει η γέφυρα, οι χωρικοί των Πιερίων βάζανε βάρκες στη σειρά

και περνούσαν απέναντι πατώντας πάνω τους.

Και στο παλιό καφενείο, εκεί που σήμερα είναι το εκκλησάκι,

έρχονταν οι παρακατιανοί μποέμηδες της Βέροιας

και φιλιόντουσαν με τις ελεύθερες γυναίκες που το ’χαν στέκι τους,

εκεί που βλέπαν να κυλάνε άναρχα τα νερά του ποταμού, όπως και οι ζωές τους.

————————————

Οι Καρυάτιδες της Βέροιας

Αυτές που απλώνουν

τα λευκά σεντόνια στα παράθυρα και στα μπαλκόνια

κι έχουν τα νυφικά τους στην ντουλάπα και τα κεντημένα τους προικιά.

Αυτές που ξεχνιούνται στους αντικατοπτρισμούς των παρθένων αισθημάτων τους.

Αυτές που καμιά φορά απλώνουν τα σεγκούνια των γιαγιάδων

σαν περίληψη της Ιστορίας, σαν άνεμος της μνήμης.

Τι χάρη!

Να έβλεπε αυτές τις εικόνες ο ΟΡΦΕΑΣ,

την ώρα που οι γυναίκες εξομολογούνται, που γεννούν ιδέες για το μέλλον.

Κι έπειτα, στα στενά καλντερίμια στον Άγιο Στέφανο

που στο καμπαναριό του, όπου έχουν την αποικία τους οι πελεκάνοι,

οι γυναίκες προσεύχονται, δωρίζοντας τη λάμψη των κεριών τους στην πόλη.

Δεν ξέρω τις προηγούμενες της γενιάς μου

με τα ζιπούνια και τις γούνες που δεν τις πρόλαβα,

μα ξέρω πως ήταν λυγερόκορμες, περήφανες, ακέραιες,

οι Καρυάτιδες της Πόλης, η γοητεία της πόλης, η χάρη της.

Εγώ πρόλαβα τις:

——————————–

 Το ΣΚΡΕΤ

Οικογενειακή ταβέρνα τριών επιπέδων,

λίγο πιο πάνω απ’ την πλατεία Ωρολογίου.

Εξαντλητική για τα γκαρσόνια που ανεβοκατεβαίνουν σκαλιά πάνω κάτω,

ελκυστική για τους θαμώνες.

Τρώω με τους γονείς μου στο τρίτο επίπεδο και ζητώ επιπροσθέτως ένα λεμόνι.

…Σκαλί, καλέ μου, σκαλί, σκαλί θα ανεβώ…

σιγοτραγουδά το γκαρσόν και αμέσως μετά

…λέ-, μώρε, λέεεεμο-νάκι μυρωδάτο

που με ξεπάτωσες ωσαύτως …

Απολαυστική δροσιά, μαγευτική ατμόσφαιρα με δένδρα, λουλούδια

και στα γύρω παράθυρα των σπιτιών

οι πόθοι και τα κρυμμένα βλέμματα.

Τα σκαλιά που ανεβοκατέβαινε ο άτυχος συμμαθητής μου ο Πέτρος ο Μαυρομιχάλης.

————————–

Περνάει ο Στρατός της Ελλάδος φρουρός

Υποστολή σημαίας στην κεντρική πλατεία Ωρολογίου.

Μαζευόμασταν όλη η τσακαλαρία να δούμε από κοντά την τελετή.

Κάθε Κυριακή.

Οι περιπατητές, σταματημένοι. Όλοι σε στάση προσοχής.

Η μπάντα του Στρατού παιανίζει τον Εθνικό μας Ύμνο.

Μια συνισταμένη των αισθημάτων στην πλατεία,

διαιωνίζει τις μακρινές σχέσεις και σκέψεις που φθάνουν στους προγόνους.

Είμαι μικρός,

πηγαίνω κάθε Κυριακή στη γιαγιά μου που ζει λίγο πιο πάνω απ’ το Ρολόι.

Νόμιζα πως η γιαγιά έβαζε την μπάντα να παίξει για να με προϋπαντήσει.

Κι έπειτα, τούρκικα καλωσορίσματα,

χος γκελντί, χος γκελντί, ωτούρ μπακαλούμ, τέτοια.

Ένας διεθνισμός κρυμμένος στα βαθιά αισθήματα των ανθρώπων!

Περνάει ο καιρός των ανθρώπων οδηγός…

———————————–

Το πανοραμικό εξοχικό Πασσά Κιόσκι

Εκεί είναι ένας δρόμος των προσφύγων.

Το κιόσκι του Πασά, που βλέπει την πεδιάδα της Βέροιας από ψηλά ο καθείς.

Τα όνειρα ταξιδεύουν πιο εύκολα με τη συνδρομή της φύσης.

