Περιγραφή Αλέξανδρος Γραμματικόπουλος
Φωτογραφίες Αλέξανδρος Γραμματικόπουλος, Αθανάσιος Συργιάννης, Αντώνιος Τολιόπουλος
Κυριακή 20-05-2018.
Η αυγή παραμέριζε, από τη μια στιγμή στην άλλη, το μαύρο πέπλο της νύχτας. Μία ακόμη μέρα Κυριακής ξεκινούσε. Ξεκινούσαμε και εμείς, τα μέλη της ορειβατικής ομάδας Βέροιας «Τοτός», για ένα ακόμη ραντεβού με τη Φύση, για ένα ακόμη δικό μας κυριακάτικο στοίχημα.
Το στοίχημα της κατάκτησης κορυφών.
Τα ρολόγια δείχνανε 06.00΄ π.μ.
Ήταν η ώρα που αναχωρούσαμε για την προσπάθειά μας να παραβγούμε με το βουνό, να δοκιμάσουμε τα όριά μας, να το νικήσουμε και να το κατακτήσουμε.
Φεύγοντας από τη Βέροια, την πόλη της ιστορίας, προσπεράσαμε το Βυζαντινό Μουσείο που φυλάσσει στο εσωτερικό του αξιόλογα έργα τέχνης βυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής.
Στο τριώροφο αυτό πέτρινο κτίσμα φιλοξενούνται, στους κατάλληλα διαμορφωμένους του χώρους, μόνιμες εκθέσεις φορητών εικόνων, αποτοιχισμένων τοιχογραφιών, ψηφιδωτών δαπέδων, επιγραφών και χειρογράφων, ταφικών ευρημάτων και αντικειμένων αγγειοπλαστικής (φωτ. 1).
Ο ουρανός με λιγοστά σύννεφα. Ο καιρός ίδιος με εκείνον των τελευταίων ημερών, ασταθής. Προορισμός μας το Λιτόχωρο. Το κυριακάτικό μας πρόγραμμα: «Ανάβαση στις κορυφές της Ν-ΝΑ πλευράς του Ολύμπου, ξεκινώντας από τη θέση ‘‘Πριόνια’’» (φωτ. 2).
Αφήσαμε πίσω μας την πρωτεύουσα του Νομού Ημαθίας και μπήκαμε στην Εγνατία Οδό με κατεύθυνση προς την Κατερίνη. Τον ανατέλλοντα Ήλιο τον «πετύχαμε», αυτή τη φορά, πλησιάζοντας στη διασταύρωση προς το Κλειδί και πριν μπούμε στην Εθνική :«Θεσ/νίκη-Αθήνα». Ο ουρανός με το φανταστικό ερυθροπορτοκαλί χρωματισμό του και η Φύση να αρχίζει να «ντύνεται» στα φωτεινά (φωτ. 3).
Παρακολουθώντας την πορεία του Ήλιου στα ψηλά και θαυμάζοντας τις εναλλαγές των χρωμάτων στον ουρανό δεν καταλάβαμε για πότε φτάσαμε στη διασταύρωση για το Λιτόχωρο. Ανηφορίζοντας τον επαρχιακό δρόμο που οδηγεί προς την ημιορεινή κωμόπολη του Νομού Πιερίας…ω, νάτος !!
Ο γιγάντιος ορεινός όγκος του βουνού που έχει τραγουδηθεί από την Λαϊκή Μούσα, τον Όμηρο, τους έλληνες και ξένους ποιητές:
«Όλυμπε, σε είδα μίαν αυγή ζωσμένα στήθια να’ χεις
Με μαύρα νέφη, με αστραπές και με στοιχειών αγώνες.» ( του Νικολάου Πετμεζά–Λαύρα ).
Όσο προχωρούσαμε, τόσο αυτό ορθώνονταν επιβλητικά μπροστά μας και οι ψηλότερες κορυφές του άρχισαν να ξεχωρίζουν (φωτ. 4).
Ακολουθώντας τις ενδείξεις των πινακίδων μπήκαμε στον ανηφορικό ασφαλτόδρομο που οδηγεί στη θέση «Πριόνια» του Ολύμπου (φωτ. 5).
Είναι μια φανταστική οδική διαδρομή που περνά μέσα από δασωμένες περιοχές. Προσπεράσαμε τη διασταύρωση με το δρόμο, στα δεξιά, που οδηγεί στη νέα Ιερά Μονή Αγ. Διονυσίου.
