Σε άλλα ζητήματα, η ρητορική της κυβέρνησης Μπάιντεν οξύνθηκε με την πάροδο του χρόνου: Τον Μάρτιο, ο στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν να βοηθήσουν την Ουκρανία να αμυνθεί – στα τέλη Απριλίου ο στόχος ήταν μια «αποδυναμωμένη» Ρωσία.
Όμως σε ένα ζήτημα η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει υπάρξει πολύ συνεπής: οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα μπουν σε πόλεμο με τη Ρωσία για την Ουκρανία.
«Δεν επιδιώκουμε έναν πόλεμο μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας», έγραψε ο πρόεδρος Μπάιντεν στους New York Times στα τέλη Μαΐου. «Όσο και αν διαφωνώ με τον κ. Πούτιν και θεωρώ τις ενέργειές του απαράδεκτες, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα προσπαθήσουν να επιφέρουν την ανατροπή του στη Μόσχα. Όσο δεν δέχονται επίθεση οι Ηνωμένες Πολιτείες ή οι σύμμαχοί μας, δεν θα εμπλακούμε άμεσα σε αυτή τη σύγκρουση, είτε στέλνοντας αμερικανικά στρατεύματα να πολεμήσουν στην Ουκρανία είτε επιτιθέμενοι στις ρωσικές δυνάμεις».
Μεγάλο μέρος όσων ασκούν κριτική ή επαινούν την πολιτική του προέδρου Μπάιντεν σχετικά με την Ουκρανία έχει αποδεχτεί την εκδοχή του για τα γεγονότα. Αλλά είμαστε σίγουροι ότι οι Αμερικανοί μπορούν να αναγνωρίσουν αξιόπιστα πότε έχουν μπει σε πόλεμο;
Ιστορικά, οι πρόεδροι επιμένουν ότι δεν έχουν καμία πρόθεση να πάνε σε πόλεμο, μέχρι να το κάνουν. «Μας κράτησε εκτός πολέμου», δήλωνε το σλόγκαν επανεκλογής του προέδρου Γούντροου Ουίλσον το 1916, πριν ο ίδιος οδηγήσει τις ΗΠΑ στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο έναν μόλις μήνα μετά την έναρξη της δεύτερης θητείας του, αμέσως αφού περιέγραψε την αμερικανική επέμβαση ως αναπόφευκτη.
Κατά τη διάρκεια των προεδρικών εκλογών του 1964, ο πρόεδρος Λίντον Μπ. Τζόνσον υποσχέθηκε ότι «δεν επρόκειτο να στείλει τα αγόρια της Αμερικής εννέα ή δέκα χιλιάδες μίλια μακριά για να κάνουν αυτό που θα έπρεπε να κάνουν για τον εαυτό τους τα αγόρια από την Ασία». Όμως τον Φεβρουάριο του 1965, μέσα σε ένα μήνα από την ορκωμοσία του, ο Τζόνσον ενέκρινε την εκστρατεία βομβαρδισμού γνωστή ως Επιχείρηση Rolling Thunder. Ένα μήνα μετά, τα «αγόρια της Αμερικής» βρίσκονταν στο Βιετνάμ.
Αυτή η ιστορία είναι διδακτική όσον αφορά στη διάρκεια ζωής της υπόσχεσης οποιουδήποτε προέδρου – ίσως ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια εκλογών – να μείνει εκτός πολέμου: Ακόμα κι αν είναι αλήθεια τη στιγμή που εκφωνείται, δεν αποτελεί εγγύηση για το μέλλον.
Αλλά τουλάχιστον στις περιπτώσεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και του Βιετνάμ υπήρξε μια αποδεδειγμένη μετατόπιση από τον μη πόλεμο στον πόλεμο, και οι Αμερικανοί μπορούσαν να υποδείξουν τη στιγμή που συνέβη αυτή η αλλαγή. Αυτή η διαχωριστική γραμμή σήμαινε ότι οι πρόεδροι μπορούσαν να δώσουν ξεκάθαρες υποσχέσεις να μείνουν έξω από έναν πόλεμο και το κοινό μπορούσε να πει πότε αυτές οι υποσχέσεις δεν τηρήθηκαν.
Τις τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο, ειδικά στον απόηχο των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, έχουμε περάσει σε ένα μοντέλο αέναου πολέμου, με διφορούμενα όρια χρονολογίας, γεωγραφίας και σκοπού. Η γραμμή μεταξύ του τι είναι πόλεμος και τι δεν είναι πόλεμος έχει γίνει επικίνδυνα θολή, και ο καθορισμός της στιγμής που μεταβαίνουμε από το ένα στο άλλο έχει γίνει πιο δύσκολος.
Αυτό οφείλεται εν μέρει στην πρόοδο της τεχνολογίας. Ο πόλεμος με μη επανδρωμένα αεροσκάφη και οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο κατέστησαν δυνατή τη διάπραξη ενεργειών που διαφορετικά θα μπορούσαν να θεωρηθούν πολεμικές – σκοτώνοντας αντιπάλους, καταστρέφοντας κτίρια και στοχεύοντας πυρηνικές εγκαταστάσεις – σε άλλες χώρες χωρίς τα αμερικανικά στρατεύματα να εγκαταλείψουν ποτέ το αμερικανικό έδαφος.
