Ο πόλεμος είναι, για τον Ερντογάν και το σύστημα εξουσίας που έχει εγκαθιδρύσει, μονόδρομος. Η διεκδίκηση του ρόλου περιφερειακής υπερδύναμης η οποία θα κινείται χωρίς εξαρτήσεις από τρίτους με στόχο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της και μόνο, έχει οδηγήσει την Άγκυρα στην «κινούμενη άμμο» της Συρίας και σε επιθετικές (και παράνομες) κινήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο στην κυπριακή ΑΟΖ. Από αυτήν την ξεκάθαρη επιλογή επίδειξης (και χρήσης) ισχύος η τουρκική ηγεσία είναι αδύνατο να αναδιπλωθεί δίχως να καταβάλει υπέρμετρο πολιτικό κόστος, που μπορεί να φτάσει μέχρι την αποδόμησή της…
Στη Συρία, ύστερα από τις πρώτες μέρες της εισβολής η οποία φαίνεται ότι εξελίχθηκε σχετικά εύκολα για τις τουρκικές δυνάμεις, η Άγκυρα βρίσκεται μπροστά στη δύσκολη πραγματικότητα:
Τα συριακά κυβερνητικά στρατεύματα έχουν εμπλακεί σε σφοδρές συγκρούσεις με τουρκικές δυνάμεις στην ύπαιθρο γύρω από τη μεθοριακή πόλη Ρας αλ-Άιν. Πρόκειται για περιοχές απ’ όπου υποχώρησαν οι Κούρδοι αλλά αναπτύχθηκαν συριακές δυνάμεις.
Οι Αμερικανοί δεν φαίνεται να εγκαταλείπουν την περιοχή, καθώς εμφανίζονται αυτόκλητοι προστάτες των πετρελαιοπηγών που βρίσκονται στην ανατολική Συρία.
Η Ρωσία, από την πλευρά της, δεν φαίνεται διατεθειμένη να εγκαταλείψει τον Άσαντ έρμαιο στις ορέξεις της Άγκυρας.
Σε γενικές γραμμές, όλα αυτά ενισχύουν την άποψη σύμφωνα με την οποία η Τουρκία κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε μια παρατεταμένη σύγκρουση, έχοντας να αντιμετωπίσει τον συριακό στρατό, ο οποίος δεν θα εγκαταλειφθεί από τους συμμάχους Ρώσους και το κουρδικό αντάρτικο το οποίο δεν θα πάψουν να ενισχύουν υπογείως δυνάμεις όπως το Ισραήλ. Είναι προφανές ότι για το σύστημα εξουσίας του Ερντογάν η οποιαδήποτε αναδίπλωση σ’ αυτό το μέτωπο – που έχει να κάνει με το κουρδικό ζήτημα, το οποίο είναι μείζον θέμα ασφάλειας για την Τουρκία – θα σημάνει τεράστια πολιτική ήττα που μπορεί να υπονομεύσει την ηγεμονική του θέση στην εσωτερική πολιτική σκηνή.
Ανατολική Μεσόγειος
Στο μεγάλο παιχνίδι με τα ενεργειακά κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου η τουρκική ηγεσία εμφανίστηκε από την πρώτη στιγμή αποφασισμένη να «αρπάξει» ό,τι θεωρεί πως της ανήκει ή ό,τι έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν τα τουρκικά όπλα.
Οι συνεχείς παραβιάσεις της κυπριακής ΑΟΖ, η διαρκής υπενθύμιση των θέσεων ότι τα νησιά (Ρόδος, Καστελόριζο, Κάρπαθος, Κρήτη) δεν έχουν δικαιώματα σε ΑΟΖ είναι εδώ και 1-2 χρόνια η πρακτική που ακολουθεί η Άγκυρα προκειμένου να υπογραμμίσει τις (στρατιωτικές της) δυνατότητες να διεκδικήσει μερίδιο από την πίτα.
Η τουρκική επιθετικότητα ενισχύεται, θα πρέπει να σημειωθεί, από την ελληνική αδυναμία διατύπωσης μιας αξιόπιστης αποτρεπτικής απάντησης. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, έχοντας επίγνωση αυτής της αδυναμίας, ακολουθούν μια αναποτελεσματική κατευναστική πολιτική και επενδύουν σε ξένη προστασία, προσφέροντας γη και ύδωρ στους Αμερικανούς.
Ωστόσο, δεδομένης της αναξιοπιστίας των Αμερικανών «προστατών» οι οποίοι δεν πρόκειται να σταματήσουν να παζαρεύουν με τον Ερντογάν, το εφιαλτικό ερώτημα που (πρέπει να) απασχολεί την Αθήνα είναι απλό: Τι θα συμβεί αν η Ουάσιγκτον «ανοίξει» την πόρτα (και) της Ανατολικής Μεσογείου στην Άγκυρα, όπως της άνοιξε τον δρόμο για να μπει στη βόρεια Συρία;