Συνεχίζοντας περάσαμε από τις θέσεις, με τη σειρά: «Σταυρός» με το καταφύγιο «Δημ. Μπουντόλας» (υψ. 938 μ.) → «Διασταύρωση ή Γκορτσιά» (υψ. 1.100 περίπου μέτρα), το σημείο που ξεκινά το μονοπάτι για το καταφύγιο στη θέση «Πετρόστρουγκα» και συνεχίζοντας οδηγεί προς το «Οροπέδιο Μουσών» και τις κορυφές → διασταύρωση με τον ασφαλτόδρομο, στα αριστερά, που οδηγεί προς την παλιά Ι. Μονή Αγίου Διονυσίου → «Πριόνια» (υψ. 1.100 μ.).
Στα 17 χιλιόμετρα διαδρομής, από το Λιτόχωρο, συναντήσαμε πολλές θέσεις «Θέας» και «Αναψυχής».
Φτάνοντας στο parking, στη θέση «Πριόνια», βρήκαμε πολλά αυτοκίνητα επισκεπτών –ορειβατών σταθμευμένα στο περιτριγυρισμένο από πανύψηλες πλαγιές καταπράσινο τοπίο του ορεινού όγκου (φωτ. 6, 7).
Βγαίνοντας από το αυτοκίνητο μάς «υποδέχτηκα» τα 2-3 σκυλιά της περιοχής με το γαύγισμά τους. Μπορεί να ξαφνιάστηκαν από την απρόσμενη παρουσία μας, ήταν όμως τόσο χαριτωμένα και χαδιάρικα (φωτ. 8).
Αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για την απαιτητική και πολύωρη πορεία μας. Ο ουρανός με λιγοστά σύννεφα. Η θερμοκρασία κοντά στους 13 βαθμούς Κελσίου και εμείς να αισθανόμαστε την πρωϊνή ψυχρούλα του υγρού δάσους. Στα σακίδια τα πλέον απαραίτητα. Γεμίσαμε τα παγούρια μας με το κρύο τρεχούμενο νερό της πέτρινης βρύσης και ξεκινήσαμε. Μπήκαμε στο Ευρωπαϊκό μονοπάτι «Ε4» της κλασικής διαδρομής (φωτ. 9, 10).
Από τα «Πριόνια» μέχρι τη θέση «Πηγαδούλι» αντικρίσαμε απερίγραπτες εικόνες στο πέρασμά μας μέσα από ένα μαγευτικό τοπίο. Η πορεία ανηφορική. Το μονοπάτι ποικιλόμορφο, καλά δουλεμένο και με πολύ καλή σήμανση. Είναι περπατημένο από εκατομμύρια πόδια επισκεπτών-ορειβατών και έχει περάσματα μέσα από περιοχές εναλλασσόμενης βλάστησης (φωτ. από 11 έως και 21).
Η πλούσια χλωρίδα, η οργιώδης βλάστηση, τα πανύψηλα δένδρα οξυάς, μαυρόπευκου και έλατου μας άφηναν άφωνους στο αντίκρισμά τους. Εκατοντάδες λουλούδια παντού και στις άκρες του μονοπατιού…ω, το λουλούδι της νύφης. Το Μιγκέ (Convallaria Majalis), το λουλούδι του Μάη, ο «κρίνος της κοιλάδας». Οι περισσότεροι το αποκαλούν « το Δάκρυ της Παναγίας».
Τα ολόλευκα, σε σχήμα μικροσκοπικής καμπανούλας, λουλούδια του τραβούσαν πάνω τους, σαν μαγνήτες, το βλέμμα μας μόλις τα αντικρίζαμε (φωτ. 22).
Τη σιωπή του δασούς έσπαγε το κελάηδισμα του αηδονιού, που νόμιζες πως μας ακολουθούσε σε κάθε μας βήμα. Ο μύθος λέει πως το αηδόνι δεν κελαηδάει αν δεν ανθίσει πρώτα το μιγκέ. Φτάσαμε στη θέση «Πηγαδούλι».Χρειαστήκαμε 40 λεπτά ανηφορικής πορείας, από τα «Πριόνια», για να βρεθούμε στα 1.300 περίπου μέτρα υψόμετρο.