Το Κογκρέσο δεν έχει κηρύξει επίσημα πόλεμο από το 1942, αλλά οι διαδοχικοί πρόεδροι των Ηνωμένων Πολιτειών βασίστηκαν στις ευρείες πολεμικές εξουσίες που παραχωρήθηκαν στον Τζορτζ Μπους το 2002 για να εξουσιοδοτήσουν τη χρήση στρατιωτικής βίας.
Είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες σε πόλεμο με το Πακιστάν ή τη Σομαλία, για παράδειγμα, όπου διεξάγουν επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη κατά της Αλ Κάιντα, του Ισλαμικού Κράτους και των Ταλιμπάν στο Πακιστάν από το 2004 και στην Αλ Σαμπάμπ στη Σομαλία από το 2011; Ή στον Νίγηρα, όπου αναπτύχθηκαν δυνάμεις των ΗΠΑ και όπου τέσσερις Αμερικανοί στρατιώτες σκοτώθηκαν σε ενέδρα τον Οκτώβριο του 2017;
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν συμμετάσχει επίσημα στον εμφύλιο πόλεμο στην Υεμένη, αλλά ένας συνασπισμός υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας σκότωσε αμάχους με κεφαλές αμερικανικής κατασκευής και επέλεξε στόχους με αμερικανική καθοδήγηση.
Ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών στην επταετή σύγκρουση στην Υεμένη ήταν αρκετά καθοριστικός ώστε πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι ο συνασπισμός υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας θα επιδίωκε ειρήνη χωρίς αυτόν. Έχει υπάρξει τόσο καθοριστικός που Αμερικανοί νομοθέτες – συμπεριλαμβανομένης της δικομματικής πλειοψηφίας των γερουσιαστών το 2019 και των Δημοκρατικών αντιπροσώπων Πραμίλα Τζαγιαπάλ της Ουάσιγκτον και Πίτερ ΝτεΦάζιο του Όρεγκον φέτος – τον χαρακτήρισαν ως παραβίαση του Άρθρου I του Συντάγματος των ΗΠΑ, που παρέχει στο Κογκρέσο την εξουσία να κηρύξει πόλεμο, και του Ψηφίσματος για τις Εξουσίες Πολέμου του 1973, το οποίο περιορίζει δραστικά, όσον αφορά στη φύση και το χρονοδιάγραμμα, τις στρατιωτικές δράσεις που εκκινούνται από τον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεπέρασαν τα όρια στην Υεμένη, κατέληξαν οι νομοθέτες, ακόμα κι αν δεν είναι απολύτως σαφές πού βρίσκονται τα όρια.
Και αυτό που έκαναν οι ΗΠΑ στην Υεμένη μοιάζει πολύ με αυτό που κάνουν στην Ουκρανία. Τον περασμένο μήνα, διαρροές από Αμερικανούς αξιωματούχους αποκάλυψαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες βοήθησαν την Ουκρανία να σκοτώσει Ρώσους στρατηγούς και να χτυπήσει ένα ρωσικό πολεμικό πλοίο, και ο πρόεδρος Μπάιντεν υπέγραψε πακέτο βοήθειας 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την Ουκρανία, μεγάλο μέρος του οποίου προορίζεται για στρατιωτική βοήθεια, όπως όπλα και ανταλλαγή πληροφοριών.
Το νομοσχέδιο, το οποίο ψήφισαν η κ. Τζαγιαπάλ και ο κ. ΝτεΦάζιο, έρχεται να προστεθεί στα δισεκατομμύρια σε στρατιωτική υποστήριξη προς την Ουκρανία που έχουν προηγηθεί. Η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε επίσης αυτόν τον μήνα ότι θα στείλει πυραυλικά συστήματα στην Ουκρανία που θα μπορούσαν θεωρητικά να χτυπήσουν ρωσικά εδάφη και σύμφωνα με πληροφορίες σχεδιάζει να πουλήσει στην ουκρανική κυβέρνηση τέσσερα μη επανδρωμένα αεροσκάφη που μπορούν να οπλιστούν με πυραύλους Hellfire.
Είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες σε πόλεμο στην Ουκρανία; Αν ανταλλάζαμε θέσεις – αν Ρώσοι αξιωματούχοι παραδέχονταν ότι βοήθησαν στη δολοφονία Αμερικανών στρατηγών ή στη βύθιση ενός πλοίου του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ – πιθανότατα δε θα υπήρχε ζήτημα ασάφειας.
Στην καλύτερη περίπτωση, αυτό που κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στην Ουκρανία δεν είναι μη πόλεμος. Αν μέχρι στιγμής έχουμε αποφύγει να το αποκαλέσουμε πόλεμο και μπορούμε να συνεχίσουμε να το κάνουμε, ίσως αυτό οφείλεται μόνο στο ότι έχουμε γίνει τόσο αβέβαιοι για το νόημα της λέξης.
Η Μπόνι Κρίστιαν είναι αρθρογράφος στο περιοδικό Christianity Today και συνεργάτης στο Defense Priorities, μια δεξαμενή σκέψης εξωτερικής πολιτικής. Έχει επίσης γράψει το βιβλίο «Αναξιόπιστο: Η κρίση της γνώσης που σπάει τον εγκέφαλό μας, μολύνει την πολιτική μας και διαφθείρει τη χριστιανική κοινότητα» που αναμένεται να κυκλοφορήσει.