Στρατής Μυριβήλης. Ο πεζογράφος που αποθανάτισε τις φρικαλεότητες των πολέμων
«Τ’ είναι τούτη η λέξη που κάνει τα σπλάχνα να σπαρταρούν;», έψαχνε να μάθει για την Ελλάδα ο μεγάλος πεζογράφος μας στο κλασικό αριστούργημά του «Η ζωή εν τάφω».
Τι έχει αυτή η χώρα δηλαδή που άξιζε να περάσει ο Μυριβήλης από τρεις πολεμικές συγκρούσεις για χάρη της;
Αυτός, ο σφοδρός αντιμιλιταριστής που θεωρούσε όλο τον κόσμο μια γειτονιά! «Από τούτο τον κόσμο είμαι κι εγώ, γιε μου. Πατριωτάκια είμαστε βλέπεις», γράφει χαρακτηριστικά στο «Η Παναγία η γοργόνα» ο σημαντικός συγγραφέας μας με το πανανθρώπινο όραμα για τον κόσμο.
Ο Στρατής Μυριβήλης, κατά κόσμον Ευστράτιος Σταματόπουλος, δεν μπόρεσε να ελευθερωθεί ποτέ από τη συσσωρευμένη φρίκη τόσων πολέμων. Η νοσταλγία της ιδιαίτερης πατρίδας του, η τρυφερότητα προς τα μικρά παιδιά της Κατοχής, αλλά κυρίως ο πόλεμος και ο θάνατος κυριαρχούν στα γραπτά του.
Τα οποία θα τον φέρουν στη θέση να είναι ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της γενιάς του 1930, ένας αντιμιλιταριστής πατριώτης που χαρακτήρισαν «λυρικό πεζογράφο του Αιγαίου» και «αδιάλλακτο της λογοτεχνίας», όντας σε συνεχή αναζήτηση της ελληνικότητας.
Ο Μυριβήλης ήταν γέννημα θρέμμα της γενιάς εκείνης που πολέμησε για την ανόρθωση του ελληνισμού κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, που παρακολούθησε με πόνο τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εθνική κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας, όταν και στράφηκε τελικά διαψευσμένος σε έναν ενδοσκοπικό εθνικισμό.
Η διεισδυτική του πένα αναζήτησε με πάθος τα διακριτικά της ελληνικής συνείδησης στην πατρώα γη και τη λαϊκή παράδοση, με την ίδια του τη ζωή να διατρέχει λες όλο το φάσμα της πολιτικής ιδεολογίας: ξεκινά ως δημοτικιστής και θιασώτης του βενιζελισμού, ενώ στη δεκαετία του ’20 θα συνδεθεί με τον σοσιαλιστή και δυο φορές πρωθυπουργό Αλέξανδρο Παπαναστασίου. Με την εγκαθίδρυση του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου όμως, ο Μυριβήλης στρέφεται προς τα δεξιά, παρά το γεγονός ότι η μεταξική δικτατορία είχε απαγορεύσει την κυκλοφορία των έργων του «Η ζωή εν τάφω» και «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια»!
Ο μέχρι πρότινος οραματιστής και θιασώτης του βενιζελισμού αλλά και ο συγγραφέας που ταυτίστηκε όσο κανείς με την αντιπολεμική λογοτεχνία βρίσκεται τώρα στην αντίπερα όχθη, γράφοντας ακόμα και ποίημα υπέρ του καθεστώτος («Ο ύμνος της εργασίας» – 1939). Και βέβαια μέσα στη δίνη του εμφύλιου σπαραγμού μετατρέπεται σε λάβρο απολογητή του αντικομμουνισμού και υμνητή του στρατοπέδου της Μακρονήσου!