Στο σημείο υπάρχει κιόσκι και μία πέτρινη βρύση με κρύο τρεχούμενο νερό. Συναντήσαμε μια παρέα νεαρών παιδιών που ξεκινούσαν, μετά από μια στάση στο κιόσκι, για το ορειβατικό καταφύγιο «Σπήλιος Αγαπητός, Refuge A), που βρίσκεται σε υψόμετρο 2.100 μέτρων (φωτ. 23).
Δίπλα στην πέτρινη βρύση κάναμε τη δική μας ολιγόλεπτη στάση. Ο Θανάσης και ο Αντώνης καταχώρησαν στα GPS τους το σημείο. Φωτογραφίες. Ανανεώσαμε τα παγούρια μας με φρέσκο κρύο νερό, ξαναφορτωθήκαμε τα σακίδιά μας και ξεκινήσαμε για τη συνέχεια (φωτ. 24, 25).
Από ένα άνοιγμα μπορέσαμε να δούμε το καταπράσινο «Ρέμα Μαυρόλογγος» και ψηλότερα την κορυφογραμμή που θα περπατούσαμε κάποιες ώρες αργότερα (φωτ. 26).
Συνεχίζοντας το κλασικό μονοπάτι «Ε4» φτάσαμε σε μια διασταύρωση με ένα άλλο στα αριστερά. Κάναμε λιγότερα από 5 λεπτά πορείας, από τη θέση «Πηγαδούλι», για να φτάσουμε στο σημείο με τις κίτρινες κατατοπιστικές πινακίδες.
Αφήσαμε το Ευρωπαϊκό μονοπάτι και ακολουθήσαμε εκείνο, το κατηφορικό στα αριστερά, που οδηγούσε στο: «Μαυρόλογγο – Λιβαδάκι» (φωτ. 27, 28).
Η διαδρομή μας μέσα στο «Ρέμα Μαυρόλογγος» μαγευτική. Ακολουθούσαμε τα κόκκινα σημάδια του μονοπατιού, που τα παλιά χρόνια χρησίμευε σαν πέρασμα κτηνοτρόφων. Η πορεία μας μέσα στην πυκνή βλάστηση εναλλασσόμενης χλωρίδας. Οξιές, λογής-λογής δένδρα, θάμνοι, πυξάρια κ.α. Τα συναισθήματα ανάμεικτα. Οι εικόνες αμέτρητες, απερίγραπτες. Περάσαμε μέσα από σκοτεινά «τούνελ» που σχημάτιζαν τα δένδρα με τα φυλλώματά τους (φωτ. 29, 30, 31).
Αρχίσαμε να ανηφορίζουμε την πλαγιά. Τα φυλλοβόλα δένδρα άρχισαν να δίνουν χώρο στο μαυρόπευκο και το έλατο (φωτ. 32, 33, 34).
Ανηφορίζοντας περάσαμε και από ένα κομμάτι της διαδρομής που ήταν ολότελα σκαμμένο από αγριογούρουνα που είχαν, όπως φαίνεται, επισκεφτεί την περιοχή. Μεγάλη έκταση σκαμμένη και κάποιες πέτρες, μικρές-μεγάλες, έχουν μετακινηθεί.
Η εικόνα αυτή θα ενέπνευσε κάποιους, πολλά χρόνια πριν, να κατασκευάσουν τα μεγάλα μηχανήματα διάνοιξης δρόμων και διαμόρφωσης εδαφών (φωτ. 35).
Συνεχίζαμε.
Χρειαστήκαμε μία ώρα και 10 λεπτά πορείας, από τη θέση «Πηγαδούλι», για να φτάσουμε σε ξέφωτο που βρίσκεται στα 1.720 περίπου μέτρα υψόμετρο. Στο σημείο διακλαδίζονται μονοπάτια με διαφορετικούς το καθένα προορισμούς. Εκεί συναντήσαμε δύο ορειβάτες από τον Κορινό Πιερίας.
Ολιγόλεπτη στάση.
Μπάρες δημητριακών, φρούτα και γεμιστά μπισκότα το menu μας στο ξέφωτο, που από τα αριστερά μας, όπως ανεβαίνουμε, έχει το «Ρέμα Μελτζάνη» και στα δεξιά μας εκείνο που περάσαμε, το «Ρέμα Μαυρόλογγος» (φωτ. 36, 37, 38).
Ο ουρανός με λιγοστά σύννεφα. Η θέα από ψηλά φανταστική. Φωτογραφίες και αφού ρίξαμε τη τελευταία μας ματιά στο γύρω τοπίο, ξαναφορτωθήκαμε τα σακίδιά μας και ξεκινήσαμε για πιο ψηλά.
