“Η κυνική αλαζονεία του Μητσοτάκη και η ύβρις στους συγγενείς” / γράφει ο Γιάννης Μακρυγιάννης

Παρακολούθησα ενεός την παρέμβαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη συζήτηση επί των προτάσεων για σύσταση προανακριτικής επιτροπής για το έγκλημα των Τεμπών.
Περίμενα πολλά. Αλλά όχι τόση αλαζονεία. Όχι τόσο κυνισμό. Κυρίως όχι την απαρέσκεια στους χαροκαμένους συγγενείς. Όχι τόση απαξία και τέτοια προσβολή.
Ανάμεσα στα άλλα αναμασήματα σαθρών δικαιολογιών, πασαλειμμένες με στρεψοδικία, θράσος και επικοινωνιακά κόλπα, ο κ. Μητσοτάκης διέπραξε μία βαρύτατη ύβρη στην ομιλία του:
Αρνήθηκε το δικαίωμα των συγγενών να διερευνηθούν (όχι κατ’ ανάγκην να γίνει δίκη) ποινικές ευθύνες κεντρικών πολιτικών προσώπων, ακόμα και για βαρύτατα αδικήματα. Να διερευνηθούν, τίποτα περισσότερο. Κι αφού δεν φοβάται τίποτα, γιατί απορρίπτει τη διερεύνηση;
Έχουν δικαίωμα Έλληνες πολίτες, συγγενείς θυμάτων σε μία τέτοια τραγωδία – ή έγκλημα- να ψάξει η δικαιοσύνη σε βάθος, τα πάντα και για τους πάντες; Μα, τα πάντα και τους πάντες. Χωρίς να «κρύβεται» κανένας πίσω από κομματικές πλειοψηφίες.
Ο κ. Μητσοτάκης το αρνήθηκε. Έβγαλε – μαζί με την παράταξή του – τη δική του ετυμηγορία. «Δίκασε» και εκ των προτέρων, επειδή απλά μπορεί, απάλλαξε. Εαυτόν, υπουργούς και στελέχη του.
Αρνήθηκε το δικαίωμα των συγγενών να τεθούν όλα στα φως. Το εάν έχουν δίκιο ή άδικο στις κατηγορίες που απευθύνουν, ας το κρίνει η δικαιοσύνη, στην οποία ομνύει μεν, αλλά με απύθμενη υποκρισία ο πρωθυπουργός.
Είναι ισονομία όλο αυτό; Είναι δημοκρατία; Είναι δικαιοσύνη;
Και μία αναγκαία διευκρίνιση, για να μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας, φτάνει το θέατρο του παραλόγου:
Ο κ. Μητσοτάκης επικεντρώθηκε στα κόμματα που έκαναν την πρόταση για την κατηγορία περί εσχάτης προδοσίας και για άλλα κακουργήματα. Αλλά αυτή δεν ήταν πρόταση κάποιων κομμάτων. Τα κόμματα αναγκαστικά εμπλέκονται στη διαδικασία. Επειδή αυτό επιτάσσει το σύνταγμα ως μονόδρομο, το αίτημα των συγγενών επιβάλλεται να φτάσει στη Βουλή ως πρόταση κομμάτων – με υπογραφές τουλάχιστον 30 βουλευτών.
Ο κ. Μητσοτάκης δεν αρνήθηκε τη διερεύνηση και τη δικαιοσύνη στους αρχηγούς 4 κομμάτων. Την αρνήθηκε στην Καρυστιανού, τον Ασλανίδη, τον Ελευθεριάδη και δεκάδες άλλους συγγενείς θυμάτων στην τραγωδία των Τεμπών.
Ουσιαστικά αμφισβήτησε και την όποια ποινική ευθύνη του Κώστα Καραμανλή, τον οποίο όμως η παράταξή του είναι αναγκασμένη να παραπέμψει σε προανακριτική, υπό το φόβο μίας γενικής κατακραυγής. Εάν ήταν ειλικρινής λοιπόν ο κ. Μητσοτάκης ας το πήγαινε μέχρι τέλους: Να πει πως ούτε ο Καραμανλής θα παραπεμφθεί διότι οι ευθύνες του είναι μόνο πολιτικές και όχι ποινικές.
Συνοπτικά, σε αυτή την «ωραία» χώρα της κουτσής δημοκρατίας και των καθεστωτικών συμπεριφορών συμβαίνουν γύρω από το έγκλημα των Τεμπών, τα εξής:
· Για την 717, παρά τη δικογραφία της ευρωπαίας εισαγγελέως, η ΝΔ απέρριψε την παραπομπή του Καραμανλή στη δικαιοσύνη.
· Για το ξεμπάζωμα και το μπάζωμα στον ιερό τόπο της τραγωδίας και την αλλοίωση/εξαφάνιση κρίσιμων στοιχείων, μετά βίας και με φθηνές δικολαβίες έστειλαν τον Τριαντόπουλο (και μόνο αυτόν) για πλημμέλημα απευθείας στο δικαστικό συμβούλιο. Θεωρώντας τον πάντως, έτσι κι αλλιώς, «αθώο».
· Γι’ αυτή καθαυτή τη σύγκρουση των τρένων που προκάλεσε τον θάνατο 57 ανθρώπων και τον τραυματισμό δεκάδων άλλων, παραπέμπεται με το ζόρι ο τότε υπουργός Υποδομών, για ένα και μόνο πλημμέλημα, σε μία «συσκευασία» – ή με μία νομική κατασκευή από τη γαλάζια πλειοψηφία – που σκοπεύει στην αθώωσή του. Καθόσον η ΝΔ που τον παραπέμπει δεν πιστεύει ότι είναι ένοχος, ούτε καν ότι πρέπει να διερευνηθούν ποινικές ευθύνες του. Άρα τον παραπέμπει με τέτοιο τρόπο ώστε να τον αθωώσει.
Καληνύχτα και καλή τύχη…
ΥΓ: Θα ζήλευε και ο Μακάρθι αυτή την κυβέρνηση…
–