Μιχάλης Μπορνόβας “Αντί για το διχασμό που προωθούν, κοινωνική συνοχή! Να τρομάξουμε το θηρίο, αλλιώς θα μας καταπιεί”
Μπορεί να είμαι υγειονομικός και τρις εμβολιασμένος αλλά πραγματικά εξανίσταμαι με την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού και την τιμωρητική αναστολή εργασίας και εισοδημάτων των υγειονομικών. Στο κάτω κάτω οι υγειονομικοί βρίσκονται αντιμέτωποι με τον ιό διαρκώς εδώ και δύο χρόνια -τους χειροκροτούσαμε τους “ήρωες”,αν θυμάστε- κάτι καταλαβαίνουν από προστασία από τον ιό.
Με την πρώτη εμφάνιση της covid-19, όπως ήταν αναμενόμενο, γνωρίζαμε ελάχιστα έως τίποτα γι αυτήν. Οι πληροφορίες από την Κίνα ήταν λιγοστές και η επιστημονική κοινότητα κατελήφθη, λίγο ώς πολύ, εξ απίνης. Καταφύγαμε τότε στον παγκόσμιο τυφλοσούρτη, που εφαρμόζουμε στις επιδημίες που χτυπούν το αναπνευστικό: αποστασιοποίηση, μάσκες, υγιεινή. Αυτή η χρυσή τριπλέτα, που ισχύει ακόμα και σήμερα, φάνηκε να είναι το μοναδικό αποτελεσματικό όπλο που είχαμε στα χέρια μας. Επειδή όμως κάθε αρχή και δύσκολη, η ζήτηση μασκών και ειδών προστασίας-και υγειονομικών υλικών-εκτοξεύτηκε σε παγκόσμιο επίπεδο, δημιουργώντας διάφορα γκροτέσκα-αποκαλυπτικά και διδακτικά θα έλεγα- περιστατικά κρατικής πειρατείας, όπου διάφορες χώρες υπέκλεπταν ολόκληρα φορτία υγειονομικού υλικού άλλων χωρών, μόνο και μόνο επειδή ήταν πιο ισχυρές (βλ. Γερμανία).
Παράλληλα ξεκίνησε μια προσπάθεια επιτήρησης της επιδημίας, ούτως ώστε να οργανώνεται καλύτερα η αντιμετώπιση της. Κι εδώ, όμως, η παγκόσμια αυξημένη ζήτηση των πρώτων υλών για τα αναγκαία τεστ, όπως και τόσο η ελλιπής γνώση των χαρακτηριστικών της πανδημίας, όσο και η έλλειψη υλικοτεχνικής υποδομής αλλά και ανθρώπινου δυναμικού, οδήγησαν σε μια λωβή και επιεικώς άτεχνη επιδημιολογική επιτήρηση-στην αρχή τουλάχιστον.
Την ίδια ώρα ξεκινούσε μια εργώδης προσπάθεια της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας, για την ανεύρεση είτε εμβολίου είτε θεραπείας της covid-19, με απρόσκοπτη χρηματοδότηση από κυβερνήσεις ή υπερεθνικούς σχηματισμούς, όπως η ΕΕ.
Στην πορεία αρχίσαμε να μαθαίνουμε ολοένα και περισσότερο τόσο τον sars-cov-2 όσο και την covid-19. Περάσαμε από τον φόβο των μολυσμένων επιφανειών στο επικίνδυνο και χρονικά επιμένον αερόλυμα-που στην αρχή απαξιωνόταν ως ανύπαρκτο-, μάθαμε ποιους ανθρώπους απειλεί κυρίως η νόσος, κατανοήσαμε ότι η θνητότητά της σνδέεται άμεσα με την ύπαρξη ενός οργανωμένου και ισχυρού συστήματος υγείας (βλ. Μπέργκαμο και την καθ’ ημάς Β. Ελλάδα), διαπιστώσαμε ότι, στις δικές μας κοινωνίες τουλάχιστον, η νόσος αποκτούσε ταξικά χαρακτηριστικά (βλ. ΜΜΜ, εργοστάσια κρέατος στη Γερμανία και στα καθ’ ημάς την Δυτική Αττική ή τα εργοστάσια της Β. Ελλάδας).
