
Η οδός Αγίας Σοφίας καταλήγει στη θάλασσα του Θερμαϊκού κόλπου. Καθήμενοι σε παγκάκι ή καλύτερα σε φαρδιά ξύλινα μαδέρια, βιδωμένα με στριφόνια ικανού μήκους και πλάτους πάνω σε ξαπλωμένη τσιμεντένια κολόνα πέντε μέτρων, στο πεζοδρομημένο αυτής τμήμα, ρεμβάζουμε προς τη θάλασσα. Τι θα γινόταν, αν ο δρόμος συνέχιζε την ευθεία του και μέσα στη θάλασσα;
Αίφνης ένας δρομέας με παπούτσια σπορτέξ μάρκας adidas, κόκκινο αθλητικό παντελονάκι, γυμνός από τη μέση και πάνω, μυώδης- σαν τεντωμένοι σπάγκοι οι τένοντες και οι τετρακέφαλοι – με το κεφάλι του εντελώς γυμνό από τρίχες, τρέχει ιλιγγιωδώς προς τη θάλασσα και αντί, όπως θα περίμενε κανείς, να στρίψει αριστερά προς τον Λευκό Πύργο ή δεξιά προς το Λιμάνι, ορμάει προς τη θάλασσα. Δεν κολυμπάει, ούτε χάνεται στο βυθό. Όρθιος, ως εάν τα πέλματά του έχουν την ικανότητα πλατειών ιστιοσανίδων, λικνίζεται επί των κυμάτων ή ως άνθρωπος που πατάει ταυτόχρονα σε δύο βάρκες βενζινοκίνητες που τρέχουν με μεγάλη ταχύτητα, φτάνει, σε ελάχιστο χρόνο, στις παρυφές του απέναντι βουνού, η κορυφή του οποίου είναι η ψηλότερη από όλες τις άλλες κορυφές της οροσειράς.
Έκπληκτοι από το παράξενο γεγονός κατεβαίνουμε στην προκυμαία, όπου μια πλειάδα ερασιτεχνών φωτογράφων, έχουν σηκωθεί από τις καρέκλες των παρακείμενων καφετεριών και έχουν καταγράψει στα κινητά τους την φρενήρη πορεία του δρομέα. Τον έχασαν από τα μάτια τους κι έχουν τώρα στρέψει τις κάμερές τους πιο δεξιά, πιο δυτικά, στον αυχένα ανάμεσα στην δεύτερη και την τρίτη κορυφή της οροσειράς προς τα δεξιά της ψηλότερης κορυφής, όπου ο ήλιος μισός στο βουνό μισός στη θάλασσα, ετοιμάζεται να φωτογραφηθεί για την τελευταία βουτιά. Ωπ, γλιστράει στο νερό και χάνεται αργά αργά πίσω από το βουνό.
Οι ερασιτέχνες φωτογράφοι στοιχηματίζουν ότι πήγε να ανταμώσει τον δρομέα που σουλατσάριζε αμέριμνος στις κορυφές και στους αυχένες της οροσειράς. Οπωσδήποτε σε κάποιο σημείο της κορυφογραμμής θα συναντηθούν. Θα περπατήσουν μαζί σε άλλες κορυφές βουνών, σε άλλους αυχένες, σε άλλες θάλασσες.
Οι φωτογράφοι – θαμώνες στρίβουν τα σώματά τους δεξιά για να επιστρέψουν στις θέσεις τους. Ένας ποντικός, ευμεγέθης, αρουραίος, έχει βγει από την κρύπτη του, διασχίζει σβέλτα το πεζοδρόμιο, περνάει κάτω από καρέκλες και πόδια καθημένων και ορμάει προς την παραλιακή οδό Νίκης. Πού πας τρελέ; Τρέχει σαν αλλοπαρμένος προς τον χαμό. Στα δυο μέτρα από το πεζοδρόμιο, περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του, καθώς τα αυτοκίνητα περνούν πάνω από το κεφάλι του το ένα μετά το άλλο. Κάποτε άναψε το κόκκινο φανάρι και η ροή των αυτοκινήτων σταμάτησε. Ο ποντικός τη γλίτωσε εντελώς τυχαία, αλλά δεν είναι πια ο ίδιος. Έχει παραλύσει από τον φόβο, από το βουητό, από το φως, από τα εχθρικά βλέμματα που τον κοιτάζουν γεμάτα σιχασιά. Προσπαθεί να περπατήσει προς το πεζοδρόμιο, να βγει από τον εφιάλτη, μα οι κινήσεις του είναι ενός γέρου παράλυτου ποντικού στα τελευταία του.
Γιώργος Σιώμος 27/1/2024
…………………