Ο Μυριβήλης δεν ήταν ωστόσο πολιτικός και παρά τις ιδεολογικές του μάχες, ήταν πρώτα και πάνω απ’ όλα συγγραφέας. Ο συγγραφέας κλασικών αριστουργημάτων όπως «Η ζωή εν τάφω» για παράδειγμα, η οποία αποτέλεσε τη ληξιαρχική πράξη γέννησης ενός κορυφαίου λογοτέχνη και πρόκειται για ένα έργο βαθύτατα αντιμιλιταριστικό, αντάξιο των αντίστοιχων της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Ή «Η Παναγιά η γοργόνα», το τρίτο μεγάλο μυθιστόρημα του Μυριβήλη (μετά τα «Η ζωή εν τάφω» και «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια»), το οποίο ολοκληρώνει την περίφημη «Τριλογία του πολέμου» του μεγάλου συγγραφέα. Κι αν πρέπει να το πούμε, ο Μυριβήλης τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας το 1949 και προτάθηκε για Νόμπελ τρεις φορές…
Πρώτα χρόνια
Ο Στρατής Μυριβήλης γεννιέται ως Ευστράτιος Σταματόπουλος στις 30 Ιουνίου 1892 στην τουρκοκρατούμενη Λέσβο ως το πρωτότοκο από τα πέντε παιδιά μιας φτωχής οικογένειας. Απείθαρχος στο σχολικό πλαίσιο και αδιάφορος για τα μαθήματα, μαγεύεται από μικρός από τον κόσμο της λογοτεχνίας και έρχεται έτσι σε επαφή από τα γυμνασιακά του χρόνια με σημαντικά κείμενα του δημοτικισμού, έργα που διαμορφώνουν τόσο τη λογοτεχνική όσο και τη γλωσσική του συνείδηση (Κωστής Παλαμάς, Αλέξανδρος Πάλλης, Αργύρης Εφταλιώτης, Ανδρέας Καρκαβίτσας κ.λπ.).
Κι έτσι από τα μαθητικά του χρόνια προσχωρεί στον δημοτικισμό και πρωτοστατεί σε μαθητικές κινητοποιήσεις υπέρ της δημοτικής! Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο Μυτιλήνης, διορίζεται δάσκαλος σε χωριό της Λέσβου. Τα πρώτα του πεζογραφήματα δεν θα αργήσουν να έρθουν και όλα τους δημοσιεύονται σε περιοδικά της Μυτιλήνης αλλά και της Σμύρνης με το ψευδώνυμο «Φοίβος».
Ο νεαρός Ευστράτιος βραβεύεται σε διαγωνισμό διηγήματος για το πόνημά του «Το άσπρο στεφάνι». Το 1912 βρίσκεται στην Αθήνα να φοιτά στη Νομική και για έναν χρόνο στη Φιλοσοφική Σχολή, εργαζόμενος συγχρόνως ως συντάκτης στην εφημερίδα «Πατρίς». Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς διακόπτει όμως τις σπουδές του και κατατάσσεται εθελοντικά στον στρατό, μαζί με άλλους λέσβιους νέους και μετά το περιβόητο διάβημά τους στον Ελευθέριο Βενιζέλο…
Πόλεμοι και πρώτα έργα
Ο Σταματόπουλος παίρνει μέρος και στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους και τραυματίστηκε μάλιστα σοβαρά στη Μάχη του Κιλκίς το 1913. Επιστρέφει στην Αθήνα αλλά δεν θα παραμείνει εκεί, καθώς μαθαίνει για την απελευθέρωση της Λέσβου από τον τουρκικό ζυγό και τίποτα δεν μπορεί να τον κρατήσει μακριά από την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Συκαμιά!
Πιάνει δουλειά ως δημοσιογράφος σε τοπική εφημερίδα και γίνεται τελικά αρχισυντάκτης στη «Σάλπιγξ» της Μυτιλήνης. Εκεί θα ζήσει από πρώτο χέρι το προσφυγικό κύμα από τη Μικρά Ασία, αν και μέσα στον χαλασμό θα έρθει ο έρωτας, καθώς και η Ελένη Δημητρίου προσγυφοπούλα από το Δικελί ήταν. Οι δυο νέοι γνωρίζονται στη Μυτιλήνη, ερωτεύονται και παντρεύονται λίγο αργότερα (1920), αποκτώντας τελικά τρία παιδιά.
Το 1915 εμφανίζεται επισήμως στα γράμματα με τη συλλογή πολεμικών διηγημάτων «Κόκκινες Ιστορίες», υιοθετώντας το λογοτεχνικό ψευδώνυμο «Στρατής Μυριβήλης» (από το όρος Μιριβίλι, στην πλαγιά του οποίου βρίσκεται η γενέτειρά του). Το έργο εκδίδεται στη Μυτιλήνη, αν και σύντομα ο Στρατής θα φύγει για τα χαρακώματα του Α’ Παγκοσμίου. Στις πολεμικές επιχειρήσεις στη Μακεδονία αρχίζει να γράφει το αριστούργημά του «Η Ζωή εν τάφω».
Το κλασικό αντιπολεμικό μανιφέστο του θα δημοσιευτεί σε συνέχειες από την εφημερίδα του «Καμπάνα» και θα βρει τελικά τον εκδοτικό δρόμο του βιβλίου το 1924. Η δεύτερη έκδοση, σημαντικά αναθεωρημένη και προσαυξημένη με νέα κεφάλαια, λαμβάνει χώρα το 1930, αν και ο Μυριβήλης θα πραγματοποιούσε άλλες πέντε εκδόσεις της «Ζωής εν τάφω», όλες ξαναδουλεμένες από την αρχή (η έβδομη και οριστική έκδοση δημοσιεύθηκε το 1955).