2. Η Διαχείριση
Θα υπέθετε, λοιπόν, κανείς ότι με την σώρευση τεκμηριωμένων επιστημονικών γνώσεων για τη νόσο και την εξέλιξη της, ο ιός θα ‘βρίσκε τον μπελά του. Φεύ, εδώ αρχίζει η περιπέτεια. Η επιστημονική γνώση, βελτιούμενη, χαρακτηρίζεται ως ειδική, υποχωρεί απ’ το προσκήνιο, διαπλέκεται με την πολιτική βούληση, γίνεται πολιτική διαχείριση και κυρίως βιοπολιτική διαχείριση. Μα, θα μου πείτε, αυτό δεν κάνουν οι οργανωμένες κοινωνίες και οι ιεραρχίες τους; Ναι, εξαρτάται, όμως, πάντα από το πώς αντιλαμβάνεται η εκάστοτε ιεραρχία την ίδια την κοινωνία και το έργο που αυτή της έχει αναθέσει. Γνωρίζουμε ότι ο βίος μας βρίθει βιοπολιτικών επιβολών, που είναι, όμως, τόσο καλά ενταγμένες ώστε μοιάζουν αυτονόητες. Το τι τρώμε μέχρι το τι φοράμε είναι αποτέλεσμα τέτοιων βιοπολιτικών επιβολών (βλ. Λάιτ προϊόντα, απώλεια βάρους, υγιεινή διατροφή, “υγιεινά” υφάσματα, κάπνισμα κλπ). Αλλά σε περιόδους κοινωνικής ηρεμίας, υπάρχει χρόνος ωρίμανσης του βιοπολιτικού μηνύματος, αμφισβήτησης του και, τελικά, επιβολής του. Και σήμερα δεν διάγουμε περίοδο κοινωνικής ηρεμίας.
Είναι γνωστό ότι στις νεωτερικές μας εποχές, το κριτήριο ευημερίας μιας χώρας είναι κυρίως τα μακροοικονομικά της μεγέθη, μια και η κοινωνία είναι ένα άθροισμα ανθρώπων με σκοπό την κερδοφορία. Αυτό τουλάχιστον πρεσβεύει το νεοφιλελεύθερο δόγμα. Η κυβέρνηση, λοιπόν, επιλέγει να προτεραιοποιήσει αυτά τα μεγέθη, προκειμένου να δείξει προς τους εταίρους της και την Αγορά ένα πρόσωπο ευημερίας. Έτσι ο τουρισμός θα προωθηθεί με οποιοδήποτε κόστος (υγειονομικό και κοινωνικό) και τις μεγάλες επενδύσεις, που μπορεί να μην φέρνουν χρήματα στην πραγματική οικονομία αλλά βελτιώνουν το φιλοεπενδυτικό μας προφίλ, θα τις καλωσορίσουμε με διθυράμβους. Όταν, λοιπόν, ένα μεγάλο πολυεθνικό fund αγοράζει το σύνολο σχεδόν των μεγάλων ιδιωτικών νοσοκομείων της χώρας, πανηγυρίζουμε. Γιατί μπορεί οι “επενδυτές” να προσδοκούν γρήγορη απόσβεση και κερδοφορία από τους Έλληνες πελάτες τους προκειμένου να ρίξουν τα κεφαλαία τους σε άλλους επενδυτικούς παραδείσους, αλλά εμείς θα τους διευκολύνουμε προστατεύοντας τους από την ζημιογόνα covid και μειώνοντας το λειτουργικό τους κόστος δια της εξαθλιώσεως του αντίστοιχου εργασιακού (βλ. Κατάργηση συλλ. Συμβάσεων, υπερωρίες κατά εργοδοτική βούληση, μη καταγραφή των υπερωριών κλπ). Τέλος, ενισχυτικό του ευημερούντος προφίλ είναι το ότι μπορούμε να αγοράζουμε όπλα και να παριστάνουμε την περιφερειακή γεωπολιτική δύναμη, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.