Ανηφορίσαμε την πλαγιά μέχρι το σημείο που το μονοπάτια χωρίζεται στα δύο. Ακολουθήσαμε εκείνο, στα δεξιά, που οδηγούσε στην κορυφή «Καλόγερο» (φωτ. 39, 40).
Το άλλο οδηγούσε στα 2.100 μέτρα υψόμετρο, στη θέση «Λιβαδάκι» με το μικρό πέτρινο καταφύγιο ανάγκης. Το μονοπάτι που πήραμε είναι πολύ απαιτητικό. Έχει μεγάλη κλίση και σε πολλά τμήματά του είναι απότομο. Εμείς συνεχίζαμε. Προχωρούσαμε με εφόδια τις δυνάμεις μας και τις αντοχές μας.
Τα βήματα αργά και οι ανάσες βαθιές (φωτ. από 41 έως και 44).
Ανεβαίνοντας περάσαμε μέσα από δάση πανύψηλων πεύκων, στη συνέχεια από ελατοδάση και τέλος από εκείνα με τα γιγάντια ρόμπολα.
Εικόνες διαφορετικές. Το κάθε κομμάτι της διαδρομής με τη μαγεία του, με τη δική του ιδιαίτερη και ξεχωριστή ομορφιά (φωτ. 45, 46).
Ανηφορίζοντας συναντήσαμε κορμούς βιολογικά νεκρών κωνοφόρων, που άλλοι στέκονταν ακόμη όρθιοι και κάποιοι άλλοι πεσμένοι στο έδαφος, να περιμένουν τον αφανισμό τους αφημένοι στον φθοροποιό χρόνο (φωτ. από 47 έως και 50).
Πλησιάζαμε στα 2.160 μέτρα υψόμετρο. Συναντήσαμε το πρώτο χιονάκι. Βρισκόμασταν στην Αλπική ζώνη. Στην περιοχή, η ομίχλη μας έκανε τις πιο συχνές εφόδους. Ερχόταν-έφευγε, πύκνωνε-αραίωνε.
Από δω και πέρα ξεκινούσε η πιο απαιτητική και η πιο δύσκολη ανηφόρα. Η πλαγιά απότομη και βραχώδης. Η σάρα δυσκόλευε την ανάβαση. Ήθελε πολύ προσοχή για την αποφυγή κάποιου ανεπιθύμητου τραυματισμού (φωτ. από 51 έως και 56).
Κοιτάζοντας χαμηλά, είχαμε την αίσθηση πως περπατούσαμε πάνω από τα…σύννεφα (φωτ. 57, 58, 59).
Στα 2.400 μέτρα υψόμετρο η πορεία μας, σε πολλά κομμάτια της διαδρομής, γινόταν πάνω σε χιόνι (φωτ. 60).
Όσο ανεβαίναμε, τόσο κοντεύαμε στην κορυφογραμμή της Ν-ΝΑ πλευράς του Ολύμπου. Πλησιάζαμε στον…ουρανό.
Από τα αριστερά μας βλέπαμε, όσο φυσικά μας το επέτρεπαν τα σύννεφα, τις κορυφές του προορισμού μας και στα δεξιά μας, πολύ δύσκολα βέβαια: το ελικοδρόμιο, το μονοπάτι «Ε4», το καταφύγιο του «Σπήλιου Αγαπητού» (φωτ. 61, 62).
Μπροστά μας οι επιβλητικές κάθετες πλαγιές της κορυφογραμμής και χαμηλά το…χάος (φωτ. 63, 64).
Μετά από μία απαιτητική ανηφορική πορεία 4 ωρών και 25 λεπτών φτάσαμε στα 2.650 μέτρα υψόμετρο. Κοντεύαμε στην πρώτη κορυφή, θέλαμε λίγο ακόμη (φωτ. 65).
Φτάσαμε. Επιφωνήματα χαράς, ικανοποίησης. Τα καταφέραμε. Η πρώτη κορυφή, στα 2.701 μέτρα υψόμετρο, έχει…κατακτηθεί. Οι περισσότεροι την αποκαλούν «Καλόγερο», άλλοι «Καλόγερο 2». Στον χάρτη που έχουμε δεν την προσδιορίζει. Στο GPS την έχουν με το όνομα «Όλυμπος»;;
Τέλος πάντων εμείς, στο σημείο αυτό, αποφασίσαμε να καθίσουμε να κολατσίσουμε, να απολαύσουμε τη θέα από ψηλά και να χαρούμε τη ζεστασιά του ήλιου (φωτ. 66, 67).
