Λογοτεχνία

Γιώργος Δελιόπουλος: Τρία ποιήματα για τον «Άλλο»

Εν αρχή ην εκείνος ο άγνωστος «Άλλος». Στέκεται απέναντι, βλοσυρός και σκοτεινός, σίγουρα με μισεί, περιφρονεί τον κόσμο μου, θέλει να τον καταστρέψει, ένας δαίμονας αληθινός που αλλάζει διαρκώς μορφή: χθες ήταν Πέρσης και Εβραίος, σήμερα μετανάστης από την Αφρική, αύριο… Το σίγουρο είναι ότι απλώνει ρίζες συνεχώς και ‒ποιος ξέρει;‒ κάποτε θα καταφέρει να με πνίξει. Πρέπει να τον προλάβω τώρα, να τον διώξω από το σπίτι μου. Ας πάει αλλού, ας γυρίσει πίσω, στα μαχαίρια που τον περιμένουν, δε με νοιάζει. Αρκεί να σωθώ.

 

Ο ΦΟΒΟΣ ΤΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ

Φοβάμαι τα μεγάλα δέντρα και τρομάζω

που από διπλανά οικόπεδα

απρόσκλητα κλωνάρια εφορμούν

τρυπώντας το γαλάζιο τ’ ουρανού μου

που επιδράμουν ίσκιοι εισβολείς

στην ασφαλή περίφρακτη ζωή μου

και διψασμένες ρίζες

εξαντλούν απαρατήρητα

τον υδροφόρο μου ορίζοντα.

Τρομάζω κάθε μέρα που μαζεύω

πεσμένα φύλλα και κατάσκοπους καρπούς

δούρειους κλώνους στο γρασίδι

να φωνάζουν, επιτέλους έφθασε η ώρα

για την τελική επιδρομή μας.

Νομίζω τελικά πως έφθασε η ώρα

να καούν οι ρίζες που ληστεύουν το νερό μου

να κοπούν τα δέντρα τρομοκράτες

σε μικρά ακίνδυνα κομμάτια

για τους μέλλοντες χειμώνες μου.

Στη φτωχή μας γειτονιά

δεν υπάρχει επιπλέον ουρανός

να χωράει ποικιλίες ίσκιων

και σε λίγα χρόνια τα εφηβικά μου δέντρα

θα γυρεύουν όλο τον αέρα,

όλο το νερό και ολόκληρη τη γη

για να μεγαλώνουν όσο πρέπει.

Από τη συλλογή του Γ. Δελιόπουλου

 Επισκέπτης  Άγγελος (εκδ. ΚΔΒΚ, 2015)

Ο «Άλλος», όμως, παραμένει εδώ. Μεταμορφώνεται, αλλάζει χρώμα κι αριθμό ταυτότητας, αλλά δεν εξαντλείται. Τρομάζω, δε θα γλιτώσουμε ποτέ από δαύτον; Προσπαθώ να τον ανακρίνω, να μάθω τι θέλει από μένα, μα είναι αδύνατον. Τον πλησιάζω κι απομακρύνεται, του μιλώ και δεν αποκρίνεται, κάτι φωνάζει μα δεν καταλαβαίνω. Σαν να μην υπάρχουμε ο ένας για τον άλλο. Κι όμως, έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλο, για να ανακαλύψουμε το πρόσωπό μας.

Τότε μεσολαβεί η Ποίηση, το πολύφωνο ηχείο του κόσμου. Κολλάω το αυτί στους στίχους και ακούω, κάτω από το διαφορετικό χρώμα του δέρματος, μέσα μου βαθιά και μέσα σ’ όλους τους ανθρώπους, τους υπόγειους χτύπους της ψυχής κι όλα αποκτούν το χαμένο τους νόημα. Κάποτε τα όνειρά του είχαν ίδιο σχήμα με τα όνειρά μου, ένας όμορφος ορίζοντας ‒όπως κι ο δικός μου‒ πλάταινε συνέχεια κι όλο καμάρωνε πως θα ’χει πάντα ουρανό να ταξιδεύει. Τώρα, ο «Άλλος» είναι ο φτωχούλης του Θεού και καλείται να τα βγάλει πέρα με τα ψίχουλα μιας αργοπορημένης συμπόνιας, τις πληγές του δείχνοντας σαν αντικείμενο προς πώληση.

