Λογοτεχνία

Γλυκερία Γκρέκου “Ο Άνθρωπος-Γαϊδουράγκαθο”

Στέκεται μονάχος σε τόπους ξερούς, σε άκρες δρόμων, σε πλαγιές που ξεχάστηκαν απ’ τη ζωή, όπως ακριβώς φυτρώνει το ίδιο το φυτό – εκεί που η γη είναι άνυδρη, εκεί που άλλοι δεν αντέχουν.

Ο άνθρωπος-γαϊδουράγκαθο δεν σε καλεί κοντά του· σε αφήνει να τον προσπεράσεις, να τον παρεξηγήσεις, να τον πεις τραχύ, αγκαθωτό, απρόσιτο. Δεν στολίζεται, δεν μιλά πολύ, δεν ζητά συντροφιά· Το πρόσωπό του σκληρό, τα μάτια του βαθιά – σαν ρίζες που γαντζώθηκαν στον χρόνο και δεν λυγίζουν. Κουβαλά μέσα του αντοχή και σιωπηλή υπερηφάνεια· όχι από έπαρση, αλλά από ανάγκη. Δεν είναι ευχάριστος. Είναι όμως αληθινός. Κάτω από την αγριάδα του, αν αντέξεις να πλησιάσεις, θα βρεις άνθος. Στρογγυλό, παράξενο, σχεδόν τρυφερό μέσα στην αμυντική του κατασκευή. Μια ψυχή που πόνεσε και έμαθε να φυλάγεται. Ένας χαρακτήρας που άντεξε πολλά καλοκαίρια δίχως νερό, πολλές χειμωνιάτικες μοναξιές, πολλές λέξεις που ποτέ δεν ειπώθηκαν.

Μπορεί να μη μιλάει για πόνο, αλλά τον καθαρίζει όπως το ρόφημα του φυτού του· εκείνο που ξεπλένει το συκώτι απ’ τα βάρη και τις τοξίνες, όπως κι αυτός – σιωπηλά, καθαρτικά, εσωτερικά. Δεν κάνει φασαρία για τις πληγές, τις αποβάλλει λίγο λίγο με πίκρα που γίνεται θεραπεία. Πίνει το ίδιο του το φάρμακο, χωρίς να το μοράζεται  με κάποιον. Ό,τι δίνει, το έχει πρώτα αντέξει.

Ο άνθρωπος-γαϊδουράγκαθο δεν σε κατακτά ούτε επιβάλλεται.

Υπάρχει, απλώς.

Αντέχει.

Φροντίζει, με τον δικό του τρόπο, αυτούς που κανείς δεν βλέπει – τους ταπεινούς, τους αδύναμους, τους κουρασμένους. Είναι απ’ τους ανθρώπους που τους προσπερνάς, ώσπου μια μέρα, σε ώρα δύσκολη, θα σταθεί δίπλα σου, σταθερός σαν βράχος. Και τότε, αν έχεις μάτια να δεις, θα καταλάβεις: δεν ήταν ποτέ απλώς αγκάθι. Ήταν προστασία. Ήταν ρίζα. Ήταν το πικρό που γιατρεύει. Ήταν ο πιο σιωπηλός, ο πιο ανθεκτικός σύντροφος της ζωής.

 

banner-article

Ροη ειδήσεων