«Ταξιδεύαμε» τα βλέμματά μας στην γύρω περιοχή. «Σκοντάφταμε» σε κάποιες κορυφές που αντικρίζαμε μέσα στην ομίχλη και προσπαθούσαμε να τις προσδιορίζουμε. Για σιγουριά, ο Αντώνης άνοιξε τον χάρτη και ο Θανάσης ενεργοποίησε τις ενδείξεις του GPS (φωτ. 68).
Καταφέραμε να διακρίνουμε τις κορυφές: «Φράγκου Αλώνι» (υψ. 2.677 μ.), «Μεταμόρφωση» (υψ. 2.622 μ.) και κάποια στιγμή την «Άγιος Αντώνιος» (υψ. 2.815 μ.). Τις υπόλοιπες τις κάλυπτε η ομίχλη.
Τα 40 λεπτά ξεκούρασης μας φάνηκαν υπεραρκετά. Στο διάστημα αυτό κάναμε συζήτηση για το υπόλοιπο του προγράμματος. Η πρώτη σκέψη ήταν να κατευθυνθούμε προς τον «Αγ. Αντώνιο». Από εκεί να ακολουθήσουμε το μονοπάτι για το ορειβατικό καταφύγιο «Σπήλιος Αγαπητός» και στη συνέχεια να κατεβούμε το κλασικό «Ε4».
Επικράτησε η δεύτερη. Να συνεχίσουμε, δηλαδή, την πορεία μας πάνω στην κορυφογραμμή και φτάνοντας στο «Λιβαδάκι» να πάρουμε το μονοπάτι για τα «Πριόνια». Τελευταία ματιά, φωτογραφίες και ξαναφορτωθήκαμε τα σακίδιά μας. Ξεκινήσαμε για την επόμενη κορυφή (φωτ. 69, 70, 71).
Η πορεία μας σύντομη. Για να φτάσουμε στην κορυφή με την μεταλλική ελληνική σημαία κάναμε, μόλις, 15 λεπτά.
Ήμασταν στον «Καλόγερο», στην ψηλότερη κορυφή της Ν-ΝΑ πλευράς του Ολύμπου. Και στο σημείο αυτό τα GPS έδειχναν ένα υψόμετρο κοντά στα 2.700 μέτρα (ενδείξεις μεταξύ 2.695 μ. και 2.706 μ.).
Η κορυφή αυτή, σύμφωνα με την παράδοση, πήρε το όνομα της από κάποιον μοναχό της Ι. Μονής του Αγίου Διονυσίου που πέθανε στην περιοχή από μία ξαφνική χιονοθύελλα.
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ονομάστηκε έτσι από το επώνυμο του λήσταρχου Παναγιώτη Καλόγερου που έδρασε στην περιοχή και αργότερα πολέμησε σαν οπλαρχηγός στην επανάσταση του 1878 (φωτ. 72).
Δεν καθίσαμε πολύ.Ο καιρός άρχισε να χαλάει. Έρχονταν απειλητικά μαύρα σύννεφα. Αναμνηστική φωτογραφία και φύγαμε για την επόμενη κορυφή (φωτ. 73).
Χρειαστήκαμε 10 μόλις λεπτά πορείας, από τον «Καλόγερο», για να φτάσουμε στη δεύτερη ψηλότερη κορυφή «Πάγος» της κορυφογραμμής. Βρισκόμασταν στα 2.676 μέτρα υψόμετρο (φωτ. 74, 75).
Ο καιρός χειροτέρευε. Ο Δίας άρχισε να «δείχνει» τα δόντια του. «Οργισμένος» που, για δεύτερη συνεχόμενη Κυριακή, επισκεπτόμασταν αυτή την πλευρά του Ολύμπου και όχι εκείνη με τον επιβλητικό «θρόνο του» μάς «έστελνε» τις ομίχλες, τα μαύρα σύννεφα, τους κεραυνούς, την βροχή. «Ποιος είδε την οργή του και δεν φοβήθηκε;;!!».
Άρχισε να σκοτεινιάζει. Έβρεχε πολύ.Φορέσαμε τα αδιάβροχά μας και συνεχίσαμε ( φωτ. 76).
Φτάσαμε στην κορυφή «Σημαιοφόρος». Χρειαστήκαμε 30 λεπτά πορείας, από τον «Πάγο», για να κατεβούμε στα 2.381 μέτρα υψόμετρο (φωτ. 77).