Αντίθετα η συγκρότηση πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, η ενίσχυση του ΕΣΥ με υλικοτεχνικές υποδομές (ΜΕΘ) και ανθρώπινο δυναμικό και η επιδημιολογική επιτήρηση με τα προσήκοντα τεστ και την προσήκουσα μέθοδο (κι όχι η τωρινή γελοιότητα), απαιτούν χρήματα χωρίς να υπόσχονται κέρδη. Κι αν κάποιος πει ότι το κέρδος θα είναι ένα υγιές εργατικό και καταναλωτικό δυναμικό και μια δυναμική παραγωγική βάση, θα του απαντήσουμε ότι αυτό απαιτεί μεσομακροπρόθεσμο σχεδιασμό, πράγμα που, επί της ουσίας, δεν ενδιαφέρει την παρούσα κυβερνητική πολιτική.
Αυτά όλα όμως δημιουργούν ανισότητες στο εσωτερικό της κοινωνίας, που με κάποιο τρόπο πρέπει να αντιμετωπιστούν. Εδώ επιστρατεύονται δύο μεγάλα-και μέχρις ώρας αποτελεσματικά- όπλα: α) Η καταστολή και β) Ο διχασμός.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ενώ δεν υπάρχουν χρήματα για την ενίσχυση του ΕΣΥ (πολυτελές ΕΣΥ κατά Σκέρτσο) ή για τη δημόσια παιδεία (που όντας μια αναγκαία και αναντικατάστατη κοινωνική δομή επλήγη βαριά από την πανδημία), υπάρχει πακτωλός χρημάτων για τη δημιουργία καινούργιων τμημάτων των σωμάτων ασφαλείας και για τον επαρκή υλικοτεχνικό εξοπλισμό τους. Υπάρχει επίσης υπόρρητη απαλλαγή από περιορισμούς δράσης, μετατρέποντας αυτούς τους δημόσιους υπάλληλους σε μαντρόσκυλα ή σερίφηδες του φαρ ουέστ. Μ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται ο αντίθετος από τον σκοπό ύπαρξης τους: η δημιουργία ενός αισθήματος ανασφάλειας στον πολίτη, που δεν ξέρει πότε θα βρεθεί δαρμένος και κατηγορούμενος χωρίς λόγο, μόνο και μόνο επειδή λειτουργεί ως πολίτης.
Από την άλλη η ανάδυση της έννοιας της “ατομικής ευθύνης” αναδείχθηκε στο πλέον ανακουφιστικό και λειτουργικό όπλο της κυβέρνησης. “Αυτοί κάνουν ό,τι μπορούν, εσύ γιατί δεν ενδιαφέρεσαι για τον διπλανό σου;” Αν βάλετε στη θέση του “ενδιαφέρεσαι για τον διπλανό σου” το “πειθαρχείς” θα καταλάβετε πού είναι ο λάκκος στη φάβα. Έτσι επιτυγχάνεται ο διχασμός που σκοπό έχει, πρώτον να μείνει στα αζήτητα η αμφισβήτηση του “κάνουν ό,τι μπορούν” και, δεύτερον, να μετατεθεί από τους αρμόδιους (σώματα ασφαλείας) στον πολίτη, δια της ενεργοποίησης του κοινωνικού αυτοματισμού, η διάθεση για καταστολή. Και μην ξεχνάμε ότι αυτό ξεκίνησε με το “μάσκα-όχι μάσκα” και το βλέπουμε τώρα στο απόγειο της δόξης του με το “εμβολιασμένοι-μη εμβολιασμένοι”.
