“Νίκος Αλιβιζάτος: Ο μοιραίος άνθρωπος της συνταγματικής εκτροπής” / γράφει ο Γιάννης Μακρυγιάννης

Το πόσο «σωτήριος» για τη ΝΔ στην πιο δύσκολη στιγμή της είναι ο κ. Αλιβιζάτος φαίνεται από τη επιστημονική… μοναξιά του: Από τους περίπου δέκα επιφανείς συνταγματολόγους που έχουν μιλήσει δημοσίως ή σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις για το θέμα, ουδείς συμφωνεί…
Αν δεν υπήρχε ο Νίκος Αλιβιζάτος, η κυβέρνηση θα έπρεπε να τον εφεύρει.
Διαφορετικά θα της ήταν πολύ δύσκολο να ανακαλύψει συνταγματολόγο με κάποιο κύρος που να στηρίξει την άποψη ότι μπορεί να παρακαμφθεί μία προανακριτική επιτροπή, δηλαδή να καταπατηθεί στην πράξη το σύνταγμα και έτσι να έχουμε ένα νέο είδος απονομής δικαιοσύνης στη χώρα, το «κατά προτίμηση», όπως αυτό που απολαμβάνει ο Χρήστος Τριαντόπουλος.
Κατά έναν μάλλον όχι πλέον περίεργο τρόπο, και αυτός ο «πρόθυμος» να βάλει πλάτη στην κυβέρνηση Μητσοτάκη προέρχεται από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ, συμπληρώνοντας έτσι μία ιδιάζουσα πολιτική κατάσταση, στην οποία ξεχωρίζουν οι διαφόρων τύπων γοητευμένοι από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, κεντροαριστεροί.
Το πόσο «σωτήριος» για τη ΝΔ στην πιο δύσκολη στιγμή της είναι ο κ. Αλιβιζάτος φαίνεται από τη επιστημονική… μοναξιά του: Από τους περίπου δέκα επιφανείς συνταγματολόγους που έχουν μιλήσει δημοσίως (οι περισσότεροι) ή σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις για το θέμα, ουδείς συμφωνεί με την προωθούμενη από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία συνταγματική εκτροπή στην προανακριτική επιτροπή για το μπάζωμα στα Τέμπη.
Ο κ. Αλιβιζάτος όμως ήταν αποφασισμένος από καιρό. Είτε του είχε ζητηθεί αυτή η άποψη, είτε την πρόσφερε μόνος του, την είχε καταθέσει από τις αρχές Φεβρουαρίου.
Ήταν τότε που η κυβέρνηση βίωνε μία από τις χειρότερες καταστάσεις στη μέχρι τότε θητεία της.
Το Μαξίμου τελούσε ακόμα υπό το καθεστώς αιφνιδιασμού από τις απροσδόκητα μεγάλες διαδηλώσεις της 26ης Ιανουαρίου και κινούνταν ανάμεσα στις μισές συγνώμες του Κυριάκου Μητσοτάκη και την υιοθέτηση μίας επιθετικής γραμμής απέναντι σε συγγενείς θυμάτων και κοινωνία.
Κυρίως ήταν ακριβώς η στιγμή που τα ψέματα είχαν τελειώσει για την κυβέρνηση για το εάν θα μπορούσε να αποφύγει το πικρό ποτήρι μίας ή περισσότερων παραπομπών στο ειδικό δικαστήριο (και σε προανακριτική βέβαια πριν) υπουργών της για το έγκλημα των Τεμπών με τους 57 νεκρούς, αλλά και την ανίερη, παράνομη παρέμβαση στο πεδίο του δυστυχήματος – την περιύβριση νεκρών δηλαδή και την εξαφάνιση στοιχείων με το ξεμπάζωμα και το μπάζωμα.
Ήταν ακριβώς η στιγμή που «ανακαλύφθηκε» η ύπαρξη δικογραφίας για τον Χρήστο Τριαντόπουλο και κατέστη καθαρό ότι ο συγκεκριμένος υφυπουργός, αλλά και όποιος άλλος βρεθεί σε ανάλογη έρευνα, όπως ο Κώστας Καραμανλής, θα έπρεπε να πιει το πικρό ποτήρι της παραπομπής σε προανακριτική.