Εκεί έρχονται εκδρομείς και πούλμαν τουριστικά,

ερχόταν και ο Δήμαρχος να ξεναγήσει τους επισκέπτες,

έρχονταν και οι βανίλιες σε ποτήρια με κρύο νερό για μας τα πιτσιρίκια.

Έπειτα έγινε νυκτερινό κέντρο, ξενυχτάδικο, μπουζουκομάγαζο,

λαϊκά βράδια, κρυφοραντεβουδάδικο, γάμοι, βαφτίσια, έρωτες,

που μπορούν να κοιτούν μακριά απ’ το μπαλκόνι της πόλης,

τρέχοντας να προλάβουν τις αλλαγές του καιρού.

—————–

O μουσικοδιδάσκαλος Μαρίνος Βασιλειάδης

Μια μυθική μορφή, που κουβαλά παράνομα τις νότες στην αγκαλιά του,

καθώς η εποχή είναι τρακαρισμένη και τρομοκρατημένη απ’ τον εμφύλιο και τις έχθρες.

Όλα τα μουσικά όργανα σε «εξέγερση».

Πιάνα, βιολοντσέλα, κιθάρες, σαξόφωνα, βιολιά.

Όλα,

σε μια μεγάλη αίθουσα όπου κηρύσσεται το τέλος των εχθροπραξιών του Εμφυλίου

και η εισαγωγή στην εποχή του Κοσμοπολιτισμού.

Μπαίνουν στο ΩΔΕΙΟ άμουσοι και βγαίνουν Μουσικοί.

————————-

Το συγκρότημα ΑΝΑΚΑΡΑ

Νάγια και Κώστας Γεωργίου,

ο Μάκης Λιόλιος και ο Νίκος ο Ζιώγαλας.

Έχουν διασκευάσει παλιά βεροιώτικα δημοτικά τραγούδια μ’ έναν σύγχρονο τρόπο

…από την πόρτα σου περνώ, Φρόσουρίνα μου…

…δώδεκα μήνες στον στρατό στη Λάρισα, στο Δομοκό…

Τα παίζουν ευλαβικά.

Είναι μετριόφρονες, συνεργάζονται με τη Μαρίζα Κωχ στην Πλάκα

και είναι εξαιρετικά συμπαθείς στον κόσμο.

Σε μια εποχή αναστατώσεων, νεωτερισμών, περιπάτων, με βόλτες στην ξένη μουσική,

αυτοί κουρδίζουν τα όργανα και τις φωνές τους

στα λα μινόρε της καρδιάς τους…

Ο διευθυντής της δισκογραφικής εταιρίας «ΛΥΡΑ», Πατσιφάς,

τους προτείνει να κάνουν έναν Long Play δίσκο.

Ο συνθέτης Γιάννης Σπανός προτείνει στο μέλος Μάκη Λιόλιο

να τραγουδήσει αυτός το τραγούδι…

…σαν με κοιτάς…

Ο Μάκης όμως τραγουδά έναν έρωτα εκείνο τον καιρό και δεν έχει καιρό για άλλα.

ΑΝΑΚΑΡΑ. Μια σημαντικότατη προβολή της μουσικής μνήμης της πόλης.

———————-

Ο συντοπίτης συνθέτης Χρήστος Νικολόπουλος

Ο Νικολόπουλος είναι παιδί του ημαθιώτικου κάμπου,

που η Βέροια καμαρώνει το μοναδικό ταλέντο του.

Καμαρώνει τα κατορθώματά του.

Συγγενής πρώτου βαθμού και ΠΕΡΙΖΗΤΗΤΟΣ ΓΑΜΠΡΟΣ ΛΑΪΚΩΝ ΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ.

Μια μουσική ιδιοφυία, ιδιοκτήτης ενός «μοναδικού ψυχικού κόσμου»,

όπου συγκεντρώνονται μελωδικές οικογένειες

που δωρίζουν ακριβά δώρα ψυχικών ανατάσεων στους ανθρώπους.

Μια υπεραξία της ΗΜΑΘΙΑΣ της Ερατεινής, που στην εύφορη γη της

σκορπίστηκαν ήχοι που αποταμιεύτηκαν στις μνήμες των ανθρώπων.
Πόσοι έρωτες, πόσα φιλιά, όρκοι, πόθοι και πόσα δάκρυα,

κατέφυγαν στις νότες των τραγουδιών του για να σωθούν, να παρηγορηθούν.

Εκτός απ’ τα γεννήματά της, η ΓΗ ήξερε να φροντίζει τις ώρες της προσευχής

τις στιγμές που τα αισθήματα των ανθρώπων τρυπώνουν στα δωμάτια του Ουρανού.

Πώς «επετράπη» στον Νικολόπουλο να κάνει μουσικά ταξίδια ανάμεσα Γης και Ουρανού;

Τον βοηθούν άγγελοι, λένε μερικοί.