3. Το τώρα
Βρισκόμαστε, λοιπόν, σήμερα μπροστά σε μια κοινωνία που, από τη μια θρηνεί καθημερινά καινούργια θύματα και από την άλλη είναι έτοιμη να ξεσκίσει τις σάρκες της και σε μια κυβέρνηση που υποδαυλίζει διαρκώς αυτή την κανιβαλιστική, διχαστική διαδικασία ανακοινώνοντας, με ύφος αυστηρού γυμνασιάρχη, καινούργια κατασταλτικά μέτρα. Μέτρα που είναι φανερό ότι θα είναι ατελέσφορα όσον αφορά την πανδημία αλλά θα βοηθήσουν τα μάλα στον δικό της εξαγνισμό.
Ας αναρωτηθούμε όμως, πώς αφεθήκαμε και οδηγηθήκαμε σ’ αυτήν την κατάσταση;
Θα ξεκινήσω τον συλλογισμό μου με το κλισέ “οι ψεκασμένοι και οι ανεμβολίαστοι δεν ταυτίζονται, οι ψεκασμένοι είναι ένα πάρα πολύ μικρό ποσοστό, που πάντα υπάρχει και αναδύονται στο προσκήνιο όταν η κοινωνική ανοσία αδυνατίσει”. Αν σας θυμίζει κάτι έχετε δίκιο, γιατί το ίδιο συνέβη και την προηγούμενη δεκαετία, με την οικονομική κρίση τότε, με αποτέλεσμα να περάσουμε την περιπέτεια της Χρυσής Αυγής-με την οποία περιπέτεια δεν έχουμε τελειώσει ακόμα και ενδεχομένως να την δούμε να αναζωπυρώνεται με την σημερινή διχαστική κατάσταση.
Τι κάνει όμως την άμυνα της κοινωνίας να αδυνατίσει; Μα το πλήγμα στην κοινωνική της συνοχή. Και πώς συμβαίνει αυτό; Μα όταν η κοινωνική ηγεσία παρουσιάζεται αναποφάσιστη, αδύναμη και με αμφίσημο λόγο. Μα η κυβέρνηση παρουσιάζεται αποφασιστική. Ναι αλλά η κοινωνική ηγεσία δεν είναι μόνη της η κυβέρνηση. Στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι το βιοπολιτικό μόρφωμα, που προέκυψε από την μίξη της κυβερνητικής με την υγειονομική ηγεσία. Η κυβερνητική ηγεσία μιλά υγειονομικά επικαλούμενη τους “ειδικούς” και η υγειονομική ηγεσία μιλά πολιτικά επικαλούμενη την αυθεντία της. Το αποτέλεσμα είναι ένας ακατανόητος θόρυβος. Και ο μέσος πολίτης αρχίζει να αμφισβητεί την επάρκεια αυτής της ηγεσίας, αναζητά άλλες πηγές στιβαρού λόγου, ακούει τις λογικοφανείς μεν, απόλυτες δε θέσεις των “ψεκασμένων”, πείθεται ανακουφισμένος γιατί φαίνονται θέσεις σταθερές, πολώνεται και είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει κάθε διαφωνούντα. Ποιος φταίει γι αυτό και τι νόημα έχει να τα βάλεις μαζί του;
Ας ανατρέξουμε λίγο στα περιστατικά:
Όταν δεν υπήρχαν μάσκες στην παγκόσμια αγορά “δεν χρειάζονται μάσκες, οι μάσκες είναι για τους υγειονομικούς”.
Όταν υπήρξε επάρκεια μασκών-αλλά και μάθαμε ότι ο ιός είναι αερομεταφερόμενος (για να είμαστε τίμιοι): “μάσκες παντού”.
Για να καταλήξουμε στο κωμικοτραγικό του ίδιου του πρωθυπουργού: “ η μάσκα είναι το εμβόλιο πριν το εμβόλιο”.
