Τις ελπίδες τους στην πρόληψη της άνοιας και της πλάγιας αμυοτροφικής σκλήρυνσης (ALS) εναποθέτουν οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου Scripps Biomedical Research του Πανεπιστημίου της Φλόριντα (UF), με την ανάπτυξη ενός νέου φαρμακευτικού σκευάσματος.
Το νέο φάρμακο στοχεύει στα τμήματα του RNA που προκαλούν την ασθένεια και σε περιβάλλον εργαστηρίου κατάφερε να αποκαταστήσει την υγεία των νευρώνων των πειραματόζωων με τη νόσο.
Το υποψήφιο φάρμακο, όπως περιγράφεται στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Proceedings of the National Academy of Sciences, σχεδιάστηκε για να λαμβάνεται από το στόμα ως χάπι ή ως ενέσιμη θεραπεία. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των πειραμάτων, στα οποία αναφέρθηκε ο επικεφαλής της έρευνας, καθηγητής Matthew Disney, Ph.D., πρόεδρος του τμήματος χημείας του Πανεπιστημίου της Φλόριντα Scripps, η ένωση είναι αρκετά μικρή ώστε να διασχίσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, ένα εμπόδιο που άλλες προσεγγίσεις απέτυχαν να ξεπεράσουν.
To ενδιαφέρον για την πλάγια αμυοτροφική σκλήρυνση (ALS) αυξήθηκε το 2014, όταν διάσημοι και απλοί άνθρωποι της διπλανής πόρτας έκαναν το Ice Bucket Challenge, για την προώθηση της ευαισθητοποίησης της νόσου και να ενθαρρύνουν τις δωρεές για την έρευνα. Πρόκειται για μια ασθένεια που καταστρέφει προοδευτικά τους νευρώνες που ελέγχουν τους μύες, οδηγώντας σε επιδεινούμενη μυϊκή ατροφία και τελικά στο θάνατο.
Η μετάλλαξη, κύρια αιτία της κληρονομικής ALS, αναφέρεται ως C9orf72. Η μετάλλαξη αυτή οδηγεί επίσης σε μια μορφή μετωποκροταφικής άνοιας, μια εγκεφαλική νόσο που προκαλεί συρρίκνωση των μετωπιαίων και κροταφικών λοβών του εγκεφάλου, με αποτέλεσμα αλλαγές στην προσωπικότητα, τη συμπεριφορά και την ομιλία.
Στη μετάλλαξη C9orf72 επαναλαμβάνονται έξι «γράμματα» του γενετικού κώδικα (GGGGCC) στο χρωμόσωμα 9, η οποία μπορεί να διπλασιαστεί από 65 έως δεκάδες χιλιάδες φορές. Όταν προκύψει αυτό το μεταλλαγμένο τμήμα RNA, οδηγεί στην παραγωγή τοξικών πρωτεϊνών που προσβάλλουν και τελικά σκοτώνουν τους προσβεβλημένους νευρώνες.
Η ένωση που αναπτύχθηκε από το εργαστήριο, στοχεύει στο RNA που μεταφέρει αυτές τις γενετικές οδηγίες, εμποδίζοντας έτσι τη συγκρότηση των τοξικών πρωτεϊνών στα κύτταρα. «Η ουσία λειτουργεί δεσμευόμενη και χρησιμοποιώντας φυσικές κυτταρικές διεργασίες για να εξαλείψει το RNA που προκαλεί την ασθένεια, ειδοποιώντας τους μηχανισμούς αποικοδόμησης του κυττάρου να το απορρίψουν ως απόβλητο» εξηγεί ο δρ. Matthew Disney.
Θετικό θεωρείται επίσης το γεγονός ότι αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να εφαρμοστεί και σε άλλες μη θεραπεύσιμες νευρολογικές ασθένειες στις οποίες παίζουν ρόλο τα τοξικά RNA, σύμφωνα με τον καθηγητή.
Από την αρχική διερεύνηση των 11.000 μορίων, η ερευνητική ομάδα κατέληξε σε 69 ενώσεις που ανέστειλαν τη μετάφραση της τοξικής μετάλλαξης C9. Στη συνέχεια βελτίωσαν περαιτέρω τις ενώσεις αποκλείοντας εκείνες που δεν μπορούσαν να διασχίσουν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό. Αυτό οδήγησε σε 16 υποψήφιες ενώσεις, μία από τις οποίες επιλέχθηκε για περαιτέρω βελτίωση με βάση τη δραστικότητα και τη δομή της.
Εκτός από τα πειραματόζωα, ασθενείς που υποβλήθηκαν σε θεραπεία στο Εργαστήριο Νευροεκφυλιστικής Έρευνας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Johns Hopkins δώρισαν δείγματα δέρματος για ερευνητικούς σκοπούς. Αυτά τα δερματικά κύτταρα μετατράπηκαν γενετικά σε βλαστικά κύτταρα, μετά από τα οποία η ομάδα του δρ. Disney επεξεργάστηκε τα κύτταρα επί αρκετούς μήνες για να εξελιχθούν σε νευρώνες.
Στα επόμενα βήματα των επιστημόνων περιλαμβάνεται η περαιτέρω μελέτη των επιδράσεων της ένωσης στην κυτταρική υγεία αλλά και σε μοντέλα τρωκτικών.