Ρεκόρ έχουν σπάσει οι αποποιήσεις κληρονομιάς στη χώρα μας
Σε τρελό αριθμό έφθασαν πλέον οι αποποιήσεις κληρονομιών σε μία 10ετία αφού ξεπέρασαν τις 600.000!
Ο λόγος που το κάνουν οι κληρονόμοι και τα παιδιά τους είναι κυρίως τα χρέη που αφήνουν οι αποθανόντες σε τράπεζες, ο ΕΝΦΙΑ που επιβάλλεται στα ακίνητα, τα τεκμήρια διαβίωσης, στα οποία συχνά παγιδεύονται οι κληρονόμοι, αυξάνοντας τις οικονομικές τους υποχρεώσεις, ακόμη και ο φόρος κληρονομιάς που θα πρέπει να πληρώσουν.
Ο φόρος κληρονομιάς βέβαια εξαρτάται άμεσα από τον βαθμό συγγένειας του κληρονόμου με τον θανόντα.
Οι συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού πληρώνουν συνήθως 5 με 10% επι της περιουσίας που κληρονομούν ενω στους μη συγγενείς ο φόρος φθάνει το 30%.
Ωστόσο υπάρχουν και αρκετές οι περιπτώσεις που τα χρέη των αποθανόντων είναι μεγαλύτερα από την αξία των ακινήτων, για τους κληρονόμους .
Μάλιστα για το θέμα αυτό έχει δημιουργηθεί και το κίνημα «Δεν κληρονομώ». Στην περίπτωση αποποίησης τότε το Δημόσιο γίνεται ο κληρονόμος περιουσιών.
Θυμίζουμε πάντως ότι το μεγαλύτερο ρεκόρ αποποιήσεων καταγράφηκε τη δεκαετία 2010-2020, δηλαδή κατά την οικονομική κρίση. Χαρακτηριστικά, την περίοδο 2013-2018 καταγράφηκαν 450.000 αποποιήσεις κληρονομιών. Από τις 29.000 το 2013, οι αποποιήσεις αυξήθηκαν στις 150.000 λίγο πριν την έξοδο από τα Μνημόνια το 2018.
Η αποποίηση όμως είναι μια πολύπλοκη διαδικασία. Για τους ενήλικες γίνεται με υπεύθυνη δήλωση στον γραμματέα του οικείου ειρηνοδικείου, ενώ αντίθετα για τους ανήλικους θα πρέπει να αποφανθεί το Δικαστήριο, με τους γονείς να πρέπει να καταβάλουν σημαντικά ποσά (παράβολα και δικηγόρος).
Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), μέσω εξειδικευμένου οδηγού, παρέχει σημαντικές διευκρινίσεις για τα βήματα που πρέπει να ακολουθηθούν σε περίπτωση αποποίησης ή αποδοχής κληρονομιάς.
Ειδικότερα:
Κατά τον χρόνο θανάτου του προσώπου, η περιουσία του περιέρχεται αυτοδικαίως στον κληρονόμο του, που μπορεί να την αποποιηθεί μέσα σε προθεσμία τεσσάρων 4 μηνών (ή ενός έτους, στην περίπτωση που ο κληρονομούμενος είχε την τελευταία κατοικία του στο εξωτερικό ή αν ο κληρονόμος έμαθε την επαγωγή όταν διέμενε στο εξωτερικό). Η προθεσμία αυτή αρχίζει από τότε που ο κληρονόμος ενημερώθηκε για την κληρονομιά. Στην επαγωγή από διαθήκη η προθεσμία αποποίησης δεν αρχίζει πριν από τη δημοσίευση της διαθήκης.
Η αποποίηση είναι άκυρη αν γίνει μετά την πάροδο της προθεσμίας για αποποίηση. Αν περάσει η προθεσμία, η κληρονομιά θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή (1850 Α.Κ.). Η αποδοχή ή η αποποίηση της κληρονομιάς είναι άκυρη αν έγινε πριν από την επαγωγή (δηλαδή πριν από το θάνατο του κληρονομουμένου) ή από πλάνη ως προς την επαγωγή της κληρονομίας στον προσωρινό κληρονόμο και τον λόγο αυτής. Επίσης, είναι άκυρη αν έγινε υπό αίρεση ή προθεσμία ή για μέρος της κληρονομίας (1851 Α.Κ.). Για τις ανάγκες της παρούσας εγκυκλίου, ως «προσωρινός» χαρακτηρίζεται ο κληρονόμος κατά το χρονικό διάστημα από την έναρξη της προθεσμίας αποποίησης της κληρονομιάς έως την παρέλευσή της ή την αποδοχή της κληρονομίας ή τη νόμιμη εμπρόθεσμη δήλωση αποποίησης.
Η αποποίηση γίνεται με δήλωση στον γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας, δηλαδή στο ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου ο κληρονομούμενος είχε κατά τον χρόνο του θανάτου του την κατοικία του ή, αν δεν είχε κατοικία, τη διαμονή του, ή, αν δεν είχε ούτε διαμονή, στο ειρηνοδικείο της πρωτεύουσας του κράτους.
Αν ο κληρονόμος αποποιηθεί την κληρονομιά, αυτή περνάει σ’ εκείνον που θα είχε κληθεί (δηλαδή θα καθίστατο κληρονόμος), αν το πρόσωπο που αποποιήθηκε δεν ζούσε κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση η προθεσμία αρχίζει από τη γνώση της αποποίησης του «προπορευόμενου» κληρονόμου και την κλήση του επόμενου.
Γνώση της επαγωγής, ως αφετηρία της προθεσμίας αποποίησης, υπάρχει όταν ο κληρονόμος έχει βασίμως πληροφορηθεί την ύπαρξη των πραγματικών (π.χ. του θανάτου του κληρονομούμενου) και νομικών προϋποθέσεων, η συνδρομή των οποίων οδηγεί στην αυτοδίκαιη από αυτόν κτήση της κληρονομιάς.
topontiki.gr
–