Από την αρχή της πανδημίας ξέραμε (το έλεγε κι ο ίδιος ο Τσιόδρας αν θυμάμαι καλά-διορθώστε με) ότι το ράπιντ τεστ (που είναι το ίδιο με το σελφ τεστ) είναι εξαιρετικό εργαλείο επιδημιολογικής επιτήρησης αλλά όχι ακριβές ως προσωπικό διαγνωστικό μέσο.
Σήμερα αν είσαι ανεμβολίαστος το ράπιντ τεστ αποτελεί διαβατήριο για διάφορους χώρους.
Αλλά αν βγει θετικό, χρειάζεσαι pcr για να θεωρηθεί ότι είσαι αληθινό κρούσμα.
Τέλος: ακόμα πριν κυκλοφορήσουν τα εμβόλια, οι επιστήμονες ήταν σαφείς: δεν θα έχουν ολική κάλυψη, έχουν πολύ μεγάλη κάλυψη όσον αφορά τον θάνατο και την σοβαρή νόσηση, αρκετά μικρότερη για ήπια νόσηση. Που από μόνο του σημαίνει ότι δεν σταματούν τη φορεία.
Παρ’ όλα αυτά ο πρωθυπουργός και η κυβερνητική ηγεσία επέμεναν: θα ‘ρθουν τα εμβόλια και η πανδημία θα τελειώσει. Τι κι αν φώναζαν οι επιστήμονες ότι το εμβόλιο είναι απλώς ένα εργαλείο, πολύ βοηθητικό βέβαια, αλλά που δεν σημαίνει το τέλος της πανδημίας. Οι πολιτικοί μας ταγοί επέμεναν-και επιμένουν.
Όλα αυτά τα αντιφατικά μηνύματα δημιουργούν σύγχυση και ανασφάλεια στον μέσο πολίτη.
Δεν είναι παράλογο λοιπόν να αναρωτιέται “γιατί να βάλω μάσκα; Αφού τα λένε μια έτσι μια αλλοιώς. Κι αφού λένε να την φοράω όταν πάω μόνος μου για περπάτημα στο δάσος. Κι αφού με βάζουν αν τη φοράω έξω, την ώρα που τα ΜΑΤ χαριεντίζονται στα Προπύλαια ξεμάσκωτα και ο υπουργός λέει “ξέρετε, έξω δεν κολλάει” και μετά συλλαμβάνουν μασκωμένους διαδηλωτές και τους ρίχνουν τον ένα πάνω στον άλλο, σε μπουντρούμια χωρίς αερισμό και ξεμάσκωτους και κανείς δεν τους λέει κουβέντα.Βλακείες λένε, δεν τη φοράω”.
Ή “γιατί να δώσω ένα δεκάρικο να κάνω ράπιντ; Αφού δεν είναι αξιόπιστο-το λένε και οι ειδικοί. Κι έπειτα στο λεωφορείο δεν κολλάει, στην καφετέρια κολλάει;”
‘Η τέλος “γιατί να κάνω εμβόλιο; Αφού είμαι νεαρός και θα το περάσω ήπια. Κι έπειτα και να το κάνω, πάλι θα κινδυνεύουν οι διπλανοί μου αφού μπορεί να είμαι φορέας”.
Πραγματικά το βρίσκω άνευ νοήματος να μπεις σε διάλογο με τέτοια επιχειρήματα. Γιατί πρώτα απ’ όλα το αληθινό ζητούμενο απουσιάζει και δεύτερον γιατί θα βρεθείς, χωρίς να το θέλεις, να απολογείσαι για την κυβερνητική πολιτική.
Πάρτε τώρα αυτόν τον πολίτη και στήστε τον τοίχο και πείτε του “εσύ φταις για όλα αυτά που συμβαίνουν”. Ή “σε υποχρεώνω να φοράς μάσκα, να κάνεις τεστ, να εμβολιαστείς, αλλιώς εσύ θα φταις για όλα αυτά”. Κάντε το εικόνα: η επόμενη σκηνή θα είναι να τραγουδά τον εθνικό ύμνο και να φωνάζει “ζήτω η ελευθερία” πριν την ομοβροντία της εκτέλεσης.