Τότε ακριβώς πρόσφερε το σωσίβιο ο κ. Αλιβιζάτος στην κυβέρνηση. Με άρθρο του στην Καθημερινή στις 9 Φεβρουαρίου, προτείνει την επιλεκτική εφαρμογή του συντάγματος και ουσιαστικά την παράκαμψη της προανακριτικής που προβλέπουν κρίσιμα εδάφια του άρθρου 86.
Η πρωτοφανής αυτή ερμηνεία, στα όρια της εκτροπής, του συντάγματος «προσφέρεται» με το επιχείρημα «να αποφευχθεί η ένταση»!
Να μην γίνει δηλαδή προανακριτική, όπως ένα μήνα μετά ζήτησε ο Τριαντόπουλος και σχεδίασε το Μαξίμου, για να αποφύγουμε την… «ένταση».
Βέβαια στο μεταξύ μία χαρά ήταν η «ένταση», με τις προανακριτικές επιτροπές για τους υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ, που ενεπλάκησαν στις υποθέσεις των τηλεοπτικών αδειών (Νίκος Παππάς) και Novartis (Δημήτρης Παπαγγελόπουλος).
Πώς και δεν σκέφτηκε τότε ο κ. Αλιβιζάτος ότι οι προανακριτικές έχουν… «ένταση»; Γιατί δεν ήταν τόσο ευαίσθητη η κυβέρνηση με τα… «σόου» που στήνονται στις προανακριτικές, όταν ήταν να ερευνήσει υπουργούς άλλου κόμματος.
Η δε άποψη ότι επειδή είναι κακό το άρθρο 86 του συντάγματος και το «αλλάζουμε/καταργούμε στην πράξη», μπορεί να απαντηθεί μόνο σε αυταρχικά καθεστώτα – ίσως δύσκολα θα το σκεφτόταν κι ο Ερντογάν, που έχει κάνει τόσα και τόσα.
Άλλωστε, εάν ήθελε πραγματικά η ΝΔ να αλλάξει το άρθρο 86 θα το έκανε στην προηγούμενη αναθεώρηση, όχι σε κάποια επόμενη. Εδώ, μία παράγραφος άλλαξε στην προηγούμενη αναθεώρηση, περί της αποσβεστικής ημερομηνίας και ακόμα δεν έχει φέρει εφαρμοστικό νόμο – τόση… ζέση για αλλαγή του 86 έχει η κυβέρνηση!
Καταφανώς η άποψη του κ. Αλιβιζάτου δεν είναι επιστημονική – την αποκαθήλωσαν πολλοί συνταγματολόγοι και νομικοί που ανέλυσαν το θέμα. Η άποψή του είναι άκρως πολιτική. Και εξυπηρετεί πλήρως και αποκλειστικά τα σχέδια της κυβέρνησης να αποφύγει το όποιο πολιτικό και επικοινωνιακό κόστος – στην ουσία και τις τυχόν ποινικές ευθύνες.
Όσο για το ψευτοδίλημμα «έχετε εμπιστοσύνη στην Βουλή ή στην Δικαιοσύνη;», που υιοθετεί και προβάλλει και ο κ. Αλιβιζάτος, είναι προσβλητικό και για τους δημοκρατικούς θεσμούς και για τη νοημοσύνη: Αποδέχεται ο επιφανής κατά τα άλλα συνταγματολόγος, εκ των προτέρων τον εκβιασμό που κάνει η κυβερνητική πλειοψηφία στην προανακριτική ότι θα σαμποτάρει τις εργασίες της. Και αντί να την εγκαλέσει, ζητώντας της να επιτελέσει το ρόλο της, όπως επιτάσσει το σύνταγμα, προτείνει την καταστρατήγηση του συντάγματος για να της κάνει το χατίρι.
Ο Μπίσμαρκ είχε άδικο τελικά. Δεν χρειάζονται τρεις καθηγητές για να καταστρέψουν μία χώρα. Αρκεί και ένας. Αρκεί να είναι σαν τον κ. Αλιβιζάτο.