Εντωμεταξύ, υπηρετώντας ως ανθυπολοχαγός στο 4ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους στο μέτωπο της Μακεδονίας, παίρνει μέρος στην προκάλυψη του Μοναστηρίου (μαζί με τον αδελφό του Κίμωνα) και γεύεται τις φρικαλεότητες του πολέμου, από τις οποίες δεν θα απεμπλακεί ποτέ. Η μοίρα θα τον φέρει και σε τρίτη πολεμική σύγκρουση, στην τραγική μικρασιατική εκστρατεία.
Ζώντας νέες θηριωδίες, καταφεύγει πρόσφυγας στη Θράκη μετά την εκκένωση του Εσκί-Σεχίρ και από εκεί θα βρει τον δύσκολο δρόμο για τη Λέσβο, στην οποία επιστρέφει το 1922. Ο πρώην σοσιαλιστής είναι τώρα εμφανώς αλλαγμένος: γίνεται μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Εθνικού Συνδέσμου Ελλήνων Επιστράτων Αιγαίου και υποστηρίζει το κίνημα της Εθνικής Άμυνας, παίρνοντας ανοιχτά θέση υπέρ της Στρατιωτικής Επανάστασης. Κατά τη διάρκεια της ταραγμένης περιόδου 1944-1949 εκδήλωσε μάλιστα την ξεκάθαρη αντίθεσή του στον κομμουνισμό! Παρά το γεγονός ότι από το 1925-1933 στήριξε ολόψυχα το Εργατικό Κόμμα του Παπαναστασίου, τόσο από τη Λέσβο όσο και την Αθήνα.
Στη Λέσβο αναλαμβάνει και πάλι δημοσιογραφικά καθήκοντα, εκδίδοντας παράλληλα την εφημερίδα «Καμπάνα» και συνεργαζόμενος με τις εφημερίδες «Σάλπιγξ», «Ελεύθερος Λόγος» και «Ταχυδρόμος». Η περίοδος αυτή είναι ιδιαιτέρως παραγωγική για τον συγγραφέα, ο οποίος δημοσιεύει συνεχώς πεζογραφήματα, ποιήματα, άρθρα και χρονογραφήματα. Σο νησί θα παραμείνει ως το 1932, οπότε και εγκαθίσταται οικογενειακώς στην Αθήνα…
Ο μεγάλος λογοτέχνης Στρατής Μυριβήλης
Επιστρέφοντας στην Αθήνα, συνεχίζει να ασχολείται με τη δημοσιογραφία και γίνεται τακτικό μέλος της Ενώσεως Συντακτών. Την επόμενη χρονιά, το 1933, θα δημοσιευτεί και πάλι σε συνέχειες στον περιοδικό Τύπο το δεύτερο μεγάλο αντιπολεμικό μυθιστόρημά του, «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια», που θα τον καθιερώσει στα λογοτεχνικά πράγματα του τόπου μας.
Τώρα συνεργάζεται με πλήθος εφημερίδων, όπως η «Καθημερινή», η «Εθνική», η «Ακρόπολις», η «Πρωία», η «Απογευματινή» και η «Ελευθερία», αλλά και τα περιοδικά «Θεατής», «Νέα Εστία», «Ελληνική δημιουργία», «Ακρίτας» και «Στρατιωτικά Νέα». Το 1938 διορίζεται βιβλιοθηκάριος στη Βιβλιοθήκη της Βουλής από το καθεστώς. Εκεί θα παραμείνει ως το 1955, όταν θα απολυθεί λόγω ηλικίας με τον βαθμό του διευθυντή Α’ τάξεως.
Παράλληλα, συνεχίζει να απασχολείται ως χρονογράφος και κριτικός λογοτεχνίας σε διάφορες εφημερίδες και επιθεωρήσεις, ενώ σημαντική είναι και η θητεία του στο ραδιόφωνο με εβδομαδιαίες εκπομπές («Το χρονικόν της εβδομάδος», «Μιλάμε για την Τέχνη», «Το Λογοτεχνικό Τέταρτο» κ.λπ.). Από το 1946-1950 λειτούργησε μάλιστα ως διευθυντής προγράμματος στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας.
Το 1949 θα έρθει το τρίτο κλασικό μυθιστόρημά του, «Η Παναγιά η γοργόνα», που θα του εξασφαλίσει τόσο διθυραμβικές κριτικές όσο και μεγάλη εμπορική απήχηση. Το 1958 θα εκλεγεί τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ υπήρξε ιδρυτικό μέλος, πρόεδρος και αντιπρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας Λογοτεχνών Ελλάδος, αλλά και συνιδρυτής, αντιπρόεδρος και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Λογοτεχνών.