Ο λαός μας έχει αποδείξει -και στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν- ότι μπορεί να αντιμετωπίζει εξωτερικούς εχθρούς όταν υπάρχει κοινωνική συνοχή. Όχι γιατί είναι ιδιαίτερος ούτε γιατί είναι καλύτερος από άλλους αλλά επειδή του έτυχε να αντιμετωπίσει εχθρούς. Θεωρώ λοιπόν ότι και στην σημερινή συγκυρία το ζητούμενο είναι η κοινωνική συνοχή.
Δεν έχει νόημα να δαιμονοποιούμε τους μη εμβολιασμένους. Ούτε έχει νόημα να προσπαθήσουμε να τους πείσουμε για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων. Πρέπει να τους κάνουμε να νιώσουνε ότι ανήκουμε στην ίδια κοινωνία, παλεύουμε τον ίδιο εχθρό, η πάλη αυτή είναι συλλογική και δεν έχει να κάνει με ατομικά συμφέροντα, θα νικήσουμε μόνο αν είμαστε μαζί και ότι αυτοί που ευθύνονται γι αυτήν την κατάσταση είναι αυτοί που οδηγούν το πλοίο και το οδηγούν στα βράχια.
Μπορεί να είμαι υγειονομικός και τρις εμβολιασμένος αλλά πραγματικά εξανίσταμαι με την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού και την τιμωρητική αναστολή εργασίας και εισοδημάτων των υγειονομικών. Στο κάτω κάτω οι υγειονομικοί βρίσκονται αντιμέτωποι με τον ιό διαρκώς εδώ και δύο χρόνια-τους χειροκροτούσαμε τους “ήρωες”,αν θυμάστε-κάτι καταλαβαίνουν από προστασία από τον ιό. Τα σώματα ασφαλείας που βρίσκονται συνεχώς σε επαφή με τους πολίτες, σε συνθήκες απόλυτης μετάδοσης (λαχάνιασμα απ’ το τρέξιμο, φωνές απ’ τον ξυλοδαρμό, κραυγές εκφοβισμού στο πρόσωπο κλπ) γιατί δεν υποχρεώνονται σε εμβολιασμό; Οι υγειονομικοί φοράνε στη δουλειά τους μάσκες ffp2, προσωπίδες, στολές και γάντια, οι αστυνομικοί τί φοράνε; Άλλη μια ασύγγνωστη αντίφαση.
Φρονώ, καταλήγοντας, ότι, αντί να αναλωνόμαστε σε κυνήγι μαγισσών, ανεμβολίαστων και ξεμάσκωτων, πρέπει να προσπαθήσουμε να συντονίσουμε τις φωνές μας μέσα από όποια συλλογικότητα μπορούμε, είτε εργασιακή είτε κοινωνική, ώστε να γίνει μια δυνατή παλλαϊκή κραυγή που να απαιτεί το αυτονόητο: την αλλαγή πλεύσης στην αντιμετώπιση της κατάρας της πανδημίας.
Να απαιτήσουμε χρηματοδότηση του αγώνα κατά της πανδημίας.
Να συγκροτηθεί Π.Φ.Υ.
Να γίνουν αληθινές προσλήψεις στο ΕΣΥ.
Να χρηματοδοτηθεί πραγματική επιδημιολογική επιτήρηση με ράπιντ τεστ ως επιδημιολογικό εργαλείο και δωρεάν μοριακό τεστ ως προσωπικό διαγνωστικό εργαλείο. Όχι άλλους καρεκλοκένταυρους τηλεστάρ “ειδικούς”. Έχουμε μεγάλο και επαρκές επιστημονικό δυναμικό που ξέρει πολύ καλά τι πρέπει να κάνει.
Πρέπει να τρομάξουμε το θηρίο αλλιώς θα μας καταπιεί. Για την ακρίβεια θα μας βάλει τον έναν να καταπιεί τον άλλον
*Ο Μιχάλης Μπορνόβας είναι γιατρός