Απόψεις Ιστορία

Γιάννης Μοσχόπουλος “Το Ρουμλούκι πριν, κατά και μετά την Ελληνική Επανάσταση / Η Οικονομία”(8)

———

1821 – 2021 / 200 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

8. H ΟΙKONOMIA

Γιάννης Μοσχόπουλος

Το Ρουμλούκι ήταν ο σιτοβολώνας του καζά της Βέροιας, όπου υπήρχαν τα 2/3 των χωριών του. Οι κάτοικοι του κάμπου ασχολούνταν κυρίως με την γεωργία και την κτηνοτροφία. Όμως οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις είχαν αρχίσει να περιορίζονται εξ αιτίας της επέκτασης των ελών, των συχνών πλημμυρών και της περιορισμένης παραγωγικότητας του εδάφους εξ αιτίας της αλμύρας, που περιείχε το χώμα σε πολλές περιοχές του κάμπου.

Οι κάτοικοι καλλιεργούσαν κυρίως σιτάρι, κριθάρι, καλαμπόκι, σίκαλη, βρώμη, κεχρί, σουσάμι, μπιζέλια, φασόλια, κουκιά, ρύζι, ίσως λίγο βαμβάκι, φακές, ρεβύθια λινάρι και όπιο. Φυσικά υπήρχαν πάρα πολλοί νερόμυλοι σε διάφορα χωριά για την παραγωγή αλεύρων.

Μεγάλες δυνατότητες εύκολου και γρήγορου πλουτισμού παρουσίαζε ιδίως το λαθρεμπόριο των σιτηρών. Οι χωρικοί λόγω της απαγόρευσης της εξαγωγής σιτηρών, ήταν αναγκασμένοι να πωλούν τα προϊόντα τους στους Τούρκους αγάδες, οι οποίοι, όπως ήταν φυσικό, έβρισκαν κάθε τρόπο να τους εκμεταλλεύονται. Πολλοί όμως (λαθρ)έμποροι, ιδίως Γάλλοι, κατάφερναν να φορτώνουν μακεδονικά σιτάρια από άλλα λιμάνια, δωροδοκώντας διαφόρους πασάδες και αγάδες. Οι ακτές του Ρουμλουκιού, οι σκάλες στα νερά των εκβολών του Λουδία (πχ. το «καραβοστάσι» στο Πλατύ), καθώς και οι βόρειες ακτές της Πιερίας (Ελευθεροχώρι) προσφέρονταν για μια τέτοιου είδους δραστηριότητα, γι’ αυτό και συγκέντρωναν μεγάλη κίνηση λαθρεμπόρων.

Σημαντικότατο γεγονός για την ανάπτυξη του εμπορίου και την τόνωση της οικονομίας της Μακεδονίας γενικότερα, ήταν η άφιξη και εγκατάσταση προσφύγων Εβραίων (Ασκεναζίμ και Σεφαρδίμ) στη Θεσσαλονίκη, κατά τα τέλη του 15ου αι. Οι Σεφαρδίμ ήταν οι φορείς της υφαντουργίας στη Θεσσαλονίκη, στην οποία ίδρυσαν εργαστήρια και βιοτεχνίες, που πρόκοψαν, εξελίχθηκαν σε ζωτικό παράγοντα της οικονομικής ζωής της πόλης και δημιούργησαν τις αρχικές προϋποθέσεις καπιταλισμού.

Τότε εμφανίστηκαν μεσάζοντες κεφαλαιούχοι, που αγόραζαν από τους χωρικούς το ανεπεξέργαστο μαλλί και κατόπιν το μεταπωλούσαν στους υφαντουργούς. Γύρω από τις πόλεις Θεσσαλονίκη και Βέροια αναγκαστικά δημιουργήθηκε ένας τροφοδοτικός κύκλος πρώτων υλών για να κινηθούν τα εργαστήρια αυτών των πόλεων.

Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη εμπορευματοποίησης ενός μικρού μέρους της παραγωγής σιτηρών κυρίως και μαλλιού, που περίσσευε από την ανάγκη αυτοκατανάλωσης ή της επιτόπιας κατανάλωσης των χωρικών. Μεγάλη ήταν η ζήτηση ακατέργαστου μαλλιού κατά την περίοδο που οι εβραϊκές συντεχνίες Θεσσαλονίκης και Βέροιας κατασκεύαζαν τσόχα για τις ανάγκες των γενιτσαρικών ταγμάτων και βελέντζες για τα φτωχά στρώματα.

Με την πάροδο των χρόνων η αρχικά παγιωμένη αποκλειστικότητα των Εβραίων στην άσκηση εμπορικών και μεταπρατικών δραστηριοτήτων μεταβλήθηκε, αφού σταδιακά εισχώρησαν στα εμπορικά κυκλώματα οι χριστιανοί κτηνοτρόφοι και αγωγιάτες, οι οποίοι πρόσφεραν στην τοπική αγορά μαλλιά και διάφορα χειροποίητα είδη που κατασκεύαζαν, νήματα, υφαντά και τα διακινούσαν για λογαριασμό τους.

Οι Ρωμιοί έμποροι ανταγωνίζονταν τους άλλους, διότι αγόραζαν μόνοι τους στον τόπο παραγωγής τα προϊόντα και τα πήγαιναν για πώληση στον τόπο κατανάλωσης, με μικρά έξοδα, έχοντας συνηθίσει στη φτωχική ζωή, οπότε κατάφερναν να εξοικονομούν τις προμήθειες, τα έξοδα αποθήκευσης κλπ, τόσο στην αγορά όσο και στην πώληση.

Σημαντικά προσοδοφόρα ήταν και η παραγωγή μεταξιού. Η εξαιρετική παραγωγή μεταξιού επιβεβαιώνεται και από τον Cousinery, ο οποίος γράφει: «Στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης [το ανατολικό Ρουμλούκι ανήκε στον καζά Θεσσαλονίκης] ευδοκιμεί η σηροτροφία, με την οποία ασχολούνται κυρίως οι Ελληνίδες. Τα μεταξωτά τους συναγωνίζονται τα ανάλογα της Προύσας».

Παρατηρώντας αυτή την πορεία της οικονομικής ανάπτυξης των υπόδουλων Μακεδόνων, δεν μπορεί παρά να συμπεράνει κανείς, ότι όσο μεγάλωνε η οικονομική ευρωστία τους, τόσο εξασφάλιζαν περισσότερες δυνατότητες για να διεκδικήσουν την πολιτική τους ελευθερία και ανεξαρτησία.-

Γιάννης Δ. Μοσχόπουλος, Το Ρουμλούκι [Kαμπανία] κατά την πρώιμη και μέση οθωμανοκρατία [14ος αιώνας -1830], Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Εντευκτηρίου 2012, σελ. 243 επ., 254 επ., 263 επ., 274, 275.
26.2.2021/ mosio@otenet.gr / 6977336818

Σημείωση Φαρέτρας:  Μπορείτε να το διαβάσετε το 1ο από τα 23 μέρη της εργασίας 1ο ΕΔΩ, το 2ο ΕΔΩ, το 3ο ΕΔΩ, το 4ο ΕΔΩ, το 5ο ΕΔΩ, το 6ο ΕΔΩ, το 7ο ΕΔΩ

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