Δεν σταματήσαμε. Φύγαμε αμέσως για να μη μας προλάβουν τα χειρότερα. Σε 25 λεπτά κατεβήκαμε ακόμη χαμηλότερα, στα 2.100 μέτρα υψόμετρο. Η βροχή με τα παιχνίδια της, έβρεχε-σταματούσε-ξανάβρεχε.
Στο μικρό πέτρινο καταφύγιο ανάγκης του Ορειβατικού Συλλόγου Λιτόχωρου, στη θέση «Λιβαδάκι», δεν καθυστερήσαμε (φωτ. 78).
Φύγαμε παίρνοντας το μονοπάτι που οδηγούσε στα «Πριόνια».
Η πορεία μας μέχρι το ξέφωτο μέσα απο εναλλασσόμενα κομμάτια της διαδρομής που το καθένα του ξεχώριζε για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.
Γυμνή Αλπική ζώνη, ρόμπολα, έλατα, μαυρόπευκα, χιόνια, βράχια, πεσμένοι κορμοί, «νεκροταφεία βιολογικά νεκρών δένδρων» (φωτ. από 79 μέχρι και 86).
Με όλες αυτές τις εναλλασσόμενες εικόνες, που αντικρίσαμε στη διαδρομή μας, δεν καταλάβαμε πως πέρασε ο χρόνος της μίας ώρας και των 20 λεπτών, από το «Λιβαδάκι», για να φτάσουμε στο γνωστό ξέφωτο.
Εδώ, η βροχή σταμάτησε. Ολιγόλεπτη στάση.
Η «ανακωχή», όμως, δεν κράτησε πολύ. Μετά από λίγα λεπτά ξανάρχισε να βρέχει.
Ξεκινήσαμε μπαίνοντας στο «Ρέμα Μαυρόλογγος». Το μονοπάτι γνώριμο, το περπατήσαμε ανηφορίζοντας. Η διαφορά από το πρωϊνό πέρασμα… το βρεγμένο τοπίο και η δυνατή βροχή (φωτ. 87).
Το τελευταίο κομμάτι της διαδρομής μας: ξέφωτο → διασταύρωση → «Ε4» → «Πηγαδούλι» → «Πριόνια».
Στα «Πριόνια» φτάσαμε μετά από μια προσεκτική, λόγω βροχής, κατηφορική πορεία μιάς ώρας και 20 λεπτών, από το ξέφωτο.
Το ξύλινο γεφυράκι το περάσαμε με πλατειά χαμόγελα ζωγραφισμένα στα πρόσωπά μας. Άλλη μία Κυριακάτικη ορειβατική μας εξόρμηση έφτασε στο τέλος της. Άλλη μία δραστηριότητα στο βουνό κάτω από αντίξοες συνθήκες τερμάτισε με επιτυχία, χωρίς κανέναν τραυματισμό. Άλλη μία εμπειρία προστέθηκε στο «ορειβατικό βιογραφικό» του καθένα μας.
Φτάνοντας στο αυτοκίνητο αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για την επιστροφή. Μέχρι να ετοιμαστούμε αναπολήσαμε όλα εκείνα που βιώσαμε κατά τη διάρκεια της πολύωρης πορείας μας στο βουνό των θεών.
Φύγαμε από τα «Πριόνια» Ολύμπου με αμέτρητες εικόνες που έχουν «αιχμαλωτιστεί» σε μια γωνιά του μυαλού μας.
Απολογισμός :
Διαδρομή: «Πριόνια» Ολύμπου (υψ. 1.100 μ.)–«Ε4»-«Ρέμα Μαυρόλογγος»-ξέφωτο- μονοπάτι
για «Κολόγερο»- κορυφή «Καλόγερος 2» (υψ. 2.701 μ.)-κορυφή με σημαία
(«Καλόγερός»;;)-κορυφή «Πάγος» (2.676 μ.)-κορυφή «Σημαιοφόρος» (υψ. 2.381
μ.)-«Λιβαδάκι» (υψ. 2.100 μ.)- ξέφωτο-«Ρέμα Μαυρόλογγος»-«Πριόνια»
Υψομετρική διαφορά : 1.950 μέτρα (με τα ανεβοκατεβάσματα)
Απόσταση: 23 χλμ.
Χρόνος : 10 ώρες ( συνολικός χρόνος )