——————

Οι φλαμουριές της οικογένειας Τζαφερόπουλου

Εκεί είναι ένα βασίλειο.

Το μυστήριο της ατμόσφαιρας των προσφύγων,

της φλαμουριάς και των αρωμάτων της.

Γι’ αυτό αρραβωνιάστηκε εκεί η αδελφή μου.

Αυτή η εικόνα και το άρωμα της φλαμουριάς

παρηγορεί τους Μικρασιάτες πρόσφυγες.

Έπειτα, η κωνσταντινουπολίτικη κουζίνα

και η βεβαιότητα για την ποιότητα και τη νοστιμιά των εδεσμάτων.

Για τσίπουρο κατά τις 12 με κολοκυθάκια με τζατζίκι,

με ντομάτα και φέτα, με τσίρο και καυτερή πιπεριά, με μαρούλια, με χτυπητή, με…

Πώς κρατούν τη μνήμη στις αυλές τα τριαντάφυλλα,

τα καλωσορίσματα και τα χαμόγελα;

Η Σμύρνη, Μάνα, καίγεται,

καίγεται και το βιος μας

και ο πόνος μας δεν λέγεται,

δεν γράφεται ο καημός μας…

Στην υγεία σας, παιδιά, στην υγειά σας…

——————–

Ζαχαροπλαστείο Κεμιντζέ

Το Ζαχαροπλαστείο του Δημάρχου.

Καταπληκτικά λουκούμια και γλυκά του κουταλιού.

Καταπληκτικός ο Θοδωράκης, ο υπάλληλος του Ζαχαροπλαστείου.

Καραμέλες για τις πεθερές τεραστίων διαστάσεων,

ό,τι πρέπει για γκούρλωμα.

Όταν περνάς την είσοδο, μια γλυκιά μυρωδιά σε κατακλύζει,

και μια βιτρίνα μ’ όλα τα κεράσματα σε προκαλεί.

Ένας Δήμαρχος έχει Ζαχαροπλαστείο.

Πώς η Πόλη να μην έχει γλυκύτητα;

————–

Νίκος Ζιώγαλας

Να μην ξεχνά ο λαιμός σου τους πρώτους λαρυγγισμούς,

να λες μουσικά παραμύθια που σε μεγάλωσαν

που σε πήραν απ’ το χέρι να σε παν στη μούσα Ευτέρπη,

για να σε διδάξει την αλφαβήτα της αρμονίας.

Κι έπειτα, πριν ανδρωθείς, να κατέβεις στην Αθήνα

και να ζητήσεις τη θέση σου στο Μουσικό Πάλκο της Ελλάδος τραγουδώντας

Βασιλική, τον έρωτα πολύ βαρύ τον πήρες…

Να βρεις μια θέση

για τη μικρή σου επαρχία στον χάρτη της Πρωτεύουσας, δεν είναι μικρό πράγμα.

Να παραμένεις σεμνός και να ’χεις πάντα ερωτηματικά στη μουσική βαλίτσα σου,

δεν είναι παρά μια ηχώ, ενός αληθινού τοπίου της ΑΥΡΙΟ.

Ο Ζιώγαλας από μικρός ‒το λένε οι φίλοι του‒

ΖΗΛΕΥΕ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ, που παίζαν οι ορχήστρες πίσω απ’ τα βουνά,

στους ελαιώνες πριν από τη Δύση.

————————————–

Παύλος Κοντογιαννίδης

Στο σχολικό θέατρο πρωταγωνιστής ο συμμαθητής μου ο Παύλος

στο Γυμνάσιο της Βέροιας.

Ξέρει από πολύ νωρίς

πως το Θέατρο είναι πιο πραγματικό απ’ τις στερεότυπες εκπαιδευτικές γραμματείες.

Θεραπευτικό είναι!

Έπειτα στην Αθήνα με νούμερα που ξεσηκώνουν τον κόσμο,

παίζοντας τον γύφτο με το ποδήλατο

για το οποίο ο κριτικός θεάτρου Γεωργουσόπουλος θα γράψει επαίνους.

Ο Παύλος!

Οι Πόντιοι και τα βάσανα των προσφύγων ξεσηκώνονται στην καρδιά του.

Ένα ταλέντο πικρών ιστορικών σελίδων,

δείκτης μια κοινωνικής συνισταμένης

που μοιράζει τα καλοκαιρινά όνειρα με τις ιδιοτροπίες του Σεπτεμβρίου.

—Γεια σου, Παύλο… φωνάζουν οι συμμαθητές του!

—Γεια σου, Παυλάρα….

Μοναδικό, αυθεντικό, πηγαίο ταλέντο, ο Κοντογιαννίδης,

θα υπογραμμίσει ο Κ. Γεωργουσόπουλος.

banner-article

Ροη ειδήσεων