Ο Μυριβήλης βρίσκει χρόνο μέσα σε όλες αυτές τις ασχολίες και συνεχίζει τη λογοτεχνική του παραγωγή με εντατικούς ρυθμούς. Το μοτίβο τώρα είναι προδημοσιευμένα διηγήματα στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο, τα οποία συγκεντρώνονται σε βιβλία που παίρνουν τίτλους-χρώματα: «Το πράσινο βιβλίο» (1935), «Το γαλάζιο βιβλίο» (1939), «Το κόκκινο βιβλίο» (1952) και «Το βυσσινί βιβλίο» (1959).
Οι τιμές και οι έπαινοι για το λογοτεχνικό του έργο πέφτουν βροχή: το 1940, για παράδειγμα, τιμάται με το Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας για το «Γαλάζιο Βιβλίο». Το 1958, πέρα από την εκλογή του στην Ακαδημία Αθηνών, διορίζεται τιμητικά μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Γραμμάτων και Τεχνών αλλά και αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου. Το 1959 του απονέμεται ο Σταυρός του Ταξιάρχη του Βασιλικού Τάγματος του Γεωργίου Α’. Χαρακτηριστική εδώ είναι η πρότασή του για Νόμπελ τρεις φορές! Το 1969, λίγο πριν από τον θάνατό του, η Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών τον ανακηρύσσει επίτιμο πρόεδρό της.
Το έργο του ογκόλιθου της γενιάς του 1930 μελετήθηκε εκτενώς από την κριτική και αγαπήθηκε ιδιαιτέρως από το ελληνικό αλλά και το ευρωπαϊκό κοινό. Παρά το γεγονός ότι στα πρώτα του βήματα συνδέθηκε με τη λογοτεχνική γενιά του 1920, η οποία δέχτηκε έντονα την επίδραση του Κωστή Παλαμά και των κοινωνικοπολιτικών γεγονότων των αρχών του 20ού αιώνα (Ελληνοτουρκικός Πόλεμος του 1897, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και Μικρασιατική Καταστροφή), σύντομα αποδεσμεύτηκε ωστόσο από την απαισιόδοξη κοσμοθεωρία των συγχρόνων του και αναδείχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους αντιμιλιταριστές συγγραφείς της Ευρώπης και πρόδρομο της γενιάς του 1930.
Σταθμό στη δημιουργία του αποτέλεσε «Η ζωή εν τάφω», που εγκαινίασε ουσιαστικά τη σύγχρονη ελληνική αντιπολεμική λογοτεχνία, αν και ο Μυριβήλης στράφηκε τελικά σε μια μεγάλη ποικιλία θεμάτων, στόχων και εκφραστικών μέσων. Παρά το γεγονός ότι καθιερώθηκε ως συγγραφέας μυθιστορημάτων και διηγημάτων, το έργο του ως χρονογράφου είναι ιδιαίτερα ογκώδες. Πέρα από τη βιωματική «Τριλογία του πολέμου» («Η ζωή εν τάφω», «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια» και «Η Παναγιά η γοργόνα»), γνωστότατα έργα του είναι οι νουβέλες «Ο Βασίλης ο Αρβανίτης» και «Ο Παν».
Ο πολυγραφότατος Μυριβήλης μάς χάρισε συλλογές ποιημάτων («Μικρές φωτιές» και «Το τραγούδι της Γης»), ένα παιδικό μυθιστόρημα («Ο Αργοναύτης»), ακόμα και ταξιδιωτικές εντυπώσεις («Απ’ την Ελλάδα» και «Ολυμπία»), δοκίμια («Μιλάμε για την Τέχνη» και «Άνθρωποι από τη Λαοδικεία») και χρονογραφήματα («Πτερόεντα»).
Κατά τον Ηλία Βενέζη, υπήρξε ο «γενάρχης της Αιολικής Λογοτεχνίας» και σημαντικός πεζογράφος της γενιάς του 1930. Η αντιπολεμική θεματολογία, το λυρικό και ποιητικό ύφος και η καλοδουλεμένη γλώσσα του μεγάλου αυτού τεχνίτη του λόγου τον κατατάσσουν ανάμεσα στους κορυφαίους συγγραφείς μας.
Ο Στρατής Μυριβήλης πέθανε στην Αθήνα στις 19 Ιουλίου 1969 από βρογχοπνευμονία, έχοντας δώσει τη μάχη με τη μακροχρόνια ασθένεια. Ήταν ένας κλασικός της γενιάς του…