“H ENATH” γράφει ο Σταμάτης Παγανόπουλος
Σκέφτομαι κάποιες φορές, ίσως για να παίρνω θάρρος, ότι ο Μπετόβεν έγραψε την τελευταία του συμφωνία, αυτή που θεωρείται από πολλούς ειδήμονες η ύψιστη μουσική σύνθεση, όταν ήταν πλέον εντελώς κουφός.
Δεν μ’ ενδιαφέρει πώς το έκανε, ξέρω ότι ήταν μεγαλοφυία, κι ότι μπορούσε να κάνει πράγματα αδιανόητα για μας, τους κοινούς θνητούς. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι το έκανε.
Το χορωδιακό τέταρτο μέρος είναι η Ωδή στη Χαρά, σε στίχους του ποιητή Σίλερ. Ο τρόπος που το μελοποίησε ο Μπετόβεν είναι συνταρακτικός. Και πάντα αναρωτιέμαι, πώς μπόρεσε αυτός ο άνθρωπος, μέσα στην απόλυτη μαυρίλα -ένας συνθέτης που έχασε την ακοή του, να αγγίξει τέτοια μεγαλεία χαράς, μανίας, θέωσης;
Σίγουρα είναι πιο εύκολο, όταν όλα σου πάνε καλά, όταν έχεις γεννηθεί προνομιούχος και ζεις ως τέτοιος, ν’ αφιερώνεις τον χρόνο σου στην τέχνη και στη δημιουργία.
Το δύσκολο δεν είναι να γράψεις, να ζωγραφίσεις, να συνθέσεις. Το δύσκολο είναι να βρεις την ψυχική διάθεση και το χρόνο για να το κάνεις, όταν δεν είσαι ένας από τους λίγους που είναι πιο «ίσοι απ’ τους ίσους».
Υπάρχει ένας μεγαλύτερος κύκλος δυστυχίας τριγύρω. Όταν βλέπεις τι συμβαίνει στον κόσμο, πόση ανοησία, απληστία, μίσος, δίψα για αίμα, υπάρχουν αποθαρρύνεσαι. Γιατί να γράφεις ποιήματα, όταν ένας πορωμένος ψυχοπαθής θα πάρει το φορτηγό του και θα θερίζει ανθρώπους;
Πραξικοπήματα και βομβαρδισμοί, μαριονέτες-ηγέτες που υποθηκεύουν ολόκληρες χώρες, θάλασσες προσφύγων που πνίγονται στη θάλασσα, σκλάβοι που πεθαίνουν στη δουλειά για να μπορούν να έχουν άχρηστα αντικείμενα άλλοι σκλάβοι -που δεν πεθαίνουν στη δουλειά.
Τι σημασία έχει οτιδήποτε μέσα σ’ αυτόν τον παράλογο κόσμο;
Έπειτα είναι ένας μικρότερος κύκλος πίεσης και δυστυχίας, αυτός που περιορίζεται στα όρια του εαυτού σου.
Είναι η απόγνωση όταν βλέπεις ότι δεν μπορείς να βρεις δουλειά κι η άλλη -ίσως βαθύτερη- όταν βρίσκεις δουλειά και αντιλαμβάνεσαι ότι με τα λεφτά που θα πάρεις δεν θα εξασφαλίσεις μια αξιοπρεπή ζωή. Μετά βίας θα πληρώσεις τους φόρους και τους λογαριασμούς.
Κι ακόμα ένα καλοκαίρι της ζωής σου, θα το ζήσεις μακριά απ’ τη θάλασσα, που απέχει λίγα χιλιόμετρα.
Χρόνος δεν υπάρχει, γιατί ο χρόνος είναι χρήμα, κοστίζει, κι εσύ πρέπει να τον πουλήσεις τόσο φτηνά τον χρόνο σου, τη ζωή σου.
Έτσι εγκλωβισμένος αναρωτιέσαι: Γιατί να γράψω κάτι; Πώς να αισθανθώ χαρά;
Τότε -όταν αναρωτιέμαι- θυμάμαι την Ενάτη του Μπετόβεν.
Να βρίσκεις τη δύναμη να κάνεις το σκοτάδι φως.
Να κάνεις τη σιγή μουσική.
Να κάνεις τον πόνο χαρά.
Να καταφέρεις να πιάσεις το πινέλο και να σχεδιάσεις δυο γραμμές στον καμβά. Έστω δύο. Έστω μία.
Να γράψεις μια λέξη.
Να παίξεις μια νότα.
Αυτό είναι το πιο δύσκολο απ’ όλα και το πιο σημαντικό. Ενώ πιέζεσαι, εξοργίζεσαι, θλίβεσαι, απογοητεύεσαι, ενώ τσαλαβουτάς στα σκατά, να καταφέρεις να σηκώσεις λίγο το κεφάλι για να κοιτάξεις τ’ άστρα.
Κι ύστερα να τα ζωγραφίσεις, να γράψεις γι’ αυτά, να τα τραγουδήσεις.
Δεν χρειάζεται να είσαι Μπετόβεν -στο ταλέντο. Αυτό που διδάσκει ο «Τιτάνας της Μουσικής», δεν είναι η μουσική, αλλά κυρίως το ανεξάντλητο πείσμα του.
Ότι, παρά τον καιρό και τα σημεία, παρά την ατυχία και τα χτυπήματα, μπορείς να συνεχίσεις να κοιτάς τ’ άστρα, να τραγουδάς τη Χαρά.
Ξεχάστε τις δικαιολογίες της αναβολής και της απόγνωσης: «Δεν προλαβαίνω, δεν έχω χρόνο, δεν έχω δυνάμεις».
Η τέχνη δεν είναι κάτι που κάνουν οι άνθρωποι όταν είναι χαρούμενοι, ασφαλείς, εξασφαλισμένοι, γεμάτοι από χρήμα και χρόνο.
Η τέχνη, κάθε τέχνη και δημιουργία, δεν είναι χόμπι, που κάνεις στον ελεύθερο χρόνο σου.
Η τέχνη είναι ζωή. Χωρίς αυτήν, χωρίς την τέχνη, η ζωή είναι ανούσια, αδιάφορη.
Πώς θα ήταν αν ζούσαμε σ’ έναν κόσμο χωρίς μουσική, κινηματογράφο, βιβλία, ζωγραφική, χορό;
Πώς θα ήταν αν ζούσαμε σ’ ένα κόσμο χωρίς ψευδαισθήσεις, χωρίς όνειρα, χωρίς φαντασία;
Πώς θα ήταν αν ζούσαμε σ’ έναν κόσμο χωρίς έρωτα;
Υπάρχει πολύ μίσος τριγύρω μας, πολύς θάνατος, πολύ αίμα, πολλή καταπίεση.
Η απάντηση σ’ όλο αυτό το αίμα δεν είναι περισσότερο αίμα.
Η απάντηση είναι η χαρά, η ευτυχία, η δημιουργία, ο έρωτας, η τέχνη.
Είναι να καταφέρεις, παρά την κώφωση, παρά τη μαυρίλα, παρά την πίεση, να δώσεις.
Ό,τι έχεις, ό,τι μπορείς, να το βγάλεις από μέσα σου, να πλησιάσεις λίγο τον άνθρωπο που στέκεται εκεί δίπλα σου, να τον τραβήξεις κι εκείνον έξω.
Και να μην ξεχνάς, όσο χαμηλά και να πέφτεις, όσο άσχημα και να νιώθεις ότι-οπως μας ειπαν οι QUEEN-
This is our last dance
This is ourselves
Under pressure
Σταματης Παγανοπουλος