 

Ο ΦΤΩΧΟΥΛΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Εκλεκτοί κι υπεράνω ευθύνης κυρίες και κύριοι

θυμηθείτε για λίγο τον φτωχούλη Αρμάντ

το παιδί με τα κίτρινα χέρια που καθάριζε τάφους

τον εχθρό που συνέλαβαν με ξίφος στην τσέπη

τον τρελό που κουβάλησε την έρημο μέσα του

τον ξένο που άλλαξε για χάρη σας όνομα

τον νέο σας γείτονα εντός των τειχών

θυμηθείτε για λίγο τον φτωχούλη Αρμάντ

που δε βρήκε ανάπαυση σε καμιά προσευχή.

Από την ανέκδοτη συλλογή

των Χρ. Τουμανίδη – Γ. Δελιόπουλου, Εορδαία Γη

Γέφυρες οι στίχοι ενώνουν και διαπερνώ ανάλαφρος τα τείχη που μας χώριζαν, ψηλαφώ τον «Άλλο» στο σκοτάδι. Τελικά, τον είχε πλάσει η φαντασία από εκείνα τ’ απαγορευμένα κομμάτια του εαυτού μου, που ζητούσα να ξορκίσω. Τον είχα σχεδιάσει στον αντίστροφο καθρέφτη ως έναν χρήσιμο εχθρό, για να αισθάνομαι «κανονικός». Όμως, ο «Άλλος» στον καθρέφτη είμαι εγώ. Γιατί όλοι κουβαλάμε μέσα μας τα χιλιάδες πρόσωπα του Ανθρώπου, μια κοινή μοίρα που ταλαντώνεται μεταξύ χαράς και πόνου, μια κοινή λαχτάρα για ζωή. Τώρα ξέρω πως σε όλες τις γλώσσες του κόσμου υπάρχει μια κοινή γραμματική που μας ορίζει.

Μου τη μαθαίνει η Ποίηση.

 

 ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

Κάθε φορά σαν διαβάζω γυαλί

σπασμένο στη γλώσσα όπου θήλαζα

μεταφράζω το βλέμμα που ράγισε

ξαναστήνω το σπίτι που ρήμαξε

το νησί που δε βρήκε λιμάνι προφταίνω

κι επιτέλους, η μνήμη λυτρώνεται

πριν μας πνίξει με άδεια σωσίβια

δες, οι λέξεις φιλιώνουν τα τραύματα

δίχως πια να ματώνουν στα χείλη

όταν κλίνω το ρήμα θυμάμαι

μόνος άκλιτος τύπος αγιάτρευτη δίψα

που κανέλα μυρίζει και θάνατο

με την ίδια αρμύρα για όλες τις γλώσσες

ο ίδιος σε όλους τους χρόνους καημός

μόνος άκλιτος τόπος, η χαμένη πατρίδα.

Από ανέκδοτη συλλογή του Γ. Δελιόπουλου

 Το κείμενο παρουσιάστηκε σε ποιητική βραδιά που διοργάνωσε η “Κίνηση για τα Γράμματα και τις Τέχνες” την Κυριακή 16 Ιουνίου στο Αρχαίο Θέατρο Μίεζας, καθώς και στα πλαίσια του τριημέρου με θέμα «Ο Πολιτισμός της Δυτικής Μακεδονίας από το χθες στο σήμερα», που διοργάνωσε το Περιοδικού Λόγου & Τέχνης Παρέμβαση από τις 28-30 Ιουνίου στο Λαογραφικό Μουσείο Κοζάνης.

Γιώργος Δελιόπουλος, ποιητής

Οι πίνακες, ζωγραφική σε ξύλο, είναι της Βίκυς Νικοπούλου – Δαβιώτη. (“Αγάπη και Ειρήνη” – “Το δέντρο” – “Το άλλο πρόσωπο”)

banner-article

Ροη ειδήσεων